“Onto the ship of doom!”
Οι Σουηδοί τιτάνες του επικού doom metal SORCERER δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Από τα ιστορικότερα σχήματα του χώρου και με εξαιρετική δισκογραφία, θα εμφανιστούν στην χώρα μας στα πλαίσια του DEMON’S GATE FESTIVAL, μαζί με τους ERIC CLAYTON AND THE NINE, SATURNUS και τους δικούς μας ON THORNS I LAY, DOOMOCRACY και MEDEN AGAN. Μοιραία λοιπόν ο Δημήτρης Τσέλλος δράττει την ευκαιρία και συζητά με τον τραγουδιστή και ηγετικό μέλος της μπάντας Anders Engberg ο οποίος στο τέλος παραθέτει δέκα από τα καλύτερα κομμάτια των Σουηδών, ώστε να έχετε και ένα χαρακτηριστικό soundtrack καθώς διαβάζετε τι ειπώθηκε.
The words…
Γεια σου Anders! Πως τα πας;
Γεια σου Δημήτρη! Φανταστικά, το καλοκαίρι εδώ ήταν τέλειο και τώρα μπροστά μου έχω πολλά και όμορφα πράγματα που πρέπει να κάνω όσον αφορά τους SORCERER. Ανυπομονώ!
Τέλεια! Ας μην χάνουμε χρόνο λοιπόν και ας ξεκινήσουμε πηγαίνοντας πίσω στον χρόνο, στις πρώτες σας μέρες ως μπάντα. Οι φίλοι του group θα ήθελαν να μάθουν πράγματα από τότε, και αν έχεις κάποιες αναμνήσεις να μοιραστείς μαζί μας.
Θα πάμε πίσω στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν και γνώρισα τον Johnny Hagel (μπάσο) μέσω ενός συμμαθητή μου τότε. Είχαμε τα ίδια μουσικά ενδιαφέροντα και ταιριάξαμε αμέσως. Εγώ τότε τραγουδούσα σε μια τοπική μπάντα και χρησιμοποιούσαμε έναν χώρο στο τοπικό πολιτιστικό κέντρο ως studio για τις πρόβες και τις ηχογραφήσεις μας. Έτσι o Johnny μου ζήτησε να αναλάβω τα φωνητικά και για την δική του μπάντα, τους SORCERER. Δέχτηκα να τον βοηθήσω για ένα demo, αφού όπως σου είπα είχα ήδη το δικό μου συγκρότημα. Η κασσέτα αυτή ήταν το πρώτο μας demo το 1989, το “Anno 1503”, η οποία και εστάλη ανά τον κόσμο με το ταχυδρομείο, βλέπεις δεν υπήρχε ακόμη το internet. Δώσαμε κάποια shows σε μικρά venues, αλλά ως εκεί, δεν έγινε κάτι το σημαντικό. Μετά από δύο – τρία χρόνια, ήρθε και η ώρα του δεύτερού μας demo (“The Inquisition”) το οποίο μάλιστα μέσω ενός τοπικού δισκάδικου στην Στοκχόλμη που λεγόταν Heavy Sound, πούλησε χιλιάδες αντίτυπα! Θυμάμαι τότε δώσαμε και ένα show με τους ENTOMBED, THERION και MEZZROW. Εγώ βέβαια πάντα δούλευα το δικό μου υλικό παράλληλα με όλα αυτά.
Μοιραία θα σε ρωτήσω λοιπόν αν, κοιτάζοντας πίσω, πιστεύεις πως τα κάνατε όλα σωστά, αφού η αρχή είναι το ήμισυ του παντός…
Δημήτρη δεν κοιτάζω ποτέ πίσω! Είμαι πολύ ευχαριστημένος σχετικά με την «μουσική μου ζωή». Πάντα ήμουν ειλικρινής πρωτίστως προς τον εαυτό μου και αν δεν ένιωθα καλά με αυτό που έκανα, έκανα «στροφή» αμέσως και ακολουθούσα άλλη πορεία. Όταν οι SORCERER ξεκινούσαν, ήταν εποχή δύσκολη. Υπήρχε η έκρηξη του grunge (σ.σ: να λοιπόν που ούτε οι βορειοευρωπαίοι έμειναν ανεπηρέαστοι από αυτό) που αποτέλεσε τροχοπέδη και μαζί με αυτό το γεγονός τόσο εγώ όσο και ο Johnny είχαμε πια άλλες υποχρεώσεις. Έτσι η μπάντα διαλύθηκε και ο καθένας τράβηξε τον δρόμο του.
