DREAM THEATER interview 2016 (Jordan Rudess)

0
133

“The astonishing gift of music”

Μετά από αρκετούς –πολύ αξιόλογους στην πλειονότητά τους- «προβλέψιμους» δίσκους για τα δεδομένα των DREAM THEATER, το γκρουπ επέστρεψε με τον πιο progressive δίσκο τους από πολλές απόψεις, ίσως όλων των εποχών, με τον τίτλο “The astonishing”. Τα λόγια από την πλευρά μας, περιττεύουν όταν μιλάμε για ένα τέτοιου βεληνεκούς αριστούργημα, οπότε αρπάξαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τον Jordan Rudess για μία ακόμη φορά τα τελευταία χρόνια, ώστε να μας διαφωτίσει σχετικά με τις λεπτομέρειες του άλμπουμ, που μονοπωλεί το ενδιαφέρον μου τον τελευταίο μήνα…

Τι κάνεις Σάκη; Καιρό έχουμε να τα πούμε από κοντά.

Ναι, αλλά στο ενδιάμεσο έχουμε κάνει πολλές συνεντεύξεις!!! Πάμε όμως γρήγορα στις ερωτήσεις, γιατί δεν έχουμε πολύ χρόνο στη διάθεσή μας. Αυτό που μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση, είναι ότι τα τραγούδια δεν ακολουθούν τους συμβατικούς κανόνες που «επιβάλλουν» κουπλέ, ρεφρέν, κουπλέ, γέφυρα, ρεφρέν, σόλο, ρεφρέν, κάτι που προφανώς έκανε τη σύνθεση των τραγουδιών ακόμα πιο δύσκολη, με δεδομένο ότι έχετε κι πάρα πολλή μουσική! Γιατί αποφασίσατε να πάτε από το δύσκολο δρόμο;
Οι DREAM THEATER, πάντα ακολουθούν το δύσκολο δρόμο (γέλια).

Αυτή τη φορά νομίζω ότι το παρακάνατε όμως (γέλια).
Κάποιοι άνθρωποι δεν θέλουν να δουλεύουν έτσι, εμείς όμως έχουμε το πάθος και το κίνητρο να κάνουμε δημιουργικά πράγματα, ακόμα κι όταν αυτό οδηγεί σε δύσκολο δρόμο. Έτσι ήμασταν πάντα όμως. Κοίτα την αφοσίωση που δείχνουμε στα όργανά μας για παράδειγμα και την εξάσκηση που κάνουμε. Το να αναμιχθείς σ’ ένα τέτοιο project, αρχικά φαίνεται εξουθενωτικό, όταν το σκέφτεσαι. Και να σου πω την αλήθεια, όταν το κοιτάω από απόσταση, σκέφτομαι «wow, γράψαμε πραγματικά ΠΟΛΛΗ μουσική»!!! Περάσαμε όμως πάρα πολύ ωραία και η διαδικασία σύνθεσης και ηχογράφησης ήταν από τις πιο διασκεδαστικές που είχαμε ποτέ, αλλά και παράλληλα ίσως η πιο έντονη, αφού το άλμπουμ γράφτηκε με εντελώς διαφορετικό τρόπο από παλιά. Δεν είναι μόνο, λοιπόν, ένα εντελώς διαφορετικό άλμπουμ, αλλά γράφτηκε και με εντελώς διαφορετικό τρόπο.

