Δίκαια ή άδικα, λίγοι έχουν φάει τη λέζα που έχει φάει ο James LaBrie. Ίσως να φταίει, επειδή είναι ο μοναδικός που έχει τρωτά σημεία στους DREAM THEATER. Ο μοναδικός που έχει ανθρώπινα ελαττώματα σ’ ένα συγκρότημα υπερανθρώπων, που ο καθένας στο όργανό του είναι μοναδικός. Αυτό τι σημαίνει όμως; Ότι είναι μέτριος τραγουδιστής; Φυσικά και όχι, απλά δεν είναι τόσο καλός στο δικό του όργανο (τη φωνή), όσο οι υπόλοιποι. Αν δεν ήταν καλός, θα παρέμενε στους DREAM THEATER μόνο και μόνο επειδή είναι ο επί χρόνια τραγουδιστής τους; Σε μία μπάντα που αποτελείται από περφεξιονιστές; Ας είμαστε λίγο σοβαροί…
Ας γυρίσουμε λίγο πίσω, στην κυκλοφορία του “A view from the top of the world”, όπου είχα γράψει για τη φωνή του LaBrie και τη διαχείρισή του από τους υπόλοιπους DREAM THEATER: «Αναφέροντας τον LaBrie, υπάρχει κάτι που είναι πάρα πολύ εμφανές σ’ όλη τη διάρκεια του δίσκου. Όλα μα όλα τα τραγούδια, φαίνεται να είναι γραμμένα, έχοντας ως δεδομένο ότι η φωνή του, στα 58 του χρόνια, δεν μπορεί να φτάνει εύκολα (ή και καθόλου) τα ύψη που έφτανε προ δεκαετίας και βγάλε. Οπότε οι μελωδικές γραμμές, πλέον, είναι γήινες, προσαρμοσμένες στην κατάσταση που βρίσκεται η φωνή του τώρα, κάτι που θα διευκολύνει και στις μελλοντικές, ζωντανές τους εμφανίσεις. Το συνολικό αποτέλεσμα, είναι εξαιρετικό». Απλά, όπου 58, βάλτε πλέον 59 χρόνια…
Σχετικά με το ίδιο θέμα, ο Jordan Rudess, μας είχε πει: «Δεν θα έλεγα ότι είναι κάτι καινούργιο, το ότι προσέχουμε πάρα πολύ που βρίσκεται η φωνή του τώρα. Ξέρουμε ότι δεν μπορεί να τραγουδήσει όπως στο “Images and words”, δεν είναι δυνατόν αυτό. Ως συνθέτες, πάντα έχουμε στο μυαλό μας, ποιες είναι οι καλύτερές του νότες και γράφουμε μουσική, έχοντας τη φωνή ως όργανο στο μυαλό μας. Είναι δύσκολο για τον James να τραγουδά τα παλιά κομμάτια, αφού η φωνή δεν μπορεί να παραμείνει στο ίδιο επίπεδο όσο περνούν τα χρόνια. Αυτό είναι απλά η πραγματικότητα».
Τα λύσαμε τα προβλήματά μας με τον LaBrie; Βρήκαμε ποιος είναι και τι κάνει; Όπως κάθε σωστός επαγγελματίας και στη σόλο καριέρα του, έκατσε να σκεφτεί ποια είναι τα δυνατά του σημεία και να προσπαθήσει να επικεντρωθεί σ’ αυτά, πιθανώς και παίζοντας κάτι διαφορετικό από τους DREAM THEATER. Δίχως αμφιβολία, στις μπαλάντες και τα ακουστικά τραγούδια, η φωνή του έχει μία εκπληκτική ζεστασιά και μία χροιά κορυφαία. Αυτά που δεν καταφέρνει για κανέναν λόγο πλέον, είναι να στριγγλίζει δίχως αύριο και να ανεβαίνει εκεί που έφτανε πριν από 30 χρόνια.
Το “Beautiful shade of grey”, είναι ένας δίσκος ως επί το πλείστον ακουστικός, με πολλά AOR και hard rock στοιχεία. Δεν θα ακούσει κανείς RUSH, αλλά JOURNEY (θυμηθείτε τη βραδιά στο Ronnie Scott’s Jazz Club και θα καταλάβετε ποιανού ιδέα ήταν η διασκευή του “Lovin’, touchin’ squeezin’”), δεν θα ακούσει METALLICA, αλλά STYX, δεν θα ακούσει TOOL, αλλά LED ZEPPELIN. Άλλωστε, όταν ξεκίνησε την καριέρα του, μαζί με τον Richard Chycki, έπαιζε κεφάτο hard rock με τους WINTER ROSE και το πολύ καλό ομώνυμο άλμπουμ τους.
