“Aesthetics of metal”
Την Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου, στο Fix Factory of Sound στη Θεσσαλονίκη και το Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου στο Κτίριο 56 (Ελληνικός Κόσμος), οι Αμερικάνοι MACHINE HEAD, θα έρθουν για μία βραδιά τύπου “an evening with”, σ’ ένα show χωρίς support παίζοντας περισσότερες από δύο ώρες, με σκοπό να μας προσφέρουν την απόλυτη MACHINE HEAD βραδιά. Το ROCK HARD, κάνει μία ανασκόπηση στην καριέρα του σχήματος, με αφορμή αυτές τις συναυλίες, μας ενημερώνει για τα παλαιότερα μέλη τους και βάζει και μία DEEP PURPLE πινελιά…
“The ultimate guide to MACHINE HEAD’s discography”
Οι MACHINE HEAD μας έχουν δώσει μέσα σε 25 χρόνια 8 full-length άλμπουμ και είναι μία από τις μπάντες που έδωσαν πνοή στο metal από την Αμερική και εξέλιξαν τον ήχο της thrash metal αρκετά βήματα παραπέρα. Στο παρακάτω μέρος αναλύονται τα άλμπουμ των MACHINE HEAD από σκοπιά “αναγκαιότητας” να έχουν ακουστεί από κάθε ενημερωμένο οπαδό της metal, διότι άλλωστε οι MACHINE HEAD δεν είναι και κανένα δευτεροκλασάτο σχήμα.
Χωρίς αυτά δε βρίσκεις προκοπή
“Burn my eyes” (1994)
Πρώτο στην κατάταξη έρχεται αναμφισβήτητα το ντεμπούτο των Αμερικανών. Αυτό τους έβαλε στον χάρτη και μάλιστα για πολύ καλό λόγο. Το “Davidian” ως εναρκτήριο κομμάτι ήταν ιδανικό για να δείξει αμέσως τις προθέσεις και την ταυτότητα των MACHINE HEAD. Δεν είναι καθόλου περίεργο που είναι το πιο αναγνωρίσιμο τραγούδι τους (κι άρα σχεδόν αποκλειστικά αγαπημένο των Ελλήνων rock/metal DJs). Όμως το “Burn my eyes” δεν είναι μόνο το “Davidian”. Η συνέχεια παραμένει εξίσου εκρηκτική με τραγούδια όπως το “Old”, το “A thousand lies” ή το “Block”. Ο Chris Kontos δίνει ρέστα στα τύμπανα με το groove-άτο και δυναμικό παίξιμό τους, ενώ φυσικά οι κιθάρες των Logan Mader και Robb Flynn ξερνούν σωρεία εκπληκτικών και πιασάρικων riffs. Επίσης ο Flynn με το στιβαρό τόνο του και την αγριάδα του δίνει ακόμη μεγαλύτερη ένταση στο συνολικό εγχείρημα. Must-have για κάθε αξιοπρεπή δισκοθήκη.
“The blackening” (2007)
Το άλμπουμ που εκτίναξε στα ύψη τις μετοχές των MACHINE HEAD και αναβίωσαν μία δεύτερη περίοδο ευφορίας και ευμάρειας. Θυμάμαι που είχα την τύχη να ακούσω το δίσκο περίπου 2 μήνες πριν κυκλοφορήσει και ήμουν σίγουρος πως θα ήταν ό,τι καλύτερο θα έβγαινε στη metal για το 2007 και δε νιώθω ότι διαψεύστηκα. Και πως να γινόταν αλλιώς όταν περιέχει κομματάρες όπως τα “Clenching the fists of dissent”, “Beautiful mourning”, “Aesthetics of hate”, “Now I lay thee down”, “Slanderous”, “Halo”, “Wolves” και “A farewell to arms”. Ναι, καλά προσέξατε, ανέφερα όλα τα κομμάτια του δίσκου διότι είναι ένα κι ένα και δεν υπάρχει ούτε μισό δευτερόλεπτο που είναι περιττό ή εκτός τόπου και χρόνου στο άλμπουμ αυτό. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο που περιόδευσαν 3 χρόνια σχεδόν ασταμάτητα για αυτό το άλμπουμ σχεδόν παντού ως headlining act (υπήρξαν κάποιες περιοδείες που έκαναν co-headline ή απλά έπαιζαν δεύτερο όνομα σε φεστιβάλ κάτω από μπάντες βεληνεκούς METALLICA), γύρισαν video clips για τα “Aesthetics of hate”, “Now I lay thee down” και “Halo” και βγήκε επανακυκλοφορία του δίσκου μόλις 1 χρόνο μετά την επίσημη κυκλοφορία του. Διότι όταν η χήνα κάνει το χρυσό αυγό, την “ξεκωλιάζεις” όσο σε παίρνει.
