“The swords are screaming into battle…”
Ξεκίνησαν από τις πηγές του Αχελώου, πέρασαν από τα Γαυγάμηλα και την Ινδία και έφτασαν ως την Κοιλάδα της Παγωνιάς. Τους πήρε κάτι περισσότερο από δέκα χρόνια, αλλά άξιζε τον κόπο και με το παραπάνω. Ο λόγος για τους ACHELOUS, οι οποίοι κυκλοφόρησαν φέτος το πολύ δυνατό, δεύτερό τους album, “The Icewind Chronicles”. Το Rock Hard, αφού το παρουσίασε αναλύοντας κάθε πτυχή του, δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και συζήτησε με τους Chris Achelous και Χρήστο Κάππα, γύρω απ’ ό,τι έχει να κάνει τόσο με αυτό, όσο γενικότερα με το συγκρότημα, το παρόν και το μέλλον του.
Σας καλωσορίζουμε στο Rock Hard! Εμείς μόνο ξένοι δεν είμαστε, αλλά για τον αναγνώστη που μας διαβάζει, νομίζω θα ήταν σωστό να ξεκινήσουμε με ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα.
Chris: Καλησπέρα Δημήτρη! Ευχαριστούμε πολύ για την πρόσκληση! Οι ACHELOUS γεννήθηκαν το Γενάρη του 2011 και είχαν τη μορφή προσωπικού μου project. Η μουσική κατεύθυνση ήταν πιο σκοτεινή και extreme και κυρίως instrumental. Κυκλοφόρησαν δύο demos σε αυτό το μοτίβο, μέχρι που άρχισα να γράφω πιο επικά και «κλασσικά» metal riffs τα οποία «απαιτούσαν» και στίχους. Οι στίχοι «απαιτούσαν» με τη σειρά τους κάποιον να τους τραγουδήσει, οπότε κάπου εκεί πρότεινα στο Χρήστο να αναλάβει χρέη τραγουδιστή, κάτι που δέχθηκε αμέσως, αφού ούτως ή άλλως είμαστε πολλά χρόνια φίλοι, αλλά του άρεσε και το υλικό. Η πρώτη μας κυκλοφορία ήταν το EP “The cold winds of Olympus”, το 2016 και από εκεί και πέρα η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή…
Το πρώτο σας full length, το “Macedon”, κυκλοφόρησε το 2018. Μετά από τέσσερα χρόνια, τί έχετε αποκομίσει από την πορεία του;
C: Το “Macedon”, ακριβώς επειδή ήταν το πρώτο full length album, ήταν εξαιρετικά σημαντικό για την περεταίρω πορεία της μπάντας. Στην ουσία μας έβαλε στο χάρτη της ελληνικής κι όχι μόνο σκηνής, αφού αποτέλεσε και το διαβατήριο για το άνοιγμα των συναυλιακών «συνόρων» στο εξωτερικό. Προφανώς και όλα αυτά που ακολούθησαν μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ συνέβαλαν στην ωρίμανσή μας σαν μονάδες μέσα στη μπάντα, αλλά και στην απόκτηση αυτοπεποίθησης της «οντότητας» που ονομάζεται ACHELOUS.
Χρήστος: Θέλω να τονίσω εδώ ότι «ματώσαμε» για να βγει, δουλέψαμε πολύ, κουραστήκαμε, αλλά τελικά άξιζε ο κόπος. Πήγε πάρα πολύ καλά και καλλιτεχνικά αφού οι κριτικές που λάβαμε από παντού ήταν εξαιρετικές, αλλά και εμπορικά αφού έχουμε δώσει συνολικά περίπου 1000 «φυσικές» κόπιες κάτι που σημαίνει ότι ο κόσμος το αγκάλιασε.
Χίλιες «φυσικές» στην εποχή μας είναι πολύ δυνατό νούμερο! Να υποθέσω οι digital είναι άλλο κομμάτι…
Χ: Ναι, οι πωλήσεις του άλμπουμ σε μορφή digital από το bandcamp μας είναι άλλο κεφάλαιο!