Ο LaBrie σκέφτηκε πάρα πολύ έξυπνα και προσπάθησε να επικεντρωθεί, λοιπόν, στα δυνατά του σημεία. Έχω δει, ότι πολλοί τον κακολογούν που έχει πάρει στη σόλο μπάντα του, τον γιο του, Chance LaBrie. Και ρωτάω: Είναι κακό που ένας πατέρας, παίρνει τον γιο του στο συγκρότημά του; Είναι κακό που θέλει να τον βοηθήσει; Ίσα ίσα, το βρίσκω αξιέπαινο. Άλλωστε, ντράμερ του βεληνεκούς του Mike Mangini ή του Peter Wildoer που είχε στους προηγούμενους δίσκους του, πολύ απλά δεν χρειάζονται, διότι δεν υπάρχουν δαιδαλώδη θέματα, με αδιανόητες αλλαγές ρυθμού, ούτε ανάγκη για ακραία φωνητικά, που έκανε ο Wildoer. Μιλάμε για basic παίξιμο, που ο μικρός LaBrie, τα καταφέρνει μία χαρά.
Και λογικό είναι να με ρωτήσετε τώρα, «και γιατί ρε φιλαράκι αφού μέχρι τώρα τα έχεις βγάλει όλα λάδι και τέλεια, μας κοτσάρεις την εξαρούμπα στο τέλος»; Και θα έχετε και απόλυτο δίκιο, η απάντηση όμως, είναι μία και αναμενόμενη. Ως γνωστόν, ο James LaBrie, δεν είναι και ο πιο δεινός συνθέτης. Για την ακρίβεια, αυτό ήταν ένα πολύ σοβαρό θέμα που είχαν να αντιμετωπίσουν στους DREAM THEATER, ότι δηλαδή έγραφαν όλοι οι υπόλοιποι τη μουσική και μετά ερχόταν εκείνος να βάλει κάποιες μελωδικές γραμμές και να τραγουδήσει, χωρίς καμία περαιτέρω συμμετοχή. Στα προηγούμενα άλμπουμ του, τη μερίδα του λέοντος είχαν ο Matt Guillory, ο Peter Wichers και διάφοροι άλλοι με τους οποίους είχε συνεργαστεί. Τώρα, ο LaBrie επέλεξε να συνεργαστεί με τον Paul Logue, μπασίστα των Βρετανών melodic metallers, EDEN’S CURSE, με τους οποίους είχε συνεργαστεί πριν από 11 χρόνια στο τραγούδι “No holy man”. Τον μπασίστα, δηλαδή, ενός πραγματικά μέτριου έως και άνοστου σχήματος μελωδικού metal.
Όταν παίζεις AOR και μελωδικό metal/rock, το πλέον βασικό πράγμα που πρέπει να έχεις στα κομμάτια σου, είναι ρεφρενάρες και μελωδιάρες. Αν μου βρείτε εσείς μία ρεφρενάρα στο άλμπουμ αυτό, θα σας παραδεχτώ. Έχει εννιά, κατά το μάλλον ή το ήττον, καλές συνθέσεις, που ξεχωρίζουν το “Give and take” (όπου ο Marco Sfogli, σχεδόν μόνιμος κιθαρίστας του, μας χαρίζει ένα ωραιότατο σόλο στην ακουστική κιθάρα), το “Hit me like a brick” και το “Am I right”. Στο τελευταίο, χτύπησε μία ευαίσθητη νότα, σε μας τους λίγο πιο «προκεχωρημένης» ηλικίας, αφού δεύτερα φωνητικά κάνει η Theresa Thomason, που έκανε τα γυναικεία φωνητικά στο “The spirit carries on” (αν δεν ξέρετε ποιο είναι αυτό το τραγούδι, απορώ πως φτάσατε μέχρι εδώ κάτω διαβάζοντας «άγνωστο κείμενο»).
Από εκεί και πέρα, έχουμε, έχουμε άλλα έξι συμπαθητικά τραγούδια, το “Devil in drag” σε δύο εκτελέσεις (και μάλιστα, όχι ως bonus track, αλλά στην κανονική έκδοση του δίσκου, κάτι που δεν κατάλαβα ποτέ) και μία διασκευή στο “Ramble on” των LED ZEPPELIN, που όπως καταλαβαίνω, είναι από τα αγαπημένα του σχήματα όλων των εποχών. Ενδιαφέρουσα η διασκευή, αλλά μέχρι εκεί.
Με βάση τα στοιχεία που ανέλυσα στην αρχή της παρουσίασης, το “Beautiful shade of grey”, είχε όλα τα εχέγγυα να είναι ένας πολύ ωραίος δίσκος, διαφορετικός, που να ταιριάζει στα φωνητικά του James LaBrie περισσότερο και από τους δίσκους των DREAM THEATER, όλα αυτά όμως, εάν συνεργαζόταν μ’ έναν πολύ καλύτερο συνθέτη που να του έδινε βαρβάτες συνθέσεις να ερμηνεύσει. Είπαμε, αγαπάμε James LaBrie, αγαπάμε (παθολογικά ίσως) DREAM THEATER, αλλά μερικά πράγματα, έχουμε τη νηφαλιότητα να τα βλέπουμε ως έχουν.
6 / 10
Σάκης Φράγκος