ACCEPT underrated gems

0
264

 

Κάναμε το αφιέρωμα στα υποτιμημένα διαμάντια των IRON MAIDEN, των JUDAS PRIEST, των SAXON, σειρά παίρνουν οι Γερμανοί metal οδοστρωτήρες, ACCEPT. Πάντα με τη βοήθεια του Spotify!

Lady Lou (“Accept” – 1979)
Οι ACCEPT των τελών της δεκαετίας του ’70, δεν είχαν και μεγάλη σχέση με τη τευτονική μεταλλική μηχανή που έλαβε τη θέση της στην ιστορία ως ένα από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα όλων των εποχών. Φυσικά και άκουγες τους πρώτους «σπόρους» της μουσικής της, αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν ήχο που θα τον χαρακτήριζε κανείς μια μίξη SCORPIONS με KROKUS, χωρίς να έχει άδικο. Παντελόνια καμπάνες, ζιβάγκο, χαρακτηριστικά κουρέματα και ένας μακρυμάλλης ακόμη Udo, να δίνει το στίγμα του σε αυτό το ξεσηκωτικό, πρωτόλειο δείγμα hard ‘n’ heavy ήχου.

Seawinds (“Accept” – 1979)
Και αν στο “Lady Lou” είχαμε ισοπαλία στο ματς μεταξύ SCORPIONS και KROKUS, εδώ υπερτερούν κατά κράτος οι πρώτοι. Ας είναι καλά οι THERION που το διασκεύασαν, και έτσι το έμαθε μια μερίδα του κοινού. Το υπόλοιπο (κοινό), ακόμη αγνοεί. Εδώ ο Wolf Hoffmann μας συστήνεται για πρώτη φορά με τις πραγματικές του δυνατότητες, πατώντας στα χνάρια του μεγάλου δασκάλου Uli Jon Roth ενώ ο μπασίστας Peter Baltes στη φωνή είναι εξαιρετικός! Αργό, μελωδικό, λυρικό, σχεδόν ονειρικό κομμάτι. Έπος…

The King (“I’m a Rebel” – 1980)
“Seawinds” no.2; Μπορεί… Και γιατί όχι στο κάτω κάτω; Παρόμοιο λυρικό πέπλο γύρω από το κομμάτι, χωρίς όμως τις έντονες lead κιθάρες του, τρόπον τινά, προκατόχου του. Ο Baltes αναλαμβάνει ξανά τα φωνητικά με θαυμαστά αποτελέσματα, με τις ακουστικές κιθάρες να έχουν τον πρώτο λόγο. Οι στίχοι δεν μιλούν για κάποιον βασιλέα με τη κυριολεκτική έννοια του όρου, αλλά για έναν αρχηγό συμμορίας, ένα αφεντικό του υποκόσμου, ο οποίος έχασε τη δύναμή του και πλέον, πίσω από τα σίδερα της φυλακής δεν είναι παρά ένα νούμερο, δηλαδή ένας ακόμη κρατούμενος σαν όλους τους άλλους. Έπος ξανά…

Thunder And Lightning (“I’m a Rebel” – 1980)
Οι THIN LIZZY σας αρέσουν; Η λογική λέει πως ναι. Επομένως, αυτό το hard rock διαμαντάκι αποκλείεται να περάσει απαρατήρητο. Είναι μεν πιο αργό από τον ομότιτλο κεραυνό της παρέας του Lynott, ωστόσο ο up tempo χαρακτήρας του, οι διπλές κιθάρες του που είναι σκέτο όνειρο και το άκρως οπαδικό – συναυλιακό του chorus συνθέτουν έναν συνδυασμό ο οποίος εγγυάται πολλές και απανωτές ακροάσεις. Η πρώτη περίοδος της μπάντας είναι και αυτή εξαιρετική, δεν πρέπει να λησμονείται και κάθε μειωτικό σχόλιο ως προς αυτή, απλά δεν στέκει. Άλλο το προσωπικό γούστο, άλλο το θάψιμο κυρίως λόγω άγνοιας. Όσο για τούτο το τραγούδι, αξίζει θέση σε κάθε best of.

