PAUL DI’ANNO: Για πάντα και μια μέρα…

0
601
Dianno
a a a target=" target="_blank"> a a target=" target="_blank"> a

Di'anno

Paul Di’Anno, για πάντα και μία μέρα… Τι μας έκανες ρε Παυλάρα… Ηρέμησες, από τους πόνους σου εσύ, για να «πεθάνεις» όλους εμάς που σε υπεραγαπήσαμε και πάντα θα σε μνημονεύουμε, μέχρι το τέλος των κόσμων όλων! Ακόμη δεν μπορεί να το χωρέσει ο νους μου. Ο Paul Di’Anno έφυγε από τη ζωή, μόνος και «αβοήθητος», στο σπίτι του στην Αγγλία, σε ηλικία 66 ετών! Ο Παυλάρας μας από τα «πρώτα δύο» των IRON MAIDEN, η θρυλική φωνή του “Phantom of the Opera”, ο πιο… punky τραγουδιστής στο Heavy Metal, δεν είναι πια κοντά μας. Και λέω κοντά μας, γιατί κάποιοι από τους χιλιάδες «πιστούς» του, αυτοί οι… λίγοι αλλά «καλοί» φανς, έγιναν με την πάροδο των χρόνων και φίλοι του και είχαν μια πιο άμεση και συχνή επικοινωνία, ένα ιδιαίτερο touch μαζί του.

Έχω αρκετές ιστορίες μαζί του, που θα μπορούσα να διηγηθώ. Τον λάτρευα τον Παυλάρα, όπως λατρεύω και τον Blaze, τους δύο πιο «προσιτούς» frontmen της αγαπημένης μας μπάντας και με συμπαθούσε κι αυτός (όπως και ο Bayley), πρώτα σαν άνθρωπο και μετά ως «πρόεδρο» του ελληνικού προσωπικού φαν κλαμπ του, του “Paul Di’Anno – The Wrathchild’s Greek Fan Club” (βάζω τη λέξη πρόεδρος σε εισαγωγικά, γιατί τυπικά και μόνο θα μπορούσα να έχω έναν τέτοιον τίτλο, μιας που υπάρχουν παιδιά στην ωραία αυτή παρέα που αποφάσισα απλά εγώ να φτιάξω μέσα από το Facebook, με αρκετά περισσότερα «χιλιόμετρα» από μένα στην… Paul & Early Days φάση), ενώ πάντα μου φυλούσε ένα “love & respect brother” σε όλες τις προσωπικές μας συνομιλίες και μηνύματα, λόγω της σχέσης που αμφότεροι είχαμε με τις Harley Davidson και τους Support 81…

Ένα «μικρό παιδί» ήταν ο Παυλάρας, για την προσωπική γνωριμία με τον οποίο θα ευχαριστώ πάντα τον Σάκη Φράγκο του Rock Hard, που με σύστησε στον «αδερφό» του Paul και Tour Manager του στη χώρα μας, τον καλό μου φίλο έκτοτε, Ηλία Αραβίδη. Χάρη στον Σάκη γνώρισα τον Ηλία και χάρη στον Ηλία γνώρισα καλά κι από πολύ κοντά την θρυλική και λατρεμένη πρώτη (δισκογραφικά) φωνή των IRON MAIDEN.

Δεν έχει νόημα να αναφέρω -ξανά και εγώ- τη συμβολή του στην ιστορία και την πορεία των IRON MAIDEN ή του New Wave of British Heavy Metal, των Heavy Metal και Rock ‘n’ Roll γενικά. Δεν είμαι και στην καλύτερη φάση, άλλωστε, για να το κάνω, ούτε μπορεί να χωρέσει ακόμη ο νους μου το τι έχει συμβεί. Θα προσπαθήσω μόνο να μεταφέρω, μέσα από τη σελίδα του Rock Hard, το ποιος ήταν ο «δικός μου» Paul, με μερικές ενδιαφέρουσες, ωραίες και ανέκδοτες ιστορίες. Καταρχάς, τον «πρωτογνώρισα» μέσα από τους δίσκους και τα CD του 51χρονου σήμερα αδερφού μου, Βαγγέλη, του κολλητού μου και άρρωστου Μεϊντενά, Γιώργου Τούρτουλα, αλλά και ενός οικογενειακού φίλου, του Γιάννη Ράπτη, που είχε… άπειρα βινύλια και κασέτες και μπαινόβγαινα καθημερινά, σαν παιδάκι, στο σπίτι του στην παλιά μας γειτονιά στο Μπραχάμι. Θα προσπαθήσω… στιχάκι-στιχάκι να ξετυλίξω το πολύ ιδιαίτερο αυτό «κουβάρι» που λέγεται Paul Di’Anno, μέσα πάντα από τα δικά μου μάτια.

Δεν θα κάνω καμία ιστορική αναδρομή, ούτε αναφορά και σύγκριση της φωνής του με αυτή του Bruce Dickinson ή του Halford, του Dio και όποιου άλλου θέλετε (ή δεν θέλετε…), ένα γκουγκλάρισμα είναι αρκετό, εξάλλου, για να βρει κάποιος ό,τι πληροφορία θέλει σήμερα. Όσον αφορά στα γούστα, αυτά είναι ακριβώς γούστα… Και όπως αρέσει σε μένα ο Di’Anno, έτσι αρέσει σε άλλους -σε περισσότερους ακόμη- ο Bruce. Δεν θα ξαναμπώ στη διαδικασία να συγκρίνω τίποτα και κανέναν. Ούτε να απολογηθώ γι’ αυτό που αρέσει πιο πολύ στην καρδιά, στα αυτιά και στην ψυχή μου…

“Walking through the city, looking, oh, so pretty, I’ve just got to find my way” (“Prowler”)… Ελπίζω, λοιπόν, να βρήκες τον δρόμο σου Paul, το δρόμο προς το «φως», γιατί η αλήθεια είναι ότι ταλαιπωρήθηκες τα τελευταία χρόνια με τα προβλήματα υγείας σου, καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο. Ποιος, εσύ, ο sexiest & coolest frontman από την εποχή του Έλβις, όπως ο ίδιος είχες πει! Δεν ήταν η «φάση» αυτή για σένα… Ήταν σίγουρα «κάπως» να «σε βλέπεις» έτσι (εσύ) και να νιώθεις ανήμπορος να φροντίσεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Σε θύμωνε (λογικό).

