PARADISE LOST – “Kings of darkness & melancholy” tape

0
560
Paradise Lost




















Paradise Lost

Οι PARADISE LOST είναι ένα από τα πιο επιδραστικά και σεβαστά συγκροτήματα του ακραίου και σκοτεινού ήχου, όχι μόνο στη Βρετανία, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Ιδρύθηκαν στο Χάλιφαξ της Αγγλίας το 1988 από τον κιθαρίστα και βασικό συνθέτη Greg Mackintosh, τον τραγουδιστή και στιχουργό Nick Holmes, τον μπασίστα Stephen Edmondson και τον ντράμερ Matthew Archer, με τον δεύτερο κιθαρίστα Aaron Aedy να συμπληρώνει τη σύνθεση. Από την αρχή της καριέρας τους έδειξαν μια αξιοσημείωτη ικανότητα να συνδυάζουν βαρύτητα, μελωδία και συναίσθημα σε ένα ενιαίο σύνολο. Με τα πρώιμα άλμπουμ τους, “Lost Paradise” και “Gothic”, έθεσαν τα θεμέλια για το doom/death metal, επηρεάζοντας γενιές συγκροτημάτων και δημιουργώντας ολόκληρο υποείδος, το gothic metal.

Οι PARADISE LOST δεν επαναπαύτηκαν ποτέ. Με άλμπουμ όπως το “Icon” και το εμβληματικό “Draconian Times”, πήγαν τον ήχο τους σε πιο προσιτές, μελωδικές, αλλά πάντα σκοτεινές κατευθύνσεις, βοηθώντας στην εδραίωση του gothic metal ως είδους. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 ως τις αρχές των 00s, τολμούν να πειραματιστούν με ηλεκτρονικά και industrial στοιχεία, δείχνοντας ότι για αυτούς η εξέλιξη είναι αναπόσπαστο μέρος της τέχνης τους. Παρά τις αλλαγές, διατήρησαν πάντοτε την ψυχή τους ατόφια, μελαγχολική και καθηλωτική.

Σήμερα, μετά από περισσότερες από τρεις δεκαετίες δημιουργίας, οι PARADISE LOST παραμένουν ζωντανή απόδειξη της δύναμης της αφοσίωσης και της καλλιτεχνικής τόλμης. Τα τελευταία τους έργα τους βρίσκουν να επιστρέφουν στις doom/death ρίζες τους, ωριμότεροι από ποτέ, με μια αξιοζήλευτη ισορροπία ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν τους. Η μουσική τους μιλά για απώλεια, πίστη, θλίψη και λύτρωση με έναν τρόπο μοναδικά προσωπικό και παγκόσμιο ταυτόχρονα, καθιστώντας τους ένα από τα πιο σημαντικά κεφάλαια στην ιστορία της σκοτεινής μουσικής.

Παρακάτω, θα κάνουμε μία συλλογή με ένα κομμάτι από κάθε δίσκο των Βρετανών αρχόντων της μελαγχολίας, παρουσιάζοντας όσο καλύτερα γίνεται την διαδρομή τους από την γέννηση τους μέχρι και σήμερα.

THE PARADISE LOST TAPE

Side A:

“Frozen illusion” (“Lost Paradise”, 1990)

Το “Frozen illusion” είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κομμάτια της πρώιμης περιόδου των PARADISE LOST, όταν ακόμα σφυρηλατούσαν τον ήχο τους ανάμεσα στο death και το doom. Βαρύ, αργόσυρτο, καταθλιπτικό, με brutal φωνητικά και μια αίσθηση παγωμένης απόγνωσης, το κομμάτι χτίζει σταδιακά ένα τείχος από κιθαριστικά riffs και υποχθόνιους ρυθμούς. Τα τύμπανα δίνουν έμφαση στην αργή, επική πορεία της μουσικής, ενώ οι μελωδίες της κιθάρας υποδηλώνουν ήδη τις τάσεις της μπάντας για περισσότερο συναίσθημα και ατμόσφαιρα. Αν και λιγότερο διάσημο από άλλα μεταγενέστερα κομμάτια, δείχνει πού στόχευαν οι PARADISE LOST. Να παντρέψουν το doom metal με τον σκληρότερο ήχο του death, δημιουργώντας κάτι τελείως δικό τους.

