HEAVY BY THE SEA FESTIVAL (Πλατεία Νερού, 1/7/2013)

0
102
Almanac Kingslayer
Almanac Kingslayer

 

 

SLAYER / DOWN / ROTTING CHRIST/ NAPALM DEATH / KVELERTAK

 

slayer 6   Με το καλοκαίρι να χει μπει για τα καλά, με το θερμόμετρο όλο και να ανεβαίνει, ήρθε η μέρα να ζεσταθούμε ακόμα περισσότερο με ένα φεστιβάλ φτιαγμένο με ήχους πιο ακραίους. Μη μου πείτε ότι δε παρατηρήσατε ότι στο Heavy By The Sea της Detox δεν υπήρχε μπάντα κλασικού ήχου, παρόλο που αν αθροίσεις τα χρόνια ύπαρξης των 5 αυτών συγκροτημάτων φτάνεις τον αιώνα! Οι θεοί του thrash SLAYER (έστω χωρίς Hanneman[rip]/Lombardο), οι stonerάδες μπαρούτο-καπνισμένοι(τίγκα!)- DOWN του θρύλου Anselmo, η καλύτερη ελληνική μπάντα των 1000 και βάλε live ROTTING CHRIST, οι γερόλυκοι αναρχικοί NAPALM DEATH και οι Βενιαμίν της βραδιάς ροκαμπίλι/blacksters KVELERTAK. Αν μη τι άλλο κάτι διαφορετικό στη Πλατεία Νερού με τη θάλασσα να βοηθά αρκετά στο θέμα ζέστη. Με εξαίρεση το πάρκινγκ, όλα τα υπόλοιπα ήταν ικανοποιητικά, χωρίς οι διοργανωτές να έχουν τη διάθεση να μας φερθούν σαν κοπάδι, όπως συχνά γίνετε. Πολλά μπαρ, πολλές τουαλέτες, πολλά μοντέλα προώθησης προϊόντων (θα το φάω το κεφάλι μου!)… ακόμα και καλαμπόκια είχε! Όμως ο χώρος έρχεται σε δεύτερη μοίρα και ήρθε η ώρα για μουσική.

 

KVELERTAK

   kvelertak 2013 7Γύρω στις 17:30 βγαίνουν Οι Νορβηγοί KVELERTAK, τους οποίους κάποιοι είχαμε δει μερικούς μήνες πριν, να ανοίγουν τη συναυλία των MEGADETH. Όσοι πήγαμε για τους black-ροκάδες, τότε απογοητευτήκαμε από έναν άθλιο ήχο. Γι’ αυτό η σύντομη επιστροφή τους στην Ελλάδα ήταν μια ευκαιρία να ακούσουμε πραγματικά τα riffs που τόσο μας πώρωσαν στους δύο δίσκους τους, μα κυρίως του ομότιτλου πρώτου άλμπουμ τους. Αρχικά βλέποντας τον ήλιο να χτυπά στη σκηνή τους λυπήθηκα και φοβήθηκα ότι δε θα δούμε την σκηνική παρουσία που βλέπουμε κατά καιρούς στο YouTube. Και κάπως έτσι έγινε. Πέρα από τον θεότρελο frontman Erlend Hjelvik που δε σταμάτησε λεπτό, οι υπόλοιποι ήταν σχετικά νωθροί, με μερικές εκλάμψεις. Ο ήχος δεν ήταν και ιδιαίτερα καλός, αλλά σίγουρα ήταν σαφέστατα πολύ καλύτερος από τη πρώτη επίσκεψη τους στην Αθήνα… Με λίγα λόγια… RIFFS! Αν κι εκείνη την ώρα το venue δεν είχε μαζέψει πάρα πολύ κόσμο, αρκετοί είχαν στριμωχθεί μπροστά για να χορέψουν στους ροκαμπιλάδικους ρυθμούς των Νορβηγών. Με τρεις κιθάρες στη σκηνή, είχαμε αρκετές δισολίες που αν ο ήχος της βοηθούσε περισσότερο θα τις διασκεδάζαμε πιο πολύ. Στις Black/punk/hardcore στιγμές τους δεν έλειψαν τα crowdsurfing και τα moss pit, παρότι η θερμοκρασία χτυπούσε κόκκινο. Το setlist τους περιλάμβανε τραγούδια και από τις 2 δουλειές τους “Kvelertak” και “Meir”. Μέσα σε αυτά ήταν τα “Spring Fra Livet”, “Nekroskop”, “Fossegrim” και “Offernat”, αλλά ιδιαίτερος χαμός έγινε στα “Mjod”, “Ulvetid”, “Bruane Brenn” και φυσικά το “Blodtørst” τα ισοπέδωσε όλα! Αποκορύφωμα το stagediving και crowdsurfing του Erlend Hjelvik που προκάλεσε παραλήρημα στο κοινό! Μες τις άκρες ήταν μια πολύ καλή παρουσία τηρούμενων των αναλογιών, περάσαμε καλά όσοι τους γουστάρουμε και σίγουρα έκαναν νέους οπαδούς. Από κει και πέρα εγώ επιμένω… Πρέπει να τους δούμε headliners σε καταγώγιο και μόνο!