Ο John Petrucci έγραψε την ιστορία, ξεκινώντας περισσότερα από δύο χρόνια πριν. Πόσο χρόνο του πήρε τελικά και πόσο σας πήρε να γράψετε τη μουσική γι’ αυτό, λαμβάνοντας υπόψη ότι μιλάμε για 2 ώρες και 10 λεπτά καθαρής μουσικής;
Κανείς δεν ήξερε ότι έγραφε την ιστορία, να σκεφτείς, μέχρι το τέλος της προηγούμενης παγκόσμιας περιοδείας που κάναμε (γέλια). Το μόνο που ξέραμε, ήταν ότι περιμέναμε όλοι μας την κατάλληλη στιγμή για να κάνουμε ένα ακόμα concept άλμπουμ και είχαμε πει ότι αν είναι να κάνουμε κάτι, θα πρέπει να είναι πολύ ουσιαστικό. Όταν τελείωσε η περιοδεία μας λοιπόν για το “Dream theater”, μου έδωσε ο John Petrucci μία σύνοψη της ιστορίας που είχε φτιάξει, να τη δω και να του πω τη γνώμη μου. Παρότι μου την έδωσε μετά από συναυλία, backstage, σε κάποιο dressing room, τη διάβασα και πραγματικά μου άρεσε πολύ.  Εκεί ήταν που άρχισε να ενεργοποιείται το δεύτερο μέρος της επιχείρησής μας, να γράψουμε τη μουσική όταν θα επιστρέφαμε στα σπίτια μας. Έχω την εντύπωση ότι είχε κάποιες ιδέες στο κεφάλι του όσο έγραφε την ιστορία. Η πλειονότητα της μουσικής γράφτηκε όμως αμέσως μετά, όπου έκατσα στο πιάνο μου κι έγραφα μελωδίες και διάφορα θέματα, όπως κι εκείνος από το σπίτι του, μέχρι που τα πράγματα έγιναν πολύ σοβαρά και μπήκαμε στο στούντιο και δουλεύαμε κάθε μέρα, μαζί. Η μεγάλη διαφορά με το παρελθόν, είναι εκτός του ότι ο John έγραψε ολόκληρη την ιστορία, ότι μπήκαμε στο στούντιο οι δύο μας, με τον μηχανικό ήχου, τα πλήκτρα, την κιθάρα και το computer και γράψαμε οι δυο μας όλη τη μουσική. Ήταν περισσότερο σαν να γράφαμε μουσική για ταινία, παρά για δίσκο. Κάθε πρωί είχαμε συναντήσεις και μιλούσαμε για το τι συνέβαινε στην ιστορία μας, ώστε να δούμε το mood που υπήρχε σε κάθε κομμάτι, τον κάθε διαφορετικό χαρακτήρα που θα πρωταγωνιστούσε, διότι είχαμε διαφορετικές μουσικές γραμμένες για τον κάθε χαρακτήρα, πέρα από τη γενική διάθεση που υπήρχε στο δίσκο. Ο John είχε στον υπολογιστή ένα καταπληκτικό πρόγραμμα, που μας βοηθούσε όχι μόνο στο να χτίζουμε ένα παζλ με τους χαρακτήρες, αλλά να χτίζουμε κι ένα μουσικό παζλ, με ορισμένες κάρτες πληροφοριών. Ο λόγος ήταν, επειδή θέλαμε η μουσική, να είναι το ίδιο περίπλοκη με την όλη ιστορία και να οδηγεί την ιστορία. Πριν όμως βρεθούμε στο στούντιο, είχαμε γράψει τόση πολλή μουσική, εγώ έστελνα στον John μελωδίες που τις έγραφα στο iPhone και τελικά μπήκαμε έχοντας πολλά θέματα και μελωδίες που έπρεπε να τα ενώσουμε και να τα βάλουμε στο σωστό μέρος.

Περιμένατε ότι αυτός ο δίσκος θα διαρκούσε δύο ώρες και 10 λεπτά;
Στην αρχή, όχι (γέλια).

Ισχύει το ότι έπρεπε να πάρετε το πράσινο φως από τον David Rath της Roadrunner, ώστε να μπορέσετε να κυκλοφορήσετε το διπλό CD που προέκυψε;
Φυσικά, ναι. Αλλά, ξέρεις, η Roadrunner μας υποστηρίζει τόσο πολύ. Συγκεκριμένα δε, ο David Rath ενθουσιάστηκε με την ιδέα μας μόλις του την είπαμε, τη βρήκε συναρπαστική και ποτέ δεν τέθηκαν ερωτήματα σχετικά με το δίσκο. Το μόνο που έκαναν, ήταν να μας δίνουν τη βοήθεια και την υποστήριξή τους.