“Gothic” (“Gothic“, 1991)

Το “Gothic” είναι ίσως το πιο σημαντικό τραγούδι της καριέρας τους, καθώς έδωσε το όνομα σε ολόκληρο το gothic metal είδος. Από τα πρώτα κιόλας δευτερόλεπτα, η βαριά ατμόσφαιρα, τα μελαγχολικά πλήκτρα, τα ελεγειακά γυναικεία φωνητικά και η σκοτεινή μελωδία δημιουργούν ένα ασφυκτικό και λυρικό τοπίο. Η φωνή του Nick Holmes παραμένει βρυχηθμός, αλλά η μουσική αποκτά ήδη μια θεατρικότητα και πιο σύνθετες δομές. Το κομμάτι είναι σχεδόν τελετουργικό, ένας ύμνος στην απώλεια και στο πένθος, και θεωρείται μέχρι σήμερα ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους όχι μόνο για τους PARADISE LOST αλλά και για ολόκληρη τη σκηνή. Ένα κομμάτι που σηματοδοτεί τη μετάβαση από τον ακατέργαστο doom/death σε κάτι πιο μελωδικό και υπαρξιακό.

“As I die” (“Shades of God”, 1992)

Το “As I die” είναι το πρώτο «χιτ» των PARADISE LOST, το κομμάτι που τους έφερε ευρύτερη προσοχή και αγαπήθηκε πολύ από το κοινό. Έχει πιο καθαρές δομές, χωρίς να χάνει όμως την τραγικότητα και το σκοτάδι που τους χαρακτήριζει. Ο Holmes αρχίζει να χρησιμοποιεί και πιο καθαρά φωνητικά, σε συνδυασμό με τα βαθιά growls, και το αποτέλεσμα είναι απόκοσμο και έντονα συναισθηματικό. Οι κιθάρες των Mackintosh – Aedy δημιουργούν εκείνο το χαρακτηριστικό λυρικό πλέγμα που έγινε σήμα κατατεθέν τους. Το τραγούδι συνδυάζει τέλεια τη doom βραδύτητα με πιο προσβάσιμη σύνθεση και δεν είναι τυχαίο ότι παραμένει μέχρι σήμερα σταθερό κομμάτι των συναυλιών τους.

“Embers fire” (“Icon“, 1993)

Με το “Embers fire”, οι PARADISE LOST άνοιξαν έναν νέο, πιο ώριμο και «βαρύ» δρόμο. Το κομμάτι λειτουργεί ως ιδανικό εναρκτήριο για το “Icon”, αποδεικνύοντας πως η μπάντα είχε αφήσει πίσω της τα death στοιχεία και είχε αγκαλιάσει έναν πιο ιδιαίτερο και προσωπικό ήχο. Οι κιθάρες είναι πιο καθαρές και μελωδικές, η φωνή του Holmes είναι πλέον πιο καθαρή και ταυτόχρονα επιβλητική. Η ατμόσφαιρα παραμένει βαριά και σκοτεινή, αλλά με μια επιπλέον αυτοπεποίθηση και δυναμισμό. Το “Embers fire” είναι το πρώτο πραγματικά «ραδιοφωνικό» κομμάτι της μπάντας, χωρίς να θυσιάζει όμως την ουσία και τη δύναμη του ήχου τους.