Run If You Can (“Breaker” – 1981)
Λατρεμένοι JUDAS PRIEST των 70’s. Ύψιστοι, τεράστιοι. Πηγή έμπνευσης για (ευτυχώς) αναρίθμητα συγκροτήματα. Ένα από αυτά και οι ACCEPT. Κοφτό riff, απευθείας βγαλμένο από το “Killing Machine”, μελωδίες που θα εμπνεύσουν με τη σειρά τους κάποιους HELLOWEEN σε κάποιο “Walls of Jericho” και ένα τρομερό chorus, για να βγάζουμε το λαρύγγι μας στις συναυλίες. Μια μερίδα οπαδών θεωρεί το “Restless and Wild” ως την αρχή της χρυσής περιόδου των ACCEPT, αλλά προσωπικά πάντα θα θεωρώ πως οι Γερμανοί όπως τους λατρέψαμε, ξεκίνησαν με το εναρκτήριο riff του ύμνου “Starlight”. Συμφωνείτε;

Midnight Highway (“Breaker” – 1981)
Βέρο hard rock στο πυρήνα του, μεταλλικός ο σκελετός, live δομή και υφή, εγγυημένο το αποτέλεσμα. Ένα παραμελημένο θα έλεγε κανείς τραγούδι, που ευτυχώς το ακούσαμε στα πλαίσια της επετειακής περιοδείας του Udo και της προσωπικής του μπάντας. Στη «γέφυρα» ξανακούμε τον Peter Baltes σε μελωδικές φωνητικές γραμμές, να δημιουργεί μια πολύ όμορφη αντίθεση με τη τραχιά, γρεζαριστή φωνή του Udo.

Shake Your Heads (“Restless and Wild” – 1982)
Ξανά λατρεμένοι JUDAS PRIEST. Ξανά, μανά, και για όσο χρειαστεί, μπας και καταλάβει και ο τελευταίος σε ποιους οφείλεται το heavy metal! Κοφτ(ερ)ό riff, που θα μπορούσε να αποτελεί εύκολα ένα trademark σημείο του “British Steel” ή του “Point of Entry” (θυμίζει λίγο “Solar Angels”, έτσι;), μονολιθικό rhythm section και απλό chorus. Η μπάντα αναφέρεται στη μουσική ως τρόπο εξόδου από τη σκληρή καθημερινότητα, πράγμα που δεν θέλει και ιδιαίτερη κλίση προς τη φιλοσοφία για να καταλάβει κανείς πως ισχύει στον απόλυτο βαθμό. Πόσοι και πόσοι δεν το έχουμε ζήσει αυτό… Shake your heads ’till your necks are breaking, shake your heads – cry out as loud as you can λοιπόν!

Fight It Back (“Balls to the Wall” – 1983)
Στον προηγούμενο δίσκο, το “Fast as a Shark” συγκλόνισε και συγκλονίζει τους ακροατές με την επιθετικότητά του. Τούτο δω θα μπορούσε κανείς να το χρίσει ως τον διάδοχό του. Εξίσου απειλητικό, νιώθω πως βγάζει λεπίδια κάθε φορά που το ακούω. Ο Udo ουρλιάζει και βρυχάται και οι Hoffmann και Fischer ακούγονται ως ένα σώμα στις κιθάρες, με τον πρώτο να χαρίζει και ένα απλό (για τον ίδιο) όσο και αριστουργηματικό solo (γενικά ο Hoffmann πρέπει να είναι ο μοναδικός μάστορας της εξάχορδης που ενώ είναι πραγματικό κτήνος, δεν κάνει ποτέ επίδειξη δυνατοτήτων). Μεγάλη σύνθεση.