Μιας και το «έπιασε» στην πορεία ο «τυφώνας Covid», είχατε κάποια αλλαγή στα σχέδιά σας όσον αφορά την υποστήριξή του;
C: Ο Covid δημιούργησε πολλά προβλήματα σε όλες τις πτυχές της ζωής μας, οπότε δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση η μπάντα. Για την ακρίβεια η μπάντα ήταν αυτή που πιθανότατα επηρεάστηκε περισσότερο, αφού ακυρώθηκαν όλες οι live εμφανίσεις, σταμάτησαν οι πρόβες και γενικώς οτιδήποτε γύρω από τα μουσικά και καλλιτεχνικά δρώμενα μπήκε στον πάγο. Ακυρώθηκε το Up The Hammers – ευτυχώς τον Ιούνιο θα γίνει – ακυρώθηκε η εμφάνισή μας στο Skull Crush Festival της Γαλλίας και προφανώς όποιες άλλες συζητήσεις εντός κι εκτός συνόρων είχαν προχωρήσει σχετικά με την προώθηση του άλμπουμ, διακόπηκαν αυτόματα. Δύσκολοι καιροί ομολογουμένως…
Χ: Ευτυχώς για εμάς όλη η τρέλα με τη πανδημία έσκασε στα τελειώματα της προώθησης του “Macedon”. Όπως είπε και ο Chris προηγουμένως χάσαμε δύο πολύ σημαντικά festival, το Up The Hammers και το Skull Crush. Αλλαγή είχαμε όμως στα σχέδια για το δίσκο που κυκλοφορήσαμε τώρα, το “The Icewind Chronicles”. Είχαμε σχεδιάσει να κυκλοφορήσει το 2021 για τα δέκα χρόνια των Achelous αλλά αποφασίσαμε να το καθυστερήσουμε ένα χρόνο έτσι ώστε ο Covid να είναι στα τελειώματά του και εμείς να μπορούμε να το υποστηρίξουμε με live εμφανίσεις. Γι’ αυτό το λόγο αποφασίσαμε να δώσουμε στο κόσμο το EP “Northern winds” το 2021, όχι μόνο για να καθυστερήσουμε τη κυκλοφορία του νέου δίσκου αλλά και για να γιορτάσουμε τα δέκα πρώτα χρόνια των ACHELOUS.
Τί θα αλλάζατε, ΑΝ αλλάζατε, βλέποντάς το ξανά υπό μια πιο ψύχραιμη ματιά;
X: Να σου πω την αλήθεια Δημήτρη, προσωπικά είμαι άνθρωπος που στις δουλειές που έχω κάνει δε θα άλλαζα τίποτα. Πιστεύω ότι ο κάθε δίσκος που έχω κάνει βγήκε όσο καλύτερα μπορούσε να βγει δεδομένων των συνθηκών που επικρατούσαν την κάθε εποχή. Επειδή λοιπόν εγώ είμαι άνθρωπος που δίνει μεγάλη βάση στο συναίσθημα, όταν βγαίνει ένας δίσκος περιέχει τη χαρά και την ηλικιακή πώρωση των ηχογραφήσεων της συγκεκριμένης περιόδου. Προφανώς μετά από άπειρα ακούσματα πάντα θα βρεις κάτι που θα μπορούσες να το γράψεις καλύτερα αλλά σίγουρα δε θα έπιανε το συναίσθημα που είχες όταν το έγραφες αρχικά. Έτσι λοιπόν εγώ προσωπικά δε θα άλλαζα τίποτα.
C: Δεν έχω να προσθέσω τίποτα παραπάνω, με κάλυψε πλήρως ο Χρήστος.
Ας έρθουμε στο 2022 και στο νέο σας album, “The Icewind Chronicles”. Φύγατε από τον αρχαίο ελληνικό κόσμο και μπήκατε σε έναν φανταστικό-λογοτεχνικό. Πως και ως προς τι η απόφαση αυτή; Ποιος την πήρε;
C: Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη απόφαση που πάρθηκε. Είμαστε fans της λογοτεχνίας του φανταστικού – μόνο στην προσωπική μου βιβλιοθήκη κατέχω πάνω από 200 τίτλους βιβλίων Fantasy – και ας μην ξεχνάμε ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που καταπιαστήκαμε με αυτή τη θεματολογία, αφού στο “Al Iskandar” demo μας του 2014 είχαμε γράψει το “Pagan child” που ήταν κομμάτι εμπνευσμένο από τον κόσμο της Dragonlance, όπως και στο πρώτο μας EP υπάρχει το “Dragon’s nail”.
Χ: Η μπάντα εξαρχής παίζει επικό heavy metal. Μας αρέσει να εξιστορούμε μύθους και ιστορίες μέσα από την μουσική μας. Στιχουργικά κινούμαστε σε ιστορικά γεγονότα, μυθολογία και fantasy λογοτεχνία. Όπως πάρθηκε η απόφαση να γράψουμε το προηγούμενο δίσκο, με τον ίδιο τρόπο πάρθηκε η απόφαση και για το νέο. Λατρεύουμε τον κόσμο των Forgotten Realms, έχουμε διαβάσει πολλά βιβλία της σειράς και κυρίως τη τριλογία “Icewind Dale” που είναι από τις αγαπημένες μας. Εγώ ειδικά έχω παίξει και άπειρες ώρες το επικό RPG παιχνίδι της Black Isle Studios, “Icewind Dale” από το 2000 που πρωτοβγήκε (όπως και το δεύτερο μέρος του, τα “Baldur’s Gate” 1 & 2, το “Neverwinter Nights”, κλπ). Νομίζω λοιπόν ότι ήταν μονόδρομος το να ασχοληθούμε με τις ιστορίες των Drizzt, Bruenor, Wulfgar, Catti-brie και Regis!
Είμαι στο «παρά πέντε» να κάψω την συνέντευξη για μουσική και να αρχίσουμε να μιλάμε για RPG, αλλά ας συγκεντρωθούμε στο θέμα μας! (γέλια) Να σας πω την αλήθεια, δεν το περίμενα αυτό. Νόμιζα πως, λόγω και ονόματος, θα έχετε συγκεκριμένη θεματολογία.