“Forever failure” (“Draconian times“, 1995)

Το “Forever failure” είναι η επιτομή της «χρυσής» περιόδου των PARADISE LOST και ίσως το πιο αναγνωρίσιμο κομμάτι τους μετά το “Say just words”. Μέσα από μια καταθλιπτική αλλά συνάμα καθηλωτική μελωδία, η μπάντα περιγράφει τη ματαίωση και την απώλεια, με το στιχουργικό βάρος να πέφτει στον υπαρξιακό πόνο. Οι κιθάρες είναι πλούσιες σε μελωδία, σχεδόν υμνητικές, ενώ η ερμηνεία του Nick Holmes είναι θεατρική, αποκαλυπτική και γεμάτη απόγνωση. Το τραγούδι ξεχώρισε και από το χαρακτηριστικό βίντεο κλιπ που συνοδεύτηκε με αποσπάσματα από ομιλίες του Charles Manson, προσδίδοντας ακόμα περισσότερη σκοτεινή ατμόσφαιρα. Η μπάντα έφτασε εδώ στο απόγειο της καλλιτεχνικής της ωριμότητας, δημιουργώντας έναν ύμνο του gothic metal που εξακολουθεί να συγκινεί.

“Say just words” (“One second”, 1997)

Με το “One second”, οι PARADISE LOST έκαναν μια τολμηρή στροφή σε πιο ηλεκτρονικό, rock/gothic ύφος. Το τραγούδι είναι ίσως το πιο δημοφιλές τους, φτάνοντας σε ευρύτερο κοινό χάρη στην πιασάρικη δομή, το εθιστικό ρεφραίν και την πιο «φιλική» παραγωγή. Οι κιθάρες εδώ υποχωρούν ελαφρώς δίνοντας χώρο στα synths, ενώ η φωνή του Holmes γίνεται πιο καθαρή και μελωδική. Παρά τη σχετική εμπορικότητα, η μελαγχολία παραμένει παρούσα, ντυμένη σε έναν πιο μοντέρνο, 90s gothic ρυθμό. Αυτό το κομμάτι είναι αντιπροσωπευτικό της περιόδου όπου οι PARADISE LOST έπαιζαν με την ιδέα του να παντρέψουν τα gothic rock αισθήματα με industrial και darkwave στοιχεία. Παραμένει αγαπημένο στις συναυλίες.

“So much is lost” (“Host”, 1999)

Το “So much is lost” είναι η πιο χαρακτηριστική στιγμή του “Host”, του πιο αμφιλεγόμενο άλμπουμ τους. Εδώ οι κιθάρες είναι σχεδόν ανύπαρκτες, αντικαθιστάμενες πλήρως από synths και ηλεκτρονικά beats, σε ένα στυλ που θυμίζει DEPECHE MODE και dark pop. Η φωνή του Holmes είναι συναισθηματική, σχεδόν παραδομένη στη θλίψη, τραγουδώντας για απώλεια και μοναξιά με ένα ψυχρό, αλλά παράλληλα ειλικρινές ύφος. Οι PARADISE LOST δεν φοβούνται να πειραματιστούν, ρισκάρουν τα πάντα, και το κομμάτι αυτό είναι μάρτυρας του πόσο γενναίοι υπήρξαν. Αν και δίχασε τους οπαδούς τους, με τα χρόνια απέκτησε εκτίμηση ως ένα όμορφα σκοτεινό, μελαγχολικό κομμάτι (και άλμπουμ) που δείχνει τη διάθεση της μπάντας να εξερευνήσει τα βάθη του συναισθήματος με διαφορετικά εργαλεία.

“Mouth” (“Believe in nothing“, 2001)

Το “Mouth” ξεχωρίζει ως ένα από τα πιο δυνατά τραγούδια του άλμπουμ “Believe in nothing”, ενός δίσκου που οι ίδιοι οι PARADISE LOST θεωρούν «χαμένο» λόγω των προβλημάτων με τη δισκογραφική και την παραγωγή. Παρόλα αυτά, το “Mouth” είναι εξαιρετικό. Έχει έντονη μελωδία, δυναμικά κιθαριστικά θέματα και καθαρό ρεφραίν που κρύβει όμως μια πικρή αίσθηση διάψευσης και κυνισμού. Ο Holmes ακούγεται ώριμος και θυμωμένος, και το κομμάτι έχει την αίσθηση ενός gothic rock ύμνου που ισορροπεί ανάμεσα στην επιθετικότητα και τη μελαγχολία. Ένα τραγούδι που δείχνει ότι, ακόμα και σε μια δύσκολη φάση, οι PARADISE LOST μπορούσαν να γράψουν κομμάτια με δυναμισμό και χαρακτήρα, διατηρώντας την υπογραφή τους.

