Οι BARB WIRE DOLLS, σαν ένας φρέσκος αέρας βρώμικου r’n’r, ξεπετάχτηκαν αυτό το καλοκαίρι, ως η πρώτη μπάντα που κυκλοφορεί άλμπουμ υπό την αιγίδα της Motorhead Music, της προσωπικής εταιρείας των MOTORHEAD, που με την βοήθεια της UDR, ψάχνει να αναδείξει τα μεγάλα ταλέντα του σύγχρονου rock, με την σωστή νοοτροπία. Το “Desperate”, είναι το δεύτερο άλμπουμ, αλλά το πρώτο τους που κυκλοφορεί επίσημα από δισκογραφική εταιρεία και που ολοκληρώθηκε ορθολογικά. Μια δουλειά με αστείρευτη ενέργεια που ακροβατεί ανάμεσα σε rock n’ rollύμνους και punk νοοτροπία.
Η μπάντα περιβάλλεται από επιτυχημένους συντελεστές του χώρου, με τον προσωπικό manager του Lemmy και των MOTORHEAD, με μια εκρηκτική εμφάνιση στο φετινό Wacken Open Air, με τον Jay Baumgardner (UGLY KID JOE, GODSMACK, PAPAROACH, HELMET) στην παραγωγή και μια εταιρεία που της δίνει παγκόσμια προβολή. Είναι θέμα χρόνου λοιπόν, το πότε θα γίνουν και τεράστιο όνομα και οι… δικοί μας rockstars. Όμως…
“Παλιά ηχογραφούσαμε εδώ και μερικές φορές άκουγες πίσω κάποιο πρόβατο να βελάζει” λέει η φιλική Queen Isis, με όλη την παρέα να σκάει στα γέλια. Βλέπεται η εξοχή όπου βρεθήκαμε, εκείνο το Αυγουστιάτικο μεσημέρι, ήταν πανέμορφη, στην ορεινή Κρήτη, γεμάτη μυρωδιές από λουλούδια, αλλά και μερικά… πρόβατα! Εμείς ήρθαμε να συναντήσουμε την καλύτερη νέα μπάντα που δεν γνωρίζετε, για να μας πει από πρώτο χέρι για την μουσική της, αλλά και το ξεκίνημά της.
“Βαριόμασταν όλοι με την σύγχρονη rock σκηνή και ιδιαίτερα εδώ στην Ελλάδα όλα ήταν προβλέψιμα. Με την κρίση, νιώθαμε πως είχαμε κάτι να πούμε, γιατί δεν βλέπαμε τον κόσμο να αντιδρά. Ξεκινήσαμε μια punk μπάντα, γιατί αυτό το στυλ δεν έχει κανόνες, αλλά κι επειδή αυτό μπορούσαμε να παίξουμε. Για παράδειγμα, εγώ δεν είχα ξανατραγουδήσει, αλλά μας έδωσε την δυνατότητα να κάνουμε αυτά που θέλαμε ως άνθρωποι” ξεκινά η όμορφη τραγουδίστρια.
Η φιλική τους προσέγγιση και ο καλός Ελληνικός καφές που φτιάχνει ο ντράμερ τους, έφτιαξαν την ατμόσφαιρα για μια υπέροχη συζήτηση. Έψαχναν να παίξουν ζωντανά, αλλά μοιραστήκαν μαζί μας πολλές ιστορίες, για το πόσοι τους το αρνήθηκαν. Τα κοινωνικά στερεότυπα για το punk, τους έκλειναν τις πόρτες, όπως γινόταν 30 και 40 χρόνια πριν.