Χ: Το περίεργο θα ήταν να ασχοληθούμε με κομμάτια που μιλάνε για το τραπεζικό σύστημα! (τρελά γέλια) Εντάξει στο χώρο του Επικού Metal κινούμαστε, δε νομίζω ότι είναι περίεργο που ασχοληθήκαμε με την ηρωική φαντασία. Ο χώρος του επικού νομίζω ότι έχει πολύ μεγάλο στιχουργικό περιθώριο για ασχοληθεί μια μπάντα είτε έχει ιστορική, είτε μυθολογική, είτε λογοτεχνική βάση.
C: Στην ουσία αντλούμε έμπνευση από οιοδήποτε επικό, λυρικό και ηρωικό θέμα. Εξάλλου, το όνομα της μπάντας είναι περισσότερο ένας φόρος τιμής της καταγωγής μου που είναι η Θεσσαλία παρά μια αναφορά στην αρχαία Ελληνική ιστορία.
Προηγουμένως αναφέρατε το “Northern winds” EP. Το δεύτερό σας, μετά το “The cold winds of Olympus”. Τι αντίκτυπο είχε η κίνηση αυτή, τελικά; Δούλεψε όπως το σχεδιάζατε;
C: Το EP αποτέλεσε τη γέφυρα ανάμεσα στο “Macedon” και το “The Icewind Chronicles”. Σε προσωπικό επίπεδο αποτέλεσε ψυχικό βάλσαμο σε μια περίοδο που η ψυχολογική κούραση ήταν τεράστια μετά τους πολύμηνους εγκλεισμούς και την γενικότερη απραξία. Οπότε το γεγονός ότι καταφέραμε να δημιουργήσουμε και πάλι, ήταν πραγματικά τεράστια ανακούφιση. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το EP μαζί με το παρελκόμενο merchandise του έγινε sold out μέσα σε λίγες μόλις ημέρες, καταλαβαίνεις ότι δούλεψε άψογα.
Χ: Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να προσθέσω ότι πολύ σημαντική βοήθεια είχαμε και από την ομάδα του Legions fanzine, που πραγματικά σε μια πολύ δύσκολη περίοδο ανέλαβαν τη κυκλοφορία και την διανομή του EP μέσω της Legions Records σε συνεργασία με τη τότε εταιρία μας, τη Metal Fighters.
Δηλαδή θα υπάρξει και στο μέλλον αντίστοιχο EP – προπομπός;
C: Δεν αποκλείουμε κάτι τέτοιο, χωρίς όμως να αποτελεί και αυτοσκοπό μας. Πάντα λειτουργούμε με βάση το πώς νοιώθουμε τη δεδομένη χρονική στιγμή, αλλά και το τί χρειάζεται να γίνει για τη μπάντα.
Χ: Αν υπάρχει σοβαρός λόγος να βγει ένα EP θα βγει, αν όχι, απλά θα πάμε σε νέο full length δίσκο. Μπορεί να έχουμε σχεδιάσει τα επόμενα βήματα της μπάντας για τα επερχόμενα 2 με 3 χρόνια, αλλά ζούμε σε ένα κόσμο που αλλάζει καθημερινά οπότε δε μπορεί να είσαι σίγουρος για τίποτα.
Ας μιλήσουμε τώρα για το νέο σας άλμπουμ και ας ξεκινήσουμε από τα διαδικαστικά. Ποια είναι τώρα η σύνθεση του συγκροτήματος;
Χ: Οι ACHELOUS του “The Icewind Chronicles” είναι εγώ στη φωνή, ο Chris στο μπάσο, ο Γιώργος Μαυρομμάτης στην κιθάρα, η Βίκυ Δεμερτζή σε κιθάρα/πλήκτρα και ο Γιάννης Ρούσσης στα τύμπανα. Η Βίκυ αντικατέστησε τον Χάρη Ντίνο, που για προσωπικούς λόγους έπρεπε να αποχωρήσει. Ο Χάρης αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ιστορίας μας και παραμένει πολύ καλός φίλος.
Αλλαγές στο line up, αλλά ο παραγωγός δεν άλλαξε. Συνεργαστήκατε για μιαν ακόμη φορά με τον Στάθη Παυλάντη. Μιλάμε για μια αγαστή συνεργασία, να υποθέσω.
C: Έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα. Ο Στάθης είναι ένας εξαιρετικός παραγωγός και το κυριότερο γνώστης της σκηνής, αφού κι αυτός είναι ενεργό μέλος της και προφανώς από τους ανθρώπους που τη διαμόρφωσαν σε ένα μεγάλο βαθμό. Για εμάς είναι το έκτο μέλος της μπάντας.
Χ: Κοίτα να δεις, όταν μια ομάδα δουλεύει σωστά δεν την αλλάζεις. Ο Στάθης μας έχει φτιάξει εκπληκτικές παραγωγές και για το “Macedon” και για το “The Icewind Chronicles”. Είναι φίλος, αδελφός και συνεργάτης. Ξέρει τη μπάντα εκ των έσω, οπότε γνωρίζει τι ακριβώς θέλουμε, με αποτέλεσμα τα άλμπουμ μας να ακούγονται όπως ακριβώς τα έχουμε φανταστεί.