Γιώργος Δρογγίτης

NAPALM DEATH

  napalm death 7 Μετά τον μέτριο ήχο στους KVELERTAK, αντί για βελτίωση υπήρξε μάλλον κατρακύλα στον τομέα αυτό. Όπως και να το κάνουμε, το να βλέπεις ιστορικές μορφές του ακραίου ήχου να εκτελούν κομμάτια ογκόλιθους του είδους τους όπως “From Enslavement to Obliteration” και “Suffer the Children δεν αρκεί όταν δεν μπορείς να ξεχωρίσεις ούτε τα riffs. Εκτός αυτού η φωνή του Barney σε σημεία και ειδικά στην αρχή μετά βίας που ακουγόταν, ενώ στα blastbeat ο ήχος της μπότας κάλυπτε οτιδήποτε άλλο παιζόταν στα drums (για ταμπούρο ούτε λόγος). Αυτό ήταν το μόνο (αλλά σε καμία περίπτωση αμελητέο) αρνητικό σημείο στην εμφάνιση των NAPALM DEATH, γιατί κατά τ’ άλλα η μπάντα έπαιξε με όρεξη και πάθος όπως συνηθίζει, μ’ έναν frontman που μιλούσε ανάμεσα στα κομμάτια ακριβώς όσο έπρεπε χωρίς να το παρακάνει, τα δε συμπληρωματικά φωνητικά του κιθαρίστα Mitch Harris ήταν μόνο πώρωση. Στα “Scum” και την καθιερωμένη διασκευή στο “Nazi Punks Fuck Off” (που προλογίστηκε κατάλληλα) των DEAD KENNEDYS η συμμετοχή του κόσμου ήταν και πιο έντονη, ενώ στο δεύτερο επεκτάθηκε και σε ανάλογα αντιφασιστικά συνθήματα, με τον Barney φυσιολογικά να μην καταλαβαίνει και να ρωτάει “Is it good or bad?” Το ισοπεδωτικό σερί με τα συνεχόμενα κομμάτια από το ντεμπούτο της μπάντας που έκλεισε με το “Siege of Power” και μαζί και το σετ των Βρετανών άφησε εν τέλει το μεγαλύτερο μέρος του κοινού σχετικά ικανοποιημένο παρά την όποια (δικαιολογημένη) ξενέρα λόγω κακού ήχου.