Ακόμα και στην Αθήνα, τα μαγαζιά αρνούνταν να τους κλείσουν, αλλά και συγκροτήματα που έκλειναν συναυλίες, προτιμούσαν άλλες μπάντες για να ανοίξουν. Όταν, λοιπόν εύλογα αναρωτιέμαι πώς συμβαδίζει με την ιδέα του punk κάτι τέτοιο, ο Pyn και η Isis ταυτόχρονα απαντούν:
“Μόνο στην ιδέα μένει αυτό, γιατί στην πραγματικότητα δεν το έκαναν”. Η Isis συνεχίζει: “Η μουσική φέρνει κόσμο κοντά και σώζει ζωές, όπως έσωσε κι εμένα. Εμείς θέλουμε να το συνεχίσουμε αυτό και να σώσουμε άλλους”. Μεγάλες κουβέντες, αλλά απόλυτα ειλικρινείς, όταν βγαίνουν από το στόμα τους, αφού η ιστορία τους είναι ήδη μακροχρόνια, γεμάτη δυσκολίες και… rock n’ roll.
Όλα ξεκίνησαν εδώ, στο παραδοσιακό χωριό Αβδού, όπου ακόμα και σήμερα, όταν βλέπεις την μορφή του Pyn να περπατά ανάμεσα από καφενεία και παλιά σπίτια, τσιμπιέσαι για να δεις αν γελιέσαι. Είναι τόσο σουρεαλιστικό, κι όμως πέρα ως πέρα αληθινό. Αγκαλιάζει την γιαγιά στο καφενείο που μου δίνει το καταΐφι μου, ο κιθαρίστας που έχει γνωριμίες στην Αμερική, από μουσικούς ως και παραγωγούς, ο άνθρωπος που πριν 30 χρόνια έπαιζε στο CBGB στη Νέα Υόρκη. Οι χωριανοί, ανεκπαίδευτοι στην rock μουσική, δεν την κακολογούν, αλλά ακόμα κι αν δεν την καταλαβαίνουν, την αγκαλιάζουν με τον τρόπο τους. O Pyn Doll που μένει εκεί μας λέει πως “αστειευόμασταν πως το επόμενο άλμπουμ μας θα λέγεται “Daka-Douka” γιατί οι συγχωριανοί, μας λένε ότι παίζουμε ντάκα-ντούκα” και τα γέλια μας φτάνουν μέχρι την πλατεία. Δεν είναι προκατειλημμένοι και όσο κι αν δεν ξέρουν για τον σπόρο που φυτεύτηκε πριν χρόνια στο χωριό, υποστηρίζουν την παρέα των “Aμερικάνων”.
Από μια σύμπτωση, αλλά και με μεγάλη δόση αυτοπεποίθησης και τσαμπουκά, οι BARB WIRE DOLLS βρέθηκαν να παίζουν νωρίς κάθε Κυριακή στην Αθήνα, στο Intrepid Fox. “Από εκεί που ήταν η πιο νεκρή μέρα του μαγαζιού, κατέληξε να είναι όσο πετυχημένα ήταν τα Σάββατα, με πολύ κόσμο που ερχόταν για την μουσική, για την ατμόσφαιρα, ή απλά που δεν είχε κάτι καλύτερο να κάνει τις Κυριακές” λέει περήφανα ο Pyn. Εκείνη την εποχή, στην Αθήνα, ο παραγκωνισμός συνεχιζόταν, αφού εξακολουθούσαν να μην έχουν δυνατότητες να παίζουν αλλού. Τα όνειρά τους όμως δεν σταμάτησαν να καλπάζουν.
