SATANS TAINT – “Destruction Ritual” (Megaforce Records)













    Η αλήθεια είναι ότι όταν ο Bobby Gustafson αποχώρησε από τους OVERKILL το 1990 είχα απογοητευθεί πάρα πολύ. Από τα ιδρυτικά μέλη της μπάντας, με χαρακτηριστικό ήχο στις κιθάρες, ο Gustafson ήταν απαραίτητο γρανάζι στη μηχανή των OVERKILL. Παρόλα αυτά ενώ τα αλάνια από το New Jersey βρήκαν το δρόμο τους, δεν μπορώ να πω ότι έγινε το ίδιο και με τον πρώην κιθαρίστα τους. Ίδρυσε με τον Dave Lombardo τους GRIP INC. αλλά αποχώρησε πριν κυκλοφορήσει το ντεμπούτο τους ενώ έκανε και ένα πέρασμα από τους CYCLE SLUTS FROM HELL. Αυτές είναι οι κυριότερες δραστηριότητες του μετά τους OVERKILL και σίγουρα δεν είναι και ότι καλύτερο για έναν κιθαρίστα του βεληνεκούς του. Κακά τα ψέματα, με το παίξιμο και τον ήχο του, ο Gustafson επηρέασε κόσμο και κοσμάκη και εκτιμώ ότι του άξιζε κάτι παραπάνω. Γιατί αναφέρω όλα αυτά, θα αναρωτηθείτε. Εδώ έχουμε τους SATANS TAINT, τη νέα προσπάθεια του Gustafson να επανέλθει στο προσκήνιο. Ξεκινώντας περισσότερο σαν solo project παρά σαν κανονική μπάντα, οι SATANS TAINT κυκλοφόρησαν αυτοχρηματοδοτούμενα το EP “ Songs for the einherjar” το 2015 και το ντεμπούτο τους με τίτλο “Axe to the head of my enemies” το 2017 με τον Gustafson ως μοναδικό μέλος της μπάντας και με την βοήθεια μερικών καλών φίλων του, όπως για παράδειγμα του James Murphy (DEATH, OBITUARY, TESTAMENT μεταξύ πολλών άλλων). Πλέον η μπάντα δείχνει να έχει κανονικό line up και αποτελείται εκτός από τον Gustafson στις κιθάρες και στο μπάσο και από τους Dan Ortega (CYST) και Paolo Velazquez (MIDNIGHT SPELL) που μοιράζονται τα φωνητικά ενώ στα τύμπανα βρίσκεται ο Jim McCourt (RESPONSE NEGATIVE). Με αυτή τη σύνθεση ηχογράφησαν το δεύτερο άλμπουμ τους (και πρώτο με κανονική διανομή από δισκογραφική) με τίτλο “Destruction ritual” που σας παρουσιάζουμε εδώ. 

    Στιχουργικά οι SATANS TAINT καταπιάνονται με την λεγόμενη “επική” θεματολογία και πιο συγκεκριμένα με τους Βίκινγκς και τα κατορθώματα τους, δηλαδή πολέμους, σφαγές, επιδρομές και άλλα τέτοια ευχάριστα. Μουσικά όμως απέχουν παρασάγγας από αυτό που θα ονομάζαμε τυπικό Viking metal. Για την ακρίβεια, τα τραγούδια τους ακροβατούν ανάμεσα στο thrash, το heavy και το doom και μάλιστα με φοβερή επιτυχία. Ηχητικά θυμίζουν παλιούς OVERKILL κάτι που προσωπικά το θεωρώ απόλυτα φυσιολογικό και για να είμαι ειλικρινής, μου αρέσει πολύ. Το μεγάλο πλεονέκτημα του δίσκου είναι οι συνθέσεις. Τραγούδια ποικιλόμορφα με riffs πραγματικά οδοστρωτήρες παιγμένα με όρεξη από έναν μάστορα του είδους που δείχνει να βρίσκεται στο στοιχείο του. Κομμάτια οργισμένα με στίχους που όπως προανέφερα μιλούν για τις πολεμικές δραστηριότητες των Βίκινγκς, (για παράδειγμα το “Desecration” αναφέρεται στην πρώτη ιστορικά καταγεγραμμένη επιδρομή των Βίκινγκς στο νησί Λιντισφαρν της Αγγλίας και την λεηλάτηση του μοναστηριού που υπήρχε εκεί το 793 μ.Χ.) ενώ κάποια άλλα έχουν πιο αλληγορικό νόημα, όπως για παράδειγμα το “Thorn in my side” που ουσιαστικά είναι μια έμμεση αναφορά στον μπασίστα των OVERKILL D.D. Verni, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο ο Gustafson τόσο για την απομάκρυνση του από τη μπάντα, όσο και για τις αποτυχημένες προσπάθειες που έγιναν κάποια χρόνια αργότερα για ένα reunion.  

