Είναι πολλές οι φορές που σκέφτομαι τι πραγματικά θέλω πια από ένα «μεγάλο» συγκρότημα. Για εμένα, τα πλήρως αναγνωρισμένα σχήματα επιβάλλεται να είναι ο φάρος που θα καθοδηγεί τις νεότερες γενιές. Έτσι, θεωρώ «υποχρέωση» τους να γράφουν και να προσφέρουν τραγούδια που στο 70% και βάλε της συνολικής διάρκειας ενός δίσκου να είναι καλά.
Δυστυχώς, κάποια σχήματα δεν ακολουθούν τα παραπάνω και κυκλοφορούν άλμπουμ που απλά διατηρούν το όνομα τους «ζεστό» στη σκηνή, έχοντας χλιαρές, σε σύνολο, δουλειές. Άλλη μια αφορμή για τα παραπάνω, αποτέλεσε η είδηση της νέας δουλειάς των RUNNING WILD, ενός εκ των πιο πρωτοποριακών συγκροτημάτων στην ιστορία του heavy metal.
Τα τελευταία χρόνια όμως «δε μας τα λένε καλά», αφού το τελευταίο άλμπουμ που από την αρχή μέχρι το τέλος είναι 100% RUNNING WILD μας έρχεται από το «μακρινό» 1998, όταν και κυκλοφόρησε το “Rivarly”. Από τότε μέχρι και τις μέρες μας, ότι έχει δει το φως της δημοσιότητας, χρησιμοποιώντας ποδοσφαιρικούς όρους, έχει μόνο καλές μονάδες και ουχί σύνολο. Αποκορύφωμα ήταν το “Shadowmaker” του 2012, ένα άλμπουμ που προσβάλει και τον συνθέτη Rock’n’Rolf, ιθύνοντα νου του σχήματος, αλλά και την ιστορία της μπάντας. 3 χρόνια πριν, το “Resilient” χάρισε κάποια χαμόγελα στους οπαδούς, οπότε όλοι ανέμεναν με αγωνία –και για να χαρούν αλλά και για να τον «στήσουν στον τοίχο»- το επόμενο βήμα.
Ευτυχώς, αυτό το βήμα, με την ονομασία “Rapid Foray”, μόνο ωραίες στιγμές θα προσφέρει στον ακροατή. Οι πρώτες συνθέσεις, “Black Skies Red Flag” και “Warmongers”, γυρίζουν το ρολόι συνειρμικά πίσω στα ένδοξα χρόνια που το σχήμα ήταν βασιλιάς στο είδος του, με δίσκους όπως τα “Port Royal”(1988) και “Death Or Glory”(1989). Ένας καχύποπτος –όπως πολλές φορές ο γραφών- θα σκεφτεί: “Έλα μωρέ, έγραψε δυο καλά τραγούδια, τα έβαλε στην αρχή και το υπόλοιπο άλμπουμ θα κυλήσει όπως η τριάδα των κυκλοφοριών της πενταετίας 2000-2005, ‘Victory’, ‘The Brotherhood’ και ‘Rogues En Vogue’”. Ο κος Rock’n’Rolf όμως, έχει άλλη γνώμη και παρουσιάζει τραγούδια που επιτέλους κάνουν ένα πολύ καλό συνολικά δίσκο RUNNING WILD, που έλειπε από κάθε οπαδό. Ίσως κάποιοι από εσάς θα έχετε ήδη ακούσει το lyric βίντεο του “Black Bart”. Το εν λόγω τραγούδι αντιπροσωπεύει επακριβώς την ηχητική ταυτότητα του άλμπουμ. Τα στακάτα, ελαφρώς «καλπάζοντα» κιθαριστικά ριφ που σου «κολλάνε» άμεσα στο μυαλό, κάτι που μας είχε συνηθίσει στο παρελθόν, είναι και πάλι παρόντα, προς τέρψη του ακροατή. Μαζί και οι ιδιαίτερες αυτές εθιστικές μελωδίες που διαχέονται σε κάθε σύνθεση και την κάνουν άκρως ξεσηκωτική.
