VIRGIN STEELE Interview (David DeFeis)

0
230

“Guardians of the flame, Masters of the ancient rites”

Οι VIRGIN STEELE επανακυκλοφορούν τα δύο πρώτα τους άλμπουμ από τη No Remorse Records και εμείς βρίσκουμε την ευκαιρία να επικοινωνήσουμε με τον David DeFeis για μία συνέντευξη που καλύπτει εκείνη την πρώιμη περίοδο της μπάντας. Ωστόσο, δεν παραλείπουμε να τον ρωτήσουμε για τη δικαστική διαμάχη που είχε ανοίξει το 1997 με το περιοδικό Metal Invader αλλά και για το εντυπωσιακό box set που ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει μέσα στο Νοέμβριο. By the Gods…

David, έχουν περάσει 16 χρόνια από τότε που επανεκδόθηκαν για πρώτη φορά τα δύο πρώτα άλμπουμς των VIRGIN STEELE. Πως προέκυψε η συμφωνία με τη No Remorse Records;
Επικοινώνησαν μαζί μου και μου εξέφρασαν την επιθυμία να προχωρήσουν σε αυτές τις δύο επανεκδόσεις. Ανταλλάξαμε κάποια μηνύματα, συζητήσαμε ορισμένες λεπτομέρειες και όλα κύλησαν ομαλά. Είχαμε μία άριστη συνομιλία και η συμφωνία έκλεισε πολύ γρήγορα αφού συνεργαστήκαμε εξαιρετικά πάνω σε αυτό το project.

Βλέποντας το tracklist  των δύο επανεκδόσεων, παρατηρούμε ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικά bonus tracks –αναφέρομαι σε studio ακυκλοφόρητο υλικό- σε σχέση με τις πρώτες επανεκδόσεις. Να υποθέσουμε ότι όλα έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν;
Σωστά. Όλα τα χρησιμοποιήσαμε στις πρώτες επανεκδόσεις (όπως, για παράδειγμα, το 4-track demo). Και έτσι δεν υπήρχε κάτι άλλο που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε από τα πρώιμα εκείνα χρόνια.

Μεταξύ άλλων, συναντάμε στο extra υλικό δύο ζωντανές εκτελέσεις των “A token of my hatred” και “Great sword of flame”. Γιατί επέλεξες κομμάτια από την ύστερη περίοδο της μπάντας και όχι κάτι σχετικό με τα δύο πρώτα άλμπουμς (π.χ. το “Don’t say goodbye” που το παίζετε ζωντανά στις συναυλίες σας);
Όπως ξέρεις κάθε φορά που προχωράμε σε μία επανέκδοση με τους VIRGIN STEELE θέλω πάντα να χρησιμοποιώ bonus υλικό. Αυτή τη φορά έπεσα πάνω σε όλες αυτές τις ζωντανές ηχογραφήσεις που έχω από την “The House of Atreus Tour”. Έχω πάνω από 25 CD με ζωντανό υλικό από εκείνη την περιοδεία. Όπως καταλαβαίνεις δεν είχα χρόνο να τα ακούσω όλα αλλά άκουσα κάμποσα και έμεινα ικανοποιημένος από τα περισσότερα. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να τα χρησιμοποιήσω στις δύο αυτές επανεκδόσεις αφού ταιριάζουν όλως περιέργως με την ανέμελη και γεμάτη ενέργεια περίοδο των αρχών της δεκαετίας του ‘80 για τους VIRGIN STEELE. Επιπλέον, ήθελα να δείξω πως εξελίχθηκε το συγκρότημα χρησιμοποιώντας μία σπουδαία σύνθεση όπως είναι το “A token of my hatred” δίπλα στα πρώτα μας αυτά τραγούδια. Είχα και άλλες επιλογές από φανταστικές συναυλίες που δώσαμε τότε στο Μιλάνο, στη Βουδαπέστη κ.α. Στο μυαλό μου είχα και τις ζωντανές εκτελέσεις για το “Emalaith” και το “The burning of Rome” αλλά ήταν πολύ μεγάλα σε διάρκεια και ήδη είχαμε πολύ υλικό στη διάθεσή μας. Μπορεί τελικά να χρησιμοποίησα δύο μόλις live tracks αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν άκουσα αρκετές συναυλίες από εκείνη την περίοδο. Θυμήθηκα τις επικές, ακουστικές εκτελέσεις του “A cry in the night” και του “Don’t say goodbye” αλλά θεώρησα ότι ήταν πιο ταιριαστό να χρησιμοποιήσω κανονικές εκτελέσεις κομματιών με ολόκληρη τη μπάντα για να ταιριάζει και με την ατμόσφαιρα των δύο πρώτων δίσκων. Η περιοδεία για το “The house of Atreus” ήταν εξαιρετική και έτσι ο κόσμος μπορεί να πάρει ένα δείγμα από εκείνες τις συναυλίες. Το συγκρότημα τότε απαρτιζόταν από μένα, τον Edward Pursino, τον Josh Block και τον Frank Zummo. Αξίζει να σημειώσω ότι ο Frank έπαιξε και σε 5 κομμάτια από το “The book of burning” ενώ τώρα είναι ο drummer των SUM 41.