    Γενικά ο δίσκος κυλάει πολύ ευχάριστα και μονοπωλεί το ενδιαφέρον μου αυτές τις μέρες, με εντυπωσιακά κομμάτια και έναν Gustafson να ξερνάει φλόγες με την κιθάρα του. Η εναλλαγή των ρόλων των τραγουδιστών με τον Ortega να αναλαμβάνει τα πιο επιθετικά κομμάτια του δίσκου και τον Velasquez να επεμβαίνει στις πιο μελωδικές φόρμες, δεν είναι και ό,τι το πιο συνηθισμένο αλλά στην προκειμένη περίπτωση δείχνει να αποδίδει αρμονικά. Μουσικά οι OVERKILL είναι προφανέστατα παντού, με τον Gustafson να εκδηλώνει σε σημεία την αγάπη του στους JUDAS PRIEST αλλά και στους METALLICA. Από το εναρκτήριο “Sumbel” με το old school riff μέχρι το καταιγιστικό “Spit on your coffin” στον επίλογο, ο δίσκος είναι μια thrash καταιγίδα , με όλη τη μπάντα να προσπαθεί για το καλύτερο αλλά με τις κιθάρες του Gustafson να κλέβουν δικαιωματικά την παράσταση. Υπάρχουν riffs που θα κάνουν τον ακροατή να αναρωτηθεί τι θα συνέβαινε αν ο Gustafson είχε μείνει στους OVERKILL ενώ κομμάτια όπως τα προαναφερθέντα ή το ταξιδιάρικο instrumental ομώνυμο είναι άξια αναφοράς. Η μεγάλη έκπληξη για μένα όμως και ίσως το καλύτερο κομμάτι του δίσκου ακούει στο όνομα “Skullkrusher II” , ένα εκπληκτικό doom έπος που αποτελεί τόσο στιχουργικά όσο και ηχητικά την φυσική συνέχεια του κλασικού “Skullkrusher” των OVERKILL από το “The years of decay” , το τελευταίο άλμπουμ που ηχογράφησε ο Gustafson μαζί τους. Μάλιστα για το συγκεκριμένο κομμάτι ο Gustafson ήθελε στα τύμπανα ως guest τον Sid Falck, τον τότε ντράμερ των OVERKILL αλλά κάτι τέτοιο τελικά δεν έγινε λόγω ιατρικών προβλημάτων του τελευταίου. 

    Για μένα το άλμπουμ των SATANS TAINT είναι εξαιρετικό, ένας απρόσμενος δίσκος αλλά με τόση ορμητικότητα και δύναμη όσο οι επιδρομές των Βίκινγκς. Οι οπαδοί των OVERKILL και κυρίως της εποχής που ο Gustafson ήταν μέλος τους, είμαι σίγουρος ότι θα ενθουσιαστούν. Το σημαντικότερο από όλα όμως είναι ότι η επιστροφή του κιθαρίστα στις επάλξεις κρίνεται απόλυτα επιτυχής και ελπίζω σε μια ανάλογη, αν όχι πιο δυνατή συνέχεια. Από τις πιο ευχάριστες εκπλήξεις της χρονιάς που καλό θα ήταν να μην περάσει απαρατήρητη από τους φίλους του είδους. 

    Και για να παραφράσω έναν στίχο από έναν κομμάτι των OVERKILL, Welcome to the gutter Bobby, we’ve been expecting you! 

    8,5 / 10 

    Θοδωρής Κλώνης 

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here