Νίκος Χασούρας

ROTTING CHRIST

 rotting christ 5 Τρίτοι στη σειρά, ήταν ίσως το πιο σίγουρο στανταράκι live συγκρότημα στη μεταλλική ιστορία. Ποιοι άλλοι, οι δικοί μας ROTTING CHRIST. Κοσμογυρισμένοι για πολλοστή φορά, θα εμφανίζονταν για πρώτη φορά στο αθηναϊκό κοινό, μετά τη νέα τους δουλειά, “Κατά τον δαίμονα εαυτού” αλλά και με τα καινούρια μέλη της μπάντας. Οπότε ακόμη και για κάποιον που τους έχει δει πάμπολλες φόρες (και η αφεντιά μου), υπήρχε κάτι καινούριο να δει, πέρα απ ότι θα περνούσε στάνταρ καλά! Και ενώ έχουν πρόσφατη κυκλοφορία και γενικά μπόλικο υλικό τα τελευταία χρόνια, ξεκινούν με ένα τραγούδι που κοντεύει 25 χρόνια ζωής, το “Forest of N’ Gai”. Ίσως η μοναδική μπάντα που πάντα τιμά όλη της την ιστορία. Τα προηχογραφημένα δυστυχώς χαλούσαν τον ήχο, ιδίως στο “Αθάνατοι Έστε” που ακολούθησε, με την ώρα όμως η κατάσταση καλυτέρεψε. Σίγουρα είχαν πολύ καλύτερο ήχο από τις δύο προηγούμενες μπάντες. Αν και δεν μου άρεσε ιδιαίτερα ο τελευταίος δίσκος, πρέπει να ομολογήσω ότι τα τρία τραγούδια του δίσκου που έπαιξαν και συγκεκριμένα τα “Κατά τον δαίμονα εαυτού”, “In Yumen Xibalba” και “Grandis spiritus diavolos”, ακούγονται πολύ καλύτερα live. Κατά τ’ άλλα είχαμε classics όπως τα “King of a stellar war”, ”The sign of evil existence”, “Transform all suffering Into plagues” το οποίο με τη λίγο πιο μεστή παραμόρφωση που χρησιμοποιούν τελευταία, απογειώθηκε. Η καλύτερη στιγμή για μένα ήταν η διασκευή σε THOU ART LORD του “Societas Satanas”. Τα δυο καινούρια μέλη Γιώργος Εμμανουήλ (VALET PARN) και Βαγγέλης Καρζής δείχνουν να έχουν δέσει με τη μπάντα. Άλλωστε ταξιδεύουν στα μήκη και τα πλάτη της γης με τους αδελφούς Τόλη για αρκετό καιρό πλέον. Αεικίνητοι, εκφραστικοί και άψογοι μουσικά. Ο Σάκης σταθερή αξία. Τι να πρωτοπείς για αυτή την προσωπικότητα και να μην φανεί λίγο. Μακάρι να τις κάνει 10.000 τις συναυλίες και να είμαστε και μείς εκεί με πι και ορούς να τον βλέπουμε. Για το τέλος μας φύλαξαν τα “Χάος Γένετο (The sign of prime creation)”, το πιο κλασικό και από το “Paranoid” πλέον “Non Serviam” και έκλεισαν με τις ιαχές του “Noctis Era”. Το κοινό καθ’ όλη την εμφάνιση τους τραγουδούσε και χτυπιόταν με τη μπάντα και τα έκανε –πουτάνα όλα- αφού το ζήτησε ο riffοπατέρας Σάκης! Μπορεί να μην ήταν η κορυφαία συναυλία που έχω δει της μπάντας, αλλά ήταν άλλη μια όμορφη στιγμή της καριέρας τους! Χ ξ ς!

Γιώργος Δρογγίτης

DOWN

  down 3 Τα αποτελέσματα μιας εμφάνισης των DOWN είναι λίγο πολύ γνωστά, μωλωπισμένες πλάτες, κακώσεις στον αυχένα, παθητικό κάπνισμα, ρήξη τυμπάνου και άλλα τέτοια φλώρικα. Μόνο που στη προκειμένη περίπτωση ο Philip Ανσέλμος κι η παρέα του φρόντισε, πέρα απ’ όλα αυτά, να μας σοδομίσει δίχως τύψεις, χωρίς έλεος. Πρώτο μπάσιμο με “Eyes of the South” για λόγους περισσότερο διερευνητικούς. Λίγο η δοκιμή του ήχου, ο οποίος κυμάνθηκε σε μέτρια προς καλά επίπεδα κατά την διάρκεια του set τους, λίγο να ζεσταθούν οι κιθάρες, λίγο να πάρει σχήμα το μικρόφωνο από τις ακατάπαυστες κουτουλιές στο κεφάλι του Anselmo και κάπως έτσι φτάσαμε στο δεισιδαιμονικό “Witchtripper”, το μόνο που ξεχωρίζει από το τελευταίο EP τους. Μπαίνοντας στο, ξεχασμένο από τον χρόνο, “There’s Something on My Side” αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε σιγά-σιγά, πως δεν πρόκειται για ένα απλό live. Αν από τα τρία πρώτα τραγούδια η μπάντα βρισκόταν σε τέτοια επίπεδα τότε τι θα γινόταν όταν θα έπεφταν οι κομματάρες; Και να σου, “Lifer” και μόνο παπούτσια δεν είδαμε στον αέρα. Ο Philip στη σκηνή να ανοίγει τη γη στα δύο, κι από κάτω όλοι μας (τουλάχιστον στις πρώτες σειρές) να γινόμαστε ένα κουβάρι. Κάπου εκεί, έπεσαν τα πρώτα “χρόνια πολλά” στον άνθρωπο που… ναι, μας έδωσε τα μυαλά στο χέρι.

