Τα δεδομένα ήταν εδώ από τη στιγμή που μπήκαν στη διαδικασία να παρουσιάζουν το “De mysteriis dom. sathanas” για περίπου 3 χρόνια. Και τα δεδομένα έλεγαν ότι στον επόμενο δίσκο τους θα αναπαράγουν την ηχητική του στο μέγιστο βαθμό. Οι λόγοι πάρα πολλοί, που εντάθηκαν ακόμα περισσότερο με την παρουσία της ταινίας “Lords of chaos”. Ναι, καλά καταλάβατε! To “Daemon” έπρεπε να βγει άμεσα…γρήγορα…και όσο είναι δυνατόν σε τέτοια χρονική απόσταση που να καταφέρει να αδράξει την μεγαλύτερη ευκαιρία να κερδίσουν έστω και στο ελάχιστο από τον γενικό χαμό που επικράτησε γύρω από το όνομα τους 25+ χρόνια μετά τα «γεγονότα». Και πραγματοποίησαν και το μεγάλο βήμα να αποτελέσουν μέρος μια μεγάλης εταιρίας, κάτι που απέφευγαν μέχρι σήμερα, υπερασπιζόμενοι τον underground χαρακτήρα τους!
Το ερώτημα είναι απλό: Τα καταφέρανε;
Ηχητικά πρέπει να μιλάμε για την πιο «προσεγμένη» παραγωγή που είχαν ποτέ σε δίσκο τους. Είναι ακριβώς ό,τι θα ονειρευόταν ένας old school οπαδός τους! Ακούγοντάς το από τα πρώτα δευτερόλεπτα θα νιώσετε ότι προσπάθησαν στο έπακρο να ακουστούν όπως στο ντεμπούτο full length album τους: Πομπώδη drums, δυνατές κιθάρες και φωνητικά τοποθετημένα μέσα στον ήχο τους. Έχουν λειάνει, όμως, τις extreme άκρες τους σε τέτοιο βαθμό που η τραχύτητα είναι παντελώς εξαφανισμένη! Μπορούμε να μιλάμε για ήχο-οδηγό για το πώς μπορεί να ακουστεί μια black metal μπάντα εν έτει 2019 χωρίς να «ενοχλεί» τον άσχετο ακροατή με τον μαυρομεταλλικό ήχο – μήπως αυτό είναι το target group τους σαν ακροατήριο πλέον;
Αν αυτό σας αρκεί τότε είμαι 100% σίγουρος ότι ο δίσκος θα σας προκαλέσει ρίγη συγκίνησης. Αν δε σας αρκεί, τότε μάλλον θα βρεθείτε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη: Δομή στις συνθέσεις! Μιλάμε για το απόλυτο συνονθύλευμα ιδεών! Μια πραγματική συρραφή σιδηροδρομικών riff και εναλλαγής ρυθμών τόσο ασύνδετων που όμοιους τους δεν έχω ξανακούσει στη ζωή μου από το black metal ιδίωμα! Ειλικρινά απορώ πως ο Teloch κατάφερε να συνθέσει ένα τέτοιο ανοσιούργημα! Τόσο πολύ πιέστηκε χρονικά που δεν δούλεψε τις ιδέες του να τις βάλει σε μια σωστή σειρά ώστε να ακουστούν ολοκληρωμένες; Και ναι, πραγματικά αυτή είναι η τεράστια αδυναμία του και αντίστοιχα η τεράστια ικανότητα του προκατόχου του, Rune “Blasphemer” Eriksen! Με τον Rune οι MAYHEM απέκτησαν μια καινούρια ταυτότητα και από δίσκο σε δίσκο ακούγονται ιδιότυποι χωρίς να λοξοκοιτάζουν στο παρελθόν για να αντλήσουν έμπνευση. Εδώ τα πράγματα είναι στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση! Ακόμα και ο Hellhammer στα τύμπανα παίζει τα πιο προβλέψιμα σε ρυθμούς drums της καριέρας του. Μοναδικός διασωθείς ο Attila που τα πολύπλευρα φωνητικά του χρωματίζουν απόκοσμα σε πολλά σημεία τις συνθέσεις του. Μην περιμένετε όμως από αυτόν να σώσει την παρτίδα…