Επειδή θα μιλήσουμε για την δισκογραφία σας, εδώ θα σου πω το εξής και θα είμαι ειλικρινής. Πάντα θεωρούσα ως ντεμπούτο σας την συλλογή “Sorcerer” (σ.σ: πρόκειται για τα demos μαζεμένα). Ξέρω πως δεν είναι επίσημο full length album, αλλά πώς να το «βγάλεις στην απ’ έξω»; Οι οπαδοί το λατρεύουμε!
Κάτσε, για ποιο λέμε τώρα; Έχουν βγει αρκετές συλλογές… λες για το compilation της Brainticket Records;
Ναι, γι’ αυτό.
Α, ναι… αυτό το κυκλοφόρησε ο John Perez το 1995. Πρόκειται όντως για τα δύο μας demos σε μια κυκλοφορία και δείχνει πιστεύω ποιοι ήταν τότε οι SORCERER και τι μπορούσαν να κάνουν. Συμφωνώ! Το 1995 βέβαια εγώ ήμουν ήδη στους LION’S SHARE (σ.σ: τσεκάρετε άπαντες τουλάχιστον το ομότιτλο ντεμπούτο τους) και ο Johnny στους TIAMAT, δεν μπορούσαμε να αφιερωθούμε και εκεί. Αναγνωρίζω όμως πως καίτοι κάπως παρωχημένο όσον αφορά την παραγωγή του, το “Sorcerer” ήταν που μας έδωσε ένα σημαντικότατο underground status και δημιούργησε το όνομά μας στον χώρο. Ωραίες εποχές, ρομαντικές…
Έτσι μετά από χρόνια κυκλοφορεί το “Black” ep και το εκπληκτικό σας πρώτο επίσημο full length, το “In the shadow of the inverted cross”. Πιστεύεις πως αργήσατε; Και πόσο δύσκολο ήταν να καλύψετε το χαμένο έδαφος μετά από τόσο καιρό;
Μας δόθηκε η ευκαιρία για ένα “reunion” show στο “Hammer Of Doom” το 2010 και η επιτυχία ήταν τεράστια! Μετά από αυτή την εμφάνιση ήρθαμε στην Αθήνα στο “Up The Hammers”, πάλι με τεράστια επιτυχία! Δεν θέλαμε όμως να επανενωθούμε με την αρχική σύνθεση, νιώθαμε με τον Johnny πως χρειαζόμασταν μουσικούς πιο τεχνικούς, πιο καλούς γενικότερα… αλλά μετά το show στην Αθήνα, είπαμε πως ναι, πρέπει να κάνουμε οπωσδήποτε ένα νέο άλμπουμ. Το ήθελε ο κόσμος, το θέλαμε και εμείς. Έτσι αρχίσαμε να δουλεύουμε για το “In the shadow of the inverted cross”. Ο Johnny είχες πολλές ιδέες τις οποίες εξέλιξε με την βοήθεια του Kristian Niemann (κιθάρα) και μετά εγώ με τον παραγωγό μας και φίλο μου Conny Welén, δουλέψαμε για να τελειοποιήσουμε. Το αποτέλεσμα βγήκε εξαιρετικό τελικά, το άλμπουμ τα πήγε περίφημα.
Πέρασαν και δύο χρόνια από το “The crowning of the fire king”. Είναι ο πλέον πετυχημένος σας δίσκος, όπως φαίνεται. Ή μήπως και ο καλύτερος; Πολύς κόσμος το λέει αυτό.
