Ελληνική metal σκηνή. “Ιστορία μου, αμαρτία μου” όπως θα έλεγε και η μεγάλη Ρίτα Σακελλαρίου. Έχουν ειπωθεί και γραφτεί αράδες επί αράδων είτε από μέλη της, είτε από κοινούς γραφιάδες/αποψιάτορες της πεντάρας όπως ο υποφαινόμενος. Κάποτε, οι ελληνικές metal μπάντες, είχαν τη κακή φήμη του αντιεπαγγελματισμού και της προχειρότητας και ως εκ τούτου τα demos/promos προς τις εταιρείες του εξωτερικού, πήγαιναν με τρόπο που θα ζήλευε ακόμα και ο Διαμαντίδης, στον κάλαθο των αχρήστων. Πλέον, αφού κάποιοι πραγματικά σπουδαίοι φτύσανε αίμα για 1-2 δεκαετίες, η σκηνή μας, έχει φτάσει στο σημείο να ανταγωνίζεται τις αντίστοιχες του εξωτερικού, επί ίσοις όροις, και να δείχνει ότι όταν δεν κυριαρχούν παθογένειες, μπορεί και κάνει θαύματα. Παραδείγματα πάμπολλα, και δε θα επεκταθώ περαιτέρω, για να παραμείνω εντός θέματος.
Μια τέτοια περίπτωση, είναι οι ALTERSELF εξ Αθηνών, λοιπόν. Συγκρότημα με 12 χρόνια ζωής αισίως, με δισκογραφία που απαρτίζεται από ένα demo το 2009 (“Ashes over eden”), ένα promo το 2012, έναν ολοκληρωμένο δίσκο το 2013 (“Seven deadly blessings”) και 5 χρόνια και πολλές αλλαγές μετά, φτάνουμε στον δίσκο – αντικείμενο της κριτικής που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2018, με τίτλο “Frost”. Το ύφος των ALTERSELF, εξελίσσεται μαζί με την μπάντα. Ξεκίνησε σε ένα ιδιότυπο death/thrash metal μοτίβο, που με τα χρόνια ωριμάζει και απλώνεται σε πιο ατμοσφαιρικά αλλά και πιο ακραία μονοπάτια.
Το άλμπουμ τους ανοίγει με τρόπο που δείχνει τη μουσική τους εξέλιξη, με το πέρασμα από το πανέμορφα μελωδικό της εισαγωγής “Resting peace”, στο βίαιο αλλά μεστό death/thrash μοτίβο των “Inside they crawl” και “Blood axiom” επηρεασμένο πρωτίστως από το ντουέτο KREATOR/SEPULTURA με ελαφρές επιρροές τόσο από τους MORBID ANGEL/BEHEMOTH στο πρώτο, όσο κι από τους MAYHEM του “Grand declaration of war” στο δεύτερο, σε συνδυασμό με μια progressive αύρα πανταχού παρούσα.
Το “Breathing With Shadows (A Sane End)”, το “Burial Dawn” αλλά και το “The Inmost Winter” (με συμμετοχή του Στέλιου “Ω” Παναγιωτάκη, κιθαρίστα των σπουδαίων ONCE THEM EDENS και RANDOMWALK) φανερώνουν επίσης μια μοντέρνα NEVERMORE-meets-MESHUGGAH επιρροή σε συνδυασμό με το βασικό του μοτίβο που είναι κοντά στις mid-tempo, δυσαρμονικές στιγμές των BEHEMOTH και ΜΑΥΗΕΜ, αλλά και στα κοψίματα των θεών IMMOLATION. Ήδη, γίνεται αντιληπτό ότι έχει πέσει πολλή δουλειά και διεύρυνση των ορίων του ήχου των ALTERSELF. Μιλώντας για διεύρυνση ορίων, να σου το “A dream within a nightmare”. Τα πράγματα εδώ γίνονται μελωδικά και ατμοσφαιρικά, κοιτάζοντας και κλείνοντας το μάτι στον Βορρά της Ευρώπης (AMORPHIS και DARK TRANQUILLITY), με τα φωνητικά της Μίνας Γιαννοπούλου να χρωματίζουν πολύ όμορφα το κομμάτι, που παρουσιάζει μια άλλη πλευρά του συγκροτήματος, άκρως ενδιαφέρουσα.
Το instrumental “Feeding the flames” αγκαζέ με το “If the dead could speak”, συνοψίζουν, κλείνοντας το δίσκο, όσα μουσικά χρώματα ακούστηκαν εντός αυτού. Ένας δίσκος, που στα 40 λεπτά της διάρκειας του, επιτυγχάνει στο να δέσει, το παρελθόν, με το παρόν και το μέλλον του ευρύτερου ακραίου χώρου, δένοντας τον με πιο ατμοσφαιρικές καταβολές (αξίζει να σημειωθεί η διακριτική παρουσία των πλήκτρων, που δίνουν τόσο όσο χρειάζεται στο εκάστοτε κομμάτι, ευγενική χορηγία του Διονύση Χριστοδουλάτου των SORROWFUL ANGELS). Κερασάκι στη τούρτα, το εκπληκτικό artwork/layout του Γιάννη Νάκου των MORTAL TORMENT (δρώντας σε αυτό το χώρο, υπό το όνομα Remedy Art Design), που μεταφέρει οπτικά το συναίσθημα που θέλει η μπάντα με τη μουσική της να περάσει.
Ένα από τα πλέον αξιόλογα άλμπουμ της σκηνής για τη χρονιά που μας πέρασε, από ένα συγκρότημα που δείχνει διαρκή καλλιτεχνική ανησυχία, και τάση βελτίωσης εαυτών. Τώρα, αρκεί να κινηθεί σωστά, και το μέλλον διαγράφεται λαμπρό!
8 / 10
Γιάννης Σαββίδης