“Μια βόλτα σε ένα μαγαζί που έκλεινε, μ’ έκανε να πάρω το DVD, για το Mayor of the Sunset strip, που τελικά ήταν για τον Rodney Bingenheimer, που είχα γνωρίσει για λίγο κι αναρωτιόμασταν, πόσο ωραία θα ήταν να μας ανακαλύψει, όπως είχε κάνει με τόσους άλλους καλλιτέχνες που σήμερα είναι τεράστια ονόματα, αλλά αυτός τους έπαιζε πριν τους ανακαλύψει κανείς άλλος” (https://www.youtube.com/watch?v=_EDp2oHQaRI δείτε για να καταλάβετε το μέγεθος του τεράστιου ραδιοφωνικού παραγωγού που έκανε διάσημο τον Bowie, τους COLDPLAY, που έκανε παρέα με τον κάθε σταρ που περνούσε από το Hollywood, είτε ήταν η Cher, ή ο Alice Cooper). Κι όντως…
“Δυο βδομάδες αργότερα, η βοηθός του επικοινώνησε μαζί μας, για να του στείλουμε δείγμα της μουσικής μας και να μας ακούσει!” και λίγο αργότερα, αφού έκαναν μια σύντομη ζωντανή συνέντευξη, ο Rodney τους κάλεσε για να παίξουν στο LA. “Έτσι αφήσαμε τα πάντα πίσω μας, πουλήσαμε ό,τι μπορούσαμε για να πάμε να παίξουμε εκεί. Χάσαμε τον μπασίστα και τον drummer, επειδή δεν ήθελαν να ρισκάρουν, όπως ήθελα εγώ κι η Isis. Έτσι κατά σύμπτωση ο Krash, που γουστάραμε πάρα πολύ σαν drummer είχε μόλις φύγει από το προηγούμενο συγκρότημα και ήταν έτοιμος για την πρόκληση”.To όνειρο ξεκινούσε…
Ο ίδιος λέει “Εγώ δούλευα για χρόνια σε μπαρ. Καταλαβαίνω τις προτεραιότητες και τις ανησυχίες των άλλων, αλλά τελικά σκέφτηκα ότι δεν ήθελα να είμαι μπάρμαν για μια ζωή. Ήθελα να παίζω σε μια μπάντα. Είναι δύσκολο να πας στην άλλη άκρη του κόσμου, δίχως γνωστούς. Είναι το αντίθετο από το πως μεγαλώνει ο Έλληνας, μέσα στην σιγουριά και την οικογένεια”.
Και πώς κατέληξε αυτό; “Πήγαμε μόνο για ένα σόου” μας λέει ο Krush “αλλά μείναμε και ψάχναμε για περισσότερα. Για 12 μήνες παίζαμε, δίχως να μας πληρώνουν. Τα πρώτα μας 30 δολάρια ήρθαν ένα χρόνο μετά. Για 4 χρόνια, δουλεύαμε όσο μπορούσαμε, ζούσαμε σε τρύπες, ή και οι 4 μας σε ένα δωματιάκι στο σπίτι κάποιου που προσφέρθηκε να μας φιλοξενήσει. Τρώγαμε μακαρόνια για μέρες”. Οι ιστορίες από τις μπάντες του LA που διαβάζαμε ότι συνέβαιναν στα 70’s και 80’s, τελικά συνεχίζονται “ξέραμε ότι για να επιβιώσουμε, έπρεπε να έχουμε τον ίδιο τρόπο σκέψης και την ίδια αποφασιστικότητα”.
Αν θέλεις όμως να ακουστείς χρειάζεσαι τύχη, αλλά και πολλή δουλειά, ο Pyn με διακόπτει “δεν είναι τύχη, χρειάζεται δουλειά. Εμείς γεμίσαμε το Roxy Theatre επειδή για μέρες μοιράζαμε flyers, αλλά τι κερδίσαμε; Τίποτα. Κανείς δεν ήθελε να μας πληρώσει για να παίξουμε”. Η πραγματικότητα χτυπάει την πόρτα. Βρίσκεσαι στην άλλη άκρη του κόσμου, έχεις αφήσει τα πάντα πίσω σου και ξεκινά ο αγώνας επιβίωσης, καταξίωσης αλλά και χτισίματος του fan base. Πώς το κάνεις αυτό; Βρίσκεις περιστασιακές δουλειές για τα βασικά και μετά παίζεις όπου μπορείς…. τζάμπα. “Μας δέχτηκε αυτό το club στα νότια προάστια της πόλης, επειδή άκουσε ότι ήμασταν καλοί” όπως συνεχίζει ο Pyn “κάθε Τρίτη, αλλά τζάμπα. Μετά όσο μεγάλωνε το κοινό μας, μεγάλωναν και οι απαιτήσεις, αλλά δίχως προβάδικο, δοκιμάζαμε πράγματα επί σκηνής”.
