ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “The cage” – TYGERS OF PAN TANG
ETOΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1982
ETΑΙΡΙΑ: MCA
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Peter Collins
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Jon Deverill
Κιθάρες – Rob Weir
Κιθάρες – Fred Purser
Μπάσο – Richard Lows (Rocky)
Τύμπανα – Brian Dick
Προσωπικά τους ΤΥGERS τους γνώρισα με τα “The wreck-Αge” και το παρουσιαζόμενο “The cage” στα μέσα της δεκαετίας του ‘80. Όπως ήταν φυσικό τα αγάπησα και τα αγαπώ ιδιαίτερα αυτά τα albums και ας ξέφευγαν από τον χαρακτηριστικό NWOBHM ήχο που είχε χτίσει το σχήμα στις αρχές της δεκαετίας.
Eίμαστε στο σημείο που ο κιθαρίστας John Sykes, αδυνατώντας να αντέξει την πίεση των προηγούμενων μηνών και το όλο δύσκολο κλίμα που επικρατούσε τις τάξεις του σχήματος, αποφασίζει να αποχωρήσει από την μπάντα, για να προσληφθεί από τους THIN LIZZY λίγο μετέπειτα. Αυτή ήταν μια πολύ σοβαρή απώλεια, πραγματικά!
Αμέσως μετά οι TYGERS θα προσλάβουν στην θέση του τον Fred Purser για να πραγματοποιήσουν την προγραμματισμένη περιοδεία και θα αλλάξουν μουσική κατεύθυνση κυκλοφορώντας το “The cage”, ένα πιο μελωδικό και με σαφώς εμπορικές βλέψεις δίσκο που θα καταφέρει όμως να πραγματοποιήσει τον σκοπό του γνωρίζοντας την πολυπόθητη εμπορική ευτυχία και καθιερώνοντάς το σαν το πιο επιτυχημένο τους album.
Πράγματι, μπορεί με αυτόν τον δίσκο η μπάντα να αλλάζει τον ήχο της δραστικά σε πιο μελωδικές και ΑΟR φόρμες που είναι πιο κοντά στους JOURNEY και στους REO SPEEDWAGON παρά στους SAXON και IRON MAIDEN, όμως παραδόξως αυτή η στροφή δεν τους στοίχισε στην παρούσα φάση μιας και ο δίσκος γνώρισε επιτυχία τόσο στην Βρετανία (#12) αλλά και Αμερική. Υπεύθυνα αυτής της αποδοχής ήταν κυρίως τα δυο singles “Rendezvous” και “Love potion No 9” που κυκλοφόρησαν πριν τον δίσκο όπως συνηθιζόταν.
Tο πρώτο που ανοίγει και τον δίσκο είναι μια διασκευή στους πανάγνωστους RPM και είναι ενδεικτικό της νέας τους ηχητικής ταυτότητας (#49), το δεύτερο μια διασκευή στους Αμερικάνους CLOVERS της δεκαετίας του ‘50 (#45). Εξαιρετικό κομμάτι και από τα καλυτέρα που συναντούμε στον δίσκο. Βλέποντας την ανταπόκριση και αποδοχή των singles στα charts, αμέσως μετά στην κυκλοφορία του δίσκου θα κυκλοφορήσουν άλλα δυο singles, τα “Paris By Air” και “Making tracks”.
Tο πρώτο μια εξαιρετική σύνθεση (που και αυτή δεν προέρχεται συνθετικά από τις τάξεις του σχήματος) του Steve Thompson (παλιός γνώριμος από τις Νeat ημέρες της μπάντας) έφτασε αρκετά καλά στα single charts (#63) ενώ το επόμενο δεν είχε καμιά εμπορική τύχη και ας υπήρξε σύνθεση των μελών της μπάντας. Γενικότερα ο δίσκος έχει καλές στιγμές με αυτά που αναφέραμε πιο πάνω αλλά και τα “Danger in paradise”, “Τides” και “Lonely at the top” να ξεχωρίζουν.
Για τη προώθηση του δίσκου θα οργανωθεί μια μεγάλη περιοδεία με support τους ΤΥΤΑΝ. Η μπάντα θα εμφανιστεί και στο Reading festival αλλά και περιοδεύοντας στην Ιαπωνία. Παρόλη την επιτυχία που απέκτησαν και τα πράγματα είχαν αρχίσει να πηγαίνουν καλά, η δισκογραφική θα τους πιέσει για άλλη μια φορά να γράψουν νέο δίσκο και το σχήμα θα μπει στο studio στις αρχές του 1983 για να συνθέσει κάποια νέα κομμάτια. Οι προστριβές με την εταιρία ήταν και πάλι πολύ έντονες (η αλήθεια είναι ότι η MCA δεν ήταν ότι καλύτερο τελικά για το σχήμα και με την συμπεριφορά της χαντάκωσε ολοκληρωτικά το σχήμα από το να γίνει τεράστιο) με αποτέλεσμα δύο από τα βασικά μέλη του σχήματος να αποχωρήσουν από την μπάντα (Robb Weir και Βrian Dick) και το μέλλον του σχήματος να κρίνεται αβέβαιο.
Did you know that?
– Ο αποχωρήσας John Sykes, συμμετέχει στα κομμάτια “Love potion No 9” και “Danger in Paradise” μιας και είχαν γραφτεί πριν φύγει.
– O νεοφερμένος Fred Purser (από τους PENETRATION) συμμετέχει δυναμικά στην σύνθεση του “The cage” με 5 κομμάτια, εκεί που τα υπόλοιπα μέλη έδειχναν να έχουν στερέψει ολοκληρωτικά στον συνθετικό τομέα.
– Παραγωγός του δίσκου είναι ο Βρετανός Peter Collins που τα επόμενα χρόνια θα γίνει πιο διάσημος και θα τον συναντούμε συχνά πίσω από φοβερούς δίσκους των RUSH, Alice Cooper και QUEENSRYCHE. “Operation:Mindcrime”, “Empire”, “Hey Stoopid, “Counterparts” και “Power windows” είναι μερικά μόνο από αυτά που σφράγισε με την παραγωγή του.
Γιάννης Παπαευθυμίου