Μεγάλοι βαθμοί σε κριτικές δίσκων μπαίνουν μέχρι σήμερα από περιοδικά και webzines, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Πόσες όμως από αυτές τις κυκλοφορίες σε κάνουν περήφανο για το είδος μουσικής που ακούς; Για το αν μπορείς με όπλο τις συγκεκριμένες κυκλοφορίες να αντικρούσεις επιχειρήματα φίλων άλλων ειδών μουσικής; Ας μην γελιόμαστε… Ελάχιστες πλέον! Οι περισσότερες μπαίνουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και αραχνιάζουν, έχοντας προσφέρει μία σύντομη τόνωση του εγώ του κάθε συντάκτη και των φανατικών οπαδών του εκάστοτε συγκροτήματος..
Οι ENSIFERUM δημιουργήθηκαν το 1995 για να τονώσουν το εγώ ΟΛΩΝ των metallers και το καταφέρνουν όχι με «φωτοβολίδες», αλλά με σκληρή δουλειά και προσεκτικά βήματα σε κάθε τους δίσκο, κάτι που το αποδεικνύει η σταδιακή και σημαντική δημοτικότητα που κερδίζουν χρόνο με το χρόνο στις τάξεις των metallers. Το “Unsung heroes” αποτελεί το πέμπτο τους κεφάλαιο και το πιο σημαντικό στην σταδιοδρομία τους. Το είχα στα χέρια μου αρκετές εβδομάδες και είχα την ευκαιρία να το ακούσω πολλάκις. Σας παραθέτω τις ταπεινές μου απόψεις για το δίσκο:
Symbols: Το κατάλληλο intro, ρομαντικό και επικό.
In my sword I trust: Το πρώτο τραγούδι του δίσκου υποδηλώνει με το καλύτερο δυνατό τρόπο την πρόθεση του συγκροτήματος. Είμαστε μοντέρνοι, είμαστε heavy, είμαστε ΕΠΙΚΟΙ όσο δεν πάει. Γλυκές μελωδίες, γυναικεία χορωδιακά φωνητικά σχεδόν καθ’ όλη την διάρκεια του τραγουδιού που ανατριχιάζουν και rhythm section βγαλμένες από τις καλές εποχές των MANOWAR. Το folk στοιχείο δεν είναι τόσο έντονο. Λίγο μετά τη μέση ενσωματώνουν με ιδανικό τρόπο την αγάπη τους στο επικό ήχο και στη μουσική παράδοση των AMORPHIS της χρυσής εποχής του “Tales of a thousand lakes” και “Elegy”.
Unsung Heroes: Το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου ξεκινά σε mid tempo ρυθμούς με μία γλυκιά μελωδία με το βασικό riff να σε συνεπαίρνει. Χορωδιακό με έντονες πλέον τις folk μελωδίες και τη φιλανδική σχολή χωρίς να χάνει την heavy αισθητική. Από την μέση και μετά το συγκρότημα ξεδιπλώνει το τεράστιο του ταλέντο στο επικό soundtrack ήχο χωρίς να γίνεται σαχλός.
Burning Leaves: Το πρώτο τραγούδι που είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε, σχεδόν 2 μήνες πριν την κυκλοφορία του δίσκου. Εμφανής η τάση για κάτι πιο εμπορικό, θέλοντας να ακουστούν στην αρχή σαν AMORPHIS της τελευταίας περιόδου, αλλά παράλληλα δεν μπορούν να αρκεστούν σε κάτι τόσο μέτριο, με αποτέλεσμα να παραμείνουν σε πιο επικά μονοπάτια, συγκλονίζοντας με το γεγονός ότι μια απλή σύνθεση με σωστή μίξη επικού, folk και heavy mid tempo μπορεί να σε καθηλώσει.
Celestial Bond: Η πρώτη μπαλάντα του δίσκου, που φυσικά δεν ξεφεύγει από το γενικότερο επικό συναίσθημα. Αποκλειστικά γυναικεία φωνητικά που σε συνδυασμό με το folk, σχεδόν medieval ρυθμό σε μαγεύει και σε ταξιδεύει στα μέρη της φαντασίας σου που έχεις δημιουργήσει μόνο για εσένα, για να ξεφεύγεις από τις πίκρες που προσφέρει η πεζή πραγματικότητα.
Retribution shall be mine: Ουσιαστικά το πρώτο γρήγορο τραγούδι του δίσκου με το συγκρότημα απλά να ρεζιλεύει με άνεση πολλούς συναδέλφους μουσικούς του σύγχρονου power metal. Θα έλεγα το αντίπαλο δέος των “Deathbringer from the sky” και “Twilight Tavern”. Τα συμφωνικά στοιχεία δίνουν την δική τους συνδρομή στο soundtrack επικό ήχο και το solo πλήκτρα – κιθάρας θυμίζουν αξέχαστες εποχές της μουσικής μας και ενδείκνυνται για ανεπανάληπτο headbanging.