Είχατε όμως και μεταγραφή σε άλλη εταιρεία. Τι συνέβη;
C: Ναι, πλέον ανήκουμε στη No Remorse, όπου είναι πραγματικά μεγάλη τιμή για εμάς να αποτελούμε μέρος του roster της.
Χ: Η Έλενα και η Metal Fighters είναι οικογένεια. Μας βοήθησε κυκλοφορόντας το πρώτο album μας αλλά και το EP. Πάντα θα ανήκει στην οικογένεια των ACHELOUS. Από τη στιγμή όμως που πήραμε μια τόσο καλή πρόταση από τη No Remorse η οποία είναι η μεγαλύτερη Underground εταιρία στο χώρο μας, δε μπορούσαμε να πούμε όχι. Σκέψου ότι πολλές μπάντες από το roster της είναι μπάντες με τις οποίες μεγαλώσαμε. Πώς να πεις όχι… Τα παιδιά που την τρέχουν είναι εξαιρετικά αλλά και γνώστες της σκηνής, οπότε και εμείς μπορούμε να κάνουμε το επόμενο βήμα σαν μπάντα με μεγαλύτερη σιγουριά.
Διαφορετική και η αντίληψη περί του εξωφύλλου…
C: Ναι, έχεις απόλυτο δίκιο! Σε αυτό το δίσκο θέλαμε να αποτυπώσουμε το «παγωμένο» μουσικό περιεχόμενο στο εξώφυλλό μας. Για να είναι όμως ρεαλιστικό και πειστικό αυτό που βλέπει κάποιος, σε μια πρώτη οπτική επαφή, χρειαζόμασταν ένα καλλιτέχνη που να σχεδιάζει «στο χέρι». Επιλέξαμε λοιπόν να συνεργαστούμε με τη Silvana Massa από τη Βραζιλία και νομίζω ότι πολύ καλά πράξαμε με βάση το αποτέλεσμα!
Χ: Διαφορετικό το concept, διαφορετικό και το εξώφυλλο. Επικοινωνήσαμε λοιπόν με πολλούς καλλιτέχνες αλλά καταλήξαμε στη Silvana (Silvan Massa Art) η οποία είναι εκτός από εξαιρετική καλλιτέχνιδα και μεγάλη γνώστης της fantasy λογοτεχνίας. Της εξηγήσαμε τι ακριβώς θέλαμε και σε τι χρώματα και μας έφτιαξε αυτό το εξαιρετικό εξώφυλλο, που δείχνει το χιονισμένο βαρβαρικό χωριό. Νομίζω ότι έκανε υπέροχη δουλειά, αυτό δείχνει και το feedback που έχουμε λάβει. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό να συνεργαστούμε εκ νέου στο μέλλον.
Και πάμε στα τραγούδια, αυτά καθαυτά. Όλο το γήπεδο δικό σας. Ξεκινάμε από την σύλληψη της πρώτης ιδέας, μέχρι την τελευταία μέρα ηχογραφήσεων.
C: Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω πώς μπορώ να σου απαντήσω στο συγκεκριμένο ερώτημα. Υπάρχουν κομμάτια όπως τα “Savage King”, “Flames of war” και “Halfling’s Gem” που γράφτηκαν μετά το “Macedon”, υπάρχουν όμως και κομμάτια όπως το “Northern winds” και το “Outcast” που προϋπήρχαν σαν ιδέες πριν καν κυκλοφορήσει το πρώτο μας EP! (σ.σ: ορίστε;) Αυτό που προσωπικά κρατάω είναι ο ενθουσιασμός μας κάθε φορά που ερχόταν μια νέα ιδέα και τη δουλεύαμε στο στούντιο, αλλά και οι δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε για να επιτευχθεί η ολοκλήρωση των ηχογραφήσεων.
Χ: Όντως, πολλές ιδέες υπήρχαν από το “Macedon”. Το “Northern winds” είναι ένα κομμάτι που είχε ο Χρυσόστομος από την εποχή του EP. Το “Outcast” το είχα στο μυαλό μου πριν καν το “Macedon”. Από κει και πέρα τα υπόλοιπα κομμάτια γράφτηκαν τα τελευταία τρία χρόνια. Ο Γιώργος που είναι μαζί μας από τις ηχογραφήσεις του προηγούμενου άλμπουμ, έφερε και «νέο αέρα» με κομμάτια όπως το “Mithril Hall” και το “Face the storm”, και όλα αυτά πέρασαν από το κλασσικό «Achelous φίλτρο» έτσι ώστε να ακούγεται ο δίσκος σαν μια ενιαία οντότητα. Από κει και πέρα, μόλις ξεκίνησε η όλη φάση της πανδημίας και έχοντας χάσει τα δύο σημαντικά festivals που προείπαμε, αποφασίσαμε να μπούμε στο στούντιο για να γράψουμε το νέο δίσκο. Γράψαμε τύμπανα, κιθάρες, μπάσο, πλήκτρα και το καλοκαίρι τα φωνητικά. Όλα αυτά για να είμαστε έτοιμοι το 2021. Δυστυχώς, στα τέλη του χρόνου ήρθε το σκληρό lockdown, που ξεκίνησε για δύο εβδομάδες αλλά κατέληξε να κρατήσει 6,5 μήνες οπότε, ενώ ήμασταν στις μίξεις, πήραμε την απόφαση να πάμε το δίσκο λίγο πίσω χρονικά μέχρι να «ξεκαθαριστεί» το όλο τοπίο. Ο δίσκος τελείωσε το 2021, έκλεισε και το deal με τη No Remorse και από κοινού αποφασίσαμε να κυκλοφορήσει αρχές του 2022.