Χαχαχα! Με το τελευταίο συντάσσομαι! Εννοείται πως όλα είναι καλύτερα στο “The crowning…”. Από την πρώτη νότα ως το εξώφυλλο. Είναι και θα είναι δίσκος – σημείο αναφοράς για την μπάντα, και νομίζω όλοι συμφωνούμε σε αυτό, έτσι;
Έτσι! Ας μιλήσουμε λίγο παραπάνω γι’ αυτό. Προσωπικά το θεωρώ το πλέον doomy album σας, καθώς αφήσατε πίσω σας σχεδόν εξ ολοκλήρου τα όποια στοιχεία από κλασσικό heavy και power metal είχατε. Πως και οδηγηθήκατε σε αυτό;
Μπαα… δεν υπήρχε πλάνο εξαρχής για να πάμε προς τα κει, αλήθεια. Απλά κάνουμε αυτό που πιστεύουμε εμείς πως θα έχει ως αποτέλεσμα να ακουστεί καλή μουσική! Είμαστε μια μπάντα που κινείται στο άκρο του doom metal, προς το κλασσικό heavy, ή αλλιώς όπως εμείς ονομάζουμε την μουσική μας, παίζουμε “Royal Epic Doom”. Πολύ μελωδικό doom, αλλά ταυτόχρονα πολύ σκοτεινό και πομπώδες. Επίσης ένα άλλο χαρακτηριστικό μας γνώρισμα είναι οι πολλές χορωδίες και οι πλούσιες ενορχηστρώσεις. Είμαστε πολύ καλύτεροι από ότι ήμασταν στα early 90’s, και προσέχουμε ιδιαίτερα κάθε τραγούδι ξεχωριστά. “No songs, no album”, αυτό λέγαμε και θα λέμε πάντα.
Ναι, καλά όλα αυτά, αλλά για να παίξεις epic doom metal, πρέπει να ακολουθήσεις συγκεκριμένες μουσικές «οδούς». Ή μήπως όχι; Μπορείς άραγε να πειραματιστείς;
Χμ… θα σου πω κάτι. Αν ερχόμασταν τώρα, σαν «νιούφηδες», πιστεύω πως περισσότερο θα μας χαρακτήριζε ο κόσμος ως heavy metal μπάντα, παρά ως doom metal. Αλλά μωρέ Δημήτρη, ποιος χέστηκε τώρα για τις ταμπέλες; Ναι, οκ, δεν θα ακουστούμε ποτέ σαν τους RUSH ή τους PANTERA, θα ακολουθούμε πάντα το στυλ το οποίο γνωρίζουμε και κυρίως, αισθανόμαστε άνετα σε αυτό. Εντάξει, δεν θα παρεκκλίνουμε ποτέ από το doom αλλά θα προσθέτουμε πραγματάκια.
Οι επιρροές σας λοιπόν ως μπάντα…
Καταρχάς έχουμε όλοι τις ίδιες επιρροές και τα ίδια ακούσματα. Μεγάλο πράγμα αυτό για την συνεργασία των εκάστοτε μουσικών σε μια μπάντα. Πάμε λοιπόν: BLACK SABBATH, RAINBOW με Dio (σ.σ: τρομερή διασκευή στο “Stargazer” έχουν κάνει οι άνθρωποι, ακούστε την), PINK FLOYD, JUDAS PRIEST, IRON MAIDEN… κλασσικά ακούσματα όπως βλέπεις!
…και οι δικές σου ως τραγουδιστής.
Εύκολο: Rob Halford, Glenn Hughes, Tony Martin, Ronnie James Dio… (σ.σ: όλοι πέρασαν από BLACK SABBATH στην μετά Ozzy εποχή. Άξιος!)
Τώρα θέλω να έρθεις στην θέση μου, και να γράψεις λίγα λόγια για κάθε κυκλοφορία της μπάντας, ξεκινώντας φυσικά από το “Sorcerer”.