Αν το “Esoteric warfare” ήταν μια καθαρή καλλιτεχνική αποτυχία, τότε το “Daemon” θα γραφτεί στην ιστορία ως η χαμένη τους ευκαιρία να γιγαντωθούν. Και για να το πετύχουν αυτό απαιτείται να έχουν προσωπικότητα, κάτι που είχαν και ο Euronymous και ο Blasphemer! O Teloch είναι ένας συνθέτης χωρίς προσωπικό στίγμα, που ακροβατεί ανάμεσα στη φόρμα του “true norwegian black metal” και της αδυναμίας του να δομήσει τις ιδέες του κατά τέτοιο τρόπο που να μην ακούγονται σαν συρραφή, αλλά σαν ολοκληρωμένες ιδέες. Απέτυχαν λοιπόν και ο αντίκτυπος ήδη το αποδεικνύει αυτό στο μέγιστο βαθμό…
4/10
Λευτέρης Τσουρέας
Οι MAYHEM είναι η θρυλικότερη μπάντα του black metal και το “De mysteriis dom sathanas” (1994) είναι ένας εκ των κορυφαίων δίσκων του εν λόγω ήχου, αν όχι ο κορυφαίος. Καλώς ή κακώς όλοι γνωρίζουμε πως η φήμη και ο θρύλος της μπάντας γιγαντώθηκε για αμιγώς μη-μουσικούς λόγους. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως πέραν του ντεμπούτου τους, οι δισκογραφικές τους δουλειές δεν άξιζαν να φέρουν το βαρύ όνομα της μπάντας, με επόμενη κορυφαία τους στιγμή, το πειραματικό και πρωτοποριακό “Grand declaration of war” (2000). Βασικός «φταίχτης» για την πορεία των Νορβηγών, μετά την αναβίωσή τους, κατόπιν του θανάτου του Euronymous, ήταν ο Rune “Blasphemer” Eriksen. Το ταλέντο του προαναφερθέντος κυρίου ήταν η βενζίνη στη μηχανή των MAYHEM και το στοιχείο που προσέδιδε χαρακτήρα και προσωπικό στίγμα στη μουσική τους. Αναμφίβολα, μετά τη φυγή του Blasphemer, οι Teloch και Ghul που τον αντικατέστησαν είχαν αρκετά βαρύ φορτίο να κουβαλήσουν. Το “Esoteric warfare” (2014) ήταν το απαύγασμα μιας μεταβατικής περιόδου κατά την οποία οι Νορβηγοί ήθελαν να αποδείξουν πως ήταν ακόμα ζωντανοί. Το αποτέλεσμα ήταν κάπως άνισο, αλλά ο σκοπός είχε επιτευχθεί και το statement πως η μπάντα συνεχίζει, είχε επικοινωνηθεί επιτυχώς. Η συνέχεια έφερε περιοδείες με αρκετές εμφανίσεις για τους Νορβηγούς, όπου για μεγάλο διάστημα παρουσίαζαν το “De mysteriis dom sathanas” στην ολότητά του. Και κάπως έτσι φτάνουμε στο παρόν και στο “Daemon”, την 6η studio κυκλοφορία των MAYHEM.
Από τα πρώτα λεπτά του δίσκου ο ακροατής βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ολομέτωπη black metal επίθεση, με την αύρα του “De mysteriis dom sathanas”, βαριά, να αιωρείται πάνω από τις καινούργιες συνθέσεις. Είναι προφανές πόσο επηρέασε η παρουσίαση του συγκεκριμένου δίσκου την συνθετική κατεύθυνση του καινούργιου δίσκου και δεν είναι η πρώτη φορά που το βλέπουμε αυτό σε καινούργια κυκλοφορία μιας μπάντας που διαδέχεται μια επετειακή περιοδεία. Το αν αυτό έγινε εσκεμμένα ή όχι δεν μπορώ να το απαντήσω, αλλά ακούγοντας το δίσκο προτιμώ να μην το σκέφτομαι. Οι πρώτες δύο ακροάσεις οφείλω να πω πως δεν με «τρέλαναν» αλλά ακούγοντας τα κομμάτια ξανά και ξανά, ο δίσκος κέρδιζε συνεχώς την προσοχή μου και την εκτίμησή μου.
