A Day To Remember… 17/4 [ANNIHILATOR]













    ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Alice in hell” – ANNIHILATOR
    ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1989
    ΕΤΑΙΡΙΑ: Roadrunner
    ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Jeff Waters
    ΣΥΝΘΕΣΗ:
    Jeff Waters – κιθάρες, μπάσο, δεύτερα φωνητικά, τα πάντα όλα
    Randy Rampage – φωνητικά
    Ray Hartmann – ντραμς
    Anthony Brian Greenham – κιθάρα (δεν παίζει όμως στον δίσκο)
    Wayne Darley – μπάσο (δεν παίζει όμως στον δίσκο)
    Dennis Dubeau – δεύτερα φωνητικά

    Μόνο δέος αισθάνομαι στη σκέψη ότι πρέπει να γράψω λίγες (;) λέξεις για το καλύτερο thrash ντεμπούτο της τελευταίας 30ετίας του μεταλλικού ήχου και ένα από τα πλέον αγαπημένα μου άλμπουμ που μου άλλαξαν τελείως τη ζωή και το σκεπτικό πάνω στη μουσική. Οι Καναδοί ANNIHILATOR πολύ πριν το 1989, είχαν σχηματιστεί το 1984 από τον κιθαρίστα/ήρωα/ηγέτη Jeff Waters και τον τραγουδιστή John Bates. H μπάντα πήρε το όνομα της από το τανκ που επέβαινε ο Eddie Murphy στην ταινία “Best Defense” το 1984. Το πρώτο τους κομμάτι ονομαζόταν “Annihilator” και δεν έχει καμία σχέση με την εκτέλεση που συμπεριλήφθηκε στο “King of the kill” το 1994. Στο πλευρό τους ήρθαν ο ντράμερ Paul Malek και ο μπασίστας Dave Scott, σύνθεση που κράτησε μόλις ένα χρόνο κι έβγαλαν το demo “Welcome to your death” το 1986. To demo προκάλεσε παγκόσμιο θαυμασμό και έγινε αντικείμενο υστερικής αναζήτησης, στην πορεία οι Bates/Scott έφυγαν προφασιζόμενοι καλλιτεχνικές διαφορές και συγκρούσεις προσωπικοτήτων (οι πρώτες από τις δεκάδες αλλαγές που θα ακολουθούσαν στα χρόνια) και οι Waters/Malek ως μόνοι εναπομείναντες βγάλανε το demo “Phantasmagoria” την ίδια χρονιά. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, αυτό ήταν το τρίτο σε πωλήσεις demo στα ‘80s πίσω από τα demo των METALLICA και MEGADETH.

    Στη συνέχεια και την επόμενη χρονιά (1987), ο Waters ηχογράφησε με τον Malek ένα τρίτο demo το οποίο έστειλε μόνο σε εταιρείες. Όλα αυτά τα demo περιείχαν κομμάτια που θα κατέληγαν στα δύο πρώτα άλμπουμ της μπάντας (“Alice in hell”/”Never, neverland”) και την ίδια χρονιά μετακομίζει στο Vancouver από την Ottawa και φτιάχνει ένα πλήρες (;) line-up με τον ντράμερ Ray Hartmann και τον πρώην μπασίστα των D.O.A., Randy Rampage (αιωνία η μνήμη του αρχισχιζοφρενή) στα φωνητικά. Μεταξύ ’88 και ’89 ο Waters ηχογραφούσε κιθάρες και μπάσο και έκανε παράλληλα την παραγωγή στο ντεμπούτο της μπάντας. Μόλις τέλειωσε ο δίσκος, προσέλαβε τον κιθαρίστα Anthony Greenham και τον μπασίστα Wayne Darley οι οποίοι ενώ δεν έπαιξαν νότα στο δίσκο, συμπεριλήφθηκαν στη φωτογράφηση μετά από πιέσεις της Roadrunner που τους υπέγραψε και ήθελε να δείχνουν πιο πλήρεις σαν σύνθεση. O Darley πάντως υπάρχει στα credits του δίσκου συμμετέχοντας σε δεύτερα φωνητικά. Στις 17 Απριλίου του 1989 κυκλοφόρησε λοιπόν το “Alice in hell”, ο δίσκος που πήρε το thrash από το χέρι, του δίδαξε να μη φοβάται την υψοφοβία και του έκλεισε το μάτι στην μελλοντική κατεύθυνση που μπορούσε (και ίσως έπρεπε) να πάρει, αλλά κανείς δυστυχώς δεν την ακολούθησε (ούτε καν οι ίδιοι).


