ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Those whom the Gods detest” – NILE
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2009
ΕΤΑΙΡΙΑ: Nuclear Blast
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Neil Kernon
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Karl Sanders – κιθάρες, φωνητικά
Dallas Toler-Wade – κιθάρες, μπάσο, φωνητικά
George Kollias – ντραμς
Το άλμπουμ που έκλεισε την περασμένη δεκαετία για τους NILE ήταν από τα πλέον κρίσιμα της καριέρας τους. Στον έκτο τους δίσκο, οι υπερτεχνικοί, υπεργρήγοροι υπερκάφροι, έθεσαν τις βάσεις για να γίνει το όνομα τους ακόμα πιο γνωστό και σεβαστό σε underground και μη κύκλους. Το “Those whom the Gods detest” επέστρεφε στους κλασικούς μεγάλους τίτλους των δίσκων τους, αποτελούμενους από τέσσερις ή πέντε λέξεις, καθώς ο προκάτοχος του “Ithyphallic” το καλοκαίρι του 2007 ήταν το μοναδικό μονολεκτικό σε τίτλο άλμπουμ τους. To “Ithyphallic” ήταν ένα καταπληκτικό άλμπουμ στο οποίο δεν είναι υπερβολή να πούμε πως έπαιξαν ότι δεν παιζόταν και που όπως αρέσκομαι με περηφάνια να τονίζω, προέταξε τον τίμιο μακρύτατο φαλλό του προς όλους οι οποίοι το αμφισβήτησαν με την κυκλοφορία του. Οι NILE γενικώς μετά το πρώτο τους άλμπουμ “Amongst the catacombs of Nephren-Ka” θα αντιμετώπιζαν (μέχρι και σήμερα) κατηγορίες ότι στον ήχο τους συμβιβάζονται και μαλακώνουν (;) και πως γίνονται πιο προσιτοί (;;) και εμπορικοί (;;;) για να φτιάξουν μεγαλύτερο όνομα. Άλλοι θέτουν ως ημερομηνία ξεπουλήματος αυτή της κυκλοφορίας του (καλύτερου μέχρι σήμερα δίσκου τους) “In their darkened shrines” το οποίο θεωρήθηκε συμβιβαστικό (!) μετά το “Black seeds of vengeance” και άλλοι θέτουν άλλα χρονικά όρια.
Τα ίδια έγιναν με το “Annihilation of the wicked”, ακόμα περισσότερα με το “Ithyphallic”, ενώ δεν γλύτωσε προφανώς ούτε το “Those whom the Gods detest” από τη λαίλαπα της κριτικής των old-school κάφρων. Κατά πόσο όμως ήταν αληθινή αυτή η κατακραυγή; Όχι, το “Those whom the Gods detest” σε σχέση με τα δύο προηγούμενα άλμπουμ τουλάχιστον, την έβγαλε λίγο πιο καθαρή. Ίσως γιατί πολλοί τους εγκατέλειψαν, άλλοι δεν είχαν προσδοκίες και άλλοι απλά το βρήκαν καλύτερο από τα προαναφερθέντα άλμπουμ, το έκτο τους πόνημα βρήκε πολλούς να επιστρέφουν στο στρατόπεδο τους, να τους δίνουν μία δεύτερη ευκαιρία και να παραδέχονται ότι πλέον παρά την δεδομένη μουσική τους ωρίμανση, ήταν μία μπάντα που δεν ξεχνούσε την ακρότητα της και πως ακόμα είχε πολλά να δώσει. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι μιλάμε για τον βαρύτερο δίσκο της καριέρας τους. Τονίζω το βαρύτερο, διότι προφανώς δε θα πω ότι είναι το καλύτερο (είπαμε πριν ποιο είναι αυτό), το πιο ακραίο (προφανώς το ντεμπούτο τους) ή το τεχνικότερο (ο τίμιος μακρύς φαλλός που αναφέρθηκε πιο πάνω). Είχε και έχει όμως ακόμα, 10 χρόνια μετά την κυκλοφορία του ένα ήχο με μία όμορφη καθαρότητα που προσδίδει η καταπληκτική παραγωγή του Neil Kernon που κάνει τη διαφορά.
