Πέρα από τις κλισεδιάρικες φράσεις έκπληξης, θαυμασμού ή και απορίας, που συνήθως συνοδεύουν με δόξα και τιμές Λαζαρικές νεκραναστάσεις σαν την πρόσφατη των GRAVEYARD, μια προσεκτική ματιά στις λεπτομέρειες του μπαρόκ εξώφυλλου του “Peace” είναι υπεραρκετή για να σε υποψιάσει σχετικά με το γιατί. Γιατί ο Axel Sjöberg δεν είναι πια μέρος του συγκροτήματος και γιατί το σουηδικό κουαρτέτο αποφάσισε να επιστρέψει στην ενεργό δράση. Έστω κι αν το ίδιο πριν από δυο χρόνια κόντεψε να μας πείσει ότι η rollercoaster-ική του διαδρομή έφτασε οριστικά και άδοξα στο τέλος της.
Αν αφήσουμε στην άκρη την σημειολογία, η απρόσμενη σπιρτάδα από κοινού με τα ποιοτικά οκτάνια heavy rock κηροζίνης που αναβλύζουν μέσα από το απαστράπτον ντεπόζιτο της ανανεωμένης παρέας του Joakim Nilsson, συγκαταλέγονται ανάμεσα στα όσα ομολογουμένως θα σου κεντρίσουν κάτι παραπάνω από το απλό ενδιαφέρον από την πρώτη κιόλας ακρόαση του “Peace”. Βέβαια, το single του “Please don’t” που είδε το φως της δημοσιότητας πριν από μερικές βδομάδες μας είχε προϊδεάσει (θετικά) για την συγκεκριμένη εξέλιξη. Ακόμα κι έτσι, πάντως, τα “It ain’t over yet” και του “Cold love” προβάλλουν μια αρχοντοροκάδικη δυναμική που θα σε κάνει να πιστέψεις ότι στην πραγματικότητα τόσο καιρό σκάρωναν τζαμαρίσματα στο ίδιο studio μαζί με τους ZZ TOP και τους ΤΗΕ HELLACOPTERS και στα διαλείμματα για τσιγάρο έσκαγαν μύτη οι THE BLACK KEYS για να πετάξουν κανά ακόρντο και να εκτονωθούν.
Παραδόξως, η έκπληξη του άλμπουμ κρύβεται αλλού. Η πληθωρική αλλά συνάμα και ένα τικ πιο μπουκωμένη παραγωγή, δια χειρός Chips Kiesbye, ταιριάζει γάντι στους GRAVEYARD. Όχι απλά επειδή κινητοποιεί τα αισθητήρια ωμότητας και rock ‘n’ roll βρωμιάς, τα οποία ουδέποτε μπήκαν στον κόπο να χαρτογραφήσουν ενδελεχώς, αλλά κυρίως επειδή καταφέρνει να πιάσει στο 100% τον σφυγμό των live εμφανίσεων τους. Βάλε για παράδειγμα να ακούσεις ξανά και ξανά το “A Sign of Peace” ή το θεσπέσιο “Low (I wouldn’t mind)” και θα νιώσεις σαν να έχεις δίπλα σου το συγκρότημα όταν κάνει πάταγο επί σκηνής. Φυσικά κάτω από το heavy rock στρώμα του “Peace”, δεσπόζει η ίδια vintage αισθητική που γνωρίσαμε στα προηγούμενα τέσσερα άλμπουμ. Μολονότι ο Truls Mörck συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε με το “Innocence & Decadence” δίνοντας το δικό του φωνητικό χρώμα στα “Bird of Paradise” και “A sign of Peace”, η κιθαριστική συνεργασία ανάμεσα στους κυρίους Nilsson και Larocca-Ramm αποτελεί ξανά το σημείο αναφοράς, θεμελιώνοντας μια περιπλάνηση μέσα από διαφορετικές διαθέσεις που συνδυάζουν μεν την ένταση στίχων με τα ρυθμικά bluesy ξεδιπλώματα, δίχως όμως να αγγίζουν τα ποιοτικά επίπεδα ύμνων του παρελθόντος.
Το “Peace” είναι προικισμένο εν τέλει με όλα εκείνα τα στοιχεία που λατρεύεις να ακούς από τους GRAVEYARD, δοσμένα με έναν αναζωογονητικό και πιο heavy rock τόνο. Όσο τίμιο κι αν είναι, σίγουρα δεν μπορεί να σταθεί δίπλα στο υπέρλαμπρο “Hisingen Blues”, ενώ αν πέσεις στην λούμπα της σύγκρισης μαζί του ή θα πρέπει να κόψεις τα μακροβούτια στο αλκοόλ ή θα πρέπει επειγόντως να ξεσκονίσεις τα αραχνιασμένα βινύλια σου. Αυτό φυσικά δεν αναιρεί το γεγονός ότι δύναται να εξελιχθεί στο μόνιμο νυχτερινό σου αποκούμπι, εφόσον ποντάρεις άφοβα επάνω του. Διαλέγεις και παίρνεις.
7.5/10
Πάνος Δρόλιας