Losing More Than You Ever Had (“Balls to the Wall” – 1983)
Λατρεία. Hard ‘n’ heavy riff που ξεσηκώνει, μελωδικός Udo που τραγουδά μια από τις καλύτερες refrain-άρες που έχει να επιδείξει η μεγα-μπάντα από τη Γερμανία, δυναμικά τύμπανα με το χαρακτηριστικό, βαθύ 80’s ήχο στο snare, στίχοι που ακουμπούν τη ψυχούλα σου με περισσή ευκολία… Προσωπική αδυναμία, σίγουρη, άχαστη θέση στη δική μου κορυφαία δυάδα κομματιών του θεουργήματος που ακούει στο όνομα “Balls to the Wall”, με τον παρτενέρ του να ονομάζεται “Love Child”, αν θέλετε να ξέρετε. Μικρή αλλά σημαντική λεπτομέρεια: σε 5 και κάτι λεπτά, δεν ακούμε ούτε ένα solo.

Guardian Of The Night (“Balls to the Wall” – 1983)
Σύντομη ακουστική εισαγωγή πριν από ένα trademark riff, mid tempo ροή στη μουσική και μια υπέροχη λυρικότητα συνθέτουν τα κύρια χαρακτηριστικά ενός απόλυτα υποτιμημένου κομματιού, το οποίο έχει παιχτεί ζωντανά μονάχα πέντε φορές. Από εκείνα τα τραγούδια της μπάντας που θα μπορούσαν να αποτελέσουν μέρος ενός setlist το οποίο δεν θα είχε ούτε μία (1) «κλασσική» και χιλιοπαιγμένη σύνθεση, ωστόσο θα μας γονάτιζε με περισσή ευκολία μπροστά στο μεγαλείο του. Να ελπίζω για μια μερική έστω ανανέωση στο μέλλον; Αφού μπορείτε, κάντε το. Καλό και άγιο για παράδειγμα το “Balls to the Wall”, αλλά αφήστε το και λίγο να…ξεκουραστεί!

Wrong Is Right (“Metal Heart” – 1985)
“Fast as a Shark” – the revival. Αντιγραφή, θα σπεύσουν κάποιοι να φωνάξουν. Ναι, ε; Και να σας πω ρε μάγκες, από πότε απαγορεύεται σε ένα γκρουπ να επηρεάζεται από τα προηγούμενα πεπραγμένα του και να αντιγράφει ακόμη τον εαυτό του; Για κάντε μου τη χάρη (© Αχιλλέας Μπέος)! Αν το “Fight It Back” ήταν λοιπόν τρόπον τινά ο διάδοχός του“Fast as a Shark”, εδώ χτυπάμε κόκκινο. Η τσιρίδα στην αρχή, το εξαίσιο riffing, η διπλή κιθαριστική επίθεση και δισολία του, όλα φωνάζουν το όνομα του speed metal έπους του “Restless…”! Με το χέρι στη καρδιά, μετά από αναρίθμητες ακροάσεις, μου αρέσει εξίσου μπορώ να πω. Σε σας;

It’s Hard To Find A Way (“Russian Roulette” – 1986)
Κάθε οπαδός των ACCEPT έχει και το αγαπημένο του άλμπουμ. Κανένα πρόβλημα, καμιά αντίρρηση. Αλλά ένα πράγμα είναι ΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΟ. Όλοι, ΜΑ ΟΛΟΙ οι δίσκοι από το “Breaker” ως και το “Russian Roulette”, αξίζουν το άριστα. Το 10. Ολοστρόγγυλο, ακατέβατο. Και το “Russian Roulette” με τη σειρά του, είναι το πιο συμπαγές άλμπουμ της χρυσής αυτής περιόδου. Προσοχή στο χαρακτηρισμό παρακαλώ. Δεν λέω καλύτερο, λέω το πλέον συμπαγές. Ομοιόμορφο. Δεν έχει τη τεράστια σύνθεση, αλλά είναι γεμάτο διαμάντια. Ένα από αυτά, και τούτο δω το μικρό αριστούργημα. Δεν θα σταθώ στη μουσική του που έτσι κι αλλιώς είναι εξαιρετική, αλλά ρε φίλε, τι στίχοι είναι αυτοί; Πόσο «κόβουν»; Και τι λυρισμός στο refrain… Θα μπορούσε να είναι μια εκπληκτική μπαλάντα… ή μήπως τελικά είναι;

Another Second To Be (“Russian Roulette” – 1986)
Άσε το άτι να καλπάσει. Άσε τις κιθάρες να χτίσουν έναν τρομερό ρυθμό. Δώσε χώρο στο απίστευτο πολυφωνικό μέρος να αναπτυχθεί και να αποτελέσει το μεγαλύτερο ατού του κομματιού. Οι περιγραφικοί στίχοι καταπληκτικοί για μια ακόμη φορά, δίνουν τροφή για σκέψη και αυτοκριτική. Τεράστιο κομμάτι, από αυτά που πρέπει να έχεις υπομονή και όρεξη για να τα ακούσεις και να τα αξιολογήσεις σωστά.