Πολύ συγκινητικό ήταν και το μήνυμα του ιδρυτή των Maiden UniteD, του Ολλανδού Joey Bruers, μετά από την είδηση του θανάτου του Paul. Ο Παυλάρας είχε συμμετάσχει με μεγάλη χαρά και αγάπη στη διασκευή του “Prowler” που έκαναν οι MU και ο Joey μοιράστηκε εκείνη τη σπουδαία ημέρα που πέρασαν μαζί και την κουβέντα που είχαν γύρω από τη μουσική και φυσικά το ποδόσφαιρο, πίνοντας μία κούπα τσάι. «Ποτέ μου δεν άκουσα τον Paul να τραγουδάει τόσο καλά», είπε μεταξύ άλλων ο Joey!

Εγώ δεν θα ξεχάσω και μία άλλη φοβερή στιγμή, που είχε να κάνει με τον Paul και το απίστευτο αυτό κομμάτι, το “Prowler”. Είχα τη χαρά και την τιμή να φιλοξενήσω μαζί με τον Σάκη Φράγκο πριν από μήνες στο εστιατόριό μου στην Ακρόπολη, στο Gods’ Restaurant, τον φοβερό τύπο και σπουδαίο τραγουδιστή των BLIND GUARDIAN, Hansi Kürsch. Πάνω στην κουβέντα μας δεν άντεξα και… απασφάλισα! Είπα, λοιπόν, στον Γερμανό ότι τρελαίνομαι με τα Early Days των IRON MAIDEN, με το συναίσθημα που έβγαζε ο Paul τραγουδώντας και γενικά με τη φωνή του, την οποία και δεν μπόρεσε ποτέ να αντιγράψει κανείς! Και ότι αυτή ήταν η αγαπημένη μου MAIDEN φωνή… Προς έκπληξη όλων στην παρέα, ο Hansi συμφώνησε και δήλωσε και ο ίδιος φαν πρώτα του Di’Anno, για να μας αποκαλύψει ότι είχε κάνει κάποτε και μία φοβερή διασκευή του “Prowler”, την οποία και έχει καλά φυλαγμένη στο σπίτι του!

Μια απ’ τα ίδια και με άλλον έναν αγαπημένο μουσικό, τον Acey Slade, των MISFITS, MURDERDOLLS, DOPE, JOAN JETT & THE BLACKHEARTS. Τρώγαμε με τον Acey και μιλούσαμε για τις αγαπημένες μας μπάντες και μόλις του ανέφερα τις Early Days των IRON MAIDEN, αμέσως, και ο ίδιος (punky στοιχείο και αυτός) στάθηκε στον Paul και στην γενικότερη παρουσία, φωνή και φυσιογνωμία του. Για τον Di’Anno έχουν μιλήσει κατά καιρούς πολλοί μουσικοί, σίγουρα θα μπορούσαν και ακόμη περισσότεροι (βλέπουμε κάποιους τώρα, κλασικά… μετά θάνατο), αν δεν σκεφτόντουσαν ότι μπορεί να τους… παρεξηγήσουν ή να τους σχολιάσουν κάποιοι! Δεν ήταν ευρέως αποδεκτός και αρεστός ο Paul, λόγω attitude, αλλά και επειδή έμπαιναν πάντα σε συγκρίσεις με τον Bruce Dickinson και την μετέπειτα πορεία των IRON MAIDEN κάποιοι. Δεν τον ένοιαξε και ποτέ, όμως, αυτό…

“Scan the horizon, the clouds take me higher, I shall return from out of the…” και “tears for remembrance and tears for joy, tears for somebody and this lonely boy” (“Remember Tomorrow”)… Δεν γνωρίζω αν θα γυρίσεις ποτέ από τη φωτιά, αυτό που ξέρω, όμως, είναι ότι εσύ ο ίδιος ήσουν η «φωτιά» και θα σε θυμόμαστε όλοι πάντα. Και εσένα, αλλά και το «αύριο» που θα μπορούσαμε να έχουμε όλοι μαζί σου. Το συγκεκριμένο τραγούδι από το πρώτο και ομώνυμο άλμπουμ των IRON MAIDEN ήταν και αυτό που αφιέρωνες σε κάθε live, στον αδικοχαμένο και αλησμόνητο ντράμερ και επιστήθιο φίλο σου, Clive Burr. Θα τζαμάρετε τώρα ξανά παρέα, όπως τότε, όπως παλιά…

Θυμάμαι που σου είχα πει, στη συνέντευξή μας στο Rock Hard (υπάρχει όλο το βίντεο στο YouTube), ότι το “Remember Tomorrow” και το “Strange World” είναι δύο ύμνοι της μουσικής που θα «πάρω μαζί μου», όταν φύγω κι εγώ από τη ζωή! Κάπου εδώ να μην παραλείψω να ευχαριστήσω τον Stjepan Juras που μας έφερε σε επαφή… Ότι μαζί με κάποια ακόμη αγαπημένα μου τραγούδια, θα παίξουν σίγουρα την ημέρα του τελευταίου μου «αντίο»! Και σε είχα «προσκαλέσει», μάλιστα, να είσαι κι εσύ «παρών», αν κι εφόσον… φύγω εγώ πρώτος (παρότι 23 χρόνια μικρότερος), για να τα τραγουδήσεις (ή σιγοτραγουδήσεις) για πάρτη μου, αλλά εσύ άρχισες να μου λες ότι δεν υπάρχει καμία τέτοια περίπτωση, πως εσύ θα φύγεις πρώτος από τη ζωή. Ούτε να το ήξερες ρε φίλε πως το τέλος πλησιάζει… Να που, τελικά, μου-μας την έκανες γρήγορα και αναπάντεχα. Σε θυμάμαι επίσης να μου λες για την κηδεία ενός δικού σου ανθρώπου, πριν από λίγα χρόνια, όπου και άκουσες να παίζει το “Sad but True” των METALLICA και το πόσο ένα τραγούδι μπορεί να αγγίξει τις ψυχές του κόσμου. Sad but True και εδώ, τώρα, με σένα αδερφάκι μου…

“Just sixteen, a pickup truck, out of money, out of luck, I’ve got nowhere to call my own, hit the gas, and here I go. I’m running free yeah, I’m running free” (“Running Free”)… Ο Paul έζησε τη ζωή του σαν Rock star. Δεν έχει σημασία το αν συμφωνούμε ή όχι, μαζί του εννοώ, όχι μεταξύ μας, αυτή είναι η πραγματικότητα. Και αυτές ήταν οι επιλογές του. Ποτέ δεν συμβιβάστηκε με κάτι που δεν ήταν “Paul”… Από τα πρώτα του χρόνια στους IRON MAIDEN μέχρι και την περασμένη Δευτέρα ζούσε μέσα στην τρέλα του σήμερα με την τρέλα που κουβαλούσε πάντοτε, με μπόλικες κατά καιρούς καταχρήσεις, δίχως να σκέφτεται σοβαρά την υγεία του (δηλαδή την πάρτη του). Έζησε μια ζωή εντέλει larger than life, αλλά για τα δικά του και μόνο δεδομένα, έτσι όπως μόνο αυτός τη γούσταρε. Και λογαριασμό δεν έδωσε σε κανέναν (αλήθεια, γιατί εγώ και ο καθένας μας να δίνει λογαριασμό στον κάθε πικρόχολο ή «περίεργο», που μπορεί να έχει πάντα κάτι να πει;).