Εκτός του instrumental “The Depth Of The Sea-Nautilus”, το οποίο και να μην υπήρχε δε θα με ενοχλούσε, όλα τα υπόλοιπα τραγούδια σφύζουν από ζωντάνια και παλαιομοδίτικη φρεσκάδα που αντιλαμβάνεσαι παντού, έχοντας «κάτι να πουν» στον ακροατή, όπως κάποτε. Το πιο σημαντικό από όλα, είναι ότι ο Rock’n’Rolf είναι και πάλι ορεξάτος και έχει γράψει ωραία, ποιοτικά τραγούδια που έχουν 100% το συναίσθημα των RUNNING WILD που τόσο αγαπήσαμε. Αυτός ο χαρακτηριστικός, υπέροχος ήχος, τα ευφάνταστα riffs, solos και ωραία ρεφραίν που είχαν όλα τα χρόνια τα τραγούδια που τον έχουν καθιερώσει, είναι και πάλι εδώ.
Όλο το άλμπουμ σε βάζει σε λογική να ξανασκεφτείς ενδελεχώς τους πολλούς λόγους που έχεις λατρέψει το group. Επιτέλους, μετά από πολλά χρόνια ακούς ένα δίσκο συνεχιζόμενα, χωρίς να πατάς το «επόμενο» στο στερεοφωνικό σου, γιατί τα τραγούδια έχουν αρχή, μέση και τέλος. Το “Last Of The Mohicans” που «κλείνει» το δίσκο, διάρκειας 11 σχεδόν λεπτών, στέκει ισάξιο στους παρελθοντικούς αντίστοιχου ύφους ύμνους χωρίς αιδώ. Το εξώφυλλο, παρόλο που δεν έχει την μασκότ του σχήματος, Adrian, είναι άλλο ένα που χωρίς να δεις το λογότυπο του σχήματος που απεικονίζεται, καταλαβαίνεις ότι αναφέρεται σε άλμπουμ RUNNING WILD.
Όλα στη νέα δουλειά του σχήματος είναι άκρως προσεγμένα, έτσι ώστε να θεωρείται σε σύνολο ότι καλύτερο έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία 16 χρόνια. Το μόνο μελανό σημείο είναι η παραγωγή του δίσκου. Δυστυχώς ο Rock’n’Rolf έχει επιλέξει να μην έχει μόνιμα μέλη στο studio παρά μόνο στις ζωντανές εμφανίσεις. Έτσι, όλα τα τραγούδια ηχούν κάπως «ξερά» και χωρίς τον όγκο του παρελθόντος. Σε αυτό ίσως συνάδει και η χρησιμοποίηση για ακόμη μία φορά drum machine. Κρίμα, γιατί οι συνθέσεις είναι τέτοιες που με λίγο καλύτερο ήχο θα γκρέμιζαν τοίχους.
Αν είστε και συλλέκτης του σχήματος, καλό είναι να αποκτήσετε ένα από τα δυο (ή και τα δυο αν το επιτρέπει η τσέπη σας)«κουτιά» που όντας σε περιορισμένες κόπιες έχουν εκτός του album σε βινύλιο και CD, mouse pad, κονκάρδες, υπογεγραμμένο αυτόγραφο του Rock’N’Rolf μέχρι και πυξίδα! Όλα στο βωμό του marketing, αλλά και αυτό έχει την χάρη του!
Το “Rapid Foray” είναι σίγουρο ότι θα αρέσει και στον πιο δύσπιστο οπαδό του σχήματος, αφού το περιεχόμενο είναι πολύ παραπάνω καλό από το αναμενόμενο.
Πατώντας το play, ότι ακούς είναι 100% RUNNING WILD και πάλι. Μάλλον ο Rolf θέλει να ξαναφέρει το συγκρότημα εκεί που του αξίζει και μας αρέσει αυτό! Βίρα τις άγκυρες λοιπόν και φόρτσα τα πανιά, σαλπάρουμε αγέρωχα και πάλι!
8/10
Θοδωρής Μηνιάτης