Η Queen Isis, εκτός από την εντυπωσιακή της εμφάνιση, είναι μια γυναίκα με φλόγα, αποφασιστικότητα και τρομερή ενέργεια. “Βρεθήκαμε να παίζουμε όλο και πιο συχνά, αλλά σχεδόν πάντα για μηδενικά χρήματα. Το όνομά μας ακουγόταν στην πόλη και μας δέχτηκαν να παίζουμε εβδομαδιαία στο On the Rox, που είναι ένα μικρό κλαμπάκι, πάνω από το Roxy Theatre. Επειδή παίζαμε σε διάφορα μέρη της πόλης, μεγάλωσε το όνομά μας, από τις μπάντες που έπαιζαν μαζί μας κι έτσι μεγάλωνε το κοινό μας”.
Πώς οδηγούμαστε όμως στο “Slit”, τον πρώτο τους δίσκο;
“Παρότι παίζαμε σε γεμάτα club, τραβούσαμε ενδιαφέρον από κάποιες δισκογραφικές, αλλά όλοι μας έδιναν τους δικούς τους όρους, που είτε δεν συνέφεραν σε οικονομικό επίπεδο, είτε σε καλλιτεχνικό” αρχίζει ο Pyn, για να συνεχίσει η Isis “η συνταγή που μας έδιναν, είχε ήδη λήξει. Ήταν αυτό που δεν θέλαμε να είμαστε”. Οπότε πώς βγαίνεις από το αδιέξοδο; Ακολουθείς το ρητό του Pyn, “για να φτάσεις τον Παράδεισο, πρέπει να περάσεις από την κόλαση”. Η μπάντα, αποφάσισε να περιοδεύσει στις ΗΠΑ, κάτι τρομακτικό, αφού εκτός του ότι έπρεπε να το διαχειριστούν μόνοι τους, δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να κλείσουν περιοδεία. Ούτε να φάνε δεν είχαν. Ούτε για να ταξιδέψουν. “Μέσα από τέτοιες συνθήκες, πολλοί φοβούνται” μας λέει ο αδύνατος και μαυρισμένος κιθαρίστας. “Είναι όμορφο όμως να σε φιλοξενούν οι φίλοι της μπάντας, για 1 μήνα ή 2, όσο εμείς παίζαμε για να ζήσουμε”.
Στην πορεία, κυκλοφορεί το “Slit”. Τα τραγούδια γράφτηκαν με το μυαλό στην οικονομική κρίση που μαστιγώνει την Ελλάδα. Ηχογραφήθηκε σε 2 μέρες, ενδιάμεσα από άλλους που ηχογραφούσαν στο στούντιο του Steve Albini (THE PIXIES, PJ HARVEY, NIRVANA, CHEAP TRICK, NEUROSIS), ο οποίος προσέφερε αυτό τον – κατά τ’ άλλα πανάκριβο στουντιακό χρόνο – επειδή γνωριζόταν με τον Pyn. Αυτός πιστώνεται, για όσους θυμούνται την παραγωγή του Αμερικάνου στο “Jetlag” των BOKOMOLECH. Η μπάντα ήταν στο Ohioεκείνη την εποχή. Με 6 ώρες οδήγησης, ήταν αρκετά κοντά.
Pyn: “Παρότι βγάλαμε τον δίσκο, ήμασταν βαθιά χρεωμένοι και δεν βρίσκαμε τρόπο να ξεπληρώσουμε. Ευτυχώς, μας έδωσαν μια καλή αμοιβή από ένα Ισπανικό φεστιβάλ, συνεχίσαμε στην Ευρώπη και προσπαθούσαμε να βρούμε χρήματα. Στην Γερμανία, σ’ ένα αγρόκτημα όπου μέναμε, γράψαμε πολλά τραγούδια και περιοδεύαμε. Τελικά όμως βρισκόμασταν σε αδιέξοδο, γιατί η μπάντα δεν έκανε το βήμα παραπάνω για να μεγαλώσει το κοινό της και να βγει από το οικονομικό πρόβλημα”.