Μόνος του λοιπόν και στα 66, όχι στα 16 όπως τραγουδούσε στο “Running Free”, ξεκίνησε να «τρέχει ελεύθερος και ελεύθερα» προς κάποιον άλλον καλύτερο, πιθανότατα, κόσμο. Κάπου εδώ θα ήθελα να πω ότι έτυχε να γνωρίσω τα τελευταία χρόνια αρκετούς Άγγλους στα δύο φαγάδικά μας στην Ακρόπολη, στο Gods’ Restaurant και στο Old School, αλλά και στα ταξίδια μου στην Αγγλία (όπως και στο “Cart and Horses”, στο περιθώριο του αγώνα της αγαπημένης του West Ham, με τον αγαπημένο μου Ολυμπιακό), τυχερούς τύπους, που είχαν παρακολουθήσει ζωντανά τους IRON MAIDEN με τον Paul στα φωνητικά στις Early Days της «Σιδηράς Παρθένου»! Πίσω στο μακρινό 1980 και 1981. Στο “Rainbow”, στο “Marquee”, στο “Cart and Horses” και σε όλες εκείνες τις pubs. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Dave, έναν μεγάλο Ροκενρολά, που μου έλεγε ότι όταν πρωτοάκουσε τους ΙΜ και ειδικά στο “Running Free”, θεώρησε ότι «αυτό είναι το… Rock ‘n’ Roll του μέλλοντος»! Ένας άλλος μου έλεγε για τις γυναίκες που ακολουθούσαν τον Paul μέχρι και στις τουαλέτες, λίγο πριν βγουν οι MAIDEN on stage και ότι προσπαθούσε ο Παυλάρας να περνάει καλά μαζί τους σε… χρόνο “DT”, για να προλάβει τους άλλους και φυσικά να μην τσαντίσει τον Steve!

Χάρη στον Paul, πιθανολογώ, γλίτωσα και τη… φασαρία ένα απόγευμα του 2023 στο “Cart and Horses” (The Birthplace of IRON MAIDEN), όταν και αποφάσισα να μπω για να ψωνίσω merchandise και να τραβήξω φωτογραφίες, φορώντας την εμφάνιση του Ολυμπιακού μόλις δύο ώρες πριν από το παιχνίδι της ομάδας μου με τη West Ham στο Olympic Stadium του Λονδίνου! Σε μία pub γεμάτη τρελαμένους (και ολίγον τι… πιωμένους) οπαδούς των Hammers! Το δικό του όνομα επικαλέστηκα στην πόρτα και την άτυπη ιδιότητά μου ως πρόεδρο του ελληνικού fan club του, για να μου «επιτραπεί» να μπω και να… σουλατσάρω στο μαγαζί του πάντα κακόφημου και άγριου East End! Θυμάμαι τη χαρά του, όταν του έστειλα φωτογραφίες με εμένα στην αγαπημένη του pub, όπως και τη δεκτικότητά του, όταν του ζήτησα να κάνουμε μία συνέντευξη για την εφημερίδα στην οποία είμαι συντάκτης, τον «Κόκκινο Πρωταθλητή», μιλώντας κυρίως για ποδόσφαιρο και τα ματς του Europa League μεταξύ της West Ham και του Ολυμπιακού. «Να περάσουν μαζί η West Ham και ο Ολυμπιακός», μου έλεγε, περιγράφοντάς μου όλες τις φορές που μιλούσε (και το έκανε συχνά) με τον Steve Harris για τα αγαπημένα τους «Σφυριά», ενώ δεν ξεχνάω και την ικανοποίησή του, όταν του έστειλα για δώρο το κασκόλ του αγώνα στον Πειραιά, με τα σήματα και των δύο ομάδων. Hooligan ήταν ο Paul και τρέλα μεγάλη κουβαλούσε για τη West Ham. Γι’ αυτό και η αγγλική ομάδα (η ομάδα του) τον αποχαιρέτησε «κατάλληλα» λίγες ώρες μετά από την τραγική είδηση του χαμού του…

“Keep your distance, walk away, don’t take his bait, don’t you stray, don’t fade away” (“Phantom of the Opera”)… Αν υπάρχει ένα τραγούδι σήμα-κατατεθέν της πρώτης εποχής των IRON MAIDEN, αλλά και γενικά της μπάντας (συγχωρέστε με οι οπαδοί του άλλου, του μετέπειτα ύμνου, του “Hallowed be thy Name”) αυτό είναι το «Φάντασμα της Όπερας»! Και ο Paul Di’Anno ήταν και θα είναι για πάντα η θρυλική φωνή, που ερμηνεύει τον τεράστιο αυτό ύμνο. Ένα τραγούδι που θα έβαζα ν’ ακούσει κάθε παιδί, προκειμένου να «μυηθεί» στη μουσική τους. Από το μοναδικό άλμπουμ τους, κατά την ταπεινή μου γνώμη, το πρώτο και ομώνυμο, το IRON MAIDEN, που είναι 100% δεκάρι (10/10), που δεν έχει ούτε υποψία filler…

Είχα αναφέρει και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις μου με τον Παυλάρα ότι το συγκεκριμένο άλμπουμ και όλα εκείνα τα “Prowler”, “Phantom…”, “Running Free” & “Remember Tomorrow” είχαν σταθεί η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης για εκατοντάδες μπάντες, μεταξύ των οποίων και της τιτανοτεράστιας από τις ΗΠΑ, της διασημότερης όλων, των METALLICA! Πόσες και πόσες φορές δεν έχει αποθεώσει τους IRON MAIDEN της πρώτης εποχής, αλλά και τον ίδιο τον Di’Anno, ο frontman των METALLICA, James Hetfield, αλλά και ο ντράμερ και αρχηγός τους, Lars Ulrich (όχι ένα, αλλά δύο ποσταρίσματα έκαναν οι METALLICA μετά από την τραγική είδηση του χαμού του – πάντα ακομπλεξάριστοι και τυπάρες, οι Αμερικανοί…).