Ο δίσκος χωρίζεται, κατά την άποψή μου, σε δύο ειδών συνθέσεις: τις «μεγάλες» επικές και τις πιο straightforward. Πως παίρνεται η απόφαση του τι είδους κομμάτι θα γραφτεί;
C: Βασικά ποτέ δεν κάτσαμε σαν μπάντα να γράψουμε κάποιο κομμάτι έχοντας στο μυαλό μας ότι πρέπει να είναι έτσι, ή πρέπει να ακούγεται αλλιώς… Γράφουμε μουσική με βάση την έμπνευση της στιγμής μακριά από κάθε περιορισμό και «πρέπει». Εξάλλου δεν είμαστε η επαγγελματική μπάντα που πρέπει να μπαίνει σε καλούπια και να ακολουθεί νόρμες. Παίζουμε και γράφουμε μουσική για να ομορφαίνει η ζωή μας και να θεραπεύονται οι ψυχές μας!
Χ: Εμείς δε παίρνουμε καμία απόφαση για το πόσο μεγάλο θα είναι ένα κομμάτι. Την απόφαση την παίρνει το ίδιο το κομμάτι. Αυτό μας οδηγεί για το ποια θα είναι η διάρκειά του, τι αλλαγές χρειάζεται και πως θα πρέπει να βγει.
Διαπιστώνω και κάποιον νεοτερισμό στο “Savage king”, με το έντονο ελληνικό folklore στοιχείο. Δε μετρώ την εισαγωγή με την ποντιακή λίρα στο “Gaugamela” από το “Macedon”, καθώς το κομμάτι εξελίσσεται διαφορετικά στην συνέχεια. Πως προέκυψε λοιπόν αυτό;
C: Θεωρώ πως δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Και το κομμάτι “Al Iskandar” έχει folklore αναφορές, παρά το γεγονός ότι έχει μια ανατολίτικη αύρα.
Ναι, αλλά είναι όπως το’πες, ανατολίτικες!
C: Εσύ αναφέρεσαι συγκεκριμένα στο ελληνικό folklore στοιχείο; Ναι, όντως! Γενικά όμως, ακόμη και στο πρώτο μας EP υπήρξαν τέτοιες πινελιές, έστω και αν είναι σχετικά καμουφλαρισμένες. Τί να πω, ίσως τελικά το folklore στοιχείο να είναι μέρος του DNA της μπάντας!
Χ: Θεωρώ πως λόγω καταγωγής, λίγο πολύ όλοι έχουμε λίγο folklore στη μουσική μας, έστω και αν δεν είναι εύκολα ανιχνεύσιμο (σ.σ: πολύ σωστό). Το ίδιο ισχύει και για τους Σκανδιναβούς, το ίδιο για τους Κεντροευρωπαίους και πάει λέγοντας.
Σκέφτεστε λοιπόν να εντάξετε την ελληνική παραδοσιακή μουσική στο ύφος του group, όπως έκαναν πχ οι ROTTING CHRIST;
C: Αν μας βγει αυθόρμητα κατά τη διαδικασία της σύνθεσης, γιατί όχι; Σε καμία περίπτωση όμως δε θα προσπαθήσουμε να συνθέσουμε κάτω από μία στενόμυαλη λογική του ότι πρέπει να γράψουμε έτσι, ή ότι πρέπει να ακουστούμε αλλιώς. Ευτυχώς, είμαστε μια ομάδα ανθρώπων με πολλές και διαφορετικές μεταξύ μας μουσικές επιρροές, κάτι που μας δίνει τη δυνατότητα να εισάγουμε νέα και διαφορετικά μεταξύ τους στοιχεία.
Χ: Δεν είναι αυτοσκοπός μας να κάνουμε κάτι τέτοιο. Αν βγούνε επιρροές τέτοιες στα κομμάτια μας τότε οk, αλλά δε θα κάτσουμε να γράψουμε τραγούδια αποκλειστικά με στοιχεία παραδοσιακής μουσικής.
Ποια άλλα ακούσματα αποτέλεσαν επιρροή για τα νέα τραγούδια; Γενικά, ακούτε μουσική όταν γράφετε τη δική σας, ή απομονώνεστε;
C: Προσωπικά ακούω πάντα μουσική ότι κι αν κάνω, είτε ηχογραφώ είτε όχι. Θεωρώ πως η μουσική είναι αέναη και προφανώς ανεξερεύνητη στο μεγαλύτερο μέρος της. Ακούω οτιδήποτε μου προκαλεί το ενδιαφέρον από οποιοδήποτε είδος μουσικής, έχοντας όμως πάντα σαν αφετηρία και βάση μου το metal.
