Studio Report: SLAVEATGOD – “The Skyline Fission”

0
171

slaveatgod fbΕντάξει, το djent έχει πατήσει πλέον για τα καλά το πόδι του στη χώρα μας κι ευτυχώς μέχρι στιγμής εκπροσωπούν το είδος μόνο ποιοτικές μπάντες με ιστορία στο χώρο του ακραίου τεχνικού χώρου. Ένα από αυτά τα συγκροτήματα είναι και οι SLAVEATGOD, οι οποίοι παρουσίασαν σε μια μερίδα του μουσικού τύπου τι έκρυβαν όλα αυτά τα χρόνια πίσω από το project “The Skyline Fission”. Η μπάντα εμφανώς ανανεωμένη με την προσθήκη του Καναδού Jon Howard (THREAT SIGNAL, I LEGION, ARKAEA) στα φωνητικά και του Joni Moas στα ντραμς να συμπληρώνουν το line up των παλαιών μελών όπως τον Sinnik Al (SEDUCE THE HEAVEN, VERSUS HEAVEN, I BOW CANDLES) στην κιθάρα και τα αδέρφια Χρήστο και Στέλιο Νάνο στην κιθάρα, το μπάσο και τα πλήκτρα αντίστοιχα.

Φυσικά το στοιχείο που κάνει τον δίσκο να ξεχωρίζει είναι η προσθήκη του Jon Howard σαν μόνιμο μέλος της μπάντας, αφού η συμμετοχή αναβαθμίζει αισθητά την ποιότητα του ήχου των SLAVEATGOD και δεν αρκείται σε μια απλή φιλική συνεισφορά αποσκοπώντας στον όποιο ντόρο που θα δημιουργηθεί. Η συμβολή μάλιστα του Howard δε μένει μόνο στο κομμάτι των φωνητικών, αλλά και στη διαχείριση της μίξης και του mastering του ήχου στα Woodward Avenue Studio στο Οντάριο του Καναδά. Έτσι λοιπόν το συγκρότημα κατευθύνεται στην κυκλοφορία αυτού του δεύτερου δίσκου πλήρως ανανεωμένο ηχητικά και πιο συγκεκριμένα θα σας παρουσιάσουμε τι έφτασε στα αυτιά μας την Κυριακή το απόγευμα στα Zero Gravity Studios.

slaveatgod cover1. Rumors About Steps Secure

Η πρώτη επαφή με τον δίσκο μας βρίσκει χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το βαρυτικό πεδίο της γης, με τον χώρο γύρω μας να γεμίζει από διαστημικά ηχητικά τοπία. Στην ουσία μιλάμε για ένα intro κομμάτι που μας εισάγει βαθμιαία στην φιλοσοφία του δίσκου όπως αυτή την εμπνεύστηκαν τα μέλη του συγκροτήματος.

2. The Weakenend’s Rest

Δίχως κάποια μεγάλη παύση μπαίνει το δεύτερο τραγούδι του δίσκου, όπου τα πλήκτρα συνεχίζουν να είναι αυτά που ακούγονται περισσότερο είτε έχοντας τον πρώτο ρόλο, με μελωδίες και γέφυρες, είτε δημιουργώντας την κατάλληλη ατμόσφαιρα για τα ρυθμικά riifs και τα σχεδόν-καθαρά φωνητικά του Jon Howard.

3. Wreck Age

Αφού προσπεράσαμε τις πρώτες ολοκληρωμένες ιδέες της μπάντας αποκομίζοντας μια ιδιαίτερα θετική άποψη, νιώθουμε όλο και πιο άνετα με τον κόσμο που ξεδιπλώνεται πίσω από το “The Skyline Fission”. Στο τρίτο αυτό κομμάτι ο ρυθμός, η χροιά και το ύφος της μπάντας πιάνει 100% τα επίπεδα djent, με το κιθαριστικό δίδυμο του συγκροτήματος να έρχεται στο προσκήνιο, ενώ τα πλήκτρα (που μέχρι στιγμής κυριαρχούσαν) συμπληρώνουν τις βασικές ιδέες με διακριτικό ρόλο μεν αλλά αρκούντως ουσιώδη. Η επιβλητικότητα των συνθέσεων ολοκληρώνονται με απρόσμενα dropbass, Μετά τη μέση του κομματιού οδεύουμε προς πιο χαλαρές φόρμες, με την χροιά του Howard να ξεχωρίζει για τα συναισθήματα που καταφέρνει να μεταδώσει στον ακροατή.

4. Corridors Swirl

Στη συνέχεια μπαίνει ένα από τα πιο groove τραγούδια του δίσκου, με το Joni Moas να δίνει τον καλύτερό του εαυτό, καθώς οι φαινομενικά ασύμμετρες αλλά και γενικότερα οι εμπλουτισμένες του ιδέες πάνω στις συνθέσεις αποδεικνύουν τα εκπληκτικά αποτελέσματα που έχουν οι ντράμερ που γνωρίζουν να παίζουν κι άλλα μουσικά όργανα. Πέραν αυτού, το “Corridors Swirl” ισορροπεί όλα τα προηγούμενα συστατικά του ήχου της μπάντας χωρίς να μας επιφυλάσσει περαιτέρω εκπλήξεις.