Οι fans σίγουρα θα προσέξουν και την παρουσία ενός νέου κομματιού με τον τίτλο “Blighted spring”. Τι είναι αυτό ακριβώς;
Ουσιαστικά είναι ένα σκοτεινό ποίημα που έγραψα πριν από καιρό… Είναι ένας μονόλογος, ένα κείμενο που απαγγέλω στο ύφος του “The blood of vengeance” από το “Invictus”. Είναι ένα μελαγχολικό κομμάτι που αναφέρεται στο θάνατο φιλικών προσώπων. Νομίζω ότι «έδεσε» με τις διαφορετικές εκτελέσεις των κομματιών που επέλεξα από το “Marriage of heaven and hell” αφού και σε αυτά είμαι μόνο εγώ και το πιάνο μου. Υπάρχουν βέβαια στην τελική μίξη κάποια κρουστά και η κιθάρα του Edward. Είναι όμορφο να παρουσιάζεις διαφορετικές εκδοχές heavy κομματιών… Δείχνει μία άλλη διάσταση που υπήρχε όταν έκανα τα demos για τα δύο “Marriage…” άλμπουμς. Ό,τι συμπεριέλαβα στις επανεκδόσεις αυτές το έκανα με πάθος, αφοσίωση, ενθουσιασμό και πολύ αγάπη.

Μου άρεσε πολύ το instrumental “Lothlorien” που είχες συμπεριλάβει το 2002 στην πρώτη επανέκδοση του “Virgin Steele I”. Γιατί δεν το έβαλες και αυτή τη φορά;
Σ’ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Βασικά, μπορεί να το βρει κάποιος στην έκδοση του βινυλίου και στο box set. Το συγκεκριμένο κομμάτι δεν υπάρχει στην έκδοση του CD. Ήδη ο χρόνος του CD ήταν μεγάλος –ειδικά με την ζωντανή εκτέλεση του “A token of my hatred”- και έτσι έπρεπε κάτι να αφήσω έξω δυστυχώς…