Side B:

“Erased” (“Symbol of life“, 2002)

Το “Erased” είναι μια δήλωση επιστροφής των PARADISE LOST σε πιο κιθαριστικό, δυναμικό ήχο μετά την πιο ηλεκτρονική περίοδο των “Host” και “Believe in nothing”. Με επιθετικά riff, στιβαρή παραγωγή και έντονο ρεφραίν, το κομμάτι σε συνδυασμό με τα γυναικεία φωνητικά εκπέμπει την ενέργεια μιας μπάντας που ξαναβρίσκει τον εαυτό της. Οι στίχοι μιλούν για απώλεια και διάλυση της ταυτότητας, μια διαρκής θεματική τους, αλλά ντυμένοι εδώ με μια σχεδόν industrial επιθετικότητα. Οι κιθάρες είναι βαριές αλλά μελωδικές, τα φωνητικά πότε καθαρά και πότε πιο άγρια, και η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη με μια σκοτεινή αποφασιστικότητα. Το “Erased” άνοιξε ξανά τις πόρτες της metal κοινότητας στους PARADISE LOST και καθιερώθηκε στις συναυλίες τους ως ένα από τα πιο «πωρωτικά» κομμάτια της μετα-90s εποχής τους.

“Forever after” (“Paradise lost“, 2005)

Το ομότιτλο άλμπουμ “Paradise lost” επισφράγισε τη μετάβαση της μπάντας σε έναν πιο σύγχρονο gothic metal ήχο, και το “Forever after” ήταν το πιο αναγνωρίσιμο τραγούδι του. Με έντονο ρυθμό, πιασάρικο ρεφραίν, και βαριά riff που συνδυάζονται με μια μοντέρνα παραγωγή, το κομμάτι δείχνει την ικανότητα του συγκροτήματος να ισορροπεί ανάμεσα στο παλιό και το νέο. Οι στίχοι, πιστοί στο ύφος τους, μιλούν για την ατέρμονη φθορά των σχέσεων και των συναισθημάτων, πάντα μέσα από ένα πρίσμα σκοτεινής ποίησης. Ένα ιδανικό παράδειγμα της «δεύτερης νιότης» των PARADISE LOST.

“The enemy” (“In requiem“, 2007)

Με το “The enemy”, οι PARADISE LOST επέστρεψαν πιο δυνατοί και πιο «metal» από ποτέ, κερδίζοντας ξανά τον σεβασμό των πιο παραδοσιακών οπαδών τους. Το κομμάτι έχει βαρύ, σαρωτικό riff, πλούσιο drumming και τη χαρακτηριστική μελαγχολική μελωδία στις κιθάρες που τους έκανε διάσημους. Ο Holmes τραγουδά με πάθος και οργή, δίνοντας ζωή σε έναν στίχο γεμάτο καταγγελία και αίσθημα προδοσίας. Η παραγωγή είναι στιβαρή και μοντέρνα, ενώ η ατμόσφαιρα θυμίζει το παρελθόν των LOST αλλά με μια πιο φρέσκια προσέγγιση. Το “The enemy” με την άμεση δυναμική του έδειξε ότι οι PARADISE LOST μπορούν να συνδυάσουν τη μελωδία με την επιθετικότητα άψογα ακόμα και μετά από δύο δεκαετίες πορείας.