Πως βλέπεις το γεγονός ότι γκρουπ όπως εσείς ή οι IRON MAIDEN, κυκλοφορούν διπλούς δίσκους σε μία εποχή που οι πωλήσεις έχουν μειωθεί δραματικά; Πιστεύεις πραγματικά ότι τελικά αυτό που έχει σημασία είναι μόνο η καλή μουσική;
Ζούμε σε μία τρελή εποχή. Ελάχιστες μπάντες μπορούν να τα βγάλουν πέρα και πρέπει να έχουν μεγάλο πυρήνα οπαδών, ενδιαφέρον για την ίδια τη μουσική, ακόμα και μεγάλες συνθετικές ικανότητες. Μας εξιτάρει η ιδέα να βγάλουμε ένα τέτοιου είδους άλμπουμ, σε μία εποχή με τόσους φραγμούς  που ο κόσμος προτιμά να κάνει streaming ή να κατεβάζει 1-2 κομμάτια. Γενικότερα, είναι πολύ λίγοι πλέον οι άνθρωποι που ακούν ένα δίσκο από την αρχή μέχρι το τέλος. Υπάρχουν όμως και οι οπαδοί των DREAM THEATER, που τους αρέσει πολύ η μουσική, ακούνε και αγοράζουν δίσκους και θέλουν από εμάς πράγματα που είναι απαιτητικά. Θέλουν να ακούν το δίσκο και να αφιερώνουν χρόνο και ενέργεια. Και πιστεύω ότι στις συναυλίες μας που θα παίζουμε ολόκληρο το “The astonishing”, θα είναι καταπληκτικά. Αυτό ακριβώς θα κάνουμε στις συναυλίες μας. Θα βάζουμε τον κόσμο σε μία διαδικασία ενεργή, όπου θα ακούει τη μουσική μας από την αρχή μέχρι το τέλος, έτσι όπως πρέπει να ακούγεται δηλαδή η μουσική.

Η παραγωγή για τις συναυλίες που θα δώσετε γι’ αυτόν το δίσκο, πρέπει να είναι τεράστια. Το ίδιο και οι πρόβες και η συγκέντρωση που πρέπει να έχετε για να αποδώσετε τέλεια τόσο πολύ καινούργιο υλικό.
Ακριβώς!

Η απορία μου είναι, πως αντέδρασε ο James LaBrie όταν βρέθηκε «αντιμέτωπος» με τόσους πολλούς και διαφορετικούς στίχους, τους οποίους πρέπει κιόλας να θυμάται; (γέλια)
Το άλμπουμ αυτό είναι ΤΡΟΜΕΡΑ απαιτητικό για τον James, από πολλές απόψεις. Όχι μόνο για το γεγονός ότι έχει πολλούς στίχους, αλλά και για το ότι πρέπει να ενσαρκώσει πάρα πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες. Ένα από τα μεγάλα του ατού, είναι ότι μπορεί να πάρει έναν χαρακτήρα και να του προσδώσει rock ήχο, μαλακό ήχο, να είναι πολύ θεατρικός. Στις συναυλίες θα πρέπει να είναι εντελώς σχιζοφρενής (γέλια). Έχει όμως και πάρα πολλούς στίχους…

Κι εσείς πάρα πολλές νότες, αλλά είστε συνηθισμένοι σ’ αυτό (γέλια).
Έχεις δίκιο (γέλια).