5. Downcast Parade

Για τα επόμενα δύο κομμάτια οι SLAVEATGOD δίνουν ότι έχουν και δεν έχουν. Απίστευτο groove, με οργιώδη καταιγιστικότητα στα riffs και σκιστά φωνητικά που προκαλούν και τους αντίστοιχος πόνους στον αυχένα. Έχοντας αφουγκραστεί το ρεύμα της εποχής, χτίζουν κομμάτι κομμάτι τον νέο τους ήχο αναδεικνύοντας μέχρι στιγμής μια διαφορετική πτυχή της ποιότητας των μελών τους σε κάθε τραγούδι. Έτσι λοιπόν στο “Downcast Parade” έχουμε φτάσει στο δημιουργικό crescendo του δίσκου, ο οποίος απηχεί ένα συμπαγές σύνολο. Κάπως παράδοξο είναι ότι οι γέφυρες μεταξύ των ρυθμικών συνθέσεων βασίζονται ως επί το πλείστον στα πλήκτρα, που είναι άλλωστε και το δυνατό σημείο της μπάντας.

slaveatgod6. Guiding Blight

Μετά το εντυπωσιακό κλείσιμο του “Downcat…”, παίρνει τρελή πάσα το “Guiding Blight”, επιβεβαιώνοντας έτσι όσα είπαμε παραπάνω για το εκπληκτικό δίδυμο των αυτών των τραγουδιών. Η τεχνική κατάρτιση των παιδιών εξωθείται στα άκρα μιας και οι συνθέσεις γίνονται πιο γρήγορες και πιο πολύπλοκες. Τα φωνητικά εννοείται πως ακολουθούν την ροή του δίσκου, ενώ για πρώτη φορά έρχεται σε πρώτο πλάνο η κιθαριστική αξία του Sinnik Al. Κλείνοντας το κομμάτι πιάνει ένα πιο technical ύφος, λοξοκοιτάζοντας έτσι και λίγο στο παρελθόν της μπάντας.

7. Ceased The Days

Κάπου εδώ φτάνουμε προς το τέλος του δίσκου, με τον χρόνο να έχει περάσει απροσδόκητα γρήγορα. Το εν λόγω κομμάτι ανήκει εξ ολοκλήρου στη κιθαριστική δεξιοτεχνία του Sinnik Al, αφού λίγο η αλά Gilmour χροιά και τα slides, λίγο οι όμορφες ιδέες, δημιουργούν ένα απρόσμενο επικό post-apocalyptic σκηνικό. Αν και το γενικότερο μοτίβο είναι πια γνωστό, με το καθαρά φωνητικά να διαδέχονται τα σκιστά με μια μάλλον προβλέψιμη διαδικασία, το ιδιαίτερο drumming σε συνδυασμό με τον αργό αγχωτικό ρυθμό των κιθάρων και τα ατμοσφαιρικά synths καταλήγουν σε ένα όμορφο πρώτο κλείσιμο.

8. Last Solace Attempt

Ουσιαστικά μιλάμε για το outro του δίσκου, Την δημιουργική κατακλείδα, όπου το συγκρότημα ανακεφαλαιώνει όσα μας παρουσίασε στα προηγούμενα 35 και πλέον λεπτά. Χωρίς να μένουν στα διαδικαστικά του κλεισίματος, οι SLAVEATGOD επιλέγουν να ανεβάσουν ρυθμούς, θυμίζοντάς μας πόσο απρόβλεπτοι μπορούν να γίνουν ακόμα και στα τελευταία λεπτά του album.

Κλείνοντας κι εμείς με τη σειρά μας μόνο καλά λόγια έχουμε να πούμε για το δισκογραφικό εγχείρημα των SLAVEATGOD και αυτό γιατί μπορεί να μην πρόκειται για έναν δίσκο που θα συνταράξει τα νερά της παγκόσμιας djent σκηνής, ωστόσο η ποιότητά του αλλά και η επιμονή των μελών του στις λεπτομέρειες έχουν φέρει ένα πολύ καλό –εύκολο στο άκουσμα- αποτέλεσμα, όπου σε όλη του τη διάρκεια δε νιώθεις ούτε μια φορά την ανάγκη να πατήσεις το pause. Αν σκεφτεί κανείς το απρόσωπο της όλης διαδικασίας συγκερασμού μουσικών απόψεων μεταξύ των μελών στην Αθήνα και του Howard στον Καναδά, θα λέγαμε ότι η προσπάθεια λειτούργησε πολύ καλά αφήνοντας ταυτόχρονα χώρο για μουσικές φόρμες που ίσως να χάνονταν την τριβή της εγγύτητας. Θεωρώ ότι οι παλιοί οπαδοί θα μείνουν ευχαριστημένοι από την εξέλιξη του ήχου της μπάντας μιας και προέρχεται από μια πολυετή ζύμωση μέσα στις αίθουσες των μουσικών studio, ενώ όσοι είχαν αναβάλει την γνωριμία μαζί της είμαι σίγουρος ότι το “The Skyline Fission” θα είναι μια πρώτης τάξεως αφορμή!

Νίκος Ζέρης

 

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here