Ανά τα χρόνια οι μεγάλες και τρανές μπάντες του χώρου μας έχουν κυκλοφορήσει άλμπουμ τα οποία με θετικό ή αρνητικό τρόπο εξέπληξαν το κοινό, προκάλεσαν συζητήσεις, άφησαν άλλους με πικρή ή γλυκιά γεύση, ή δίχασαν τους οπαδούς τους. Αυτό συνέβη κατά το πλείστων των περιπτώσεων διότι υπήρξε αλλαγή τόσο στο ύφος της μπάντας όσο και στην μουσική, η οποία κατά συντριπτική πλειοψηφία συνοδεύτηκε και από μια αλλαγή και στο look του συγκροτήματος, οπότε υπήρξε φυσιολογικά και μια ανισορροπία μεταξύ του ιστορικού της όποιας μπάντας και του νέου της στυλ και ύφους. Υπάρχουν βέβαια και τα άλμπουμ που δεν δίχασαν, για τον απλό λόγο ότι απορρίφθηκαν συλλήβδην και με συνοπτικές διαδικασίες από το σύνολο των φίλων της εκάστοτε μπάντας, αλλά και σε μεγάλο ποσοστό και από τους ίδιους τους δημιουργούς. Θα κάνουμε μια βόλτα λοιπόν να θυμηθούμε τέτοιες αλλαγές, φυσιολογικά κάποιες σίγουρα θα τις έχω ξεχάσει, οπότε ελεύθερα μπορείτε και εσείς να προτείνετε αντίστοιχες περιπτώσεις… Η σειρά αναφοράς είναι τυχαία..
ΜΕΡΟΣ Α’ – Τα μεγάλα ΟΧΙ
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με τα καθολικά ΟΧΙ σε προσπάθειες και άλμπουμ ( να και υπάρχουν άνθρωποι που παραδόξως τους αρέσουν τα παρακάτω άλμπουμ) τα οποία γνώρισαν την απόρριψη ή ακόμα και την κατακραυγή από το σύνολο των οπαδών. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα ακόμα και οι ίδιοι οι δημιουργοί δεν θέλουν να θυμούνται ότι τα κυκλοφόρησαν…
Ας ξεκινήσουμε με τους SCORPIONS και το τόσο πειραματικό “Eye to eye” (1999) οι οποίοι καταφέρνουν ακόμα και τους πιο πιστούς οπαδούς τους να τους εκπλήξουν δυσάρεστα. Ήταν σαν να ήθελαν να παίξουν κάτι εντελώς διαφορετικό, πολύ pop, με ελάχιστες κιθάρες και πιο πολλά drumbeats. Μελωδίες βέβαια υπάρχουν και αν οι ενορχηστρώσεις ήταν διαφορετικές θα μιλούσαμε αλλιώς. Όπως και να το κάνουμε είναι το ναδίρ της δισκογραφίας τους, ένα εντελώς αποτυχημένο πείραμα που δεν ταιριάζει καθόλου με την δισκογραφία τους. Για το σύνολο των οπαδών τους επί της ουσίας δεν υπάρχει καν στον περήφανο κατάλογο με τα άλμπουμ τους, αν και θα τολμήσω να πω ότι προσωπικά δυο τρία κομμάτια είναι πολύ συμπαθητικά. Επίσης δεν υπάρχει καν, πάλι στην ίδια χρονιά, έχει ξεχαστεί, έχει θαφτεί και δικαίως το “Different beat” του Gary Moore. Τι σκέφτηκε ο συχωρεμένος όταν ηχογραφούσε και κυκλοφορούσε αυτό το synth, dancebeat και γενικά αχαρακτήριστο άλμπουμ ούτε αυτός μπορεί να ήξερε… Είναι τόσο αταίριαστο με ότι έκανε πριν και μετά αλλά και τόσο κακό, που πολύ σωστά και εδώ είναι σαν να μην κυκλοφόρησε ποτέ. Το ακούς και σταυροκοπιέσαι δηλαδή…Δεν είναι τυχαίο πως δεν έχει κυκλοφορήσει ποτέ σε βινύλιο νομίζω… Έλα Χριστέ κι Απόστολε.. Τί τους είχε πιάσει τότε και τους δυο.. A ναι, μην ξεχάσω πως εκείνη την χρονιά κυκλοφορεί άλλη μια τραγωδία, αλλά όχι από τόσο διάσημη μπάντα, η οποία όμως θα απογοητεύσει σε μέγιστο βαθμό τους οπαδούς του συγκεκριμένου συγκροτήματος. Το όνομα αυτού “Menergy” και αυτουργοί οι HEAVEN’S GATE!
