Γιάννης πίνει, Γιάννης κερνάει είναι το θέμα που ακολουθεί. Οι Νορβηγοί prog metallers, LEPROUS, επισκέπτονται την Αθήνα το Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου, μαζί με τους AGENT FRESCO και τους 22 κι ο Αλέξανδρος Τοπιντζής έκανε μία «φανταστική» συνέντευξη μαζί τους, κάνοντας ερωτήσεις για το γκρουπ, τις οποίες απάντησε ο ίδιος!!! Με αυτόν τον τρόπο όμως, μπορείτε να πάρετε μία ιδέα, για ποιον λόγο επιβάλλεται να πάτε στην εν λόγω συναυλία του γκρουπ αν θεωρείτε τον εαυτό σας θιασώτη του ιδιώματος…
1. Είναι η ανερχόμενη δύναμη του progressive metal;
Προφανώς και είναι, αφού η δυναμική της έχει αυξηθεί τρομερά τα τελευταία χρόνια και φέτος, μάλιστα, στα τέλη του 2018 θα επισκεφτούν τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ μέσα στο 2019 θα κάνουν tour και στην Λατινική Αμερική. Με δεδομένη την κατηφόρα του προοδευτικού ήχου στο metal, η απήχηση των LEPROUS αποτελεί εξαίρεση. Αποτελούν μια από τις βασικές μπάντες του οπλοστασίου της Inside Out Records και μάλιστα με συνεχόμενα αυξανόμενες πωλήσεις.
2. Einar Solberg έχει μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές του χώρου;
Η χροιά του Einar είναι μοναδική και αποτελεί ένα από τα κρίσιμα χαρακτηριστικά του group, όμως ταυτόχρονα αποτελεί κι ένα από τα συστατικά που πολλοί αποστρέφονται στον ήχο τους. Η ανδρόγυνη χροιά του, που θυμίζει έντονα τον Antony (νυν Anohni) δένει απόλυτα με την σκοτεινή ατμόσφαιρά της μουσικής τους και διατηρεί σε πολλές συνθέσεις τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Δυστυχώς στα live εν Ελλάδι, δεν έχουμε τύχει να τον ακούσουμε σε τρομερή φόρμα, μέχρι σήμερα.
3. To “Bilateral” είναι ο απόλυτος progressive metal δίσκος της δεκαετίας;
Είναι σίγουρα μια από τις κορυφαίες κυκλοφορίες του προοδευτικού χώρου στην Ευρώπη και αυτό κυρίως οφείλεται στον ιδιαίτερο χαρακτήρα που σχημάτισαν οι LEPROUS, που δεν ομοίαζε με καμία άλλη μπάντα του είδους. “Forced Entry”, “Mb. Indifferentia”, “Mediocrity Wins” αποτελούν κάποια από τα highlights ενός δίσκου που πλέον ανήκει στο πάνθεον των σημαντικότερων δίσκων του progressive metal.
4. Γιατί οι μεταλλάδες λένε ότι είναι καλύτεροι από τους MUSE;
Εάν θεωρήσουμε ότι οι δύο μπάντες δραστηριοποιούνται στο ίδιο ηχητικό φάσμα (διατηρώ μεγάλες ενστάσεις πλέον γι’ αυτό), αυτή η αντίληψη στηρίζεται κυρίως από την σύγκριση των τελευταίων τεσσάρων albums των Βρετανών με τα αντίστοιχα τέσσερα των Νορβηγών. Προφανώς και οι LEPROUS καλλιτεχνικά βρίσκονται στο απόγειό τους ενώ οι MUSE απολαμβάνουν την εμπορική απήχηση που είχαν παλιότερες κυκλοφορίες τους, κυκλοφορόντας μέτριους δίσκους τον τελευταίο καιρό. Άκυρη η σύγκριση εν ολίγης, εκτός και αν οι LEPROUS κυκλοφορήσουν εμπορικό δίσκο ή οι MUSE επιστρέψουν κάποια στιγμή με κάτι πραγματικά, άξιο λόγου.
5. Το “Malina” είναι ο καλύτερός τους δίσκος:
Για πολλούς σίγουρα ναι. Είναι το album που καταφέρνει να εξελίξει το στυλ των “Coal” και “Τhe Congregation”, χωρίς να επαναλάβει τα ίδια κόλπα, εισάγοντας νέα στοιχεία και κυρίως διατηρώντας την ποιότητα των συνθέσεων στα υψηλότερα standards. Τα hits πολλά και το setlist μοιραία γεμίζει από αυτά σε ολόκληρη την περιοδεία εδώ και ένα χρόνο. Καίριο σημείο για τον δίσκο, η αλληλουχία των κομματιών από το “Malina” μέχρι και το τελευταίο, “The Last Milestone”. Η μουσική αποκτά μια λιγότερο “rock” εκδοχή, η Νορβηγική experimental σκηνή ακουμπά δυνατά τις επιρροές των LEPROUS και όσοι αντέξουν αυτή την μετάβαση, ίσως και να θεωρούν το “Malina” τον καλύτερο δίσκο τους.
