Υπάρχουν κάποιες μπάντες που άπαξ και περάσεις τα 25 (μέγιστο), τις βαριέσαι. Όχι μόνο επειδή μπορεί να ωριμάζεις εσύ, αλλά επειδή δεν ωριμάζουν αυτές και τόσο! Μη μιλήσει κανείς για εξαιρέσεις τύπου MOTORHEAD και AC/DC, είμαστε όλοι πολύ λάκηδες για να τους βάζουμε στο στόμα μας κιόλας! Τους HATEBREED που λέτε, πολλοί από εμάς τους γνωρίσαμε σε «τρυφερή» ηλικία. Οι δύο πρώτοι τους δίσκοι θεωρούνται κλασικοί πλέον και όσοι τυχεροί τους άκουσαν κοντά στα χρόνια ενηλικίωσής τους, αυτόματα απέκτησαν μια νέα, αγαπημένη μπάντα. Ωμή δύναμη, αγνό ξυλίκι, ενέργεια και κοινωνικοί στίχοι που μέσα από απλοϊκά συνθήματα – refrain, αποτελούσαν το ιδανικό πακέτο πώρωσης για τον μέσο 18 – άρη μεταλλοχαρντκορά. Ο σωστός συνδυασμός αυτών των δύο ειδών, τους ώθησε ακόμη περισσότερο στην κορυφή, αλλά η συνέχεια δεν έκρυβε καμία έκπληξη. Κάποιοι «ύμνοι» τούς διατήρησαν στο προσκήνιο, δίσκο για πέταμα ομολογουμένως δεν έβγαλαν αλλά αν σε έτρωγε λίγο ο κώλος σου, θα έβρισκες πολύ πιο ενδιαφέρουσες μπάντες να ακούσεις.
Ο ομώνυμος προηγούμενος δίσκος – που ακούγεται ακόμη πολύ ευχάριστα – ήταν ο πιο επιμεταλλωμένος τους. Αυτή τη φορά ο Jamey Jasta & his gang θέλησαν να βγάλουν έναν back to the hardcore roots δίσκο, με τον «αρχηγό» να δηλώνει χαρακτηριστικά πως θα είναι “all pit, no shit”! Θα μου πεις βέβαια από την άλλη, πότε δεν ίσχυε αυτό για τους HATEBREED; «Ντου και ξύλο» λοιπόν από το μπάσιμο του (single και video) “Put It To the Torch” μέχρι και το breakdown του τελευταίου “Time To Murder It”! Ζητούμενο; Η ποιότητα στις συνθέσεις ώστε να θες να ρίξεις καμιά φιλική «ανάποδη» στον διπλανό σου στο pit… Και αυτή υπάρχει. Τραγούδια όπως τα “Honor Never Dies” και “The Divinity of Purpose” θα αποτελέσουν συναυλιακά «λουκούμια» αλλά και αυτά σε κάθε δίσκο τους υπήρχαν. Groove με το κιλό, σωστά riffs (με πιο ιδιαίτερο αυτό του “Bitter Truth”), gang vocals που φτιάχνουν γηπεδικά anthems και απόδοση αναμενόμενα στα σωστά levels «επαγγελματισμού», με το λαρύγγι του Jasta να αποτελεί την ΙΟΝ αμυγδάλου της γενιάς του… Δηλαδή δεν το βαριέσαι ποτέ!
Όλα καλά κι όλα ωραία δηλαδή, επομένως, γιατί εφτάρι; Πρώτον, το εφτά είναι ένας πολύ καλός βαθμός και δεύτερον, γιατί να βάλουμε παραπάνω όταν επί τόσα χρόνια, μια μπάντα που ηχούσε «επικίνδυνη» σε εφηβικά αυτιά, κοπιάρει τον εαυτό της (ευτυχώς με αξιόλογα αποτελέσματα); Το στοιχείο της έκπληξης έχει εκλείψει παντελώς από τους HATEBREED κι αυτό άλλους θα τους πειράξει, ενώ άλλους δε θα τους εμποδίσει να συνεχίζουν να πωρώνονται χωρίς πολλές σκέψεις. Όταν όμως η «ακραία» μουσική δείχνει πολλές φορές το δρόμο των εξελίξεων και χαιρόμαστε να βλέπουμε μπάντες να επαναπροσδιορίζονται, γιατί αυτοί να μένουν στην απ’ έξω; Αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα, δε θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα που λέει και ο αγαπημένος μας «μαϊντανός» Φίλιππας Πλιάτσικας, αλλά θα ήθελα να δω τους HATEBREED να τολμούν και να πετυχαίνουν. Γιατί… για τις παλιές αγάπες μη μιλάς, στα πιο μεγάλα θέλω κάνουν πίσω (είμαι ανελέητος)!
7 / 10
Βασίλης Γκορόγιας