Τρία χρόνια πιο μετά το 2002, έρχεται η σειρά των DEF LEPPARD να πάθουν κλακάζ και να μας δώσουν το “X”, που μπροστά του το “Slang” μοιάζει με αριστούργημα. Αν και όπως έχω πει υποστηρίζω την ανάγκη του καλλιτέχνη να εκφράζεται ελεύθερα, το καθολικό ΟΧΙ των οπαδών, προς το “X” δείχνει και το ναδίρ της καριέρας τους. Γενικά αρκετά pop, άνευρο και ανούσιο όμως, δεν είχε τίποτα από την ζωντάνια που χαρακτηρίζει την μπάντα ενώ σε ελάχιστες στιγμές θα φέρει μνήμες από το ένδοξο παρελθόν τους, όπως πχ το “Scars”. Μια ακόμα περίπτωση που οπαδοί και μπάντα δεν θέλουν να θυμούνται καν. Λίγο πάλι πίσω στον χρόνο στο 1997, και στους αγαπημένους μας WASP που και αυτοί θα θελήσουν να πειραματιστούν, αλλά όχι σε πιο beat και pop μονοπάτια όπως οι παραπάνω. Ο καλός μας Blackie θα κάνει μια στροφή προς πιο industrial metal μονοπάτια και θα εκπλήξει πολύ τον κόσμο με αυτό τον τρόπο. Είναι η εποχή, είναι οι κακές παρέες, δεν ξέρω τι έφταιξε, αλλά το “Kill, fuck, die” δεν ταιριάζει σε καμιά περίπτωση με το ύφος και το στυλ της γενικότερης πορείας του συγκροτήματος και γι’ αυτό μοιραία παρά την εντύπωση που προκαλεί και τα σχόλια, θα μείνει πίσω και θα ξεχαστεί από όλους, ή στην καλύτερη θα είναι μια κακή ανάμνηση. Πολύ ξένο για τους παραδοσιακούς WASP οπαδούς, πολύ «αντίγραφο» για τους φίλους του industrial. Δεν έμεινε κανείς να το αποδεχτεί έστω και ως ένα βήμα παραπέρα των WASP. Λέω εγώ ο γκρινιάρης δα, πως με άλλον ήχο οι ίδιες συνθέσεις θα έκαναν ένα άλμπουμ μάλλον λαμπρό… Την ίδια χρονιά, κυκλοφορεί και η μεγαλοπατάτα “Generation swine” των MOTLEY CRUE, στο ίδιο πάνω κάτω ύφος και με τα ίδια αποτελέσματα. Δεν τους αρκεί που φτάνουν τον Corabi στα όριά του με τις μαλ**ίες τους και φεύγει ο άνθρωπος, ενώ στην ουσία κανείς δεν ήθελε να ξαναπαίξουν μαζί οι manager τους πείθουν να γυρίσει ο Neil. Αποτέλεσμα το χειρότερο με διαφορά άλμπουμ της καριέρας τους! Εύγε παιδιά!! Ωχ..ωχ..ωχ…
1993 και ένα άλμπουμ που έγινε διάσημο γιατί δεν άρεσε σχεδόν σε κανέναν και μέχρι σήμερα σχεδόν όλοι μιλάνε εντελώς απαξιωτικά για αυτό. HELLOWEEN και “Chameleon” που άφησε τους οπαδούς της μπάντας με το στόμα ανοικτό. Για λάθος λόγους όμως… Δύσκολα χρόνια για την μπάντα, δείχνουν να μην βρίσκουν ακόμα ισορροπία χωρίς τον Hansen μαζί τους και το πείραμα να γίνουν πιο εύκολοι στο άκουσμα και πιο εμπορικοί είναι πολύ δύσκολο στην εξίσωση. Η απότομη αυτή αλλαγή ήχου, θα οδηγήσει σε ακόμα ένα μεγάλο ΟΧΙ στην ιστορία του metal και μάλλον δικαίως, γιατί όταν δεν είσαι Αμερικάνος, δεν πουλάς στην Αμερική, δεν είσαι πια στα eighties και μετακινείσαι τόσο απότομα από το μελωδικό power/speed metal στο μελωδικό rock, όσο καλές συνθέσεις και ένα έχεις (που δεν είχαν να πούμε και την αλήθεια πολλές), τι ελπίδες επιτυχίας μπορείς να έχεις εκτός από το να φας το κράξιμο του αιώνα; Bad decision!