“Faith divides us – Death unites us” (“Faith divides us – Death unites us”, 2009)

Ο ομότιτλος ύμνος από το δίσκο του 2009 είναι μια σκοτεινή, επική σύνθεση που παντρεύει το doom και το gothic με άψογο τρόπο. Η μπάντα εδώ επιστρέφει σε πιο βαριές στιγμές του, με αργά, απελπισμένα riff και μια σχεδόν τελετουργική ατμόσφαιρα. Οι στίχοι, γεμάτοι θρησκευτικούς και υπαρξιακούς συμβολισμούς, περιγράφουν τη ματαιότητα της πίστης και την ισοπεδωτική ισχύ του θανάτου. Η φωνή του Holmes ηχεί βαθιά, απειλητική και συγκινητική ταυτόχρονα, ενώ οι κιθάρες του Mackintosh δημιουργούν ένα τοπίο από πόνο και μεγαλείο. Πρόκειται για ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κομμάτια της τρίτης περιόδου τους, αγαπημένο των οπαδών που προτιμούν τους PARADISE LOST πιο σκοτεινούς και λιγότερο «προσιτούς». Μια ωδή στην παρακμή και την απώλεια.

“Tragic idol” (“Tragic idol“, 2012)

Το ομότιτλο κομμάτι του “Tragic idol” είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της σκοτεινής κομψότητας που διέπει το δίσκο. Η σύνθεση συνδυάζει τη βαριά doom ατμόσφαιρα με μια σχεδόν μεσαιωνική μελωδία στις κιθάρες, ενώ η θεματολογία είναι καθαρά… PARADISE LOST. H ψευδαίσθηση της λατρείας, η φθορά της πίστης, το αδιέξοδο της ύπαρξης. Οι κιθάρες πλέκουν αρμονίες που θυμίζουν την εποχή του “Icon”, αλλά πιο σύγχρονες και σφιχτές. Το ρεφραίν είναι πνιγηρό και δραματικό, με τον Holmes να βυθίζεται σε έναν λυγμό που δίνει ζωή στους στίχους. Το κομμάτι αυτό συνοψίζει ιδανικά τη φιλοσοφία της μπάντας, τη συναισθηματική ένταση, και την ικανότητά τους να παντρεύουν το σκοτάδι με την ομορφιά.

“Beneath broken earth” (“The plague within”, 2015)

Με το “Beneath broken earth”, οι PARADISE LOST γύρισαν κυριολεκτικά στις ρίζες τους, προσφέροντας ένα από τα πιο βαριά και αργόσυρτα doom death metal κομμάτια της καριέρας τους. Οι κιθάρες βογκούν με φονική βαρύτητα, τα τύμπανα ηχούν τελετουργικά, και η φωνή του Holmes επιστρέφει σε βαθιά growls. Είναι ένα μνημειώδες, σχεδόν πένθιμο έπος, που σε παρασύρει στον πυθμένα της γης, όπως υπαινίσσεται και ο τίτλος. Οι στίχοι του είναι αινιγματικοί, σαν να ψιθυρίζονται μέσα από το χώμα, με μια διάθεση καταδίκης και συντριβής. Το τραγούδι έχει ήδη θεωρηθεί κλασικό για τη νέα doom/death περίοδό τους και φανερώνει τη διαχρονική τους δύναμη να δημιουργούν πραγματικά βαριές, συγκινητικές μουσικές εμπειρίες.

“The longest winter (“Medusa“, 2017)

Το “Medusa” ήταν ένας από τους πιο σκοτεινούς δίσκους των PARADISE LOST τα τελευταία χρόνια και το “The longest winter” είναι η ναυαρχίδα του. Με αργό, αλλά μελωδικό ρυθμό, το τραγούδι συνδυάζει επική ατμόσφαιρα με απόκοσμες μελωδίες και έναν στίχο γεμάτο παραίτηση και δέος για τη δύναμη της φύσης και του θανάτου. Η εισαγωγή με τις ψυχρές κιθάρες, η βαριά παραγωγή και η θεατρική ερμηνεία του Holmes δημιουργούν μια σχεδόν κινηματογραφική εμπειρία. Είναι ένα κομμάτι που παραπέμπει τόσο στο κλασικό doom metal όσο και στο πιο gothic ύφος τους, αποδεικνύοντας ότι παραμένουν αειθαλείς και γοητευτικοί ακόμα και στις πιο πένθιμες στιγμές τους.