   Ο Anselmo είναι ίσως ο τελευταίος μεγάλος frontman που πέρα από στερεότυπα και rock starιλίκια, με down 4μια ασυνήθιστη οικειότητα, καταφέρνει να σου μεταδώσει με τον πιο άμεσο τρόπο το τι αισθάνεται, τι έχει βιώσει και τι κουβαλάει στην καμπούρα του. Μπορεί βέβαια στα 45 του χρόνια η φωνή να αρχίζει να σπάει, το κορμί όμως δε τα παρατάει, γι’ αυτό λοιπόν με ένα γνήσιο flashback το υπόλοιπο set βασίστηκε πάνω στο αξεπέραστο “Nola”. Γιατί κακά τα ψέματα, αν δεν ήταν αυτός ο δίσκος, ότι κι αν έβγαζαν οι DOWN, όποιο μπροστάρη κι αν είχαν, θα κατέληγαν στο μουσείο με τα υπόλοιπα super groups. Τα “Lysergik Funeral Procession”, “Ghosts Along the Mississippi” και “Pillars of Eternity” φύγανε αέρας με το pit να μη σταματάει ούτε λεπτό. Κάπου εκεί οι απαραίτητες ανάσες κρίθηκαν αναγκαίες για την σωματική μας υγεία (τα είπαμε και παραπάνω) γι’ αυτό και μας έπιασε την πάρλα ο Phil. Τι για την αρχαία Ελλάδα, τι για τριφύλλια, τι το “The Joker” των Steve Miller Band μας τραγούδησε (I’m a joker, I’m a smoker/ I’m a midnight toker/ I get my lovin’ on the run) τι κουίζ μας έβαλε, το καταραμένο το “Temptation’s Wings” (το πρώτο κομμάτι που έγραψε η μπάντα) μας τίναξε τα δόντια στο αέρα. Μετά το “Underneath Everything” έμελε να έρθει η αποκορύφωση της εμφάνισής τους. “Hail the Leaf”, “Stone the Crow” και “Bury Me in Smoke”. Τι να πεις και τι να ‘μολογήσεις. Ότι τα συγκροτήματα είθισται να παίζουν τα all time classic στα φεστιβάλ είναι γνωστό, αλλά ότι θα έπαιζαν κάθε μία τους επιτυχία αυτό ήταν ανέλπιστο. Πιστεύω πως σε εκείνο το σημείο, μπάντα και κοινό έφτασαν στα όρια τους. Pepper Keenan και Kirk Windstein μεγάλες μορφές που εκεί στο τελείωμα ξεσπάθωσαν, ακολουθώντας επιτέλους τον φρενήρη ρυθμό του Phil και τον Jimmy Bower να ακολουθεί κατά πόδας μαζί με τον Patrick Bruders, ο οποίος εδώ και δυο χρόνια έχει πάρει τη θέση του Rex Brown.

   Πάντα αναρωτιόμουν είναι ο νότος των δύο ηπείρων που μας φέρνει αυτή την “βλαχιά” τόσο κοντά στα ακούσματά μας; Είναι οι συνθέσεις και τα riffs ή ο ογκόλιθος που ακούει στο όνομα Phil Anselmo που κάνει αυτή την μπάντα τόσο αγαπητή στο ελληνικό κοινό; Όπως και να ‘χει, κάπου εδώ η μεγαλειώδης αυτή εμφάνιση έφτασε στο τέλος της με την καθιερωμένη αλλαγή σκυτάλης στα όργανα, τα οποία παρέλαβαν τα μέλη του crue, αφήνοντας έτσι τα μέλη της μπάντας να αποχαιρετήσουν το κοινό. Αυτό ήταν λοιπόν για την μπάντα, όχι όμως και για τον Anselmo, ο οποίος μας επιφύλασσε μια (εορταστική) έκπληξη για την συνέχεια.

Νίκος Ζέρης

SLAYER

  slayer 8 Αυτή ήταν σίγουρα η εμφάνιση που σήκωνε την περισσότερη συζήτηση για το κατά πόσον οι SLAYER ήταν αντάξιοι του ονόματός τους. Από τη μια είναι εκείνοι που θεωρούν μικρής διάρκειας το setlist και από την άλλοι είναι εκείνοι που στέκονται στο μοναδικό γεγονός της διασκευής στο “Fuckin hostile” των PANTERA ως δωράκι στον εορταζούμενο Phil Anselmo. Αυτό ήταν σίγουρα το highlight ολόκληρου του festival και αυτό που θα μνημονεύεται τα επόμενα χρόνια, παρά τα τρία απανωτα medley των SLAYER. Πριν από αυτά ο Anselmo δεν έχασε ευκαιρία να ανέβει στη σκηνή για το μνημειώδες “At dawn they sleep”.