Star Queen (Celestial Bond part II): Το δεύτερο μέρος της μπαλάντας που συναντήσαμε παραπάνω, με το μόνο κοινό στοιχείο που έχουν μεταξύ τους να είναι η ακουστική κιθάρα και το εκπληκτικό συναίσθημα για μια ακόμη φορά που πηγάζει. Heavy ξεσπάσματα με τα αντρικά, καθαρά, φωνητικά να κυριαρχούν. Το folk στοιχείο έντονο σε κάθε σημείο του τραγουδιού, ενώ οι εναλλαγές σε ρυθμούς και μελωδίες σε απογειώσουν.
Pohjota: Το αγαπημένο μου τραγούδι από το δίσκο με την αδρεναλίνη να χτυπάει κόκκινο. Μία δυνατή σύνθεση με ταχύτατα ξεσπάσματα από το παρελθόν τους και υπέρ επικούς ρυθμούς με χορωδιακό ρεφρέν που δεν ξεχνάς με τίποτα, ίσως το καλύτερο που έχουν ποτέ συνθέσει. Η αφήγηση στη μέση του τραγουδιού «χρωματίζει» ακόμα περισσότερο το τελικό αποτέλεσμα με τις ακουστικές και τα παραδοσιακά όργανα να οργιάζουν.
Last Breath: Η δεύτερη μπαλάντα του δίσκου, σε πιο «πολεμικούς» ρυθμούς. Τα φωνητικά μου θύμισαν έντονα τον μακαρίτη Quorthon με τις γνωστές λατρεμένες παραφωνίες. Το τραγούδι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως φόρο τιμής στην τεράστια μουσική κληρονομιά των BATHORY σε πιο folk έκδοση φυσικά και με ένα υπέροχο σημείο στη μέση του τραγουδιού όπου «ξεδιπλώνεται» ο προσωπικός ήχος του συγκροτήματος με τη χορωδία να δίνει το στίγμα της. Επίσης ο τίτλος είναι ευφυέστατος καθώς στη σειρά είναι το τελευταίο τραγούδι πριν το 17λεπτο.
Passion proof of power: Ένα τραγούδι που ομολογώ δεν περίμενα με τίποτα από τους Φιλανδούς. Η εισαγωγή του βγαλμένη από soundtrack σε προϊδεάζει για την συνέχεια. Επικοί, μελωδικοί, heavy, με folk στοιχεία από όλη την Ευρώπη και progressive διάθεση όπου σε αρκετά σημεία αποδεικνύουν πόσο καλοί μουσικοί είναι χωρίς να υπερβάλλουν και να κουράζουν. Γυναικεία φωνητικά εναλλάσσονται με αντρικά brutal και καθαρά, αφηγήσεις που δεν κρατούν παραπάνω από λίγα δεύτερα και διάθεση για μουσική υψηλής ποιότητας.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
- Οι ENSIFERUM συνεχίζουν στην ουσία στον ίδιο δρόμο που είχαν χαράξει στο “From afar” μόνο που τώρα είναι πιο τεχνικοί, πιο σίγουροι για το ταλέντο τους, πιο επικοί, πιο heavy και πιο συναισθηματικοί.
- Το soundtrack ύφος που ήθελαν να παράγουν το κατάφεραν εύκολα, διαθέτοντας πιθανότατα το 1/3 από το budget της τελευταίας αποτυχίας των NIGHTWISH. Ειλικρινά πολλά σημεία του δίσκου πρέπει ο Tuomas Holopainen να τα ακούσει μπας και καταλάβει που έσφαλε.
- Το μόνο επικό συγκρότημα που μπορεί να τους αντικρούσει πλέον είναι οι καλοί MANOWAR, κάτι σπάνιο πλέον. Θα έλεγα και οι MOONSORROW αλλά είναι πιο σκοτεινοί πλέον.
- Παίρνοντας τη μουσική, metal παράδοση της Φιλανδίας και folk στοιχεία σχεδόν από όλη την Ευρώπη κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα δίσκο που όσες φορές και να τον ακούσεις θα ανακαλύψεις κάτι νέο να σε συναρπάσει. Εδώ και χρόνια αναφερόμαστε για Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά είναι από τις ελάχιστες φορές που ισχύει πραγματικά. Ένας δίσκος για όλους τους Ευρωπαίους.
- Ο πιο heavy ήχος τους ταιριάζει εξίσου, αφήνοντας να φανεί περισσότερο η τεχνική τους.
- Πολλοί λένε ότι δεν υπάρχουν καλά συγκροτήματα σαν τα παλιά, αλλά υπάρχει μια γενιά που δίνει όλο το είναι της, όπως οι GOJIRA κ.α. Απλά τους ENSIFERUM θα τους βάλω στη κορυφή, καθώς σέβονται περισσότερο το heavy ήχο και οι υπόλοιποι δεν μπορούν να συγκριθούν με το εκπληκτικό συνδυασμό μουσικών ειδών με τον τρόπο που το κάνουν οι ENSIFERUM.
Τελικά είναι ωραίο να βγαίνεις για πολλοστή φορά σωστός στις μουσικές επιλογές σου. WE ARE BLESSED BY STEEL!!!
9,5 / 10
Παναγιώτης Δημητρόπουλος