Ο James είχε τον Παύλο μέσα στους 5 καλύτερους ή πιο αγαπημένους του τραγουδιστές ever! Τα αισθήματα ήταν, πάντως, αμοιβαία. Ο Paul χαιρόταν κάθε φορά που του το έλεγα αυτό, εκτιμούσε απεριόριστα τους METALLICA και τον Hetfield (παρόλο που άργησε κάπως να «μπει» στον κόσμο της μουσικής τους – στα χρόνια της δικής του νιότης δεν τους έδινε και ιδιαίτερη σημασία, ήταν άλλα τα ακούσματά του…), του άρεσε πολύ η διασκευή που είχαν κάνει στο “Remember Tomorrow” (πάντα με τον δικό τους “METALLICA τρόπο”!), σε αντίθεση με άλλες διασκευές κομματιών από τις Early Days, που έχουν κάνει συγκροτήματα σαν τους GHOST (το “Phantom of the Opera”), που… σιχαινόταν, ενώ είχε να λέει και ότι τραγούδια σαν τα Nothing Else Matters & Unforgiven θα ακούγονται όσα χρόνια κι αν περάσουν, απ’ όλο τον κόσμο. «Γιατί είχαν και κάτι να “πουν”, όχι επειδή ήταν απλά ωραία. Γιατί μπορούσαν να εμπνεύσουν και να μιλήσουν στην καρδιά των ανθρώπων. Δεν θα μπορούσε να κάνει το ίδιο και το… “Jump” από VAN HALEN, για παράδειγμα! Τι να κάνει, δηλαδή, ο κόσμος; Να πηδάει;», έλεγε χαρακτηριστικά με το φλεγματικό αγγλικό του χιούμορ και ξεσπούσε στα γέλια.

“The only place where you can dream, living here is not what it seems” και “Here I am, I’m not really there, smiling faces ever so rare. Let’s walk in deepest space, living here just isn’t the place”, αλλά και “When I cry there isn’t a sound. All my feelings cannot be held, I’m happy in my new strange world” (“Strange World”)… Τι να πρωτοπεί κανείς γι’ αυτό το κομμάτι; Ένα από τα πιο αγαπημένα μου ever. Ρώτησα και τον παλιόφιλο του Paul και κιθαρίστα στο πρώτο άλμπουμ των IRON MAIDEN, τον Dennis Stratton, γιατί αυτό το έπος δεν παίχτηκε ποτέ τα τελευταία… 150.000 χρόνια live από τους IRON MAIDEN! Ο Paul ήταν πιο punky τύπος και μπορεί να το αγαπούσε λιγότερο από τον Dennis, ο οποίος ήταν ένας πιο κλασικός ροκάς της εποχής του (και μέχρι σήμερα). «Ο Steve και ο Rod θεωρούσαν ότι το Strange World “ρίχνει” τους φανς και ήθελαν η μπάντα να τους έχει μόνιμα up, παίζοντας όλα τα πιο ξεσηκωτικά, γρήγορα και δυνατά κομμάτια», μου έχει πει ο Stratton, η σχέση του οποίου με τον Paul πέρασε από χίλια μύρια κύματα όλα αυτά τα χρόνια…

Η πρώτη φορά που είπα στον Paul πόσο αγαπώ το συγκεκριμένο τραγούδι, οι στίχοι του οποίου νομίζω ότι… ταιριάζουν τόσο πολύ σήμερα στον ίδιο και στον τρόπο με τον οποίο έζησε τα τελευταία χρόνια και έφυγε μόλις πριν από λίγες ώρες, ήταν όταν του πήγα φαγητά στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 2022. Λίγο πριν από το απίστευτο διπλό live που έδωσε με τον τιτάνα Gus G στο Gagarin. Είχα γεμίσει τρεις τσάντες με φαγητά από το μαγαζί μας, μέσα στις οποίες είχα φυσικά έναν μουσακά, 2-3 μπακλαβάδες και κάμποσες μπύρες… Του ετοίμασα ολόκληρο μενού και για τις δύο μέρες! Είχε να το λέει για τη φιλοξενία των Ελλήνων. Την επόμενη χρονιά, το 2023, που ήρθε ξανά για live σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη μου ζήτησε από μόνος του «εκείνο το μουσακά που μου είχες φέρει και το γλυκό», αναφερόμενος στον μπακλαβά, ενώ ανά τακτά χρονικά διαστήματα έκανε like σε φωτογραφίες και περιγραφές πιάτων που ανέβαζα από το εστιατόριό μας ή μου έστελνε μηνύματα…

Τον κρατούσα κι εγώ, βέβαια, «ζεστό» και κάθε φορά που η μητέρα μου μαγείρευε κάτι σπέσιαλ, του έστελνα φωτό για να τον κάνω να αισθάνεται τη ζεστασιά ενός σπιτιού. Πόσω δε μάλλον ενός ελληνικού σπιτιού, με την Ελληνίδα μάνα από πάνω… Η μεγάλη αλήθεια είναι ότι πουθενά δεν αισθανόταν τόσο άνετα, οικεία και ωραία, όσο στην Ελλάδα και ειδικά στο σπίτι του αδερφού του, Ηλία Αραβίδη, με τη μητέρα του Ηλία και όλη την αγάπη που έπαιρνε -και ένιωθε- σε Θεσσαλονίκη και Καλαμαριά. Το είχε δηλώσει, εξάλλου, ότι μια μέρα θα ήθελε να ζήσει για πάντα εκεί, κοντά στο φίλο του, αλλά ίσως περίμενε, ιδανικά, να ξεφορτωθεί πρώτα το καροτσάκι, για να μπορέσει και πάλι να σταθεί στα πόδια του. Τελικά, ούτε από το καροτσάκι κατάφερε να σηκωθεί (ήταν και λίγο… τεμπελάκος, για να κάνει σταθερά όλες αυτές τις φυσικοθεραπείες που χρειαζόταν, προκειμένου να περπατήσει ξανά), ούτε και να… ζήσει πρόλαβε! Μας πρόλαβε όλους ο χρόνος, Παυλάρα μου, αυτός που «τρώει» τα παιδιά του…

“Well, Charlotte, you left me alone in there” (“Charlotte the Harlot”)… Δεν ξέρω αν τον άφησε ποτέ καμία Σάρλοτ, ο ίδιος θα άφησε πολλές, πάντως, στα νιάτα του! Μιλάμε για έναν παιδαρά, μία τυπάρα και φωνάρα, έναν Rock star που θα μπορούσε να έχει όλο τον κόσμο στα πόδια του. Τον τύπο που κατάφερε κάποτε να ενώσει πάνκηδες, μεταλλάδες και κάθε λογής αντισυμβατικό και χουλιγκανίστικο στοιχείο στις pubs του Λονδίνου (και όλης της Αγγλίας) με τη μορφάρα του, το performing του και φυσικά τις απίστευτες συνθέσεις των IRON MAIDEN. Θα μείνει στην ιστορία και στη μνήμη του κόσμου για τα πάντα του. Ακόμη και στυλιστικά! Για το γαμάτο δερμάτινο με τα καρφιά στα χέρια, για το κοντύτερο και πιο punky, σε σχέση με όλους τους άλλους Ροκάδες και Μεταλλάδες, μαλλί του, για όλα.