Χ: Εσύ ειδικά, ξέρεις πολύ καλά ότι είμαστε λίγο ανορθόδοξοι σε αυτό το θέμα! (γέλια) Ο Χρυσόστομος έχει «ακούσει» πολλά κομμάτια στον ύπνο του ενώ εγώ πάνω στη μηχανή την ώρα που οδηγώ, χαχα! Νομίζω ότι ο μόνος νορμάλ είναι ο Γιώργος! (σ.σ: κοντέψαμε να πέσουμε κατάχαμα με τη φράση αυτή) Πάντως έχουμε ακούσει τόση πολλή μουσική που και να απομονωθούμε, πάλι οι επιρροές μας θα βγουν. Προσωπικά δε σταματάω να ακούω μουσική, όχι μόνο παλιές κυκλοφορίες αλλά και νέες.
Δε γίνεται να μην κάνουμε μια μικρή παρένθεση μετά από αυτό. Κάποιοι δίσκοι που ακούσατε τα τελευταία δύο χρόνια και λατρέψατε;
C: Μια πολύ δυνατή και αγαπημένη τριάδα είναι το “Unearthed Arcana” των SPELLMASTER, το “Uinuos syömein sota” των HAVUKRUUNU και το “Candles” των DIABLERY.
Χ: Το “Unearthed Arcana” το ακούω κι εγώ μέχρι και σήμερα όπως τη πρώτη φορά! Μου άρεσαν πολύ το προηγούμενο των CRAZY LIXX, το ντεμπούτο της Chez Kane, το έπος επών “De Ecclesiæ Universalis” των ECCLESIA, το τελευταίο HITTEN…
C: Το φετινό “IV” των NAXATRAS είναι επίσης πολύ καλό, το “Ravening iron” των ETERNAL CHAMPION, το “Fell sorcery abounds” από MORGUL BLADE…
Χ: Το “Damned for all time” των SACRED OUTCRY… είναι τόσα πολλά! Και εννοείται πάνω απ’ όλα το καινούργιο SCORPIONS, που δε μπορώ να πω τι κάνει γιατί θα μας κόψει το ΕΣΡ! (γέλια)
Εντάξει λοιπόν, κλείνουμε την παρένθεση που θέλει μια συζήτηση μόνη της και συνεχίζουμε. Δεύτερη σύνθεση στην οποία θα ήθελα να σταθούμε λίγο παραπάνω, είναι το “Outcast”. Ως η μεγαλύτερη, χρονικά στο παλμαρέ σας, σηματοδοτεί και εδώ μια αλλαγή στο μέχρι τώρα σκεπτικό σας, όσον αφορά τον τρόπο γραφής;
C: Νομίζω εδώ ο αρμόδιος για να απαντήσει είναι ο Χρήστος, ο οποίος ευθύνεται και για το μεγαλύτερο μέρος της σύνθεσης.
Χ: Μπαλάντα είχαμε και στον προηγούμενο δίσκο. Εδώ νομίζω ότι δεν έχουμε κάτι 100% αντίστοιχο με το “Hephaestion”, διότι στη δομή του κομματιού υπάρχει και το καλπάζον σημείο στη μέση. Βέβαια, εδώ θα ήθελα να αναφέρω και την εξαιρετική δουλειά που έκανε η Βίκυ με τη σύνθεση και εκτέλεση του μέρους του πιάνου, που έδωσε μια άλλη πνοή στο τραγούδι. Πάντως θέλω να πιστεύω ότι ενώ ο δίσκος έχει πολλά διαφορετικά στοιχεία, τα κομμάτια στη τελική τους μορφή ακούγονται ACHELOUS.
Επομένως η Βίκυ μπήκε με τη μια στα βαθιά, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες;
C: Nαι, βέβαια. Ας πούμε πως μπαίνει σιγά σιγά στο «κόλπο» και στη φιλοσοφία της μπάντας!
Για μιαν ακόμη φορά, έχουμε γυναικεία φωνητικά σε δίσκο σας. Συστήστε μας τη φωνή που ακούμε.
C: Η τραγουδίστρια στο “Mithril Hall” και στην εισαγωγή του “Outcast” είναι η εξαιρετική σοπράνο Χριστίνα Πετρογιάννη, η οποία μας έκανε τη τιμή να μας χαρίσει τη μαγευτική της φωνή στα κομμάτια. Έπρεπε να ήσουν στο στούντιο όταν έγραψε τα μέρη της για να μας δεις με το σαγόνι κρεμασμένο έως το πάτωμα!
Θα γίνει και αυτό παράδοση δηλαδή;
X: Δεν είναι θέμα παράδοσης, αν και είχαμε γυναικεία φωνητικά και στο demo και στο “Macedon”. Όπως είπα και πριν, τα κομμάτια μας οδηγούν στη τελική τους μορφή. Αν το κομμάτι «φωνάζει» ότι χρειάζεται γυναικεία φωνητικά, θα βάλουμε γυναικεία φωνητικά. Το “Mithril Hall” ζήταγε εξαρχής μια φωνή σαν αυτή της Χριστίνας. Από τη στιγμή που το κομμάτι το ζήταγε, εμείς έπρεπε να του το δώσουμε.