“Darker thoughts” (“Obsidian“, 2020)

Το “Darker thoughts” είναι ίσως το πιο συναισθηματικά φορτισμένο κομμάτι από τον τελευταίο δίσκο τους, “Obsidian”. Ξεκινάει σχεδόν σαν μπαλάντα, με ακουστικές κιθάρες και εύθραυστο τραγούδι, αλλά σταδιακά μετατρέπεται σε ένα βαρύ, επικό gothic doom έπος. Η δομή του θυμίζει έντονα τις παλιές καλές εποχές του συγκροτήματος, ενώ οι στίχοι, ποιητικοί και μελαγχολικοί, περιγράφουν την αέναη πάλη με τα σκοτεινά κομμάτια της ψυχής. Οι μελωδίες είναι πλούσιες, τα riff θρηνητικά αλλά πανέμορφα, και η ερμηνεία του Holmes συγκλονιστική. Το “Darker thoughts” δείχνει ότι οι PARADISE LOST, ακόμη και μετά από τρεις δεκαετίες καριέρας, συνεχίζουν να εξερευνούν τη σκοτεινή πλευρά της ύπαρξης με νέους, συγκινητικούς τρόπους.

Photo by Ville Jurrikkala

Ο ήχος των PARADISE LOST, όπως αποτυπώνεται σε αυτά τα κομμάτια, είναι ένα μοναδικό ταξίδι μέσα από τρεις δεκαετίες σκοτεινής μουσικής αναζήτησης. Ξεκινώντας με το “Lost Paradise” και το “Gothic”, βλέπουμε ένα συγκρότημα να γεννά σχεδόν από το μηδέν το doom/death metal και το gothic, με βαρύτητα, ωμή ενέργεια και καταθλιπτικές μελωδίες. Στα “Shades of God” και “Icon” η μπάντα άρχισε να λειαίνει τις αιχμές, εισάγοντας πιο gothic μελωδίες, πιο καθαρά φωνητικά, και έναν επικό, τραγικό χαρακτήρα. Με το “Draconian times” έφτασαν στην κορύφωση αυτού του gothic metal ήχου, παντρεύοντας τη μελαγχολία με εμπορική απήχηση.

Η μετέπειτα περίοδος, από το “One second” ως το “Symbol of life”, δείχνει μια πιο τολμηρή πειραματική πλευρά, με ηλεκτρονικά στοιχεία, industrial και πιο μινιμαλιστικές δομές. Παρότι δίχασε τους οπαδούς, αυτή η φάση έδειξε πόσο ατρόμητοι ήταν στην εξερεύνηση νέων μονοπατιών. Από το “Paradise lost” κι έπειτα, όμως, παρατηρούμε μια επιστροφή στις ρίζες, πρώτα με έναν πιο παραδοσιακό gothic metal ήχο, ύστερα, με το “Faith divides us – Death unites us” και μετά, ακόμα βαθύτερα, σε doom/death εδάφη.

Τα τελευταία τους άλμπουμ (“The plague within”, “Medusa”, “Obsidian”) συνθέτουν ένα σχεδόν κυκλικό ταξίδι. Ένα συγκρότημα που επιστρέφει εκεί από όπου ξεκίνησε, ωριμότερο, πιο στιβαρό, και πιο βαθύ από ποτέ, χωρίς να χάνει τον πειραματισμό, τη μελωδία και τη θλίψη που το κάνουν μοναδικό. Αυτά τα 16 κομμάτια το δείχνουν καθαρά. Οι PARADISE LOST ποτέ δεν έμειναν στάσιμοι, αλλά πάντοτε διατηρούσαν την ψυχή τους αναλλοίωτη, μια ψυχή σκοτεινή, ειλικρινή και αφοσιωμένη στη μουσική.

Φανούρης Εξηνταβελόνης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here