MAYHEM – “Esoteric Warfare” (Season of Mist)

0
162

Αρκετά χρόνια πριν, με αφορμή την κυκλοφορία του “Ordo ad chao”, είχα γράψει ένα κείμενο στο έντυπο τότε Rock Hard, στο οποίο πρότεινα την αντιμετώπιση των MAYHEM όχι ως συγκρότημα αλλά ως σύστημα. Το σύστημα ορίζεται ως ένα σύνολο στοιχείων και χαρακτηρίζεται από τις ιδιότητες του κάθε ξεχωριστού στοιχείου, τις μεταξύ τους σχέσεις και τις αναδυόμενες -μοναδικές για το σύστημα- ιδιότητες. Εάν οι MAYHEM είναι σύστημα, και τα εκάστοτε μέλη τους είναι τα στοιχεία, η μουσική τους είναι η αναδυόμενη ιδιότητα. Το ερώτημα πίσω από αυτήν την εισαγωγή είναι το εξής: πώς είναι δυνατόν ένα συγκρότημα, το οποίο επί 17 χρόνια αλλάζει συστηματικά και βίαια τα βασικά του μέλη, να καταφέρνει να διατηρεί μία μουσική ταυτότητα και μία ενιαία πορεία στο χρόνο.

Πέντε άλμπουμ μέσα σε σχεδόν είκοσι χρόνια. Για ποια πορεία και για ποια ταυτότητα μιλάμε; Δεδομένου λοιπόν ότι αλλάζουν οι συνθετικοί πυρήνες, τι υπάρχει κοινό σε κάθε κυκλοφορία των Νορβηγών από το 1987 μέχρι σήμερα, πέραν του rhythm section; Τελικά, το βασικό χαρακτηριστικό είναι πως οι MAYHEM οσμίζονται την εποχή τους. Κάθε ένα άλμπουμ τους είτε προοιωνίζει το black metal που θα παιχτεί στο μέλλον, είτε συνοψίζει τα χαρακτηριστικά μίας εποχής – αν λοιπόν υπάρχει κάτι κοινό από το 1987 μέχρι σήμερα, αυτό είναι η διορατικότητά τους, η διαίσθησή τους, το ταλέντο τους, όπως θέλετε πείτε το.

Kάθε δουλειά των MAYHEM από το “Wolf’s Lair Abyss” έως τώρα είναι ένα στοίχημα, το οποίο πέφτει πάνω στον εκάστοτε δημιουργό. Εκείνο το EP είχε δημιουργηθεί προκειμένου ο Blasphemer να γλυκάνει τους παλιούς οπαδούς και να θέσει τους όρους του. To “Grand Declaration…” ήταν μία μοναδική στιγμή συνύπαρξης του Blasphemer και του Maniac. Και τα λοιπά και τα λοιπά. Φτάνουμε λοιπόν στο εδώ και τώρα, και το στοίχημα παίζεται πάνω στον Teloch. Αρκετά ασφαλές στοίχημα και θα μπορούσε να έχει βγάλει ένα αξιοπρεπές άλμπουμ με λίγη προσπάθεια:. Μιλάμε για έναν επαγγελματία “Νορβηγό” μισθοφόρο κιθαρίστα, του οποίου η συνθετική προϋπηρεσία στις προσωπικές του μπάντες και βασικά στους NIDINGR φανερώνει τις κοινές με τους MAYHEM μουσικές προσλαμβάνουσες. Αναλαμβάνει λοιπόν πλήρως την σύνθεση των μουσικών μερών, γράφει ένα άλμπουμ, του το απορρίπτουν, γράφει ένα δεύτερο. Έχει μπει πλέον εντελώς στο σύστημα. Και έχουμε: Attila στα φωνητικά, ο οποίος ειδικά από το 2007 και μετά  παίζει μπάλα σε ένα φωνητικό ambient/ drone/ noise/ prog σύμπαν μόνος του: VOID OV VOICES, BURIAL CHAMBER TRIO, GRAVE TEMPLE, SUNN O))) και δεν συμμαζεύεται. Hellhammer στα drums – μιλάμε για μία μηχανή απαράμιλλης δύναμης, εφευρετικότητας και ακρίβειας. Necrobutcher στο μπάσο – το γράσο, ο επιταχυντής, ο τσαμπουκάς.