Δεν σε χάλασαν
“The more things change…” (1997)
Το δεύτερο άλμπουμ των MACHINE HEAD “The more things change…” ήταν ένα κλικ πιο κάτω από το ντεμπούτο τους, από μία μπάντα που ήρθε σχεδόν από το πουθενά. Το εναρκτήριο “Ten ton hammer” και το “Take my scars” που περιέχονται στα setlist της μπάντας έκτοτε, είναι τα πιο αξιομνημόνευτα κομμάτια του δίσκου. Φυσικά κομμάτια όπως το “Struck a nerve” ή το “The frontlines” δεν πάνε πίσω. Το “The more things change…” έδειχνε ότι αυτό το νέο συγκρότημα θα μπορούσε ήδη να συγκαταλεχθεί μεταξύ των σχημάτων που θα κάνουν τη διαφορά στη μουσική σκηνή της metal μουσικής.
“Supercharger” (2001)
Αν και το “Supercharger” κινούταν επίσης σε nu metal μοτίβα όπως και το “The burning red”, εντούτοις είχε πιο σκοτεινή ατμόσφαιρα αλλά και πιο πολλά αξιόλογα τραγούδια, όπως το groove-άτο “Bulldozer”, το σινγκλάκι “Crashing around you”, το πιασάρικο “Kick you when you’re down”, το up-tempo “American high” και το επηρεασμένο από KORN “Trephination”. Παρόλα αυτά, σε αντίθεση με τον προπάτορά του, και εξαιτίας του απόηχου αυτού, δεν απέδωσε εμπορικά και ήταν ένας από τους λόγους που η μπάντα έφυγε από τη Roadrunner records. Όμως αυτό δεν μειώνει το πόσο αξιόλογο είναι πραγματικά, κι ας περιέχει ορισμένες μέτριες στιγμές. Ειδικά άμα το ακούσει κάποιος τη σήμερον ημέρα με μεγαλύτερη νηφαλιότητα, μακριά από τα trends της εποχής και τη διαμάχη μεταξύ “πραγματικών μεταλλάδων” και nu μεταλλάδων.
“Through the ashes of empires” (2003)
Βέβαια δεν άργησε να επιστρέψει λίγους μήνες αργότερα, φυσικά με νέο συμβόλαιο, που να συμφέρει περισσότερο τη μπάντα και νέο άλμπουμ (το οποίο είχε φάει μερικά άκυρα από άλλες εταιρείες). Το “Through the ashes of empires” σημάδεψε την επιστροφή των MACHINE HEAD στα μουσικά μονοπάτια που τους έκαναν γνωστούς στην αρχή της καριέρας τους, με την παράλληλη φυγή του Ahrue Luster (κιθάρες) κι επιστροφή του Phil Demmel. Με τραγούδια όπως το εναρκτήριο “Imperium” ή το “Bite the bullet” δεν είναι καθόλου παράξενο που τα φώτα της δημοσιότητας στράφηκαν και πάλι πάνω τους. Όλο το άλμπουμ βρίθει από στιβαρές post-thrash metal συνθέσεις και τσαμπουκά που ταιριάζουν πιο πολύ στους MACHINE HEAD. Σίγουρα μία ιδιαίτερα σημαντική κυκλοφορία στην ιστορία της μπάντας.
