And now for something completely different… Γιατί όπως και να το κάνεις, τέτοια “events” δεν συμβαίνουν συχνά στη χώρα μας, πόσο μάλλον και στο Μέγαρο Μουσικής. Όταν ανακοινώθηκε πριν περίπου μισό μήνα η προβολή του “Celebration Day”, DVD (τη στιγμή που διαβάζετε αυτές τις γραμμές βρίσκεται ήδη στην αγορά) που μας φέρνει στις οθόνες μας την ήδη ιστορική reunion συναυλία – φόρο τιμής στον ιδρυτή της Atlantic Records Ahmet Ertegun – που έλαβε μέρος στις 10 Δεκεμβρίου του 2007 στην O2 Arena του Λονδίνου, οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες. Οι ορκισμένοι fans έτρεξαν να προλάβουν τα εισιτήρια, οι πιο ήρεμοι στις αντιδράσεις τους το σκεφτόντουσαν, άλλοι ήθελαν να μπουν επιτέλους στο Μέγαρο μιας και δε τους δίνεται συχνά η ευκαιρία, ενώ άλλοι αδιαφόρησαν αλλά παρουσιάζοντας επιχειρήματα! Με λίγα λόγια, όλοι ασχολήθηκαν με τον τρόπο τους – πράγμα που αποδεικνύει και το δυσθεώρητο status της μπάντας – με αποτέλεσμα ένα εύκολο sold out, μέρες πριν το βράδυ της Παρασκευής… Αναμενόμενο!
Μπαίνοντας στην αίθουσα, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν αν η όλη συναυλία θα μου έβγαζε το σωστό feeling της once in a lifetime (;) στιγμής, μιας και ποτέ δεν ήμουν ο die – hard fan τους και επίσης κανένα από τα 3 προηγούμενα reunions τους στη σκηνή μετά το θάνατο του John Bonham (1985 στο Live Aid, 1988 για τα 40 χρόνια της Atlantic και το 1995 για την ένταξή τους στο Rock and Roll Hall of Fame), δεν δικαίωσε τις προσδοκίες του κόσμου, αλλά και των ιδίων! Τα φώτα σβήνουν και το riff του “Good Times Bad Times” σημαίνει την ίσως πιο cool έναρξη συναυλίας που έχω δει. Ο Jimmy Page με την καμπαρτίνα, το γυαλί ηλίου και ένα μόνιμο χαμόγελο του στυλ «είμαι ΘΕΟΣ και το ξέρω», ο Robert Plant να βγάζει μια αρχηγική σιγουριά, τόσο με το στήσιμό του επί σκηνής όσο και με την εξαιρετική κατάσταση της φωνής του (που δεν αλλοιώθηκε ούτε στιγμή μέχρι το τέλος του live), ο John Paul Jones με «σφιχτό» βλέμμα, μόνιμα να κοιτάζει τους άλλους όντας το μυαλό της μπάντας και ο «υιός» Jason Bonham να δείχνει εξαρχής πως γεννήθηκε έτοιμος γι’ αυτή τη στιγμή (τραγική ειρωνεία)! Συνέχεια με το “Ramble On” που παίχτηκε για πρώτη φορά ολόκληρο ζωντανά, στο “Black Dog” όλο και περισσότερα κεφαλάκια άρχισαν να κουνιούνται διακριτικά στην αίθουσα και στο “In My Time of Dying” πόσο θα ήθελα να είχα ένα ποτήρι Jack Daniels να μου γαργαλάει τον ουρανίσκο, απολαμβάνοντας την άψογη εκτέλεση του.