Το “Esoteric Warfare” ανοίγει με ένα κομμάτι το οποίο θα μπορούσε να ανήκει στο καινούριο THORNS άλμπουμ. Οι κιθάρες πετάνε τρεμολιαστά ημιτόνια και τα αφήνουν να αιωρούνται, μικρά, μαζεμένα riffs που ξεδιπλώνονται πολύ απαλά για να σκάσουν με τον πολύ χαρακτηριστικό μασίφ THORNS ήχο και μελωδικά παιχνιδίσματα που θα μπορούσε να έχει γράψει άνετα ο Czral, πολύ οικείο drumming από τον Hellhammer, κι ένας Attila που φτύνει φωνητικά με τρόπο σχεδόν τυπικό για το black metal ιδιώμα. Το κομμάτι θυμίζει ντοπαρισμένους DODHEIMSGARD εποχής ’96-’98, και είναι πιθανότατα ο πιο συμβατικός ήχος που υπάρχει μέσα στο “Esoteric”, όπως φαίνεται στη συνέχεια.

Το άλμπουμ φαίνεται να συνεχίζει πάνω στα σπασμωδικά χνάρια που δημιούργησε το “Ordo ad Chao”. Υπάρχουν σε εξέλιξη στοιχεία – o Attila χρησιμοποιεί άνετα την φωνή του ως επιπλέον όργανο. Κουβαλάει ένα πλήθος ηχοχρωμάτων και στυλ και τα ξεδιπλώνει όλα είτε συμπορευόμενος με τη μουσική, είτε συγκρουόμενος με αυτήν. Θα μπορούσε να είναι πολλοί άνθρωποι ταυτόχρονα. Είναι το κυρίως σόλο όργανο. Οι κιθάρες κουβαλάνε έντονες Snorre Ruch/ Carl Michael Eide/ Blasphemer εποχής “Grand declaration…” επιρροές, οι οποίες  άλλωστε συμβάδιζαν ανέκαθεν με το ηχητικό κοσμοείδωλο των MAYHEM. Ωστόσο παρεμβάλλονται ατμοσφαιρικά σημεία αρκετά ιδιοσυγκρασιακά. Παρεμβάλλονται sampl-αρισμένοι ήχοι industrial νοοτροπίας. Υπάρχουν σκόρπιες νότες. Υπάρχουν ανεβάσματα τα οποία δεν φτάνουν πουθενά, ή φτάνουν σε μία φωνή.  Όσο προχωράει η ακρόαση, τόσο περισσότερο διασπασμένο και διασπαστικό γίνεται το άλμπουμ. Σταματούν να υπάρχουν σημεία αναφοράς. Κάθε ήχος διεκδικεί τον χώρο του, μέχρι και το drumming του Hellhammer διεκδικεί σημεία στα οποία κυριαρχεί και οδηγεί, απέχοντας από οποιοδήποτε ασφαλές προβλέψιμο ρυθμικό μέτρο.

Ο Blasphemer είχε μία τετράγωνη, τελειομανή λογική η οποία προσέδιδε κάποιου είδους τάξη ακόμη και στο χαοτικό “Ordo Ad Chao”. Εδώ οι MAYHEM προχωρούν ένα βήμα παραπέρα, διαισθανόμενοι αυτό που συμβαίνει στο black metal αυτήν τη στιγμή. Κρατούν ανέπαφα τα βασικά, καθαρά Νορβηγικά, δομικά υλικά τους (τις μικρές κιθαριστικές μονάδες που ονομάζουμε riffs και που γεννήθηκαν μέσα σε δύο κασσέτες ενός τύπου THORNS κάπου το ’90-’91). Kαι αποδομούν τη μουσική στα συστατικά της δημιουργώντας όχι ένα ενιαίο μουσικό σύνολο, αλλά μία κατάσταση.

Το μόνο πράγμα που έχω να προσάψω στον Teloch είναι πως ίσως να μην ήταν αρκετά τολμηρός. Ίσως να μην τον άφησαν. Ο τρόπος με τον οποίο έχει ενορχηστρωθεί και στηθεί αυτό το άλμπουμ, απολύτως διασπασμένο στα μουσικά συστατικά του, είναι πραγματικά ιδιαίτερος. Οι πρώτες ύλες ωστόσο, είναι υπερβολικά προφανείς. Δεν είναι λίγα τα σημεία που σε παραπέμπουν κάπου αλλού, και αυτό αδικεί τους MAYHEM. Το κατά πόσον το “Esoteric Warfare” θα καταφέρει να ξεφύγει από τις επιρροές του θα το δείξει ο χρόνος και ο εσωτερικός χώρος του εκάστοτε ακροατή. Για πρώτο στοίχημα, εμένα με κέρδισε…..

8 / 10

Μαριλένα Σμυρνιώτη