Man Enough To Cry (“Russian Roulette” – 1986)
Η οπτική ενός στρατιώτη που στο τέλος λυγίζει υπό το βάρος του πολέμου και των θυμάτων. Πίσω από το σκληρό του προσωπείο, ένας ευαίσθητος άνθρωπος, που δεν διστάζει να κλάψει και να «τσαλακωθεί». Τελικά, όντως, οι πραγματικοί άνδρες είναι αυτοί που αφήνουν τα συναισθήματά τους να εξωτερικευτούν. Όποια και να είναι αυτά… Για τη μουσική τι να σας πω δηλαδή; Πατήστε το play και απολαύστε. Ή σωστότερα, ριγήστε από το έπος αυτό.

Mistreated (“Eat The Heat” – 1989)
Γι’ αυτόν εδώ το δίσκο έχω ακούσει ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί, και συνήθως ακούω άσχημα λόγια. Βέβαια, κάνουν όλοι, μα όλοι, όσοι τον θάβουν, ένα μέγα λάθος κατά τη γνώμη μου. Τον συγκρίνουν με τα προηγούμενα άλμπουμ του γκρουπ, πράγμα που και οι ίδιοι οι ACCEPT ουδέποτε θα το έκαναν. Εδώ μιλάμε για μια περίπτωση όμοια με αυτή του “Destiny” των SAXON. Αν κρύβαμε το λογότυπο από το εξώφυλλο, και βάζαμε απλά τον δίσκο να παίζει, θα ακούγαμε έναν πολύ καλό hard/heavy δίσκο, με μια, μεταξύ άλλων, πανέμορφη σύνθεση. Το “Mistreated”. Ο David Reece έχει εξαιρετική για το είδος φωνή και μάλιστα στις συναυλίες που ακολούθησαν ερμήνευε τα κομμάτια του Udo με το δικό του στυλ, πράγμα που τον τιμά διπλά. Όσο για το εν λόγω τραγούδι, για να επιστρέψουμε, μου θυμίζει μια άκρως μελωδική μπαλάντα στο ύφος των RIOT του “The Brethren Of The Long House” και του “Inishmore”, με υπέροχες κιθάρες. Ακούστε το, και αφήστε τον κάθε μεταλλοπατέρα και «μυρωδιά» να το θάβει ασύστολα, έχοντας ακούσει το περιεχόμενό του 0,55 φορές.

Protectors Of Terror (“Objection Overruled” – 1992)
Στα δικά μου αυτιά τουλάχιστον, αλλά και στου φίλου και συνοδοιπόρου Σάκη Νίκα, τα τρία άλμπουμ της επανασύνδεσης ακούγονται πολύ περισσότερο UDO, παρά ACCEPT. Μη ψάχνετε για κάποιο κακό σε αυτό, δεν υπάρχει. Το ανέφερα για να επισημάνω τη πιο «βιομηχανική» (πως αλλιώς να το εξηγήσω) αισθητική τους. Δεν είναι τόσο 80’s, όσο 90’s, με τις κιθάρες αλλά και τη φωνή να ακούγονται πιο «τρανζιστορέ» (;), πιο «ρομποτικές» (;). Καταλάβετε τι θέλω να πω, αν βάλετε για παράδειγμα αυτό εδώ το στακάτο mid tempo κομμάτι να παίξει. Όπως επίσης θα καταλάβετε πως η επανασύνδεση, μουσικά τουλάχιστον, πέτυχε το σκοπό της.

