Πολύ ωραία περίπτωση μπάντας οι DESERTED FEAR από το Eisenberg της Γερμανίας. Το λέω αυτό γιατί 7 χρονάκια πριν, ως άγνωστοι μέσα στη λαίλαπα πολλών συγκροτημάτων ξεκινούσαν την προσπάθεια τους με το παρθενικό τους (και μάλλον καλύτερο) άλμπουμ τους “My empire” και ήταν μία νέα νότα death metal από τη χώρα που ποτέ δεν είχε κάποια ιδιαίτερη παράδοση στο είδος, αλλά τα τελευταία χρόνια δείχνει να ανεβαίνει διαρκώς και να προσφέρουν συγκινήσεις τα συγκροτήματα της. Το τρίο των Manuel Glatter (φωνητικά, κιθάρα), Fabian Hildebrandt (μπάσο) και Simon Mengs (τύμπανα) έχει το καλό ότι είναι μαζί από την αρχή και πορεύτηκαν με σωστά βήματα και σκληρή δουλειά ώστε να αρχίσουν να κάνουν ένα σχετικό ονοματάκι. Από την άσημη F.D.A. Records λοιπόν που κυκλοφόρησε το προαναφερθέν ντεμπούτο, όπως και το δεύτερο “Kingdom of worms” του 2014, τα λαγωνικά της Century Media τους εντόπισαν και τους υπέγραψαν με συνοπτικές διαδικασίες. Έτσι οι ήδη ανερχόμενοι DESERTED FEAR είδαν τις μετοχές τους να ανεβαίνουν κι άλλο όταν πριν 2 χρόνια (Γενάρης του ’17 ήταν), είδαν το τρίτο –και πάντα κρίσιμο- άλμπουμ τους (θα το λέω μέχρι να μαλλιάσω ολόκληρος) να τους βάζει ακόμα πιο γερά στο χάρτη και να διεκδικούν μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας της αναγνωρισιμότητας που κάθε συγκρότημα βαθιά μέσα του θέλει.
Το “Dead shores rising” λοιπόν τους άνοιξε ακόμα περισσότερες πόρτες, περισσότερες ζωντανές (και ποιοτικές) εμφανίσεις, περισσότερες εμφανίσεις σε φεστιβάλ σε ιδιαίτερα τιμητική θέση και γενικά μία πολύ καλή περίοδος για το συγκρότημα. Αυτή τη φορά είχαν να αποδείξουν πολλά, καθώς έπρεπε να δείξουν ότι αυτή η αναγνωρισιμότητα ήρθε δίκαια και όχι λόγω «κονέ» της εταιρείας ή άλλων αστάθμητων παραγόντων. Να δώσω εδώ μία ιδέα περίπου τι εστί το συγκρότημα σε όσους δεν τους έχουν ακούσει ποτέ. Μιλάμε για μία μπάντα η οποία παρότι Γερμανοί, είναι προφανές ότι λάτρευαν το Σουηδικό death metal. Λίγο τις συναυλίες τους ή τα βίντεο κλιπ τους να δει κάποιος, βλέπει τα μπλουζάκια που φοράνε και καταλαβαίνει την αγάπη τους (και μπράβο τους). Όταν λέμε Σουηδικό death metal προφανώς και ΔΕΝ εννοούμε IN FLAMES, AMON AMARTH, ARCH ENEMY, AT THE GATES, DARK TRANQUILLITY και λοιπούς πάλαι ποτέ ήρωες και νυν (ψιλο)σαπάκια (πλην DT που παραμένουν με τσίπα). Επίσης για κάποιο λόγο, οι DESERTED FEAR βαθιά μέσα τους θα ήθελαν να επαναφέρουν το πνεύμα των BOLT THROWER, αλλά κάτι στην πορεία τους έκανε να καταλάβουν ότι ούτως ή άλλως δε θα μπορούσαν και απλά έχουν πολλά στοιχεία των μέγιστων Βρετανών όσον αφορά τον εμβατηριακό ρυθμό.
Αυτό που λέω συνήθως είναι ότι ακούγονται σαν να άκουγαν οι EDGE OF SANITY και οι DESULTORY αρκετούς BOLT THROWER, ένα κράμα της Σουηδικής μελωδικότητας των προαναφερθέντων (της σωστής, ουσιώδους και χρήσιμης μελωδικότητας, όχι φιρουλί) και της βαρύτητας των συγχωρεμένων πλέον ΒΤ. Στα πρώτα άλμπουμ, ή καλύτερα στην F.D.A. περίοδο τους, ήταν πιο φρενήρεις και βαρούσαν περισσότερο, γι’ αυτό και συνεχίζω να πιστεύω ότι ήταν καλύτεροι τότε, όχι γιατί βαρούσαν μόνο προφανώς, αλλά είχαν κι αυτή την άγνοια κινδύνου και το αθώο της υπόθεσης. Στην Century Media περίοδό τους σίγουρα έχουν ωριμάσει πολύ μουσικά, πράγμα που τους το δίνεις και από τις αρχές του νέου άλμπουμ, αλλά αισθάνεσαι –αν τους έχεις ακολουθήσει εξ αρχής- ότι κάτι λείπει σε σχέση με τα παλιά. Για να ξεκαθαρίσω τη θέση μου, η ποιότητα είναι ακόμα εδώ, είμαι σχεδόν βέβαιος (τι σχεδόν, 101% εδώ που τα λέμε) ότι έχουν ήδη φάει σιχτίρισμα από ολντσκουλάδες πάσης φύσεως για τον ήχο τους, ενώ με το να γίνονται και πιο γνωστοί με τα χρόνια, τραβάνε και περισσότερα βέλη μίσους πάνω τους. Το τρίο δε νομίζω ότι δείχνει να νοιάζεται και πολύ και τραβάει το δικό του –μοναχικό είναι η αλήθεια- δρόμο στο να κατακτήσει όσες περισσότερες κορυφές μπορεί μελλοντικά.