“Oh well, wherever, wherever you are, IRON MAIDEN’s gonna get you no matter how far” (“Iron Maiden”)… Όπου κι αν βρίσκεσαι τώρα Paul, όσο μακριά κι αν είσαι (με τη μανούλα σου θα είσαι τώρα και με τον καλό σου φίλο, Clive), είναι δεδομένο ότι η «Σιδηρά Παρθένα» θα σε βρει και θα σε πάρει ξανά στην αγκαλιά της… Έτσι όπως πήγαν τα πράγματα, δεν προλάβαμε να δούμε-ν’ ακούσουμε και ένα από τα όνειρα όλων μας να γίνεται πραγματικότητα, να σας απολαύσουμε όλους μαζί ξανά on stage, πρώην και νυν μέλη των IRON MAIDEN, σ’ ένα live που θα άφηνε κυριολεκτικά εποχή…

Ούτε και προλάβαμε να μάθουμε, τελικά, αν είχες προβάρει ποτέ το “The Number of the Beast” (και μερικά ακόμη τραγούδια του τρίτου κατά σειρά άλμπουμ των IRON MAIDEN) προτού αποχωρήσεις από την μπάντα, για να πάρει τη θέση σου ο Dickinson! Σε… εσωτερικό «πηγαδάκι», πάντως, το είχες πει κάποτε, λέγοντας μάλιστα ότι έχεις κάπου κρατημένο και demo! Δεν θα μάθουμε ποτέ -το πιο πιθανό- αν είναι αλήθεια, αλλά ρε Παυλάρα θα ταίριαζε πολύ η φωνή σου ακόμη και στον «αριθμό του θηρίου». Πάντα σου άρεσε και το παρατσούκλι “The Beast”, όπως και τα εξάρια. Και, τελικά, έφυγες στα 66!

“‘Cause I’m a wrathchild, well I’m a wrathchild, yeah, I’m a wrathchild, I’m coming to get you ooh, yeah, yeah” (“Wrathchild”)… Ο Παυλάρας ήταν ένα «μεγάλο παιδί». Θυμάμαι μία στιγμή στο δωμάτιο του, μετά από το live in Athens το 2023, όπου έτσι απλά και έτσι ξαφνικά νευρίασε, γιατί ήθελε να βγάλει τα παπούτσια του και ο Κροάτης μάνατζέρ του, Stjepan Juras, ήταν… απασχολημένος (μιλούσε με κάποιον). Άρχισε, λοιπόν, τα… καντήλια, τα γνωστά και συνηθισμένα για τους Άγγλους “for f**k’s sake”. Τελικά τον βοήθησα εγώ, του έβγαλα τα παπούτσια, αφού ο Stjepan ήταν στα… χαμένα! Τότε μπήκε στο δωμάτιο ο Ηλίας (Αραβίδης), ο οποίος έτρεχε για όλους και για όλα και πάνω απ’ όλα για τον Παυλάρα. Μόλις τον είδε ο Paul, γλύκανε ξαφνικά! Λογικό, αφού η σχέση που είχαν οι δυο τους ήταν αδερφική, ο Παυλάρας ήταν οικογένεια για τον Ηλία και το ήξερε και ο ίδιος καλά. Με το που τον κοίταξε ο Ηλίας, ο Paul άρχισε τα… γλυκά ματάκια και τα νάζια. «Το ξέρω ότι δεν μ’ αγαπάς! Μ’ αγαπάς; Εγώ σ’ αγαπώ πολύ», άρχισε να του λέει για πλάκα ο Paul, για να ξεσπάσουν γρήγορα στα γέλια και ν’ αρχίσουν τις ατάκες από το αγαπημένο τους φιλμ “Borat”… Τι ωραίο ντουετάκι που ήταν πάντα οι δυο τους. Μπορώ μόνο να φανταστώ τον εσωτερικό κόσμο του Ηλία τούτες τις ώρες. Δεν μπορώ ούτε στο ένα εκατομμυριοστό να τον νιώσω, γιατί πραγματικά ήταν οικογένεια για εκείνον ο Paul…

Το “Wrathchild”, πάντως, ένα πραγματικό έπος των πρώιμων IRON MAIDEN «βάφτισε» και το φαν κλαμπ μας, την ελληνική παρέα και «οικογένειά» του. Ένιωσα απίστευτη χαρά, μάλιστα, όταν η κομματάρα αυτή παίχτηκε -αντί του κλασικού και πολυφορεμένου “Trooper”- στο γήπεδο Καραϊσκάκης, σε αρκετά ματς του ποδοσφαιρικού Ολυμπιακού! Λίγο πριν από το “Hell’s Bells” των AC/DC και το “Enter Sandman” των METALLICA, τα οποία παίζουν συνήθως πριν μπουν οι ερυθρόλευκοι στον αγωνιστικό χώρο. Είχε χαρεί και ο Paul, όταν του έστειλα σχετικό βίντεο με τους ποδοσφαιριστές να προθερμαίνονται υπό τους ήχους του “Wrathchild”…

“Am I ever gonna be free? It took so long and I’m getting so tired” (“Murders in the Rue Morgue”)… Κουράστηκε πολύ, η αλήθεια είναι, ο Paul. Λόγω των κινητικών του προβλημάτων δεν μπορούσε να βγει μόνος του (χωρίς συνοδό) για μία μπύρα (ή για μία τεκίλα), να πάει στο γήπεδο να δει την αγαπημένη του West Ham, να ταξιδέψει στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, σε έναν άλλον Έλληνα κολλητό του, τον Άλεξ, ούτε φυσικά να βρεθεί κοντά σε όλους τους συγγενείς και φίλους του ή να ζήσει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη, όπως και το ονειρευόταν! Περνούσε τις ώρες του βλέποντας ταινίες και σερφάροντας στο διαδίκτυο. Είχε τρέλα με όλα τις old school σειρές και ταινίες, του θύμιζαν προφανώς τα παιδικοεφηβικά του χρόνια. Με σειρές σαν το Scooby-Doo γινόταν και πάλι παιδί…