C: Για να κάνω και το spoiler της ημέρας, να σου πω ότι και στον επόμενό μας δίσκο θα υπάρξει κομμάτι με γυναικεία φωνητικά.
Δε θα ρωτήσω περισσότερα πάνω σε αυτό, αλλά κάνε ένα ακόμη spoiler: To “Pagan child” θα το ακούσουμε αναγεννημένο, όπως το “River God”;
C: Χμ… θα το ακούσουμε, ναι, αλλά με νέο όνομα! (σ.σ: βγήκε ο λάβρακας)
Πως είναι η «καθημερινότητα» των ACHELOUS; Πως δουλεύει η μπάντα; Ποιοι οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες;
C: Από τη στιγμή που οι ACHELOUS έγιναν κανονική μπάντα, υπήρχε πάντα η φιλοσοφία της κατανομής εργασιών. Ειδικά από το σημείο που καταφέραμε να φτιάξουμε ένα σταθερό πυρήνα μελών, ο καθένας έχει αναλάβει τον τομέα του. Για παράδειγμα, ο Γιώργος έχει αναλάβει αποκλειστικά το μουσικό κομμάτι, με την προπαραγωγή των κομματιών, τις ενορχηστρώσεις και γενικότερα με τη σωστή αποτύπωση των συνθέσεων, αφού κι ο ίδιος με αυτό ασχολείται και στην επαγγελματική του ζωή, ως καθηγητής μουσικής. Ο Γιάννης ασχολείται αποκλειστικά με τα τύμπανα που θα υποστηρίξουν τα κομμάτια μας, αλλά και με το τεχνολογικό κομμάτι (κάμερες, φωτογραφήσεις κλπ). Η αφεντιά μου ασχολείται με το δημιουργικό κομμάτι (concept του εκάστοτε δίσκου, εξώφυλλα, ιδέες για merchandise αλλά και σύνθεση). Η Βίκυ παρότι βρίσκεται λίγο καιρό στη μπάντα έχει ήδη αρχίσει να δείχνει τις συνθετικές τις ικανότητες, ενώ βοηθάει αρκετά και το Γιώργο με την προπαραγωγή, αφού σπουδάζει ηχοληψία. Ο Χρήστος νομίζω ότι μπορεί να μιλήσει ο ίδιος για τον εαυτό του.
Χ: Εμένα με έχουν κάνει το παιδί για όλες τις δουλειές! (γέλια) Πέρα από τη πλάκα, (σ.σ: ποια πλάκα;) επειδή πάντα μου άρεσε να συναναστρέφομαι με κόσμο, έχω αναλάβει το κομμάτι των social media, την επικοινωνία με τον κόσμο, τους promoters, είμαι η «φωνή» του group στη δισκογραφική μας, δίνω τις περισσότερες συνεντεύξεις κλπ.
Ξέρω πως πρόσφατα δραστηριοποιηθήκατε αμφότεροι και με άλλα projects. Χρήστο ξεκίνα πρώτος.
Χ: Από την αρχή που άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική, πάντα το έβλεπα οικογενειακά το όλο θέμα. Πάντα παίζω με φίλους, γιατί αυτό με ευχαριστεί περισσότερο. Έτσι ξεκίνησα με τους REFLECTION, έτσι ξεκίνησα με τους ACHELOUS, έτσι ξεκίνησα και με τους WHISPER KILLERS. Οι τελευταίοι, είναι ένα project που είχε στο μυαλό του ο φίλος μου και κουμπάρος Αποστόλης Μανάος. Ήθελε να γράψει ένα demo με κομμάτια στο χώρο του κλασσικού heavy metal και καθώς το συζητάγαμε, του είπα να πάει να μιλήσει με τον άλλο μου φίλο, τον Γιώργο Κασαπίδη, τον οποίο είχε γνωρίσει σε μια μάζωξη που είχα κάνει σπίτι μου. Ξεκίνησαν να φτιάχνουν το demo, το οποίο έγινε EP και που τελικά εξελίχθηκε σε full length. Κάπου εκεί ψάξαμε να βρούμε τραγουδιστή για το δίσκο αλλά οι προσπάθειές μας έπεσαν στο κενό, οπότε του είπα ότι αν δε βρούμε κάποιον, θα το πω εγώ. Κάπως έτσι λοιπόν γεννήθηκαν οι WHISPER KILLERS και το πρώτο μας album “Hard as rock”.