Το “Scenes from a memory”, ήταν ένα άλμπουμ που κυριολεκτικά έσωσε την καριέρα των DREAM THEATER. Στις μέρες μας, τα πράγματα είναι πολύ πιο διαφορετικά, οι DREAM THEATER είναι πολύ δημοφιλείς, αλλά νομίζω ότι το “The astonishing” είναι ένας δίσκος που μπορεί να μην «σώσει» την καριέρα σας, αλλά σίγουρα ανανεώνει το γκρουπ και προσθέτει νέα στοιχεία, μετά από τα άλμπουμ στη Roadrunner που είχαν φοβερή μουσική, αλλά ακολουθούσαν πάνω-κάτω το ίδιο μοτίβο. Συμφωνείς με αυτό; Χρειαζόσασταν κάτι τόσο φιλόδοξο, απαιτητικό και περιπετειώδες;
Πάντα θέλουμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο. Απλά,  όταν μπήκε στο συγκρότημα ο Mike Mangini, έπρεπε να επιβεβαιώσουμε ξανά ότι το συγκρότημα μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει με αξιοπρέπεια και δύναμη. Αυτό συνέβη και με το “Dream Theater” και με το “A dramatic turn of events”. Αυτή τη φορά όμως σκεφτήκαμε ότι ήταν ώρα να κάνουμε ένα concept άλμπουμ, έχουν αλλάξει και τα γούστα μας με τα χρόνια, τι μας αρέσει δηλαδή και θέλαμε να κάνουμε κάτι σε μεγαλύτερη κλίμακα. Να κάνουμε κάτι με ορχήστρα και πολλά πράγματα διαφορετικά απ’ ότι στο παρελθόν. Για παράδειγμα, έγραψα την πλειοψηφία των πλήκτρων, σε πραγματικά όργανα. Δηλαδή, εκεί που έπρεπε να χρησιμοποιήσω όργανο, δεν το έκανα ψηφιακά, αλλά χρησιμοποίησα ένα καταπληκτικό Hammond. Δεν έκανα σχεδόν τίποτα με ψηφιακό τρόπο, αλλά σε πολύ ωραία, φυσικά όργανα, ώστε να έχει διαφορετική αίσθηση ο δίσκος. Δεν χρησιμοποιήσαμε synthesizer για να έχουμε ήχους ορχήστρας, αλλά έχουμε μία πραγματική ορχήστρα και πραγματική χορωδία και προσλάβαμε τον David Campbell να κάνει τις ενορχηστρώσεις σε αυτά τα σημεία, που είναι διάσημος για τη δουλειά του. Από την άλλη, ο δίσκος έχει και τα ψηφιακά, ηλεκτρονικά στοιχεία, που εξυπηρετούν το concept και φυσικά, αυτούς τους ήχους τους παράγω με τα synthesizer μου. Το concept που μιλά για τις μηχανές αυτές, που δημιουργούν έναν ολόκληρο κόσμο, μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον της δυστοπίας και το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας, ασχολείται με τον κεντρικό χαρακτήρα, που έχει το χάρισμα της μουσικής και προσπαθεί να φέρει τον κόσμο πίσω στην πνευματικότητα της μουσικής, αλλά και να επιβιώσει σ’ έναν κόσμο που οι μηχανές ελέγχουν τις ζωές όλων.

Όλο αυτό το θέμα της δυστοπίας, είναι πολύ δημοφιλές στις ημέρες μας. Οι MEGADETH κυκλοφορούν την ίδια περίοδο με εσάς έναν δίσκο που λέγεται “Dystopia”, με παρόμοια «ρομπότ» όπως εσείς στο εξώφυλλο, ενώ δεν έχει περάσει πολύς καιρός που και οι ICED EARTH έκαναν κάτι παρόμοιο. Τι σας έκανε να ασχοληθείτε κι εσείς μ’ αυτό το θέμα;
Δεν ξέρω να σου πω. Ο John Petrucci έγραψε το θέμα, αρκετό καιρό πριν, όπως είχαμε πει και νωρίτερα, μας το παρουσίασε και μας άρεσε πολύ.

Ο τίτλος, “The astonishing” που αναφέρεται;
Ο τίτλος συνοψίζει την ιστορία του βασικού χαρακτήρα, του Gabriel, ο οποίος είναι ο εκλεκτός και όταν τελειώνει η ιστορία, θα δεις ότι υπάρχει ένα πολύ θετικό αποτέλεσμα. Το «εκπληκτικό» (“astonishing”) στο οποίο αναφέρεται ο δίσκος, είναι κάτι γενικό κι όχι κάτι συγκεκριμένο.