“Bloodstone & Diamonds” (2014)
Το πιο πρόσφατο εγχείρημα των MACHINE HEAD “Bloodstone & Diamonds” έχει καλές συνθέσεις και ένταση και διάθεση για κοπάνημα, όμως λείπει αυτό το κάτι παραπάνω που θα μπορούσε να το κάνει πιο ξεχωριστό. Σαφέστατα καλύτερο από το “Unto the locust”, με κομματάρες όπως τα “Now we die”, “Night of the long knives”, “Eyes of the dead” και “In comes the flood”. Κάνοντας αλλαγή στο μπάσο με το διωγμό του Adam Duce, με το Rob Flynn να αποτελεί πλέον το μοναδικό αρχικό μέλος των MACHINE HEAD, και μεταγραφή στη Nuclear Blast, βλέπουμε και ορισμένους πετυχημένους πειραματισμούς στο μουσικό πλαίσιο, με συνεργασία με το γνωστό παραγωγό Rhys Fulber (πλήκτρα, ex-FRONT LINE ASSEMBLY) και τον Jordan Fish (πλήκτρα, BRING ME THE HORIZON). Όμως κομμάτια όπως το “Damage inside” ή το υπερβολικά μεγάλο “Sail into the black” (άμα ήταν 2 λεπτά μικρότερο θα ήταν πολύ δυνατό), ρίχνουν λίγο το συνολικό επίπεδο.
Την παλεύουν-δεν την παλεύουν
“The burning red” (1999)
Τι να πρωτοπεί κανείς για αυτό το άλμπουμ; Ο Flynn έντονα επηρεασμένος από τη μόδα της nu metal, μαζί με τη συνδρομή του Ahrue Luster (κιθάρες, μετέπειτα στους ILL NINO) μεταλλάσσει προσωρινά τους MACHINE HEAD από post-thrashers σε nu metallers και δε μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκε και πολύς κόσμος. Τουναντίον. Με τη λογική των MACHINE HEAD που βάζανε πάντα το χιτάκι του άλμπουμ να ξεκινάει το άλμπουμ, το “Desire to fire” μόνο χιτάκι δε μπορείς να το πεις, σηματοδοτώντας την αρχή της, ευτυχώς προσωρινής, παρακμής τους. Τα μοναδικά τραγούδια που πάνε να σώσουν την κατάσταση είναι το “The blood, the sweat, the tears” που είναι χιτάκι από τα λίγα και το “From this day” που είναι μία μίξη KORN και LIMP BIZKIT, χαρακτηριστικότατο της πορείας που ακολουθούσε η μπάντα στο δίσκο. Αλλά μέχρι εκεί. Όλο το υπόλοιπο άλμπουμ προσπαθεί ματαίως να πιάσει το vibe της νεολαίας και του trend της περιόδου, όχι μόνο μουσικά αλλά και σε ό,τι αφορά το παρουσιαστικό του ίδιου του Flynn. Για όποιους/ες δεν ξέρουν που αναφέρομαι, απλά τσεκάρετε στο διαδίκτυο φωτογραφίες τόσο του Flynn όσο και των MACHINE HEAD γενικότερα εκείνης της χρονικής περιόδου. Τέλος, η διασκευή στο “Message in a bottle” των THE POLICE είναι τουλάχιστον άστοχη.