Και συ Chris;
C: Όσοι με γνωρίζουν σε προσωπικό επίπεδο, ξέρουν ότι είμαι μεγάλος οπαδός του black metal. Με αυτό το σκεπτικό ξεκίνησα το 2011 τους ACHELOUS, ασχέτως αν στην πορεία μου βγήκε σε πιο κλασικό metal στυλ. Πάντα ήθελα όμως να συμμετάσχω σε μια black metal δουλειά και η ευκαιρία μου δόθηκε στους OATH OF HERMON (σ.σ: ωραίο όνομα), ένα project μαζί με τον Αποστόλη Μαναό των WHISPER KILLERS και το Σάκη Αξιώτη των FUNERAL STORM, KARKINOS κλπ. Στην παρούσα φάση είμαστε στη διαδικασία μίξης του πρώτου μας EP και είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι με το μέχρι τώρα αποτέλεσμα. Πιστεύουμε μέσα στη χρονιά να μπορέσουμε να το κυκλοφορήσουμε. Πρόσφατα μάλιστα, ανεβάσαμε και στο Υou Τube το πρώτο μας lyric video με τίτλο “Sangre de los Muertos”. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να το τσεκάρει.
Πόσο δύσκολο είναι να συμπορεύονται αυτοί οι τρεις «κόσμοι»;
Χ: Για μένα δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Είμαι άνθρωπος που ζω και αναπνέω για τη μουσική οπότε περνάω υπέροχα τρέχοντας δυο μπάντες.
C: Δεν συνδέονται αυτοί οι κόσμοι μεταξύ τους, ούτε και αποτελεί πρόβλημα η ύπαρξη του ενός για τους άλλους, οπότε μπορούν και συμπορεύονται μια χαρά. Θα έλεγα μάλιστα ότι η ύπαρξη αυτών των διαφορετικών κόσμων μας ανανεώνει τόσο μουσικά, όσο και σε προσωπικό επίπεδο.
Τί επιφυλάσσει το μέλλον; Ποια τα σχέδιά σας;
C: Έχουμε νέο δίσκο, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν live για την προώθησή του. Ειδικά μετά από τέτοια συναυλιακή ξηρασία δεν κρατιόμαστε. Είμαστε live μπάντα και θέλουμε να παίζουμε όπου και όσο μπορούμε.
Χ: Λείψαμε δύο χρόνια από το σανίδι λόγω της πανδημίας και πρέπει να αναπληρώσουμε όλο αυτό το χαμένο χρόνο. Από κει και πέρα, έχει ξεκινήσει η προπαραγωγή του τρίτου μας δίσκου, τα κομμάτια είναι σχεδόν έτοιμα και πιστεύουμε ότι μέσα στο 2023 θα ξεκινήσουμε τις ηχογραφήσεις. Οπότε stay tuned!
Άντε, με το καλό! Γίνετε τώρα για λίγο συντάκτες – οπαδοί, ρωτήστε κάτι τους ACHELOUS που το θεωρείτε σημαντικό και δώστε την απάντηση!
C: Τι ερώτηση είναι αυτή… Δεν έχω ιδέα πώς είναι κάποιος να είναι συντάκτης! (γέλια) Αν έκανα κάποια ερώτηση θα ήταν η εξής: Τί είναι αυτό που κάνει μια παρέα μουσικών, που παίζει ένα είδος μουσικής που στη χώρα του δεν προωθείται, και που προφανώς δεν αποφέρει χρήματα, να συνεχίζει να το κάνει για χρόνια με εφηβική τρέλα, αν και κάποιοι από αυτή την παρέα είναι σχεδόν μεσήλικες;
Ωραία, και τί απαντάς;
C: Η απάντηση δε νομίζω ότι ανήκει μόνο στους ACHELOUS, αλλά σε όλα τα παιδιά από τις μπάντες που αποτελούν αυτό που ονομάζουμε ελληνική σκηνή. Ανιδιοτελής αγάπη για τη μουσική, οπαδικό πάθος και αυτή η μοναδική σύνδεση με τον κόσμο που μας στηρίζει όλους τόσα χρόνια τώρα. Κάποια πράγματα δεν εξηγούνται με λέξεις…
Χρήστο;
Χ: Εγώ πρώτα είμαι οπαδός και μετά μουσικός. Οπότε θα με ρώταγα ποιο ήταν το τελευταίο άλμπουμ που αγόρασα. Αγόρασα λοιπόν τις τελευταίες μέρες σε βινύλιο το “Lights On” των SANHEDRIN (σ.σ: ξέρει από μουσική ο άνθρωπος, εσύ το άκουσες;) και πήρα και το limided βινύλιο του “Entering the Abyss” των PALADINE (σ.σ: για τούτο δω μιλάει) το οποίο είχα μόνο σε CD οπότε έπρεπε να συμπληρώσω τη δισκοθήκη μου και με τη «σωστή» έκδοση!
Παίδες, ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας! Εύχομαι προσωπικά, αλλά και εκ μέρους του περιοδικού, κάθε καλό στη νέα σας προσπάθεια!
C: Εμείς ευχαριστούμε Δημήτρη, για τον χρόνο και για την στήριξή σας όλα αυτά τα χρόνια. Εύχομαι στο Rock Hard και σε όλους όσους το υπηρετείτε να συνεχίσετε έτσι δυναμικά και με την ποιότητα που σας κάνει να ξεχωρίζετε.
Χ: Και για την πολύ ωραία συνέντευξη, να προσθέσω! Μέχρι να τα ξαναπούμε… Stay safe and metal on!
Απλά πράγματα δηλαδή…
Δημήτρης Τσέλλος
Live photo credits: Φωλιάς Ηλίας