Επειδή τη στιγμή που κάνουμε τη συνέντευξη (σ.σ. 8 Ιανουαρίου), δεν έχουν διαρρεύσει καθόλου πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή του δίσκου, να υποθέσω ότι την έκανε ο John Petrucci;
Ναι, την έκανε ο John Petrucci, με μηχανικό ήχου τον Richard Chycki, όπως και στο προηγούμενο άλμπουμ, ο οποίος Richard, έκανε και τη μίξη. Μπορώ να πω ότι νιώθουμε τον Richard, σαν το έκτο μέλος της μπάντας. Είναι εξαιρετικός μηχανικός ήχου, έχει πολύ μουσικότητα, εξαιρετικές προτάσεις να μας κάνει, πολύ καλός συνεργάτης.

Ας υποθέσουμε ότι παίζετε σε κάποιο φεστιβάλ και θέλετε να παίξετε τραγούδια μέσα από το άλμπουμ αυτό. Ποια θα παίζατε εκτός από το “The gift of music”; Το ρωτάω, γιατί πέρα από 5-6 περιπτώσεις, μου έχει δοθεί η εντύπωση ότι ο δίσκος ακούγεται σχεδόν αποκλειστικά από την αρχή μέχρι το τέλος, χωρίς να μπαίνεις στη διαδικασία να ακούς τα κομμάτια χωριστά.
(γέλια) Δεν συμφωνώ απαραίτητα, αλλά δεν πειράζει!!! Εγώ νομίζω ότι μπορούμε να απομονώσουμε τραγούδια μέσα από το δίσκο και να «επιβιώσουν» από μόνα τους!!! Πραγματικά όμως, είναι κάτι που δεν μας απασχολεί καθόλου αυτή τη στιγμή, αφού έχουμε επικεντρωθεί αποκλειστικά στο πώς θα αποδώσουμε στην περιοδεία που ακολουθεί όλο το άλμπουμ, από την αρχή μέχρι το τέλος.

Καταλαβαίνω απόλυτα. Έχετε τόσα πράγματα να σας αγχώσουν, που δεν σας απασχολεί καθόλου αυτό (γέλια).
Ακριβώς! Κάθε πρωί που ξυπνάω, έχω άλλη μελωδία του “The astonishing” κολλημένη το κεφάλι μου, αφού όλη την ημέρα ακούω το δίσκο και τον προβάρουμε, ώστε να είμαστε απολύτως έτοιμοι όταν φτάσει η ώρα να κάνουμε τις συναυλίες (γέλια).

Ε, καλά. Δεν σε εμποδίζει αυτό, αν λάβει κανείς υπόψη ότι τα τελευταία δύο χρόνια, εκτός από την ενασχόλησή σου με τους DREAM THEATER, έχεις βγάλει δίσκο με τον Marco Minnemann και τον Tony Levin, σόλο δίσκους, έχεις κάνει guest συμμετοχές…
Έχεις δίκιο… Υπάρχει πολλή μουσική στο κεφάλι μου (γέλια).

Αν λάβουμε υπόψη ότι μέσα στον Σεπτέμβριο τελείωσαν οι ηχογραφήσεις του δίσκου, η μίξη και το mastering κράτησαν δύο μήνες και κάτι, έτσι;
Χμμμ… Ναι, κάπως έτσι είναι.

Λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο της μουσικής και τα πράγματα που συμβαίνουν στο δίσκο, θα έλεγα μάλλον ότι ήταν σύντομο το διάστημα που έγιναν αυτές οι δουλειές. Σας πίεζαν τα deadline;
Μπορεί να φαίνεται ότι έγινε γρήγορα, αλλά, φίλε μου Σάκη, ο Richard δούλευε κυριολεκτικά μέρα-νύχτα πάνω στο δίσκο, σχεδόν χωρίς καθόλου διαλείμματα… Κι εκτός από το γκρουπ, είχε να μιξάρει ορχήστρες, χορωδίες και τόσα πράγματα. Δούλεψε όμως πάρα πολύ έντονα και το τελείωσε μέσα σε 2-3 μήνες. Όχι τίποτε άλλο, αν του έπαιρνε πολύ παραπάνω, θα εκτοξευόταν και το budget του δίσκου (γέλια).