Το “Drowned by humanity” λοιπόν είναι αυτό που ίσως να περίμενε οποιοσδήποτε ασχολήθηκε μαζί τους εξ αρχής (καλή ώρα τα μούτρα μου και κάτι λίγοι που ξέρω). Έχει περισσότερη μελωδικότητα από ποτέ, έχει πάλι αυτά τα υπέροχα φοβερά ριφφάτα και εμβατηριακά σημεία (φουλ δυνατή δικασάρα και τα μυαλά στο κάγκελο) που ακούγοντας τους γενικά αναρωτιέσαι γιατί να μην παίζουν ΜΟΝΟ έτσι και με σύμμαχο το καλύτερο τους παίξιμο από ποτέ και μία φοβερή –όχι γυαλισμένη- παραγωγή, είναι βέβαιο ότι θα κερδίσουν ακόμα περισσότερους οπαδούς, ενώ οι λίγοι ολντσκουλάδες που τους έχουν εκτιμήσει για τη δουλειά που αποδεδειγμένα έχουν ρίξει (αν το δείτε μέσα στα χρόνια η εξέλιξη τους είναι σχεδόν τρομακτική), θα ρίξουν μαύρη πέτρα και τη μπάντα στον ίδιο τον Καιάδα. Το “Drowned by humanity” έχει ισόποσο κοπάνημα και ήρεμα σημεία, ξέρουν να βάζουν όμορφα ύπουλα (για να μην πω άλλη λέξη που ξεκινάει από πού και τελειώνει σε -στικα) lead-άκια τα οποία γεμίζουν ωραία τα κομμάτια τους και όταν αφήνονται να ριφφάρουν, εκεί κουνάς σβέρκο. Έχει και ωραία εκφραστική φωνή ο Glatter, βαθιά, πνιχτή και τσιριχτή όσο πρέπει για να δίνει έξτρα πώρωση, θεωρητικά έχουν όλο το πακετάκι να τραβήξουν το ενδιαφέρον ειδικά της νεότερης γενιάς.
Το παράδοξο είναι ότι οι DESERTED FEAR έχουν άθελά τους συμβάλει στο να ασχοληθεί κόσμος με το είδος βαθύτερα τα τελευταία χρόνια, ειδικά στην Κεντρική Ευρώπη. Λίγο ο ήχος όταν βαραίνει, λίγο τα προαναφερθέντα μπλουζάκια τους, γίνεται δουλίτσα υποχθόνια. Το νέο τους άλμπουμ παρότι μου αρέσει λίγο λιγότερο από τα τρία προηγούμενα, έχει στοιχεία τα οποία και πάλι τους ψιλοκρατάνε στον αφρό, και αν και θεωρώ ότι συνθετικά έχουν χάσει μία ευκαιρία να δώσουν πόνο με περισσότερο ξύλο, θα εδραιωθούν ακόμα περισσότερο σαν μπάντα και θα κάνουν καλύτερες πωλήσεις (αυτές που θα κάνουν τέλος πάντων). Ακόμα και τα έξτρα κομμάτια (“Die in vain” και μία επανεκτέλεση του “Tear of my throne”) έχουν ποιότητα και είναι κρίμα να μην είναι μέρος της κανονικής ηχογράφησης. 47’ μετά, θαυμάζεις κόμματους όπως το φοβερό κλιπ “Welcome to reality”, “A breathing soul”, “Reflect the storm” και το καλό είναι ότι το άλμπουμ δεν κάνει κοιλιά με το να είναι καλό στην αρχή ή το τέλος ή τη μέση. Ισορροπημένο, καλοπαιγμένο, βαρύ τίμια και όχι με μπουστάρισμα (sic) από την καλή παραγωγή, αποτελεί άλμπουμ άξιο ακρόασης. Για νεότερους οπαδούς ίσως αποτελέσει καλό εφαλτήριο να ασχοληθούν με το death metal γενικότερα, όλοι από κάπου κάνουν μία αρχή. Χωρίς να διεκδικούν Όσκαρ αντρίλας ή καινοτομίας, κάνουν αξιοπρεπώς τη δουλειά τους και σε μένα προσωπικά, δώσανε ένα άλμπουμ που το χάρηκα, με την υποσημείωση ότι ξέρω ότι μπορούν (πολύ) καλύτερα.
8 / 10
Άγγελος Κατσούρας