Α, ωραίο αυτό. Λοιπόν… Ο δίσκος αυτός είναι ό,τι πιο κοντινό και «αληθινό» έχουν γράψει οι SORCERER στο epic doom. Δεν είναι καθόλου «γυαλισμένο», υστερεί σε ήχο, αλλά έχει μέσα εξαιρετικά κομμάτια που η μπάντα παίζει ως και σήμερα. Προσωπικά μου θυμίζει πολύ τους πρώιμους CANDLEMASS. Το “In the shadow of the inverted cross” είναι πολλά βήματα μπροστά για το συγκρότημα, από όλες τις απόψεις. Πλούσιο σε ενορχηστρώσεις, με ογκώδη τύμπανα και πολύ καλή παραγωγή. Τα τραγούδια του δε, είναι όλα ένα και ένα, από το πρώτο ως το τελευταίο riff και όπως παρατηρείς και συ, ο ρυθμός και οι ταχύτητες ποικίλουν καθώς το άλμπουμ «προχωρά»! Όσο για το “The crowning of the fire king”, αυτό είναι ό,τι πιο περίπλοκο έχει κάνει το group ως τώρα. Δεν έχει γρήγορες ταχύτητες, έχει όμως μεγάλα και πολυποίκιλα κομμάτια που θα «δώσουν» πράγματα στον ακροατή ακόμη και στην δέκατη (!) ακρόαση. Επίσης έχει και πολύ καλό, ταιριαστό, «μοχθηρό» artwork. Τα πήγα καλά;
Περίφημα! Υπόθεση “live” τώρα. Οι Κρητικοί σας είδαν πέρυσι στο “Echoes from Labyrinth doom metal festival”, αλλά εδώ στην Αθήνα έχουμε να σας δούμε από το Up the Hammers VI. Τι να περιμένουμε;
Πάνω από μία ώρα εξαιρετικής μουσικής και εξαιρετικής απόδοσης! Ξέρεις έχουμε μαζί μας και τον Ricky Evensand στα τύμπανα, ο οποίος είχε παίξει στο demo του 92’ και πίστεψέ με, το παίξιμό του έχει εκτοξεύσει την μπάντα! Θα δώσουμε αν όλα πάνε καλά, ένα καταπληκτικό show. Το πιστεύω αυτό.
Μακάρι Anders! Φτάσαμε όμως στο τέλος, οπότε ο επίλογος σου ανήκει.
Εκ μέρους μου και εκ μέρους της μπάντας θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς όλους τους Έλληνες doomsters για την υποστήριξή τους όλα αυτά τα χρόνια και εύχομαι να δω πολλούς από αυτούς στο Demons Gate τον Σεπτέμβριο. Νιώθουμε ιδιαίτερη τιμή που για την αγάπη σας και πάντα θα έχετε ξεχωριστή θέση στις καρδιές μας. Επίσης ευχαριστώ και σένα Δημήτρη και το ROCK HARD για την ωραία κουβέντα και την υποστήριξη. Θα τα πούμε κάτω! DOOM ON!
The songs…
1. Abandoned by the Gods: ένα πραγματικά heavy κομμάτι με πολύ ωραίους στίχους.
2. Sirens: ένα πιασάρικο doom κομμάτι με πολύ όμορφο ρυθμό.
3. Lake of the lost souls: αργό heavy/doom στο γνώριμο στυλ της μπάντας. Οι SORCERER στα καλύτερά τους.
4. The Devil’s Incubus: ένα κομμάτι στο ύφος των Black Sabbath με πλούσια ενορχήστρωση.
5. The sorcerer: από το demo του 1992, ένα τραγούδι με πολύ ενέργεια και δύναμη, που στα live ακούγεται «δολοφονικό»!
6. Pagans dance: ένα τραγούδι από το “…inverted…” album το οποίο είναι άκρως ατμοσφαιρικό και το αγαπώ πολύ.
7. Ship of doom: μία σχεδόν progressive σύνθεση με πολλές εναλλαγές και πολύ καλά solos.
8. Unbearable sorrow: ένα πανέμορφο μπαλαντοειδές τραγούδι, σκοτεινό και υποβλητικό.
9. Disciples of the dark: «κακό», «βαρύ», και με εξαιρετικές χορωδίες μέσα!
10. At dawn: από τα sessions του 1992, δύο νότες είναι στην ουσία το κομμάτι όλο, αλλά είναι καταπληκτικό.
Αυτά μας είπε ο Anders. Η συνέχεια θα δοθεί στο Demon’s Gate Festival, στις 28 Σεπτεμβρίου. Θα είμαστε εκεί.
Δημήτρης Τσέλλος