“Unto the locust” (2011)
Το μεγαλύτερο “κακό” με αυτό το δίσκο είναι πως ήταν ο διάδοχος του “The blackening”. Κι όταν έχουν δημιουργηθεί τέτοιες θεόρατες και δυσθεώρητες απαιτήσεις στο κοινό σου, είναι δύσκολο να κορώσεις τη δίψα του και να πιάσεις το ίδιο ψηλό επίπεδο. Ακόμη δε περισσότερο όταν εσύ ο ίδιος δεν έχεις πάρει κάποιες ανάσες για να κουλάρεις από όλο αυτό το τρέξιμο και να αφήσεις την έμπνευση να σου έρθει κι όταν έχεις κάτι να δώσεις, να το δώσεις. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο αδιάφορα μέτριο είναι το “Unto the locust” είναι να μνημονεύσει κανείς τραγούδια του δίσκου που μπορούν σε κάποια πλαίσια να θεωρηθούν κλασικά. Άντε το “I am hell (Sonata in #C)” ή το “This is the end”; Επίσης, η πολύ παρέα με τους υπερτιμημένους TRIVIUM δεν κάνει καλό. Άλλωστε ο Flynn έχει δείξει και στο παρελθόν ότι είναι επιρρεπής στις μόδες της νεολαίας (βλ. “The burning red”). Βέβαια η αίσθηση ενθουσιασμού που είχε αφήσει “The blackening” έκανε αρκετό κόσμο να παραμιλάει για το “Unto the locust”, βάζοντας πρώτο το οπαδιλίκι από τη συγκρατημένη και συγκροτημένη κριτική σκέψη.
Κωνσταντίνος Βασιλάκος
MACHINE HEAD members: Before and after
Οι MACHINE HEAD αποτελούν ένα τεράστιο κεφάλαιο για το thrash και αλλά συνολικά τη heavy metal μουσική. Το ντεμπούτο τους, το “Burn My Eyes” ανανέωσε σημαντικά τη σκηνή της Αμερικής και τους καθιέρωσε αυτόματα στο διεθνές στερέωμα. Και πολύ δίκαια! Και παρότι ο ήχος τους ήταν εξαρχής thrash σίγουρα ήταν πιο μοντέρνος από τα κλασικά γκρουπ της σκηνής. Η ίδια η προϊστορία των μελών τους, ιδιαίτερα του Rob Flynn, το καταδεικνύει και είναι ενδεικτική της μουσικής ταυτότητας που το συγκρότημα εξαρχής δημιούργησε.
Ο ηγέτης των ΜΗ, έχοντας εντρυφήσει στους κλασικούς του Bay Area, αλλά και με ιδιαίτερη συμπάθεια για το hardcore ξεκίνησε τη μουσική του καριέρα το 1985 από τους FORBIDDEN, που τότε ονομάζονταν FORBIDDEN EVIL. Ναι, μιλάμε για τους γνωστούς FORBIDDEN του Paul Bostaph που έγραψαν ορισμένες ποιοτικότατες σελίδες στην ιστορία του thrash metal. Ο Flynn συμμετείχε συνθετικά στο ντεμπούτο του σχήματος σε τέσσερα τραγούδια, αλλά αποχώρησε το 1987 πριν αυτό κυκλοφορήσει για να ενταχθεί στους VIO-LENCE όπου συνάντησε και τον Phil Demmel, μετέπειτα κιθαρίστα των MH. Με τους VIO-LEΝCE ο Robb Flynn κυκλοφόρησε ένα EP και δύο LP, τα “Oppressing the Masses” και “Eternal Nightmare”. Και οι δύο δίσκοι θεωρούνται κλασικοί και συλλεκτικοί, ενώ το “Oppressing the Masses” έφτασε και στην 38η θέση των charts στην Αμερική! Πολύ δυναμικό thrash με hardcore φωνητικά που κάθε λάτρης του Bay Area thrash οφείλει να εξερευνήσει! Εσωτερικές έριδες στο γκρουπ οδήγησαν στη αποχώρηση του Flynn, o οποίος αποδείχτηκε απόλυτα έτοιμος να ακολουθήσει το δικό του δρόμο… Οι VIO-LENCE κυκλοφόρησαν ακόμα έναν άλμπουμ πριν περάσουν οριστικά στην ιστορία.