Το καινούργιο υλικό είναι αρκετά επιθετικό και «τσαντισμένο». Οι επιρροές από το “De mysteriis dom sathanas” είναι αρκετές, όπως για παράδειγμα riffs που θυμίζουν κομμάτια του δίσκου αυτού, ή το πώς είναι παιγμένο το μπάσο του Necrobutcher, οι μπασογραμμές του οποίου ανά σημεία φέρνουν κατά νου τις αντίστοιχες του Varg Vikernes από το θρυλικό ντεμπούτο της μπάντας. Σημεία του “Malum” παραπέμπουν, άλλα στο “Pagan Fears” και άλλα στο “Deathcrush”, όπως επίσης κάποιος στην εισαγωγή του “Of Worms and Ruins” θα μπορούσε να δει την “μετεμψύχωση” του ομώνυμου “De Mysteriis Dom Sathanas”. Αυτό δε σημαίνει όμως πως τα κομμάτια είναι “ξεπατικωτούρα” και δεν μπορούν να σταθούν αυτόνομα. Τα στοιχεία αυτά είναι αφομοιωμένα μέσα στις συνθέσεις του Teloch και περισσότερο παραπέμπουν σε ένα ιδιόρρυθμο κουίζ του στυλ «βρες τι σου θυμίζει», παρά ενοχλούν. Πέραν όμως των αναφορών του καινούργιου υλικού στο “De mysteriis dom sathanas”, ο χαρακτήρας του “Daemon” είναι εντελώς διαφορετικός. Όπως έγραψα παραπάνω, είναι άκρως επιθετικός, οργισμένος, ωμός, σκοτεινός και τεχνικός, τη στιγμή που ο αντίστοιχος του DMDS ήταν ψυχρός και απόκοσμος. Τα κομμάτια διαθέτουν αρκετή ποικιλία και απαιτούν χρόνο και ακροάσεις για να αφομοιωθούν. Όμορφη έκπληξη ήταν η καταπληκτική παραγωγή και ο κρυστάλλινος ήχος του δίσκου, που επιτρέπουν στον ακροατή να ακούσει πεντακάθαρα το κάθε όργανο. Αποτέλεσμα αυτού είναι να απολαμβάνεις το πώς ακούγεται το μπάσο του Necrobutcher, αλλά ακόμη περισσότερο τα drums του Hellhammer, τα οποία ακούγονται για πρώτη φορά εδώ και άπειρα χρόνια τόσο οργανικά, απαλλαγμένα από τα ενοχλητικά triggers. Ο Attila Csihar χρησιμοποιεί περισσότερα brutal black metal φωνητικά απ’ ότι μας έχει συνηθίσει στο παρελθόν, σε άλλα σημεία ουρλιάζει, κάπου τραγουδάει σε Γρηγοριανό στυλ, αλλά παρόλα αυτά δεν λείπουν τα χαρακτηριστικά του αποπνικτικά φωνητικά ή οι απόκοσμοι ψίθυροι που αγαπήσαμε στον Ούγγρο.
Κλείνοντας, όποιος περιμένει να ακούσει κάτι πρωτοποριακό από τους MAYHEM ή ένα καινούργιο “De mysteriis dom sathanas”, έπαιξε κι έχασε. Μπορεί το “Daemon” ανά στιγμές να φέρνει στο νου το προ 25ετίας ντεμπούτο των Νορβηγών, αλλά έχει υλικό που του επιτρέπει να περπατάει χωρίς δεκανίκια. Πρόκειται για έναν καλό και στιβαρό δίσκο που όσο περισσότερο χρόνο αφιερώσει κάποιος, τόσο περισσότερο θα τον εκτιμήσει.
7,5/10
Θανάσης Μπόγρης