Όπως η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί, έτσι κι ο γ@μ@τος δίσκος φαίνεται ΠΑΝΤΑ από το εναρκτήριο κομμάτι του. To “Kafir!” το οποίο σημαίνει απλά «άπιστος» θα είναι αιώνια ο πολιορκητικός κριός του δίσκου που δε θα αφήνει τίποτα όρθιο στο πέρασμα του, θα εντυπωσιάζει με την τ(ρ)αχύτητα του και φυσικά θα αφήνει ανοιχτά στόματα και πεσμένα σαγόνια. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σε μελλοντικές περιοδείες, η μπάντα ξεκινούσε με αυτό τις συναυλίες τους. Το δόγμα του “Kafir!” είναι κι αυτό που κυριαρχεί σε όλο το δίσκο… “There is no God but God, there is no God but the one real God”… Οι NILE σε όλα τα 57’ που διαρκεί ο δίσκος, χρησιμοποιούν όλα τα όπλα που είχαν εξ αρχής στη φαρέτρα τους χωρίς να παίρνουν αιχμαλώτους και με την αντοχή τους στο χρόνο μέχρι εκείνη τη στιγμή να δείχνει ότι θα συνεχιζόταν για πολύ ακόμα καιρό η επιρροή τους στο είδος. Κακά τα ψέματα, οι NILE με την παρουσία τους έκαναν τους πάντες να στρωθούν και να δουν αλλιώς τα πράγματα σε όλο το είδος, καθώς έφεραν ανανέωση σε δύσκολους καιρούς (1998 βγήκε το πρώτο τους άλμπουμ υπ’ όψιν, με το είδος όχι και στα σούπερ-ντούπερ του).
Στο “Those whom the Gods detest” δεν υπήρχε κάτι που δεν είχε ξανακουστεί σε δίσκο τους, ωστόσο είναι τέτοια η απόδοση και η πειθώ τους που έκανε το άλμπουμ άκρως ξεχωριστό στη δισκογραφία τους, και για πολλούς είναι το τελευταίο τους μεγάλο άλμπουμ. Η διπλή φωνητική επίθεση με κύριο εκφραστή των Dallas Toller-Wade (ο οποίος στο δίσκο έχει αναλάβει και το μπάσο εκτός από τις κιθάρες και τα φωνητικά) και τον αρχηγό και κύριο συνθέτη Karl Sanders να κρατάει τα μπόσικα, καλά κρατεί. Η ατμόσφαιρα είναι μεγαλύτερη από ποτέ σε κάθε δίσκο, δεν είναι μυστικό ότι NILE και Αιγυπτιακός πολιτισμός πάνε μαζί εξ αρχής, αλλά η πάλαι ποτέ (ασύγκριτη και πάντα ευπρόσδεκτη) βαβούρα, έχει δώσει εδώ τη θέση της σε ήχους καθαρότερους σε απόδοση και με samples στις αρχές, τη μέση και το τέλος των κομματιών να σε βάζουν έντονα μέσα στο κλίμα του δίσκου και χωρίς να λείπουν όμορφες εκπλήξεις όπως το ορχηστρικό “Yezd desert Ghul ritual in the abandoned towers of silence” το οποίο άνετα θα μπορούσε να έχει καταλήξει σε κάποιο από τα δύο πανέμορφα άλμπουμ του Karl Sanders. Όσο για τον γενικότερο θαυμασμό που προκάλεσαν και πάλι αν παρακάμψουμε τους ανέκαθεν «ενόχλες» που αναφέρθηκαν πριν, ήταν δεδομένος και άμεσος.
Ο δε συμπατριώτης μας Γιώργος Κόλλιας, σαν να μην είχε ήδη εντυπωσιάσει τους πάντες, ακούγεται (όπως και σε κάθε κυκλοφορία τους σε σχέση με την προηγούμενη) καλύτερος, ευρηματικότερος, απίστευτα ταχύς, τεχνικός, δημιουργικός και γενικώς ένα τέρας πίσω από τα τύμπανα. Δεν είναι απλά ότι βαράει τα πάντα ΔΥΝΑΤΑ και με κάθε δυνατό και αδύνατο τρόπο, είναι ότι συνυπογράφει συνθετικά όλα τα κομμάτια και είναι ξεκάθαρα ο λόγος για τον οποίο οι NILE μέσα στα χρόνια δεν έχασαν το ενδιαφέρον τους σαν μπάντα. Ναι, μπορεί να συνέπεσε με τα χρόνια που ακολούθησαν τα 3 πρώτα και συνολικά πιο χαοτικά σε ύφος άλμπουμ, αλλά μαζί του το συγκρότημα έγινε πιο πολυδιάστατο, ενώ ο τρόπος με τον οποίο μπορούσε να προσαρμοστεί στο ύφος των παλιών κομματιών και σε συνδυασμό με τα νέα, τον έκανε στις συναυλίες αντικείμενο θαυμασμού και σίγουρα μιλάμε για έναν Έλληνα που έχει στρέψει με τον ιδανικότερο τρόπο τους πάντες να μάθουν κάτι παραπάνω για τη χώρα μας, το παίξιμό του και κυρίως το ήθος του σαν άνθρωπος είναι κάτι για το οποίο ότι και να γραφτεί, πραγματικά θα τον αδικήσει. Στις 10 συνθέσεις του δίσκου (9 συν το ορχηστρικό εκπληκτικό κομμάτι), θα ακούσετε κάθε είδους πιθανό και απίθανο ρυθμό.