Μια δεκαετία αργότερα δηλαδή το 2003, θα ηχήσει σαν καζανάκι στις 3 το πρωί, το μεγαλύτερο OXI στην ιστορία του heavy metal και θα έχει το όνομα “St. Anger” και θα σκάσει στα μούτρα μιας εκ των μεγαλύτερων μπαντών στην ιστορία του rock, ήταν 5 Ιουνίου του 2003… Απλά …τράτζικ! Ασχολίαστο καλύτερα… Βέβαια οι METALLICA θα φροντίσουν να αποκτήσουν ακόμα ένα μεγάλο ΟΧΙ στην ιστορία τους λίγα χρόνια αργότερα, το 2011 με το τραγικό “Lulu”, αλλά επειδή αυτό αναφέρεται μόνο στην δισκογραφία του Lee Reed και όχι στην δική τους, θα την γλυτώσουν έστω και τυπικά. Αντιπαρέρχομαι λοιπόν, αλλά να μείνουμε στην ίδια χρονιά και στο ανεκδιήγητα τραγελαφικά ανέμπνευστο και κουραστικό “Dedicated to chaos” των QUEENSRYCHE… Μια σειρά κακών άλμπουμ οδηγεί πλέον και τους πιο σκληροπυρηνικούς οπαδούς τους να σηκώσουν τα χέρια ψηλά και να πουν «φτάνει, ως εδώ».. Απλά…καταστροφή…
Να γυρίσουμε πίσω λίγο πάλι το χρόνο.. τι λέτε; 1995.. BLACK SABBATH… και “Forbidden”. Κουρασμένοι από τις αλλαγές μελών, τα πήγαινε έλα, αλλά κυρίως από την αποτυχία της επιστροφής του Dio, ο Iommi φέρνει πίσω όλη την σύνθεση του “Tyr” και βγάζουν ένα άλμπουμ που στεναχωράει πολύ εμάς, που πιστέψαμε τόσο πολύ σε αυτή την ενσάρκωση της μπάντας. Γενικά μιλάμε για ένα άλμπουμ που δεν άρεσε σε κανέναν, εξ ου και οι ελάχιστες πωλήσεις, αλλά και ο ήχος του μοιάζει πολύ απόμακρος γενικά. Ο Iommi έχει δηλώσει ότι το έχει μιξάρει ξανά και όποτε και εάν λυθούν τα προβλήματα νομικής φύσεως με το όνομα της μπάντας και αυτά τα άλμπουμ, θα το κυκλοφορήσει πάλι. Έως τότε όμως θα είναι ένα μελανό ΟΧΙ στην λαμπρή τους ιστορία. Ιδιαίτερη μνείας και παρασήμου κακογουστιάς με παράλληλη έλλειψη έμπνευσης και τάσεις αυτοκαταστροφής αξίζουν οι BON JOVI, καθώς καταφέρνουν όχι με ένα, αλλά με μια σειρά από άλμπουμ να μας κάνουν να τους λέμε συνέχεια ΟΧΙ. Μπράβο παλικάρια μου, που τα έχετε κάνει τόσο μαντάρα μια δεκαετία (και βάλε) τώρα και να μας κάνετε να λέμε «ωχ» στο άκουσμα κάθε νέας κυκλοφορίας σας! Κοιτάχτε χάλια.. Lost Highway (2007) “The Circle” (2009), “What about now” (2013), “Burning bridges” (2015), “This House is not for sale” (2016), “2020” (2020) όλα μαζί αν έχουν δέκα λεπτά ενδιαφέρουσας μουσικής, είναι ζήτημα! Δεν βρίσκω λόγια να περιγράψω τέτοια παρακμή!