“As I lay here, lying on my bed, sweet voices come into my head. Oh, what it is? I wanna know. Please, won’t you tell me, it’s got to go. There’s a feeling that’s inside me, telling me to get away. But I’m so tired of living, I might as well end today” (“Another Life”)… Ο στίχος τα λέει όλα. Δεν χρειάζεται να επεκταθώ. Θα πω μόνο ότι όταν οι οπαδοί του μιλούσαν για τραγούδια σαν το “Another Life”, το “Innocent Exile”, το “Purgatory”, το “Sanctuary” και το “Prodigal Son” πάντα χαιρόταν, αλλά επειδή ήθελε να το παίξει σεμνός ή ντροπαλός, πάντα με το punky attitude του, άρχιζε να… «γαβγίζει» λέγοντας ότι πρόκειται για… προϊστορικά χρόνια και για «άλλες» εποχές. Δίκιο είχε, αλλά τα τραγούδια αυτά σημάδεψαν πολλούς, γενιές ολόκληρες και αποτέλεσαν έμπνευση για χιλιάδες μουσικούς. Χαιρόταν όταν άκουγε ιστορίες και βιώματα ανθρώπων που είχαν να κάνουν με τη μουσική του, ειδικά αν αυτά αφορούσαν και στη σόλο καριέρα του… Θυμάμαι το φιλαράκι μου, τον Βαγγέλη, να του λέει για τον «αγώνα» που έκανε, πιτσιρικάς τότε, στο Τορόντο του Καναδά όπου και ζούσε, για να βρει και να αγοράσει τα πρώτα δύο βινύλια των MAIDEN. Ή την πρώτη πρώτη φορά που άκουσε στο σπίτι του ξάδερφού του το “Iron Maiden”, με το “Prowler” να του αλλάζει όλη την κοσμοθεωρία γύρω από τη μουσική και να τον κάνει να ασχοληθεί εντατικά με την κιθάρα και τις συνθέσεις, δημιουργώντας τη δική του μπάντα, χρόνια μετά, τους Hyperion HC, όταν και γύρισε στην Ελλάδα…

“My life is so empty, nothing to live for” (“Innocent Exile”)… Μια από τα ίδια. Θυμάμαι τα πάρτυ που διοργάνωνα στο μαγαζάκι μου στον Άλιμο, στη Hero Street, με λίστες γεμάτες από Di’Anno, όπως και το απόγευμα με τα φιλαράκια μου στο Old School στην Ακρόπολη, λίγο πριν φύγουμε για το Gagarin το 2022, με τους πελάτες (ξένοι οι περισσότεροι) να μας κοιτάζουν λες και είμαστε… εξωγήινοι ή τέλος πάντων βγαλμένοι από μια «άλλη» εποχή. Η αλήθεια αυτή ήταν. Ήμασταν βγαλμένοι από μια άλλη εποχή, αυτή της αθωότητας των δικών μας παιδικών χρόνων και ταυτόχρονα της «ρεμπελιάς» του Παυλάρα και της «δίψας» που είχαν εκείνοι οι MAIDEN για να κατακτήσουν τον κόσμο, και δεν δίναμε καμία, μα καμία σημασία. Δεν είναι μόνο το πότε γνωρίζεις έναν καλλιτέχνη ή ένα συγκρότημα, αλλά το τι μπορεί να σημαίνει για σένα, το πόσο δένεσαι μαζί του(ς) και φυσικά οι αναμνήσεις και τα συναισθήματα που σου ξυπνά. Και με τον Χριστιανισμό μπορεί να έχει κάποιος πάθος ή με τον Σωκράτη και τη φιλοσοφία του ή ένα σημερινό παιδί να ακούει Elvis & BEATLES (θα του το… απαγορεύσουμε, δηλαδή;!), αυτό δεν σημαίνει ότι αυτός ο «κάποιος» έζησε στα χρόνια του Χριστού, την εποχή του Σωκράτη, ότι γνώρισε από κοντά τον Elvis και τον John ή ότι ήπιε ένα ουισκάκι μαζί τους…

“Scream for mercy, he laughs as he’s watching you bleed, killer behind you, my blood lust defies all my needs. Ooh look out, I’m coming for you” (“Killers”)… Ο ύμνος των ύμνων! Το απόλυτο ΝτιΑννικό κομμάτι, ένα τραγούδι που κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να πει σαν και αυτόν! Θυμάμαι ότι πριν απ’ όλα τα live της Αθήνας αγόραζα πάντα παραπάνω εισιτήρια, για να μπορώ να εξυπηρετήσω και 4-5 φίλους ή να βοηθήσω κάποιον που μπορεί να τρέχει την τελευταία στιγμή για να βρει και να μην μπορεί. Ακόμη και για να χαρίσω ένα μαγικό χαρτάκι σε κάποιον, που δεν θα μπορούσε να διαθέσει 20-22€ (για οικονομικούς λόγους), προκειμένου να μη χάσει την ευκαιρία να δει τον Paul από κοντά!

Ήρθε λοιπόν και μου θύμισε ένα παλικάρι, ο Σταμάτης, τι είχαμε πει ένα απόγευμα, λίγες ώρες πριν από το live. Τον ρώτησα αν θα είναι μετά από λίγες ώρες στο κάγκελο, μαζί μας. Μου είπε ότι θα το ήθελε πολύ, αλλά πως δεν μπορούσε! Του προσέφερα ένα από τα αγορασμένα μου εισιτήρια και του είπα να έρθει, γιατί… «ρε Σταμάτη, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες με τους οποίους μεγαλώσαμε και τους οποίους αγαπήσαμε, σήμερα είναι και αύριο δεν είναι… Πώς ξέρεις ότι θα έχεις και πάλι την ευκαιρία να τον δεις από κοντά;». Ο Σταμάτης δέχτηκε το δώρο μου και ήρθε και μας βρήκε μπροστά, στα δύο μέτρα απόσταση από τον Paul. Με συνάντησε επί τούτου την περασμένη Τρίτη, μου έδωσε το χέρι του και μου είπε «ευχαριστώ», γιατί… «είδες; Είχες δίκιο ρε Νικ, σήμερα είναι και αύριο δεν είναι. Πόσο ωραία είχαμε περάσει και πόσο θα το είχα μετανιώσει, αν δεν είχα έρθει τελικά;».