    Ένα άλμπουμ αποθέωση της δαιδαλώδους κιθαριστικής έκφρασης, από έναν Jeff Waters που αν και μεγάλος τότε σχετικά σε σχέση με καλλιτέχνες που κυκλοφορούσαν το ντεμπούτο τους (ήταν 23 τότε), κατάφερε να στρέψει την προσοχή πάνω του με το παίξιμο του. Kαταπληκτικά riff-οροσειρές να καλπάζουν καθ’ όλη την διάρκεια των κομματιών, σόλο που κανείς ως τότε δεν είχε φανταστεί, πόσο μάλλον να παίξει κιόλας και σε συνδυασμό με την γρεζάτη και ψυχωτική φωνή του συγχωρεμένου Rampage, το άλμπουμ ακροβατούσε μεταξύ σκληροπυρηνικού thrash και υψηλής τεχνικής κατάρτισης με τις σωστές δόσεις μελωδίας όπου έπρεπε για να μην υπάρχει υποψία ουγκανίλας αλλά η πεποίθηση ότι οι άνθρωποι έπαιζαν ΜΟΥΣΙΚΗ. Αν και τέτοιου είδους χαρακτηρισμοί μου τη δίνουν, τους είχε δοθεί η ταμπέλα του σκεπτόμενου thrash, ενώ γενικά υπήρξε καθολική αποδοχή για το άλμπουμ το οποίο τους έφερε πολύ ισχυρά στο προσκήνιο και στα τέλη των ‘80s/αρχές των ‘90s θεωρήθηκαν –και όντως ήταν- η πολύ μεγάλη ελπίδα του μεταλλικού ήχου συνολικά. Το πράγμα φαινόταν από την εισαγωγή του “Crystal Ann” φυσικά, ότι δεν επρόκειτο απλά για ένα ακόμα συγκρότημα, αλλά το ύπουλο μπασάκι στην αρχή του “Alison hell” δε γέννησε απλά ένα από τα κορυφαία κομμάτια όλων των εποχών (τοπ 10 αυστηρά σε μεταλλικό ήχο) αλλά άλλαξε ζωές στο πέρας των ετών.

    Για το υπόλοιπο φεστιβάλ συνθετικής εξυπνάδας και παράνοιας μαζί, θα μπορούσα απλά να παραθέσω το track listing και να το λήξω εδώ, λέγοντας απλά ότι η ιστορία έγραψε τα 7 (συν δύο) κομμάτια του δίσκου στις χρυσές τις σελίδες, αλλά πώς να αφήσω ασχολίαστο το μεγαλείο του “W.T.Y.D.”, τη σχιζοφρένεια και ηχητική υπερβολή των “Burns like a buzzsaw blade”/”Human insecticide” και τα έξυπνα όπλα στη φαρέτρα του αρχηγού που ονομάζονται “Wicked mystic”, “Word salad” και “Ligeia” (πόσες φορές άραγε σας έχει πιάσει… κατιτίς ακούγοντας τον Rampage να φωνάζει «ΛΑΪΤΖΙΑ»;), ενώ το “Schizos (Are never alone) Parts I & II” όχι απλά είναι ένα από τα καλύτερα instrumental που υπήρξαν ποτέ, αλλά έδειχνε το μέγεθος της κλάσης του αρχηγού (κακά τα ψέματα, μία μπάντα μόνος του ανέκαθεν, δυστυχώς ή ευτυχώς) και έδωσε το όνομα του στους πιστούς οπαδούς της μπάντας (Schizo δε γίνεσαι, γεννιέσαι). Θα ήταν το πρώτο από τα έξι σερί άλμπουμ στα οποία ο πρώην τραγουδιστής John Bates θα συνεισέφερε και στιχουργικά και 30 χρόνια μετά, το σοκ σε κάθε του ακρόαση θα παρέμενε ίδιο. Αν ο ίδιος ο Jeff ήξερε τι ακριβώς είχε δημιουργήσει, και δεν ήταν τόσο βίδας στον εγκέφαλο, ενδεχομένως να μην υπήρχε σήμερα συγκρότημα που να μπορούσε να σταθεί δίπλα τους. Αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία που θέλει ΠΟΛΥ γράψιμο που δεν είναι του παρόντος.

    Did you know that:
    -Το “Schizos (Are never alone) Part I & II” στην αρχική του μορφή ονομαζόταν “Fuck the dead” (ιστορικό λάθος ότι δεν παρέμεινε ο τίτλος, θα είχαμε πανηγύρι).
    -Το άλμπουμ έγινε το υψηλότερο σε πωλήσεις ντεμπούτο της Roadrunner με πωλήσεις που ξεπέρασαν τα 250.000 αντίτυπα!
    -Στο Loudwire o δίσκος συμπεριλήφθηκε σε σχετικό αφιέρωμα για τα 10 καλύτερα άλμπουμ που δεν κυκλοφόρησαν από το Big 4 στη θέση νούμερο 9.
    -Γρήγορα οι ANNIHILATOR έδειξαν και τη συναυλιακή τους αξία, καθώς υπήρξαν το support σχήμα το καλοκαίρι/φθινόπωρο του 1989 στο πλάι των ONSLAUGHT για την περιοδεία των τελευταίων στο “In search of sanity”. Στη συνέχεια μαζί με τους TESTAMENT και WRATHCHILD AMERICA (πόσο αδικημένη ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑΡΑ) περιόδευσαν στην Αμερική.
    -Πως τα φέρνει η ζωή… Όταν οι ANNIHILATOR παίζανε support στους ONSLAUGHT, ήταν τόσο καλοί, που ο κόσμος έφευγε μετά το τέλος του σετ τους ή μόλις άρχιζαν οι ONSLAUGHT, δείχνοντας ξεκάθαρα την προτίμηση τους στους Καναδούς. Την επόμενη χρονιά, στο πακέτο-κόλαση JUDAS PRIEST/ANNIHILATOR/PANTERA, όταν τέλειωνε το σετ των PANTERA ή αφού άρχιζε των ANNIHILATOR, αντίστοιχα αποχωρούσε κόσμος δείχνοντας ξεκάθαρα την προτίμηση του στους Τεξανούς, σε σημείο πολλοί να μην κάθονται καν να δουν ούτε τους JUDAS PRIEST…

    Για τον Randy!

    Άγγελος Κατσούρας

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here