Ακούγεται ρομαντικό “αλλά τόσο δύσκολο να κατανοήσεις πόσο πιεστικό είναι” συνεχίζει η Queen Isis. “Γι’ αυτό και αρκετοί τα παρατούν. Βρεθήκαμε σε μια σκατο-πόλη στην μέση του πουθενά στο New Mexico, που ήταν τόσο μικρή ώστε να έχει μόνο ένα bar, εκεί που σύχναζαν όλοι οι καουμπόυδες μετά την δουλειά. Με 99% Μεξικάνους, που για διασκέδαση πήγαιναν στο 1 και μοναδικό πολυκατάστημα, για να δουν κανένα γνωστό”.
Υπήρξαν περίοδοι όπου για εβδομάδες, θα ξέμεναν σε κάποια πόλη των ΗΠΑ, μέχρι να βγάλουν αρκετά χρήματα (από αυτοσχέδια μπλουζάκια που έφτιαχνε αυθημερόν η τραγουδίστρια, από περιστασιακές δουλειές, ή οτιδήποτε άλλον τρόπο) για να πάνε στην επόμενη. Έτσι όμως, κέρδισαν φίλους και οπαδούς σε όλη σχεδόν τη χώρα. Επίπονη διαδικασία, αλλά “αν με ρωτούσες, θα σου έλεγα πως θα το έκανα και πάλι από την αρχή” λέει με ενθουσιασμό η Isis “Τα μέρη που μέναμε ήταν μικροσκοπικά, βρώμικα, στοιχειωμένα. Ότι μπορείς να φανταστείς”.
Σίγουρα θα υπήρξαν στιγμές όπου θα συζήτησαν το ενδεχόμενο να σταματήσουν “ακριβώς την στιγμή που αναρωτιόμασταν για πόσο ακόμα καιρό θα αντέξουμε να το κάνουμε, μπήκε στην μέση ο Lemmy. Είχαμε επιστρέψει στο LA, μας είδε και γνωρίζοντας από μόνος του πόσο δύσκολο είναι, μας πρότεινε να μας υπογράψει, χωρίς να του πούμε τι περνάμε ή τι θέλουμε να κάνουμε. Είδε σε μας αυτό που θέλαμε κι εμείς να περάσουμε, χωρίς να πούμε τίποτα. Νομίζω μπορούσε να το δει στα πρόσωπά μας”.
“Παίζαμε ανελέητα και όλοι μας γνώριζαν στην πόλη”. Ο Krush, έρχεται να συμπληρώσει “Ξέρανε ότι οι BARB WIRE DOLLS ήταν η πιο σκληρά εργαζόμενη μπάντα. Από τον Duff McKagan μέχρι τον τελευταίο εκεί. Εμείς είχαμε εκατοντάδες εμφανίσεις στο ενεργητικό μας, είχαμε δέσει μαζί ως μπάντα και ως άνθρωποι, ξέραμε τις δυσκολίες γιατί τις είχαμε ζήσει κι αυτό έβγαινε προς τα έξω πιστεύω. Ακόμα κι ο Lemmy το ήξερε”. Μετά από δυσκολίες, ατυχίες και δισκογραφικές εταιρείες που θέλουν να επενδύσουν, αλλά και να σε αλλάξουν, ακούγεται σαν παραμύθι. Έρχεται ο ορισμός του rock n’ roll, με μπότες, τσιγάρο και το καπέλο του, να σου προσφέρει τον μουσικό παράδεισο.
Νομίζω η φράση του Pyn όσο κλισέ κι αν είναι, όταν την ακούς από μια μπάντα που βρίσκεται μπροστά σου και έχει περάσει από τόσες δυσκολίες, μέχρι να πετύχει τον σκοπό της, ηχεί τόσο αληθινή, τόσο αισιόδοξη: “Μπορεί να έχεις την μουσική, αλλά αυτό δεν αρκεί. Χρειάζεται αποφασιστικότητα. Χρειάζεται επιμονή και προσήλωση”. Παράλληλα, όμως, σε αυτές τις δυο γραμμές, εξηγεί γιατί τόσοι καλλιτέχνες που είχαν ταλέντο, δεν επεβίωσαν στην μουσική πραγματικότητα.