Μια που το φέρνει η κουβέντα… ποιος θυμάται το “Subhuman race” το τρίτο άλμπουμ των SKID ROW με τον Bach στα φωνητικά; Κανείς; Ούτε ένας; Αυτό λοιπόν.. πόσο πιο μεγάλο ΟΧΙ μπορεί να πάρει ένα συγκρότημά;; Πάμε Γερμανία τώρα και σε δύο μεγάλες πατάτες, από τους ονομαστούς ACCEPT οι οποίοι όπως και τόσοι άλλοι έκαναν και αυτοί τα …ανδραγαθήματά τους! Δυο άλμπουμ τους στέκονται και αυτά υπερήφανα σε αυτό εδώ το άρθρο. “Eat the heat” (1985) κατά κύριο λόγο, το οποίο κανείς δεν θέλει θυμάται (εγώ λέω πως τρία καλά τραγούδια τα είχε πάντως) αλλά η αλήθεια είναι πως ήταν μια εντελώς αποτυχημένη προσπάθεια που δεν τους ταίριαζε φύση και θέση, ειδικά μετά από τον καταιγισμό Τευτονικού metal που είχε προηγηθεί. Η άλλη μεγάλη πατάτα που θέλουμε να ξεχνάμε την ύπαρξη της ήταν το “Predator” (1996). Στο “Eat the heat” ναι μεν λες, προσπάθησαν να πιάσουν την Αμερική, έλειπε και ο Udo, πάει στα κομμάτια. Εδώ στο “Predator” όμως δικαιολογίες δεν υπάρχουν, όπως επίσης και τίποτα το αξιόλογο επί της ουσίας και να έλεγες ότι πρόκειται για μετριότητα;.. ούτε καν. Μαύρη σελίδα που κανείς δεν θέλει να θυμάται, παρά τα ανεκτά “Crossroads” και “Run through the night”.
Μη νομίζετε πως επειδή υπάρχει ένα “The clansman” θα την γλυτώσουν οι IRON MAIDEN και το “Virtual XI”. Δυστυχώς το ΟΧΙ τίμια και ειλικρινά έρχεται εδώ και μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι που διαφωνούν, αλλά είναι γεγονός, διότι θεωρείται το χαμηλότερο σημείο της καριέρας τους από όλες τις απόψεις, και το πλήθος των οπαδών ούτε να το θυμάται καλά-καλά δεν θέλει. Δεν ήταν μονό η φανερή έλλειψη έμπνευσης, αλλά και η δυσαρέσκεια του κόσμου για εκείνη την περίοδο όπου έβλεπε την παρακμή της μπάντας και δύσκολα μπορούσε να την ανεχτεί και φώναζε δυνατά για το reunion της μπάντας. Είναι κακό άλμπουμ από όποια οπτική και να το δει κανείς. Προσωπικά δίπλα του θα έβαζα πολύ άνετα και το “Final frontier” αλλά… Αλλάζω συγκρότημα και πάω στους φτωχούς CRIMSON GLORY, οι οποίοι κάνουν στροφή στην εμπορικότητα το 1991, αλλά την κάνουν σε λάθος χρόνο, με λάθος τρόπο. Το “Strange and beautiful”, ξενίζει (ακόμα και από το εξώφυλλο του) και δικαίως, δεν αρέσει σε κανέναν οπότε μοιραία, η αποτυχία του σε όλα τα επίπεδα, οδηγεί την μπάντα σε διάλυση. Έξι χρονάκια αργότερα, οι DOKKEN νομίζουν ότι μπορούν έτσι απλά να πάνε σε πιο alternative rock μονοπάτια με το τραγικό “Shadowlife” και λογικά και αυτό γίνεται το πιο μελανό σημείο της καριέρας τους, ένα πείραμα (;) πλήρους αποτυχίας. 1998 και ούτε οι ANTHRAX θα την γλυτώσουν την αναφορά τους εδώ αφού εύκολα μας δίνουν το δικαίωμα με το τραγικότατο “Volume 8: The threat is real” το οποίο διχάζει ακόμα και την ίδια τη μπάντα. Από την άλλη οι οπαδοί τους δεν θέλουν να έχουν και πολύ σχέση με αυτό. Λίγο το ότι δεν ήταν πια μια μπάντα του thrash, λίγο οι πειραματισμοί και κάτι grunge vibes εδώ και εκεί, κάτι ότι οι συνθέσεις δεν λένε τίποτα… το κάνουν επαξίως να κερδίζει την θέση του εδώ! Μπράβο και σε εσάς παιδιά!