Και ενώ οι υπόλοιποι της αρχικής σύνθεσης των MACHINE HEAD δεν είχαν κάτι αξιόλογο να δείξουν πριν τους στρατολογήσει ο Flynn, ο Demmel πριν περάσει το 2002 στους ΜΗ κυκλοφόρησε έναν δίσκο με τους TORQUE και έκανε μαζί τους και κάποιες συναυλίες. Πολύ βαρύ thrash, όχι κακό, αλλά όχι και κάτι το ιδιαίτερο που δεν μακροημέρευσε.
Μπορεί οι τρεις πρώτοι drummers των MH, οι Costanza, Kontos και Ryan, να μην έχουν να δείξουν κάτι το ιδιαίτερο (με εξαίρεση τον συμπατριώτη μας Chris Kontos που έπαιξε στους αρκετά συμπαθητικούς KONKHRA αλλά και σε διάφορα άλλα project), δεν ισχύει το ίδιο και με το Dave McClain, που από το 1996 έχει στεριώσει στο συγκρότημα. H καριέρα του ξεκίνησε με τους S.A. Slayer, στους οποίους συναντάμε και τον Ron Jarzombek, των WATCHTOWER με τους οποίους κυκλοφόρησε ένα EP και το “Go For the Throat”. Πρόκειται για μια αξιοπρεπή δουλειά για την εποχή της, επηρεασμένη περισσότερο από τους RUSH και το κλασικό heavy metal που όμως δεν είχε συνέχεια. Αντίθετα, ο MacClain πέρασε στους θρυλικούς SACRED REICH για το “Independent” και το πολύ καλό “Ηeal” πριν αυτοί διαλυθούν προσωρινά.
Από τα πιο πρόσφατα μέλη των M.H. ο James MacEachern, βρέθηκε για λίγο στους heavy metallers SANCTITY, με τους οποίους κυκλοφόρησε το “Road to Bloodhsed” το 2007. Λίγο μοντέρνοι, με λίγο punk και συμπαθητικές μελωδίες, για ένα διάστημα άνοιγαν τις συναυλίες των MH, όπου προφανώς έγινε και το “κονέ”.
Και ενώ ο Logan Mader, δεν έχει σημαντική παρουσία πριν τους M.H., ενώ μετά από αυτούς πέρασε για λίγο στους SOYLFLY και αναδείχτηκε ως πολύ σπουδαίος παραγωγός, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τον Ahrue Luster o οποίος βρέθηκε στις κιθάρες των MH για τα “The Burning Red”, “Superchager”, αλλά και το “Hellalive”. Ο Luster αφότου έφυγε από τους MH, βρίσκεται σταθερά στους ILL NINO με τους οποίους έχει κυκλοφορήσει αρκετούς, σημαντικούς και ενδιαφέροντες δίσκους.
Ο Robb Flynn είναι ο ηγέτης των MACHINE HEAD και αυτός που κατά κύριο λόγο ορίζει τη μουσική τους κατεύθυνση. Άλλωστε η ίδια η μουσική του διαδρομή και το μέρος στο οποίο ανδρώθηκε μας δείχνουν πως ο ήχος που καθιέρωσαν οι MH και που τους καθιέρωσε σε πολύ υψηλή θέση στο metal στερέωμα είναι κατά κύριο λόγο η φυσική εξέλιξη της δικιάς του πορείας.
Πάνος Παπαπανάγος
…και ολίγη από DEEP PURPLE!!!