Το πρώτο άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε δύο φάσεις και θυμάμαι ότι μου είχες πει ότι δεν χρειαστήκατε πάνω από 2-3 βδομάδες. Τι θυμάσαι από εκείνη την περίοδο;
Θυμάμαι πολύ έντονα τον ενθουσιασμό, την ενέργεια και το πολύ όμορφο κλίμα στο studio. Θυμάμαι τις απλές αλλά γεμάτες ενέργεια εκτελέσεις των κομματιών αλλά και ένα αίσθημα ικανοποίησης με την ολοκλήρωση των ηχογραφήσεων. Όλα ήταν πρωτόγνωρα και πολύ έντονα για εμάς. Θυμάμαι ότι το control room ήταν πολύ μικρό, στο μέγεθος μία ντουλάπας ή κάτι τέτοιο! Είχε πολύ ζέστη αλλά το συναίσθημα ήταν πολύ έντονο και όλοι μας δίναμε το 100% του εαυτού μας. Οι μηχανικοί ήχου που είχαμε γι’ αυτά τα sessions δεν ήξεραν που να κατηγοριοποιήσουν τη μουσική μας αφού δεν είχαν ξαναδουλέψει πάνω σε κάτι τόσο heavy και γρήγορο. Ένας από αυτούς με πλησίασε και μου είπε ότι είμαστε πολύ τρομακτικοί! Το πρώτο άλμπουμ ηχογραφήθηκε πολύ γρήγορα, όπως είπες, και ουσιαστικά είμαστε εμείς που παίζουμε ζωντανά στο studio με ελάχιστα overdubs και μικροδιορθώσεις. Αυτό που θέλαμε ήταν να αποτυπωθεί αυτή η ενέργεια στην όλη ηχογράφηση.

Το πρώτο άλμπουμ βασίστηκε ουσιαστικά στο demo που είχατε κάνει το 1981. Πόσο διαφορετικές είναι εκείνες οι εκτελέσεις σε σχέση με αυτές που ηχογραφήθηκαν για το πρώτο δίσκο;
Ένα-δύο πράγματα επαναμιξαρίστηκαν αλλά ουσιαστικά εκείνο το demo είναι και το πρώτο μας άλμπουμ.

Πως ήταν η συνεργασία σου εκείνη την εποχή με τον Jack Starr; Δουλεύατε μαζί ή χωριστά και στη συνέχεια… Ανταλλάζατε σημειώσεις στο studio;
Στην αρχή τα πράγματα ήταν πολύ καλά. Εγώ είχα απίστευτη ενέργεια… Βασικά την ίδια που έχω και σήμερα. Στα δικά μου τραγούδια, έδειχνα στα υπόλοιπα μέλη πως ήθελα να ακουστεί το τραγούδι, το προβάραμε και μπαίναμε στο studio για να το ηχογραφήσουμε. Το ίδιο γινόταν και με τα τραγούδια του Jack. Στα τραγούδια που γράφαμε μαζί ξεκινούσαμε με πιάνο & κιθάρα και στη συνέχεια προτείναμε διάφορες μελωδικές γραμμές στα φωνητικά. Όταν συμφωνούσαμε, τα δείχναμε στον Joey και στον Joe. Φυσικά, υπήρχε χώρος για αυτοσχεδιασμό στο studio αλλά όλα ήταν σχεδόν έτοιμα αφού έπρεπε να ηχογραφήσουμε πολύ γρήγορα. Τώρα που το συζητάμε και ίσως του ότι είμαι μανιακός, θυμάμαι ότι πρώτα τα ηχογραφούσα σε κασέτες, τα άκουγα με την ησυχία μου και κατέληγα στην τελική ενορχήστρωση και εκτέλεση. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρχε χώρος για αυθορμητισμό στο studio.

Και μετά ήρθε το “Guardians of the flame”, το οποίο εγώ προσωπικά το θεωρώ μία σαφέστατα βελτιωμένη προσπάθεια σε σχέση με το ντεμπούτο. Κομμάτια σαν το ομώνυμο αλλά και το “A cry in the night” λειτούργησαν, ουσιαστικά, σαν προάγγελοι αυτού που επρόκειτο να ακούσουμε στα επόμενα χρόνια από τους VIRGIN STEELE. Ποια είναι η άποψή σου;
Ναι, έχεις δίκιο αλλά νομίζω επίσης ότι τα πρώτα δείγματα είχαν ήδη φανεί στο ντεμπούτο με κομμάτια σαν το “Children of the storm” το οποίο κουβαλούσε μία επική, καταιγιστική σφραγίδα και ποιότητα!