Όσο γράφω, θυμάμαι κι άλλα, πολλά περισσότερα. Όπως ότι όσο τυχερός ήταν ο Σταμάτης, τόσο άτυχος στάθηκε ο κουμπάρος μου, ο Γιάννης. Γιατί ενώ αγόρασε κανονικά το εισιτήριό του για το περυσινό live του Paul, χρειάστηκε να… φύγει εσπευσμένα από το Gagarin, επειδή αρρώστησε ξαφνικά το βράδυ ο Θησέας (ο μικρός γιος του) και ανησύχησε η μαμά (η σύζυγός του και κουμπάρα μου, Χριστίνα)! Δεν ήταν τίποτα, τελικά, όλα καλά με το παιδί, ο Γιάννης, όμως (μένει και μακριά) είδε τους ELECTRIC GYPSY και τους NOTURNALL και όχι τον Di’Anno!

“I’ve got these fears inside that bring me to my knees. Oh, help me Lamia or I’m sure I’ll die, oh please” (“Prodigal Son”)… Έχουν περάσει μόλις λίγες ώρες από το θάνατο του Paul και ήδη βλέπουμε στα social media να γίνεται σε κάποια γκρουπ «μάχη» για το τι προσέφερε στους IRON MAIDEN, για το ποιος ήταν καλύτερος, ο Paul ή ο Bruce, όπως και μία άκομψη εμπορευματοποίηση με την απώλειά του… Άλλος «τρέχει» να πουλήσει το βιβλίο του, ενώ μικρομάγαζα και διάφοροι τύποι απ’ όλο τον κόσμο προωθούν και προσπαθούν να πουλήσουν μπλουζάκια με στάμπες του!

Νομίζω ότι υπάρχει και πάντα θα υπάρχει καλύτερος τρόπος για να πεις το τελευταίο «αντίο» σε έναν άνθρωπο που αγαπάς ή έστω απλά εκτιμάς, σε έναν καλλιτέχνη που σε βοήθησε με πλείστους τρόπους (είτε κέρδισες κάτι από αυτόν απλά ως οπαδός, είτε ως συνεργάτης)… Ο Bruce Dickinson, πάντως, τον τίμησε δεόντως στο live των IRON MAIDEN στο Saint Paul της Minneapolis (στις ΗΠΑ) στις 22/10, λίγες ώρες μετά από το χαμό του Paul. Και τι τραγική ειρωνεία… Να παίζουν οι MAIDEN σε μία πόλη που λέγεται «Άγιος Παύλος», λίγες ώρες μετά από το θάνατο του Παυλάρα! Ο Steve Harris και οι IRON MAIDEN, οι METALLICA, οι ANTHRAX, ο Blaze Bayley, ο Dennis Stratton, ο Luke Appleton των ABSOLVA, ο Michael Wilton των QUEENSRŸCHE και ένα σορό ακόμη διάσημοι μουσικοί τίμησαν τον Paul με τα ποσταρίσματά τους, αλλά τα λόγια του Bruce Dickinson, η μικρή σιγή που ζήτησε από τους χιλιάδες φανς να κάνουν, λέγοντάς τους να κλείσουν τα μάτια και να πουν μέσα τους “thanks Boss for doing what you did” και η κραυγή που τους ζήτησε αμέσως μετά να βγάλουν, η τόσο δυνατή για να μπορέσει να τους ακούσει όπου κι αν βρίσκεται ο Paul, ήταν απίστευτα συγκινητικά!

“Please, take me away, take me away, so far away” (“Purgatory”)… Πριν από λίγες μέρες είπα του Paul ότι θα έχουμε τη χαρά να φιλοξενήσουμε και πάλι στη χώρα μας τον Blaze Bayley με τους Absolva, στο δικό του IRON MAIDEN Anniversary και ότι θα γούσταρα πολύ την επόμενη φορά (και πολύς κόσμος ακόμη) να τους έβλεπα παρέα on stage να ερμηνεύουν τραγούδια τους από τους MAIDEN, αλλά και από τη σόλο καριέρα τους. Μου απάντησε καταφατικά, δεν ήταν κάτι στο οποίο θα έλεγε όχι. Δεν πρόλαβε, κανείς μας δεν πρόλαβε…

Μου έκανε πολύ θετική εντύπωση, πάντως, που μόνος του προθυμοποιήθηκε να κάνει κάποιο live, τα έσοδα του οποίου θα ήθελε να πάνε στον Blaze, όταν έμαθε ότι ο πρώην τραγουδιστής των IRON MAIDEN υπέστη καρδιακό επεισόδιο και χρειάστηκε να υποβληθεί σε τετραπλό bypass! Το έγραψε ο ίδιος ο Paul στον τοίχο του στο φαν κλαμπ μας, ζητώντας από τον Κροάτη μάνατζέρ του, Stjepan Juras, να το κανονίσει. Έχω την εντύπωση ότι δεν έγινε ποτέ, αλλά δεν φταίει ο Paul γι’ αυτό. Ο Παυλάρας είχε καρδιά μικρού παιδιού, αλλά πολύ καλού παιδιού…

“Feels so good, think it’s gonna be a new day. I’m gonna get my song ‘til I can’t go on” (“Drifter”)… Κρίμα και πάλι κρίμα. Γιατί αυτή η μέρα που τον βρήκε ήταν όντως μία «νέα» μέρα, αλλά για έναν άλλον κόσμο, όχι για μία ακόμη μουσική σκηνή, για κάποιο live του. Και ο Paul αυτό που πάντα επιθυμούσε ήταν να τραγουδάει και να παίζει live μέχρι την τελευταία του στιγμή. Να «φύγει» on stage, είχε πει χαρακτηριστικά. Και δεν χαριτολογούσε. Ο Παυλάρας είχε δώσει αμέτρητα live και από αυτά ζούσε. Όχι μόνο οικονομικά, αλλά κυρίως ψυχικά… Αυτό τον έκανε να αισθάνεται καλύτερα. Ενεργός και «ζωντανός». Κρίμα και πάλι κρίμα, που δεν κατάφερε έστω να «φύγει» επί σκηνής, όπως εκείνος θα ήθελε. No matter αν θα έφτανε τα 67 ή τα 167!