   Το 80λεπτο set τους στηρίχτηκε σε αυτά τα medley, τα οποία απέδωσαν με χαρακτηριστική άνεση και ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να ζητήσει ένας φανατικός οπαδός τους. Και πώς να μην είναι κάποιος ευτυχής όταν δέχεται τα πυρά του “Chemical warfare” μετά το “Mandatory suicide”, του “Die by the sword” μετά το “Postmortem” και του “Hallowed point” μετά το “Dead skin mask”. Και μετά από αυτό τον οργασμό από παλιούς SLAYER ήρθε και το “Seasons in the abyss” να αποτελειώσει κάθε προσδοκία μπορούσε να έχει και ο πλέον φανατικός οπαδός τους.

    slayer 2Στους ενισχυτές αριστερά της σκηνής δέσποζε η κιθάρα του εκλιπόντα Jeff Hanneman, που το σήμα κατατεθέν της φάνηκε και στο πίσω μέρος της σκηνής στο encore (“South of heaven/Raining blood”, “Angel of death”). Ελειπε ο Jeff Hanneman; Η απάντηση είναι σίγουρα ναι! Κι αυτό φαινόταν τόσο στον ήχο, που έλειπε το χαμηλό κούρδισμα στην κιθάρα του όσο και το παίξιμο στα solos που είναι ιδιότυπο σε όλο το φάσμα της metal μουσικής. O Gary Holt όσο κι αν προσπάθησε δεν κατάφερε κανένα από αυτά τα τρελαμένα solos να το αποδώσει καλά, γεγονός που αναδεικνύει το πόσο σπουδαίος κιθαρίστας ήταν. Η κιθάρα του είχε ανάλογο ήχο με του Kerry King και αυτό το γεγονός άλλαζε πλέον το τελικό αποτέλεσμα των εκτελέσεων όλων των κομματιών.

   Ο Tom Araya έδειχνε να απολαμβάνει τις αντιδράσεις του κόσμου και οι παύσεις που προέκυπταν περισσότερο σταματούσαν τη ροή της συναυλίας κι έτσι δεν υπήρχε η αίσθηση του καταιγισμού που χαρακτήριζε πάντα τις εμφανίσεις τους. Βέβαια τα χρόνια έχουν περάσει και αυτό πλέον είναι δύσκολο να υπάρχει σήμερα, αλλά είναι ένα γεγονός που αξίζει να επισημανθεί.

  slayer 5 Για τον Kerry King τι να πει κανείς; Χτυπιόταν όπως πάντα συνέχεια και απέδωσε με χαρακτηριστική άνεση τα μέρη του. Ο Paul Bostaph για ακόμα μια φορά επέστρεψε στους SLAYER και τα πήγε εξαιρετικά, γεγονός απολύτως αναμενόμενο ακόμα και στα εναρκτήρια “World painted blood”, “Disciple”, “Hate worldwide”. Ηταν η έναρξη που έφερε μια κρυάδα σε όσους περίμεναν πως και πώς να ακούσουν μόνο παλιά κομμάτια και δεν τους έφτανε το εμβόλιμο “War ensemble”.

    Η πέμπτη εμφάνιση τους στην Αθήνα μπορεί να χαρακτηριστεί ως η πιο αμφιλεγομενη. Εκείνο, όμως, που έχει σημασία είναι αν κάποιος πέρασε καλά ή όχι. Οσοι δεν πέρασαν καλά στηρίζονται στο γεγονός ότι η διοργάνωση είχε συνεννοηθεί μαζί τους ότι θα παίξουν 1 ώρα και 45 λεπτά και τελικά μετά βίας ξεπέρασαν τη 1 ώρα και 20 λεπτά. Και αυτό το γεγονός μεγενθύνεται όταν πριν 10 μέρες έπαιξαν στην Κροατία 21 κομμάτια και σε εμάς μόλις 16 μαζί με τη διασκευή! Η γκρίνια εύλογη λοιπόν…

Λευτέρης Τσουρέας

 

Φωτογραφίες: Λευτέρης Τσουρέας

slayer 1

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here