Δεν είναι μυστικό ότι είχες διαφορετικό όραμα για τους VIRGIN STEELE σε σχέση με αυτό που είχε στο μυαλό του ο Jack. Ήταν κάτι που φάνηκε στις ηχογραφήσεις του “Guardians of the flame” ή το παρατήρησες αργότερα στις συναυλίες και στην προετοιμασία κομματιών για το πιθανό, τρίτο άλμπουμ;
Σίγουρα υπήρχαν ενδείξεις από νωρίς αφού ήταν φανερό ότι είχαμε διαφορετικές βλέψεις για την πορεία του συγκροτήματος. Από την άλλη υπάρχουν και άλλοι λόγοι πίσω από έναν χωρισμό αλλά θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος… Το 1984 ο Jack άρχισε να δουλεύει πάνω σε ένα προσωπικό άλμπουμ. Την ίδια περίοδο εμείς συνεχίζαμε να δουλεύουμε σαν συγκρότημα αλλά με τον Edward στην κιθάρα. Τα κομμάτια που αρχίσαμε να γράφουμε μαζί αποτέλεσαν τη βάση του “Noble savage” (είχα ήδη γράψει το ομώνυμο κομμάτι και το “Angel of light”). Σκεφτήκαμε λοιπόν ότι ήταν η κατάλληλη χρονική περίοδος για να ακολουθήσουμε διαφορετικούς δρόμους αφού ήδη ο Jack είχε ξεκινήσει κάτι δικό του. Ήθελε να αφοσιωθεί τρόπον τινά σε ένα στυλ guitar hero και εμείς θέλαμε κάτι άλλο. Θα πρέπει να σου θυμήσω ότι γνωρίζω τον Edward από τα 15 μου χρόνια και παίζουμε από τότε συνέχεια μαζί. Βασικά τον ήξερα προτού καν γνωρίσω τον Jack. Ήταν, λοιπόν, μοιραίο και αναπόφευκτο κάποια στιγμή να βρεθούμε στο ίδιο συγκρότημα και να παίζουμε μαζί πάνω στη σκηνή και στο studio. Πάνω κάτω αυτή είναι η συνοπτική εκδοχή του τι έγινε εκείνη την εποχή.

Αν και το «διαζύγιο» δεν ήταν συναινετικό, εντούτοις δούλεψες ξανά μαζί με τον Jack στο δίσκο του “No turning back” ενώ αργότερα είχατε και ένα side blues project μαζί, τους SMOKESTACK LIGHTNING. Όντας οπαδός σας από τότε, πρέπει να σου πω ότι είχα μπερδευτεί λιγάκι…
Ναι, καταλαβαίνω τι λες και ναι, τα πράγματα δεν εξελίχτηκαν τόσο ομαλά κατά την αποχώρηση του Jack από τους VIRGIN STEELE. Στη συνέχεια, όμως, η κατάσταση βελτιώθηκε και έτσι συνεργαστήκαμε πάνω στα δύο αυτά projects που ανέφερες. Μάλιστα, στους SMOKESTACK LIGHTNING έπαιζε μαζί μας ο μπασίστας των FOGHAT, Craig McGregor. Διατηρήσαμε μία επικοινωνία με τον Jack που μας έδωσε τη δυνατότητα να συνεργαστούμε κάποιες φορές.

Το 1997 μίλαμε όλοι εμβρόντητοι από τα εκπληκτικά “Sacred Demos” που ήταν το αποτέλεσμα της συνεργασίας σου με τον Jack πάνω σε ένα project υπό την επωνυμία “Reunion of steel”. Ωστόσο, τίποτα παραπάνω δεν προέκυψε πέρα από κάποια demos. Υπήρχε, αλήθεια, καμία σκέψη για ενδέχομενο reunion;
Ποτέ δεν υπήρχε σκέψη για κάποιο reunion και άλλωστε δεν είχα τον απαιτούμενο χρόνο για κάτι τέτοιο αφού ήμουν απασχολημένος με την τότε νέα δουλειά των VIRGIN STEELE (σ.σ. “Invictus”). To μόνο που είχαμε αποφασίσει ήταν να γράψουμε μερικά κομμάτια μαζί. Ο Jack εκείνη την εποχή έπαιζε μόνο blues και ήθελε να επιστρέψει στο metal. Με πήρε, λοιπόν, τηλέφωνο εντελώς ξαφνικά και μου ζήτησε να τον βοηθήσω να ξαναπαίξει metal. Συμφώνησα και ήρθε σπίτι και γράψαμε αυτά τα κομμάτια. Μάλιστα, τον πήγα στο ίδιο studio που είχα ηχογραφήσει το “Marriage…” και έφερα μαζί μου τον Rob DeMartino στο μπάσο. Τα ηχογραφήσαμε και συνέχισα μετά με όλες μου τις υποχρεώσεις με τους VIRGIN STEELE.