Amamos La Vida (“Objection Overruled” – 1992)
Τέλεια μπαλάντα. Τέλεια σύνθεση. Με ωραίες κιθάρες, με Ιβηρικό ταμπεραμέντο, με αισθαντική, ζεστή ερμηνεία από τον Udo, με αξιοπρόσεκτο outro solo από τον Hoffmann… Δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο. Από τις στιγμές εκείνες που αφαιρείσαι και «βουλιάζεις» σε ένα κομμάτι χωρίς να φέρεις την οποιαδήποτε αντίσταση… Να το ονομάσω τον άξιο διάδοχο του “Can’t Stand The Night”, έντεκα χρόνια μετά; Μπορώ; Ευχαριστώ.

The Beast Inside (“Death Row” – 1994)
Μοντέρνο όσο και παλαιομοδίτικο, το metal των 90’s ACCEPT μπορούσε να σταθεί εύκολα όρθιο, μπροστά στη λαίλαπα του groove που ταλάνιζε το μεταλλικό στερέωμα εκείνη την εποχή και που οδηγούσε κόσμο και ντουνιά είτε σε διάλυση, είτε σε κακή αντιγραφή. Το Κτήνος σέρνεται, δείχνει απειλητικό, ΕΙΝΑΙ απειλητικό. Οι ACCEPT διανύουν περίοδο μεγάλης φόρμας, έστω και βλέποντας τα πράγματα υπό διαφορετική οπτική. Αν προσπαθούσαν να ακουστούν όπως στο “Balls…”, θα μιλούσαμε για γραφικότητα. Όταν κυκλοφόρησε το “Death Row”, αρκετοί μίλησαν για ξεπούλημα. Τελικά, δεν τον πιάνεις πουθενά τον κόσμο… Μη δίνετε σημασία καλύτερα, απολαύστε γερμανίλα εις τη νιοστή!

Hard Attack (“Predator” – 1996)
Το μοναδικό, το τονίζω αυτό, “avoid” album των ACCEPT (υπό την έννοια πως και να μην το έχετε καν ακούσει, δεν πειράζει και ιδιαίτερα) έχει και αυτό ένα τραγούδι που θα άξιζε μια θέση κάποια στιγμή σε μελλοντικό live. Κρατά τον χαρακτήρα της μπάντας, αλλά παράλληλα συνδυάζει δύο ακόμη στοιχεία που το κάνουν ιδιαίτερο. Έχει εκείνη τη σχεδόν industrial υφή της επανασύνδεσης (δεν μιλάμε για MINISTRY κλπ εδώ, το εξήγησα πιο πάνω, μη μπερδεύεστε) και επιπροσθέτως μια αύρα AC/DC στις ρυθμικές κιθάρες που μόνο μουσικοί σαν τον Hoffmann θα μπορούσαν να καταφέρουν κάτι τέτοιο, χωρίς να ακουστεί το τελικό αποτέλεσμα παράταιρο… Ωραίο άσμα, το ’παμε;

Rolling Thunder (“Blood Of The Nations” – 2010)
Όχι, δεν είναι νωρίς να μιλήσουμε για underrated κομμάτια, επί της εποχής Tornillo που τώρα διανύουμε. Εδώ, το απαιτεί η περίσταση. Κεραυνός γραμμένος από τον θεό Herman Frank, που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου που συνθέτει ο εν λόγω κιθαρίστας. Κακώς ο Hoffmann δεν τον άφηνε ελεύθερο να δημιουργήσει. Τα τρία προσωπικά του άλμπουμ (για να μη πάω πίσω σε VICTORY κλπ) είναι τόσο γαμάτα, που δημιουργούν ένα τεράστιο ερωτηματικό πάνω από το κεφάλι μου. Ζωντανά το “Rolling…” ακούστηκε μια μόνο φορά… Γιατί ρε συ Wolf;

Αυτό ήταν. Με τη γερμανική μηχανή των ACCEPT, ολοκληρώσαμε το mini αφιέρωμα στους τέσσερις μεγάλους classic metallers του Rockwave, κάνοντας μια ανασκόπηση σε underrated κομμάτια τους. Τώρα μένει να ετοιμαστούμε για τον μεγάλο χαμό. Καλά να περάσουμε metalheads!

Δημήτρης Τσέλλος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here