Είναι βέβαιο, πως οι Tann (κατά κόσμον João Fonseca, κιθάρα και φωνή), Jorge Martins (μπάσο) και João Paulo Monteiro (τύμπανα), θα ήθελαν όσο τίποτα να ακολουθούν τον Conan στα ταξίδια του στον Υβοριανό κόσμο. Από τη Nordheim στη Yanyoga και από την Zingara στη Lemuria, ιππότες στη Nemedia, πειρατές στο Argos, μισθοφόροι στην Hyrkania. Θα ήταν όμως ταυτόχρονα και οι βάρδοι του, επιφορτισμένοι με το να εξιστορούν τις περιπέτειες του θρυλικού Κιμμέριου, όπως αυτοί ξέρουν. Από αυτούς τους αμετανόητους Πορτογάλους, μην περιμένετε να ακούσετε φλωριές τύπου “toss a coin to your Witcher” (αυτόν το βάρδο, θέλω να τον τεμαχίσω). Τα τραγούδια τους θα «μύριζαν» αίμα, ατσάλι και θα αντηχούσαν σαν την αντάρα μίας μεγάλης μάχης, μεταξύ Ακουιλόνιων και Πικτών, στο Μαύρο Ποταμό. Ευτυχώς για εμάς, θα έλεγα.
Οι IRONSWORD, από το 1995 ως και σήμερα, υπηρετούν το επικό heavy metal, με τις δύο κύριες επιρροές τους να είναι οι MANILLA ROAD και οι OMEN. Συντριπτικές κιθάρες, ισοπεδωτικό rhythm section, απολύτως ταιριαστά φωνητικά, καμία προσπάθεια να ακουστεί το τελικό αποτέλεσμα «γυαλισμένο» και «εύπεπτο». Τούτη δε η χρονική στιγμή, τους βρίσκει δυνατότερους και πιο σίγουρους από ποτέ, καθώς ο Fernando Ribeiro των MOONSPELL τους απέκτησε για λογαριασμό της εταιρείας του και ο Harris Johns (HELLOWEEN, VOIVOD, KREATOR, SODOM), ανέλαβε την παραγωγή του νέου τους δίσκου.
To “Hyborian scrolls”, το οποίο έχει το ρόλο της εισαγωγής, πετυχαίνει απόλυτα το σκοπό του, να σε βάλει δηλαδή στο κλίμα του δίσκου και να «στρώσει το χαλί», πάνω στο οποίο θα «πατήσουν» τα υπόλοιπα κομμάτια του άλμπουμ. Είναι ένα σύντομο, σχετικά, instrumental, σε εμβατηριακό ρυθμό, που κλείνει a la RUSH, καθώς ο Tann τραγουδά μελωδικά “… and the gods forgot the riddle of steel”, όπως ο Geddy Lee τραγούδησε “…and the meek shall inherit the earth” στο “2112”. Ποιες είναι οι καλύτερες στιγμές του νέου δίσκου; Εν αρχή, το σαρωτικό “Rogues in the house”, όπου ο Bryan Patrick των MANILLA ROAD κάνει το πρώτο του guest (η δεύτερη συμμετοχή του βρίσκεται στο επίσης πολύ καλό “Red nails”). Δεύτερο, το έπος “Upon the throne”, το οποίο είναι το σύγχρονο, άγριο παιδί του “Divine victim”. Θεϊκό riff… θεϊκό! Το “Tower of the Elephant”, είναι επηρεασμένο από τις μεγάλες μπάντες των καιρών μας, που ήδη έχουν δημιουργήσει σχολή, όπως οι Βαυαροί ATLANTEAN KODEX, οι Βρετανοί SOLSTICE ή οι Αμερικανοί ETERNAL CHAMPION. Οι Πορτογάλοι, καθώς φαίνεται, παρακολουθούν τις εξελίξεις και τα τεκταινόμενα γύρω τους και μπράβο τους. Hint: Κάπου υπάρχει ένα χαρακτηριστικό σημείο από κάποιο λατρεμένο συγκρότημα του χώρου, όπου αν θέλετε να το βρείτε, τότε «μπείτε στην αιώνια φωτιά» κρατώντας «το σπαθί». Το επίσης πολύ καλό “The coils of Set”, το γνωρίζουμε όλοι καιρό τώρα και δε χρειάζεται παραπάνω αναφορά. Αν όμως το “Upon the throne” είναι το άγριο παιδί του “Divine victim”, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το “Isle of the damned”, είναι το βάρβαρο τέκνο του “Death by the hammer”. Μεγάλη στιγμή και αυτή, αλλά όχι τόσο μεγάλη όσο το ομώνυμο τρίλεπτο διαμαντάκι που κλείνει τον δίσκο. Instant classic από τώρα, σταθερά στο setlist για τα επόμενα (πολλά θέλω να ελπίζω) χρόνια που θα έρθουν και βάζω στοίχημα για αυτό.
Οι IRONSWORD δεν έχουν σκοπό να ανακαλύψουν ξανά τον τροχό. Και το κυριότερο, δεν περιμένουμε εμείς από αυτούς να κάνουν κάτι τέτοιο. Τόσο από τους IRONSWORD, όσο και από τους κάθε IRONSWORD αυτού του κόσμου. Αυτό που θέλουμε, είναι να παραμένουν πιστοί στις αρχές τους, στο στυλ τους, να μας χαρίζουν καλά τραγούδια και το “Servants of steel”, είναι γεμάτο από τέτοια. Κρατά τον χαρακτήρα του group και παράλληλα τον διανθίζει με κάποια στοιχεία που θα το βοηθήσουν να ακολουθήσει το ρεύμα της εποχής. Πιθανότατα, να είναι ένας δίσκος που προϊόντος του χρόνου θα αποκτήσει ένα ισχυρότατο status, ανάμεσα στις μεγάλες κυκλοφορίες του επικού metal των τελευταίων δέκα (τουλάχιστον) ετών. Βαθμός; Για μένα τέτοιοι δίσκοι είναι δεκάρια. Αλλά επειδή εδώ δε γράφουμε για τα δικά μας βίτσια, αλλά για να έχετε εσείς μία όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική, βάζω στη ζυγαριά προσωπική αγάπη προς την μπάντα, αξία των συνθέσεων και την αυστηρότητα που πρέπει όλοι μας να δείχνουμε και δίνω στο “Servants of steel” ένα «ψυχρό»
8/10
Δημήτρης Τσέλλος