Με την ευκαιρία της επίσκεψης των MACHINE HEAD στη χώρα μας, σκεφτήκαμε ότι ήταν καλή ευκαιρία να γράψουμε μερικές γραμμές για το δίσκο των DEEP PURPLE από τον οποίο «δανείστηκαν», 20 σχεδόν χρόνια μετά, το όνομά τους το αμερικάνικο συγκρότημα. Και επειδή όλα αυτά τα χρόνια έχουν γίνει άπειρες αναφορές στο αριστούργημα των DEEP PURPLE, εμείς απλώς θα σημειώσουμε 4+1 κεντρικά σημεία που θεωρούμε ότι αναδεικνύουν ακόμη περισσότερο το μεγαλείο του “Machine head”. Πάμε να τα δούμε…
1. Το “Machine head” ήταν το έκτο άλμπουμ των DEEP PURPLE οι οποίοι μέσα σε ένα διάστημα 4 χρόνων είχαν καταφέρει να κυκλοφορήσουν –μεταξύ άλλων- ένα καινοτόμο δημιούργημα που πάντρευε το rock με τη συμφωνική μουσική (“Concerto for group and orchestra”), έναν rock…ογκόλιθο (“In rock”), τον εξαιρετικό διάδοχό του που τυγχάνει να είναι ο αγαπημένος ever δίσκος του Ian Gillan (“Fireball”) και τώρα ήταν η σειρά του καλύτερου τους δίσκου ΟΛΩΝ των εποχών! Το γεγονός ότι η μοναδική έμπνευση των PURPLE συνδυάστηκε με την εμπορική επιτυχία βοήθησε ακόμη περισσότερο στην οικοδόμηση μιας λαμπρής καριέρας για το βρετανικό μεγαθήριο που θα διακόπτον`ταν (προσωρινά) 4 χρόνια μετά.
2. Το “Highway star” είναι σίγουρα ένα από τα καλύτερα εναρκτήρια τραγούδια ενός δίσκου. Η φωνή του Gillan φτάνει στο Θεό και η ασύλληπτη «συνομιλία» των Blackmore – Lord στη μέση του κομματιού είναι από άλλο πλανήτη. Την επόμενη χρονιά, θα μας έστελναν πάλι αδιάβαστους με κάτι αντίστοιχο στο “Burn”.
3. “Smoke on the water” ή αλλιώς πως η καταστροφή ενός casino δίνει τη μεγαλύτερη επιτυχία στους PURPLE και ίσως το πιο χιλιοπαιγμένο κομμάτι στην ιστορία της rock μουσικής. Είμαστε σίγουροι ότι ακόμη και ο ιδιοκτήτης του casino, o συμπαθέστατος Claude Nobs, δεν χαλάστηκε που το όνομα του έμεινε στην ιστορία με τους στίχους του Gillan.
4. Το “Machine head” αποτελείται από 7+1 κομμάτια αφού το ανυπέρβλητο “When a blind man cries” έμεινε έξω από το τελικό tracklist γιατί δεν άρεσε και τόσο πολύ στον Ritchie. Και όταν κάτι δεν αρέσει στον Ritchie…ε, ξέρετε τι συμβαίνει. Το 1972 βρέθηκε, πάντως, να είναι το b’ side στο “Never before”. Ευτυχώς, που στις επόμενες επανεκδόσεις του “Machine head” συμπεριλήφθηκε και έτσι δεν μείναμε με το…εφτάρι στο χέρι!
5. To 2012 κυκλοφόρησε μία ειδική έκδοση του περιοδικού Classic Rock που περιέλαμβανε ένα άλμπουμ διασκευών σε τραγούδια του “Machine head” από σπουδαίους μουσικούς όπως π.χ. οι METALLICA, IRON MAIDEN, BLACK LABEL SOCIETY, CHICKENFOOT, Carlos Santana, Steve Vai κ.α. Το άλμπουμ έφερε τον τίτλο “Re-machined: a tribute to Deep Purple’s Machine head” αλλά δυστυχώς, οι MACHINE HEAD δεν συμμετείχαν σε αυτό…φανταζόμαστε ότι μία εκτέλεση του “Space truckin’” από τους Αμερικανούς θα ήταν απολύτως ταιριαστή.
Σάκης Νίκας