Η πρώτη μας επαφή με αυτά τα κομμάτια ήταν το απίστευτο “Rain of fire” που συμπεριλήφθηκε σε ένα CD με το ελληνικό περιοδικό “Metal Invader”. Μην ξεχνάς ότι ακόμη ήταν 1997 και όλα τα κομμάτια από αυτά τα sessions εμφανίστηκαν το 2002 στο “The book of burning”. Αν δεν κάνω λάθος υπήρξε μία δικαστική διαμάχη με το περιοδικό αν και όταν είχες επισκεφτεί την Αθήνα στα πλαίσια του Metal Invader Open Air δεν φάνηκε να έχεις κάποιο θέμα. Αν ισχύει αυτό, γιατί δεν είχες προσπαθήσει να σταματήσεις την κυκλοφορία του CD νωρίτερα και κινήθηκες νομικά μετά από αρκετούς μήνες;
Αν θυμάμαι καλά, είχε να κάνει με το ότι δόθηκε αυτό το κομμάτι δωρεάν, αλλά όλα τα προβλήματα λύθηκαν και δεν υπήρξε κανένα θέμα απολύτως. Έχω κρατήσει όλα τα έγγραφα από εκείνη την εποχή κι εκείνη τη διαμάχη αλλά δεν τα έχω μπροστά μου αυτή τη στιγμή.

Ο Jack Starr έχει δηλώσει αρκετές φορές στο παρελθόν ότι θα ήταν ανοιχτός σε ένα ενδεχόμενο reunion. Ποια είναι η θέση σου;
Κανείς δεν ξέρει… Ωστόσο είμαι τόσο απασχολημένος με όλα αυτά που κάνω με τους VIRGIN STEELE αλλά και με όλα αυτά που έχω στο μυαλό μου για το μέλλον που ειλικρινά δε νομίζω ποτέ ότι θα βρεθεί χρόνος για κάτι τέτοιο.

Τελευταία ερώτηση: θέλεις να μας δώσεις ορισμένες λεπτομέρειες αναφορικά με το επικείμενο box set που θα κυκλοφορήσεις το Νοέμβριο από την SPV;
Φυσικά! Αν και περισσότερες λεπτομέρειες θα γίνουν γνωστές τις επόμενες ημέρες (σ.σ. ανακοινώθηκε στις 18/9), μπορώ να σου πω ότι θα είναι ένα box set που θα αποτελείται από 5 άλμπουμ! Εκτός από τις επανεκδόσεις του “The book of burning” & “Hymns to victory”, θα υπάρχουν μέσα τρία ολοκαίνουργια VIRGIN STEELE άλμπουμ. Τα πάντα έχουν τελειώσει και ήδη έχει σταλεί το υλικό στην SPV για να κυκλοφορήσει μέσα στο Νοέμβριο. Πρόκειται για ολοκαίνουργια τραγούδια και όχι για αρχειακό υλικό. Βέβαια, θα συμπεριλάβω κάποιες πολύ ιδιαίτερες διασκευές καθώς και άλλες εκτελέσεις γνωστών τραγουδιών της μπάντας αλλά κυρίως μιλάμε για ολοκαίνουργιο υλικό. Είναι ένα επικό πακέτο που αν δεν κάνω λάθος περιλαμβάνει 88 τραγούδια…

Σάκης Νίκας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here