6. Οι LEPROUS παίζουν djent;
Το γεγονός ότι οι κιθάρες των LEPROUS δεν φημίζονται για τις κλασικότροπες κλίμακες και τα αλλεπάλληλα solos, δεν σημαίνει αυτόματα ότι παίζουν djent. Τα στακάτα riffs και γενικότερα η επιλεκτική χρήση της κιθάρας στην μουσική τους, αποτελεί σήμα κατατεθέν του group και υπενθυμίζει σε όλους μας, ότι η τεχνική κατάρτιση δεν είναι ισοδύναμη με την προοδευτική μουσική. Ο ήχος στις κιθάρες των LEPROUS είναι σύγχρονος, έχει επιρροές από τις μπάντες που παίζουν djent αλλά σε καμία περίπτωση η μουσική τους δεν περιλαμβάνει τα στεγανά του πολυφορεμένου αυτού ήχου.
7. Η κουμπαριά με τον Ihsahn και οι συμμετοχές του δεύτερου στα album τους, έγιναν για να τους δώσουν boost;
Προφανώς και ναι. Ο Ihsahn ως mainman των EMPEROR αποτελεί μια τεράστια παρακαταθήκη της Νορβηγίας στην σκληρή μουσική. Η τοπική σκηνή αγκάλιασε με θέρμη τους LEPROUS και λόγω της «συγγένειας» με τον Ihsahn. Όμως και ο γνωστός μουσικός επωφελήθηκε από την εν λόγω συνεργασία αφού τα μέλη των LEPROUS αποτέλεσαν την touring band του και βεβαίως επηρέασαν σημαντικά την μουσική που έγραψε τα τελευταία χρόνια. Πλέον οι καλλιτεχνικές συγγένειες είναι τόσο σημαντικές, που δύσκολα διακρίνονται οι διαφορές, το ποιος βοήθησε ποιον και σε ποιο επίπεδο.
8. Ποιος είναι ο Baard Kolstad;
Είναι ο ντράμερ των LEPROUS και παρότι θα τον βρείτε να έχει κάνει sessions σε πολλές μπάντες της νορβηγικής (intelligent) black metal σκηνής (ICS Vortex, SOLEFALD, BORKNAGAR, IHSAHN, IN VAIN, GODSEED), το παίξιμό του παραπέμπει σε jazz drummer. Ο ερχομός του στο group άλλαξε εντελώς τον ήχο των LEPROUS και τα γεμίσματα από “The Congregation” και μετά είναι τόσο προσεκτικά και ακριβή, που δεν θυμίζουν σε τίποτα τον δυναμισμό αλλά και την υπερβολή του Tobias Ornes Andersen (επίσης εξαιρετικά τεχνικός drummer, που τον βρίσκουμε στους SHINING).
9. Ποιο είναι το τελευταίο τραγούδι που κυκλοφόρησαν οι LEPROUS;
Μέσα στον Ιούνιο που μας πέρασε κυκλοφόρησαν ένα single, το “Golden Prayers” το οποίο δεν κόλλαγε στο “Malina” και το group αποφάσισε να το βγάλει παραέξω, ως εισαγωγή στο δεύτερο μέρος της περιοδείας. Καθόλου απίθανο να το ακούσουμε και ζωντανά στην προσεχή επίσκεψή τους, αφού είναι και αρκετά πιασάρικο.
10. Εάν δεν έχεις ακούσει ούτε νότα ( ή έστω αν έχεις ακούσει και δεν σου έχουν κάτσει καλά) είναι πιθανό να αλλάξει η γνώμη σου, εάν τους δεις ζωντανά;
Αυτό κανείς δεν μπορεί να το ξέρει, διότι υπάρχουν συγκεκριμένες συνιστάμενες και προϋποθέσεις που επηρεάζουν την κρίση του καθενός. Έχοντας παρακολουθήσει τρία εκ των live τους, μπορώ να πω ότι οι LEPROUS είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που καταφέρνουν να ψαρώσουν τον ακροατή που δεν είναι υποψιασμένος. Η σκηνική τους παρουσία χαρακτηρίζεται ως δυναμική, ο ήχος τους δεν είναι κουραστικός στα πλαίσια του υπερτεχνικού progressive, επιλέγουν κομμάτια στο setlist τους που διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον (αφήνοντας έξω τα πιο δύσκολα εγχειρήματα), ο φωτισμός είναι ιδιαίτερα προσεγμένος και το σύνολο κρίνεται ως εξαιρετικά επαγγελματικό. Απόδειξη όλων αυτών αποτελεί και η πρόσφατη DVD κυκλοφορία του “Live Rockefeller Music Hall”, που θεωρώ ότι είναι μια από τις καλύτερες διαφημίσεις για την άνοδο του group.
(ακολουθεί μία λίστα του Spotify με ενδεικτικά τραγούδια του σπουδαίου αυτού σχήματος)
Αλέξανδρος Τοπιντζής