Το παρεξηγημένο “Presence” εκπροσωπήθηκε από το “For Your Life”, που παίχτηκε για πρώτη φορά ζωντανά (θα προτιμούσα το αγαπημένο μου “Achilles Last Stand”) και στη συνέχεια ο Plant προλόγισε το επόμενο κομμάτι ως επηρεασμένο από το “Terraplane Blues” του Robert Johnson, που σημαίνει τι; “Trampled Under Foot”, με τον funk as it gets ρυθμό του να ξεσηκώνει, πηγαίνοντας μας πάλι στο “Presence” με μία εκπληκτική εκτέλεση του “Nobody’s Fault but Mine” (μελωδία κιθάρας και φωνής παράλληλα, σκόρπισαν απλόχερα ανατριχίλες). “No Quarter” και “Since I’ve Been Loving You” δεν κατέβασαν τις τρίχες, φτάνοντας στην κορυφαία στιγμή του live για εμένα, που όπως είπε και ο Plant, ήταν από τα τραγούδια που δεν μπορούσαν να λείψουν από το setlist της βραδιάς, όντας κλασικό… “Dazed and Confused” στο – με διαφορά – πιο eeeeevil κομμάτι τους, με τον Page στα μισά να βγάζει το δοξάρι και να παίζει με την κιθάρα σαν άλλος διάβολος που μας οδηγεί στην κόλαση! Το “Stairway to Heaven” όσο κλισέ και να ακούγεται στην εκατομμυριοστή ακρόαση, δεν παύει να συγκινεί και τα “The Song Remains the Same”, “Misty Mountain Hop” και “Kashmir” (δεύτερη καλύτερη στιγμή του live το τελευταίο, ένιωθα πως και μόνο αυτό να έπαιζαν επί 2 ώρες δε θα σταματούσα το διακριτικό μου – sic – headbanging) έκλεισαν το κύριο set. Πρώτο encore με το “Whole Lotta Love” που (παραδόξως) το περίμενα καλύτερο μιας και έχασε λίγο σε δυναμική και δεύτερο με το “Rock and Roll” να κλείνει θριαμβευτικά τη βραδιά και τον Jason Bonham να δίνει κυριολεκτικά ρέστα, αφήνοντας άναυδους κοινό και μπάντα!
Τα φώτα ανάβουν και επιστρέφω στην αρχική μου σκέψη… Ένιωσα το feeling που ήθελα; Η απάντηση είναι ναι, γιατί πάνω απ’ όλα μου το έβγαλε η μπάντα και όχι η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης συναυλίας. Μπορεί οι 20.000.000 αιτήσεις για 18.000 εισιτήρια να αποτελούν μυθικό ρεκόρ, αλλά ο κόσμος ήταν απλά θεατής (λογικό με όλο το jet set εκεί μέσα)! Η μπάντα πρωταγωνίστησε όπως και όφειλε, βγάζοντας πραγματικό κέφι (αν το έπαιζαν και καλά, τώρα θα είχαν ήδη βγει σε tour), ουσία, Α-ΠΙ-ΣΤΕΥ-ΤΟ δέσιμο (κάποιος θα έλεγε αναμενόμενο για τους τρεις, αλλά ο Jason γέμισε και με το παραπάνω τα παπούτσια του πατέρα του) και έναν θρυλικό αέρα. Μιλάμε για 3 τεράστιες περσόνες, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους αλλά συνάμα με μία μαγική χημεία που σε κάνει να νιώθεις σίγουρος πως είτε παίζουν στην O2 Arena είτε στο Gagarin, θα πάρεις ακριβώς το ίδιο. Χωρίς κάποιο φανταχτερό stage show παρά μόνο μια οθόνη από πίσω που «γέμιζε» το μάτι, άριστη σκηνοθεσία και ήχο (προφανώς) και με minimal αλλά αρχοντική σκηνική παρουσία κατάφεραν να κάνουν μία a night to remember, που σίγουρα οι περισσότεροι θα θέλαμε να παρακολουθήσουμε από κοντά! Αυτό σημαίνει πως θέλουμε και tour; Ειλικρινά δε ξέρω, μιας και από τη μία ίσως να είναι και το καλύτερο τελείωμα μιας καριέρας που είχε τα πάντα, αλλά από την άλλη αν ερχόντουσαν, σίγουρα δε θα το έχανα (όπως και πάρα πολλοί επίσης)! DVD που αξίζει να δείτε έστω και μία φορά… Ρε γαμώτο, πάντα ήθελα να μπω σε zeppelin, εσείς;
Βασίλης Γκορόγιας