“So give me sanctuary from the law, and love me tonight, tonight” (“Sanctuary”)… Αυτό που δεν μπορούσε να καταλάβει τότε ο Παυλάρας, όταν τραγουδούσε το Sanctuary, όπως δεν το καταλαβαίνουν και όλοι οι αγαπημένοι μας καλλιτέχνες και οι μπάντες με τις οποίες μεγαλώσαμε, τη στιγμή που γράφουν ιστορία, είναι ότι δεν θα τους αγαπάμε μόνο για… απόψε, μόνο σήμερα, αλλά παντοτινά.

Ο Paul για μένα θα είναι πάντοτε μία από τις πιο αγαπημένες μου φωνές μαζί με τους επίσης αλησμόνητους Chris Cornell και Bon Scott, που αμφότερους είχε εκθειάσει στα ποσταρίσματά μας στο Greek Fan Club του στο Facebook. Δεν είχε πρόβλημα να πει καλό (όπως και «κακό») λόγο για κανέναν. Ήταν αυθεντικός και τις περισσότερες φορές παρορμητικός, γι’ αυτό μπορούσε να γίνει και παρεξηγήσιμος. Δεν βοηθούσαν συνήθως (εκτός Αγγλίας) και τα… “βρετανικότατα” αγγλικά του και οι εκφράσεις που πολλοί Λονδρέζοι και δη Cockneys χρησιμοποιούν και χρησιμοποιούσε…

Ένα fan club, λοιπόν, που δημιούργησα προ διετίας και για τον ίδιο τον Paul, για να έχει πάντα μία έστω και διαδικτυακή παρέα, να παίρνει αγάπη, δύναμη και θετική ενέργεια. Η οποία και θα συνεχίσει φυσικά να υφίσταται. Δεν κλείνει η ομάδα, όπως δεν θα κλείσει ποτέ για εμάς το κεφάλαιο Paul Andrews, δηλαδή ο πολυαγαπημένος μας Paul Di’Anno. Είτε μιλάμε για τους IRON MAIDEN, είτε αναφερόμαστε στους BATTLEZONE, στους KILLERS, στους GOGMAGOG, είτε πιάνουμε κουβέντα για Heavy Metal, Rock ‘n’ Roll, Punk, ακόμη και για AOR!

Το μοναδικό «κεφάλαιο» που έκλεισε, για εμάς εδώ, τουλάχιστον, είναι η επιστροφή του Παυλάρα μας για κάποιο νέο live στην Αθήνα (και γενικά στην Ελλάδα). Ήταν δεδομένο πως ο Paul θα επέστρεφε σύντομα, για να ερμηνεύσει τραγούδια και από τη σόλο καριέρα του, όπως τα αγαπημένα “Children of Madness” & “The Living Dead”… Και ήταν δεδομένο πως θα περνούσε και εκείνος, αλλά και εμείς υπέροχα. No matter αν θα είχε το club 50 ή 2000 άτομα!

Ο Παυλάρας θα ήταν, όπως πάντα, εδώ και θα καθόταν μετά από το live με τις ώρες, όσο αργά και να πήγαινε η φάση, να απολαμβάνει το ποτό του υπογράφοντας αυτόγραφα και βγάζοντας φωτογραφίες με τους φανς… Και εγώ θα ετοιμαζόμουν να παραλάβω τις κούτες με το merch του από τον Stjepan, να ετοιμάσω τα φαγητά (μουσακά και μπακλαβά, πάντα) για τον Paul, να πιω μια καφεδάρα με τον Ηλία τον Αραβίδη στο Old School, να γράψω κάτι στο Rock Hard και στον «Πρωταθλητή», να «ψήσω» τον Dj του Καραϊσκάκης ή του ΣΕΦ να παίξει το “Killers” ή το “Wrathchild” και, κυρίως, να μαζευτούμε η παλιοπαρέα (τρελοπαρέα)…

Περιμένοντας τον Γιώργο τον Τούρτουλα να πάρει άδεια και να έρθει από την Καρδίτσα ντυμένος all over IRON MAIDEN, τον Γιώργο τον Τζανιδάκη να «κανονίσει» να είναι εδώ πριν φύγει για χειμερινή δουλειά στις γαλλικές Άλπεις, τον Βαγγέλη τον Δαμουλιάνο να ζεστάνει το Pontiac Firebird, για να έρθει τελικά με το… Nissan Cherry, τον Γιώργο τον Τσακούμη να σκάσει -κλασικά- με φούτερ Blaze Bayley, τους φίλους με τις Harley Davidson να ετοιμαστούν για συνοδεία και τον Νικήτα τον «Χοντάκια» και… «Μπρουσάκια», να μαζέψει δυνάμεις για να αντέξει τα πειράγματα που θα του κάναμε, όπως πάντα, για τους Di’Anno & Dickinson σε κάποιο 24ωρο φαγάδικο μετά από το τέλος του live! Δεν θα ξαναγίνουν, λοιπόν, όλα αυτά, τουλάχιστον όχι στο περιθώριο κάποιου live του Paul…

Θα ανταμώσουμε, όμως, ξανά. Με την παρέα και όλους αυτούς σίγουρα και σύντομα κιόλας. Με τον Παυλάρα ελπίζω αργά, πολύ αργά (θα ήθελα να έχω πολλά χρόνια ζωής ακόμα), αλλά είναι δεδομένο ότι κάποια στιγμή, no matter αν είναι κάποιος πλούσιος ή φτωχός, αν είναι… ΝτιΑννικός ή… Μπρουσικός, West Ham ή Millwall (θα με «σκότωνε» τώρα ο Paul, αν κι εγώ είμαι Manchester United fan – κάπου εδώ θα γελούσε σήμερα), Μεταλλάς ή Ροκάς, όλοι στο ίδιο «μέρος» θα πάμε… Αν υπάρχει κάτι, λοιπόν, μετά, τότε σε αυτό το «κάτι» ο Paul Di’Anno σίγουρα θα «ροκάρει» και θα δίνει τα δικά του live. Και αυτά θα είναι κυριολεκτικά live after death… Until we meet again, Paul. Rest in Peace brother and keep the fire burning!

Σ’ ευχαριστώ Σάκη Φράγκο και κυρίως εσένα, Ηλία Αραβίδη, για όλες αυτές τις στιγμές με τον αδερφό σου, τον αγαπημένο σου-μας Paul. Κουράγιο και δύναμη στην οικογένειά του, σε εσένα και σε όλους τους δικούς σου, που ήταν και τόσο δικοί του…

LOVE & RESPECT PAUL DI’ANNO

Νίκος Φάλιας

 

target=" target="_blank"> a

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here