Πριν φτάσουμε όμως στην ανακοίνωση της συνεργασίας με την Motorhead music / UDR, η οποία έγινε φέτος τον Μάιο, πρέπει σίγουρα να είχαν προηγηθεί πολλά. Άλλωστε ο άνθρωπος που τους επέλεξε, ο Lemmy Kilminster έφυγε στα τέλη του 2015. Τι συνέβη ενδιάμεσα λοιπόν; Για λίγο καιρό μετά τον θάνατό του, υπήρχε η κουβέντα για το τι θα γίνει. Όμως όλοι οι συνεργάτες αποφάσισαν να συνεχίσουν, με την εταιρεία και τα συγκροτήματα που είχαν ήδη συμφωνήσει, αφού αυτή θα ήταν και η επιθυμία του ίδιου.
“Είναι μεγάλη τιμή για μας να είμαστε στην εταιρεία του, ενώ έτυχε να είμαστε και η πρώτη κυκλοφορία” όπως μας λέει ο Pyn Doll. Μαζί με την εμπιστοσύνη του Lemmy, ήρθε και ο κύκλος των MOTORHEAD, οι άνθρωποι που δούλευαν για την μπάντα, όπως ο Todd Singermann, που ανέλαβε να μανατζάρει και τους BARB WIRE DOLLS. Η ίδια η μπάντα όμως κέρδισε τον πολύπειρο μάνατζερ, όπως και την UDR, όπως και τον Neil Warnock, προσωπικά. Ο Warnock, είναι ένα από τα αφεντικά της The Agency, που κλείνει τα μεγαλύτερα ονόματα για συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Απλά η μεγαλύτερη εταιρεία και ο μεγαλύτερος ατζέντης, σε παγκόσμιο επίπεδο. Όπως μας λέει και η μπάντα, “όλοι αυτοί οι συντελεστές ενδιαφέρονται περισσότερο στο να επενδύσουν σε καλλιτέχνες που θα αποτελέσουν την επόμενη γενιά και όχι τα περιστασιακά χρήματα, αφού όλοι τους είναι ήδη γνωστοί και οικονομικά εξασφαλισμένοι. Το ίδιο συμβαίνει με ανθρώπους όπως ο προσωπικός φωτογράφος του Lemmy και όλοι αυτοί που βλέπουν σε εμάς αυτό που είδε κι ο ίδιος”. Πραγματικά φαίνεται πως το πνεύμα του κοινόβιου, τους ακολουθεί πλέον σε όλο τον κόσμο.
Είναι κάτι σπουδαίο, αλλά αθώο και ειλικρινές, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά στην εποχή μας. Άνθρωποι όπως ο Bob Gruen, ο γεννημένος το 1945 φωτογράφος που έχει κάνει πορτρέτα του John Lennon, David Bowie, Alice Cooper, των KISS, LED ZEPPELIN, BLACK SABBATH, RAMONES και τόσων άλλων, προσφέρθηκε να φωτογραφίσει την μπάντα, επειδή βλέπει κάτι ξεχωριστό σε αυτούς. Προσέφερε φωτογραφίες του για το άλμπουμ τους. Δεν μπορεί όλοι αυτοί οι έμπειροι συντελεστές, να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, αν οι BARB WIRE DOLLS δεν ήταν τόσο ιδιαίτεροι. Άλλωστε δεν το κάνουν για όλους τους καλλιτέχνες της Motorhead music.
Κάπως έτσι, σήμερα το “Desperate” έχει κυκλοφορήσει και είναι η καλύτερη ηχητική απεικόνιση των BARB WIRE DOLLS, που ξεδιπλώνει τις επιρροές και τα χαρίσματά τους. “Όταν γράφαμε το “Slit”ήμασταν τόσο νευριασμένοι με την κατάσταση στην Ελλάδα. Ήταν νομίζω επόμενο να βγει τόσο επαναστατικό και punk. Δεν ξεκινήσαμε με σκοπό να παίξουμε punk, αν και μας αρέσουν οι SEX PISTOLS και το πρώτο κύμα. Με το “Desperate”, έχουμε περάσει άλλες καταστάσεις, είμαστε σε άλλο σημείο και μας βγήκε πιο rock n’ roll” εξομολογείται ο κιθαρίστας “Γράψαμε 40 τραγούδια κι επιλέξαμε τα αγαπημένα μας, με ποικιλία για να ακούγεται ξανά και ξανά”.