Έτσι, μαζί με το “Kafir!” το οποίο γκρεμίζει τα τείχη στο πρώτο του άκουσμα, θα ακούσετε το καταπληκτικό “Hittite dung incantation” όπου ο Κόλλιας ίσως περισσότερο από ποτέ μέχρι τότε έχει διαλύσει τα πάντα, το κορυφαίο ομότιτλο κομμάτι με το στοιχειωτικό ρεφρέν, το έπος του δίσκου “4th arra of Dagon” με το σημείο “ARRA-ARRA-ARRA…DAGON-DAGON-DAGON” να παραλύει τις αισθήσεις και ζωντανά να αποδεικνύεται ένα από τα καλύτερα κομμάτια τους που μπορεί να ακούσεις, ενώ το σφύριγμα στη μέση του “Permitting the noble dead to descend to the underworld”, η καταστροφικότητα του “Kem Khefa Khesef” και το ξύπνημα του ίδιου του θεού του φωτός Ρα στο “The eye of Ra” που νιώθεις να συμβαίνει τη στιγμή που το ακούς, είναι μερικά από τα μεγαλύτερα σοκ που μπορείς να νιώσεις ακούγοντας το “Those whom the Gods detest”. Άσχετα από το πώς ήταν το παρελθόν τους ή τι έφερε το μέλλον τους (και με το νέο τους άλμπουμ “Vile necrotic rites” στα σκαριά), ο έκτος δίσκος των NILE παραμένει μέχρι σήμερα ένα ατόφιο και σχεδόν αψεγάδιαστο δείγμα ΑΚΡΑΙΟΥ μεταλλικού ήχου, με το συγκρότημα σε εκπληκτική φάση και με μερικές από τις καλύτερες ιδέες όλης τους της καριέρας συγκεντρωμένες σε αυτό το άλμπουμ.
Did you know that:
• Στο δίσκο αυτό επέστρεψαν οι μακροσκελείς σημειώσεις του Karl Sanders για κάθε κομμάτι, πράγμα που δε συνέβη στο “Ithyphallic”. Μέσα σε κλίμα πλήρους κατάνυξης, ο αρχηγός περιγράφει την επιστροφή απλά δηλώνοντας «ορίστε ένα μεγάλο ιθυφαλλικό κωλοδ@χτυλο στους άνεργους «λεπρούς» που θεώρησαν ότι μπορούν να μας σταματήσουν και έχουν λόγο στο τι θα μπει και τι δε θα μπει σε ένα δίσκο NILE»… Απλός, λιτός, αρχηγικός το λιγότερο.
• Στο δίσκο κάνουν έξτρα φωνητικά ο Mike Breazale που συμμετέχει στα προσωπικά άλμπουμ του Karl Sanders όπως και οι παλιοί γνώριμοι των οπαδών και παλιά μέλη της μπάντας Pete Hammoura, Chief Spires και Jon Vesano.
• Σε μία από τις κορυφαίες τους εμφανίσεις στη χώρα μας, οι NILE ήρθαν με το εκπληκτικό πακέτο των MELECHESH/DEW SCENTED (κι αν δεν κάνω λάθος μόνο στη Θεσσαλονίκη) όπου και φυσικά δεν έμεινε τίποτα όρθιο και που ακόμα τα θεμέλια του Eightball τρίζουν στο πέρασμα του Γιώργου Κόλλια.
Άγγελος Κατσούρας