(κάπου εκεί ακούγεται μια φωνή την τηλεφωνική γραμμή, που μας υποδείκνυε ότι ο χρόνος μας τελείωνε) Στο “Scenes from a memory”, είχατε ένα μέρος που το λέγατε “inspiration corner” και είχε δίσκους όπως το “Tommy”, το “The wall”, το “OK computer” και πολλούς άλλους. Αν υποθέσουμε ότι υπήρχε κάτι σχετικό και στην τωρινή διαδικασία του δίσκου σας, ποια άλμπουμ θα περιέχονταν; Γιατί η μουσική σας είναι πιο πολύ από ποτέ επηρεασμένη από τα 70’s…
Χμμμ… Αυτή τη φορά, η έμπνευση θα μπορούσε να είχε έρθει από concept δίσκους όπως το “The wall” ή το “Jesus Christ Superstar” ή το “Tommy” και γιατί όχι κάποια μιούζικαλ. Ξέρεις όμως τι συμβαίνει; Ο John Petrucci δεν συνηθίζει να ακούει πολύ μουσική λίγο πριν γράψει ένα άλμπουμ και φυσικά όσο κρατά η σύνθεσή του. Προτιμά να είναι πιο πολύ στον κόσμο του. Από την πλευρά μου, εγώ πάντα έχω τη μουσική στο μυαλό μου και ακούω πάρα πολλά πράγματα. Εκτός βέβαια από αυτήν την περίοδο που ακούω μόνο το “The astonishing”, αφού πρέπει να μάθω όλες αυτές τις νότες (γέλια). Ακούω γενικά όμως, πολύ μουσική, συνήθως πιο «μαλακή» από αυτή που παίζω με τους DREAM THEATER όμως.  Ακούω, ας πούμε, πολύ τους SIGUR ROS, ηλεκτρονική μουσική, μου αρέσει πολύ μία καινούργια prog μπάντα, οι HAKEN, είμαι μεγάλος οπαδός της μουσικής του Steven Wilson και ακούω πολλές κυκλοφορίες του.

Θα μπορούσες να φανταστείς το “The astonishing” να ανέβαινε στο Broadway;
Θα ήταν καταπληκτικό αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, σε κάποιο θέατρο, στο Broadway ή κάπου αλλού. Η ιστορία είναι πάρα πολύ λεπτομερής κι έχει όλα τα στοιχεία για να γίνει «κλασική», για να ανέβει σ’ ένα θέατρο. Μακάρι να ανέβει. Ελπίζω ότι αυτή η νέα μας μουσική και οι νέες «περιπέτειες» θα μας ανοίξουν καινούργιες πόρτες.

Έχω τόσα πολλά να σε ρωτήσω, αλλά μέσα σε 20’ είναι αδύνατον. Ευχαριστώ για τη συνέντευξη, ευχαριστώ όμως, πάνω απ’ όλα, για τις απίστευτες στιγμές που προσφέρατε, για μία ακόμη φορά, με το “The astonishing”.
Εγώ ευχαριστώ Σάκη κι ελπίζω να σε πετύχω κάπου στην Ευρώπη στις συναυλίες μας να τα πούμε από κοντά, αφού στο πρόγραμμά μας δεν συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα.

Σάκης Φράγκος

 

www.dreamtheater.net

 

Line-up:
James LaBrie – φωνητικά
John Petrucci – κιθάρα
John Myung – μπάσο
Mike Mangini – ντραμς
Jordan Rudess – πλήκτρα

 

Δισκογραφία (studio):
“When dream and day unite” (1989)
“Images and words” (1992)
“Awake” (1994)
“Falling into infinity” (1997)
“Metropolis 2: Scenes from a memory” (1999)
“Six degrees of inner turbulence” (2002)
“Train of thought” (2003)
“Octavarium” (2005)
“Systematic chaos” (2007)
“Dark clouds and silver linings” (2009)
“A dramatic turn of events” (2011)
“Dream Theater” (2013)
“The astonishing” (2016)

 

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here