Απαπαπαπαπαπα τώρα ήρθε η ώρα του Ronnie James Dio. “Angry machines” (1993) και “Strange highways” (1996) δυστυχώς, και δεν νομίζω κανένας να διαφωνεί όχι μόνο πως μιλάμε για τις χειρότερες στιγμές στην καριέρα των DIO, αλλά και πως αυτά τα δύο έδιωξαν πολλούς οπαδούς από την μπάντα. Πειραματικός, σκοτεινός και grungy ήχος, πολύ μακριά από τις απαστράπτουσες και εμπνευσμένες ημέρες των “Holy diver”, “Last in line” κλπ είναι σαν να αποτελούν την πλέον σκοτεινή και αποπροσανατολισμένη πλευρά του δημιουργού τους. Ευτυχώς όμως, σε καμία περίπτωση με αυτά δεν θα μπορούσαμε ποτέ να διαγράψουμε ένα τόσο ένδοξο παρελθόν. Μια που λέμε για τραγουδιστές και μεγάλες προσωπικότητες, ας (μη) θυμηθούμε τους TWO του Rob Halford, με τον John 5 στο industrial “Voyeurs” το 1998. Όπως το θυμηθήκαμε, έτσι ας το ξεχάσουμε λοιπόν.. Ο αγαπητός μας Φραγκίσκος Σαμοΐλης το ονομάζει “Far(t) from the sun” (2003), και όπως καταλαβαίνετε για τους φίλους των AMORPHIS η συγκεκριμένη κυκλοφορία είναι σχεδόν απαγορευμένη… Αυτή η ξαφνική στροφή σε rock φόρμες και μάλιστα πολύ μελωδικές, ειδικά για την μέχρι τότε πορεία τους, ήταν κάτι που άφησε τον κόσμο με πολλές απορίες. Αν ήταν μια στροφή ποιοτική όμως, θα το αναφέραμε στην κατηγορία των άλμπουμ που δίχασαν τον κόσμο. Δεν ήταν μια στροφή που είχε αυτή την απαιτούμενη ποιότητα ώστε έστω τουλάχιστον να διχάσει τον κόσμο. Κάνουν και αυτοί μια τρελή αλλαγή στην πορεία τους, αλλά απογοητεύουν τους πάντες και θα χρειαστούν προσπάθεια για να πείσουν τα επόμενα χρόνια ότι είναι μια μπάντα επιπέδου, που φυσικά ήταν και είναι! Ωπ! Μια και είμαστε σε αυτά τα χωράφια… μην ξεχάσω: CELTIC FROST – “Cold lake” (1988)!! Κατέχει ιδιαιτέρως τιμητική θέση, Honorable Mention που λένε και στο χωριό μου, σε αυτό εδώ το άρθρο! Περμανάντ και glam οι CELTIC FROST;; Ακόμα και ο Coverdale δεν έχει σταματήσει να γελάει από τότε…
Νομίζω πώς ουσιαστικά έχουμε καλύψει τα μεγάλα ΟΧΙ σε σημαντικές μπάντες από τον χώρο μας, στο επόμενο άρθρο θα πάμε στα άλμπουμ που δίχασαν τον κόσμο μας, και μέχρι και σήμερα γίνονται αντικείμενο κουβέντας ανάμεσα στους οπαδούς… Έρχεται και αυτό..
Δημήτρης Σειρηνάκης