Ας ξεκινήσουμε με τα σημαντικά. Αυτό το project δεν είναι του Geoff Tate, αλλά ο Αμερικάνος είναι καλεσμένος, ως ο τραγουδιστής του δίσκου. Το project ανήκει στον μπασίστα, κιθαρίστα και παραγωγό Simone Mularoni, ο οποίος είναι ο ιθύνων νους των DGM. Ο Ιταλός κάνει απόπειρα να γράψει τραγούδια στο αγαπητό ύφος των QUEENSRYCHE και με την βοήθεια της Frontiers, φέρνει τον ίδιο τον Tate να στολίσει τα τραγούδια αυτά με την φωνή του.
Επειδή έχουμε ακούσει αρκετές παρόμοιες προσπάθειες από την συγκεκριμένη εταιρεία, γνωρίζουμε πως οι συνεργασίες αυτές συχνά είναι επιτυχημένες και μπορώ να πω, ότι το SWEET OBLIVION ευτυχώς το επιβεβαιώνει. Με σύγχρονο ήχο, αλλά τις μουσικές επιρροές να είναι σταθερά στο ύφος των ‘RYCHE που αγαπήσαμε, το άλμπουμ δεν είναι μια αντιγραφή του παρελθόντος. Τολμώ να το συγκρίνω περισσότερο με τα τελευταία δυο άλμπουμ των Αμερικάνων, παρά με την εποχή του “Mindcrime” ή του “Empire”.
Ακούγοντας το “True colours” ή το “Hide away” τα οποία κυκλοφορούν κάμποσο καιρό, είναι εύκολο να συμπεράνει κανείς για το τι ακολουθεί και στα υπόλοιπα 8 τραγούδια του “Sweet oblivion”. Τα δυο ερωτηματικά σε μια τέτοια απόπειρα είναι το πόσο ξεχωριστά είναι τα τραγούδια και πόσο καλή είναι η απόδοση του Tate. Κι εδώ είναι που ξεκινά η ανάλυση…
Πρώτον: Δεν υπάρχει τραγούδι που να μην θυμίζει τους QUEENSRYCHE, κάτι αναμενόμενο, αλλά και οι DGM έχουν δώσει κάποια στοιχεία στο άλμπουμ, με αποτέλεσμα να είναι κάθε μια ενδιαφέρουσα μίξη. Αν εξαιρέσουμε όμως το εναρκτήριο “True colours” και το “A recess from my fate”, τα υπόλοιπα μου άφησαν μια γλυκόπικρη γεύση, μια αίσθηση μη ολοκληρωμένου. Δηλαδή καλό το “Behind your eyes” αλλά δεν υπάρχει η κλιμάκωση που περιμένεις. Το “Transition” θέλει να παραπέμψει σε “Rage for order” αλλά μένει από λάστιχο. Το “Hide away” εκτός από το ρεφραίν, δεν συγκινεί, όσο κι αν το ριφ θυμίζει κάτι από “Anybody listening?”. Κάνοντας μια περίληψη λοιπόν, κάθε τραγούδι έχει έναν παραλληλισμό με το σύμπαν των QUEENSRYCHE κάτι που σε ωθεί σε συγκρίσεις και εν τέλη μειώνει το αποτέλεσμα.
Για να απαντήσω και στο δεύτερο ερωτηματικό, δηλαδή το κατά πόσο λάμπει ο Geoff Tate, πρέπει να υπογραμμίσω πως έχω λατρέψει την πρότερη πορεία του, ακόμα και το πρώτο προσωπικό του άλμπουμ. Όμως εδώ, τον ακούω να μην φανερώνει όλο τα πάθος που τον διακρίνει. Σίγουρα δεν είναι θέμα ηλικίας, αφού πρόσφατα σε κομμάτια των AVANTASIA είναι απίστευτος. Ούτε λόγω συνθέσεων είναι, καθώς βρίσκω αρκετό χώρο στα τραγούδια που του επιτρέπει να εκτινάξει την φωνάρα του, αλλά δεν το κάνει. Ίσως να ακουστώ λίγο κακός, ίσως να είναι απλά μια θεωρία συνομωσίας, αλλά επειδή ξέρω πόσο έξυπνος είναι ο Tate, πιστεύω πως δεν θέλει το “Sweet oblivion” να ξεπεράσει την προσπάθειά του με τους OPERATION: MINDCRIME και κρατιέται λίγο. Κακία ή όχι, εγώ περίμενα περισσότερο πάθος.
Το άλμπουμ δηλαδή παραέχει διαφορετικά στοιχεία για να συγκριθεί με τις κορυφαίες στιγμές των QUEENSRYCHE (αυτό ισχύει και για την απόδοση του Tate), αλλά την ίδια στιγμή παραέχει πολλές αναφορές σε αυτούς ώστε να ακούγεται περιορισμένο κι επιτηδευμένο (αυτό ισχύει και για την απόδοση του Tate). Αν ξεχωρίζουν δυο πράγματα στο άλμπουμ, αυτά είναι η εξαίσια παραγωγή, αλλά και η κιθαριστική δουλειά με φοβερά σόλο, με τον Mularoni να γράφει άλλο ένα καλό άλμπουμ.
Η διαφορά όμως από το καλό μέχρι το φοβερό άλμπουμ είναι η διαφορά του “Sweet oblivion” με το τελευταίο πόνημα των DGM το “The passage”.
6,5 / 10
Γιώργος “Kay” Κουκουλάκης