“Μετά από τόσα χρόνια, είμαστε πιο σοφοί και έμπειροι, αλλά και πίσω στο σπίτι μας, μέσα στα βουνά, σε πιο θετική ατμόσφαιρα με διαφορετικές πηγές έμπνευσης” προσθέτει ο Krush και η Isis συνεχίζει “θα μπορούσαμε να γράψουμε τα ίδια πάλι, αλλά δεν θέλαμε κάτι τέτοιο”.
Έχουμε δει πολλές μπάντες να ξεκινούν με την ωμή punkδιάθεση και στην πορεία να χάνουν την ιδιαιτερότητά τους και τον αυθορμητισμό τους ή απλά να τα θυσιάζουν στο βωμό του χρήματος και της δόξας. “Εμείς αρνηθήκαμε σε δισκογραφικές γι’ αυτόν τον λόγο, επειδή ήθελαν να μας βάλουν σε καλούπι. Έχουμε περάσει τόσα πολλά, ξεκινήσαμε από αυτόν εδώ το χώρο και ακόμα και σήμερα, μπορούμε να επιστρέψουμε εδώ. Αυτό μας κάνει διαφορετικούς. Ανέκαθεν ήταν μόνο για την μουσική για εμάς” μας εξομολογείται ο Pyn Doll και ο Krush το ολοκληρώνει “Αν ο σκοπός μας ή ο σκοπός της εταιρείας ήταν τα λεφτά, η πορεία μας θα ήταν βραχυπρόθεσμη. Αντιθέτως, και οι δυο μας, θέλουμε να χτίσουμε τα θεμέλια τώρα, για μια πολύχρονη καριέρα, γεμάτη ειλικρίνεια, με γνώμονα την μουσική μας”.
Μας μίλησαν και για την εμπειρία με τον Jay Baumgardner και πόσο διαφορετική ήταν από την ηχογράφηση με τον Steve Albini. “Όταν ηχογραφείς με τον Steve Albini θα είναι όλα πιο ξερά και σκληρά, θα έχεις το ήχο του Albini. Με τον Jay είχαμε αντί για 2 μέρες, είχαμε 9 μέρες, αλλά γράψαμε πολλά τραγούδια. Και τα δυο είναι αναλογικά ηχογραφημένα, αλλά είχαμε και την δυνατότητα να γράψουμε δεύτερες κιθάρες, οπότε αποφασίσαμε να έχουμε την Remmington, που έπαιζε μπάσο πριν έρθει η Iriel στην μπάντα”.
Την στιγμή αυτή, οι BARB WIRE DOLLS έχουν ξεκινήσει την Ευρωπαϊκή τους περιοδεία, η πρώτη τόσο οργανωμένη και με την απαραίτητη ομάδα από πίσω τους. Επιπλέον, μια μεγάλη εταιρεία έχει κυκλοφορήσει το άλμπουμ τους, που θα έχει καλλιεργήσει το έδαφος για τις συναυλίες “έχουμε παίξει ήδη πολλές συναυλίες, αλλά ανυπομονούμε να παίξουμε κι άλλες πριν βγει ο επόμενος δίσκος. Ο οποίος είναι ήδη έτοιμος παρεμπιπτόντως…” αλλά αυτή η ιστορία είναι για μια άλλη φορά, που θα ξαναβρεθούμε με την παρέα.
Γιώργος “Kay” Κουκουλάκης
www.barbwiredolls.com
Line-up:
Isis Queen (φωνητικά)
Pyn Doll (lead κιθάρα)
Krash Doll (drums)
Iriel Blaque (μπάσο)
Remmington (ρυθμική κιθάρα)