Ψυχάρα μεγάλη ο Henri Sattler, ιδρυτής/κιθαρίστας/τραγουδιστής και εν γένει αρχηγάρα των GOD DETHRONED. Από τους συμπαθέστερους και πλέον καταρτισμένους μουσικά καλλιτέχνες, ενώ έχοντας την τύχη να τον γνωρίσω προσωπικά, να τονίσω και την απίστευτη ευγένειά του. Αυτά έτσι, ως μία μικρή αρχή, για να δείξω λίγο τη χαρά μου που μπορώ και γράφω για ένα πολύ αγαπημένο συγκρότημα.
Οι Ολλανδοί, τιμώντας την καταγωγή τους, παίζανε τρομερή μπάλα στα άλμπουμ τους και ειδικά η Αγία Τριάδα μεταξύ 1997-2001 (“The grand grimoire” του 1997, “Bloody blasphemy” του 1999 και “Ravenous” του 2001), ήταν υπεράνω κριτικής και τους καθιέρωσε ως ένα από τα καλύτερα συγκροτήματα του ακραίου ήχου γενικότερα. Οι Δυτικοευρωπαίοι φίλοι μας, μετά από διάφορους πειραματισμούς στη συνέχεια, μπορεί να μην έπιασαν ποτέ ανάλογα επίπεδα, αλλά οι δίσκοι τους ήταν από καλοί και αξιοπρεπείς ως σχεδόν σούπερ. Τους πήγαινε λίγο μία-μία που λέγαμε και στο στρατό, έτσι το πειραματικό “Into the lungs of hell” (2003) διαδέχτηκε το φοβερό “The lair of the white worm” (2004), μετά ήρθε το “The toxic touch” (2006) να ρίξει πάλι τους τόνους, οι οποίοι ανέβηκαν τελικά με το “Passiondale (Passchendaele)” (2009) και πιάσανε το κορυφαίο τους επίπεδο στο δολοφονικό “Under the sign of the iron cross” (2010), όπου και ήρθε η αιφνίδια διάλυση. Για να καταλάβετε το επίπεδο του τελευταίου τότε δίσκου, ενώ ξέρω πολλούς που δε μπορούν να ακούσουν δεύτερο ή τρίτο άλμπουμ μπάντας (μόνο τα demo και έτσι), εξήραν το άλμπουμ ως το καλύτερο της μπάντας. Ο Henri έβαλε τη μπάντα στον πάγο, αλλά το 2014 την επανενεργοποίησε προς χαρά των οπαδών και το 2017 κυκλοφόρησε το “The world ablaze” ως τελικό μέρος μιας άτυπης τριλογίας, μαζί με τα δύο τελευταία άλμπουμ της πρώτης τους φάσης, τα οποία πραγματευόντουσαν πολεμικά θέματα και εστιάζοντας κυρίως στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο. Το “The world ablaze” ήταν ένα καλό και δουλεμένο άλμπουμ, αλλά με τις ταχύτητες εμφανώς πεσμένες. Δεν ήταν αυτό καθαυτό το πρόβλημα στην περίπτωσή του, αλλά είναι συγκεκριμένες μπάντες που, όπως και να το κάνουμε, είναι πολύ καλύτερες όταν είναι γρήγορες. Και μία εξ αυτών, είναι σίγουρα οι GOD DETHRONED.
To “Illuminati” λοιπόν, με το οποίο κάνουν το μπάσιμο στη δεκαετία του ’20, αποτελεί το 11ο άλμπουμ τους και επαναφέρει, στιχουργικά τουλάχιστον, τις παλιές… «συνήθειες», με αντιθρησκευτικό περιεχόμενο, μυστικές θρησκευτικές πολιτείες, εξαναγκασμένο ευαγγελισμό και φυσικά ό,τι έχει να κάνει με τον κερασφόρο αντίπαλο του καλού θεούλη. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Henri, ήταν η επόμενη λογική κίνηση, καθώς τα νέα κομμάτια κολλούσαν με τέτοιο περιεχόμενο.
Πάμε και στο μουσικό μέρος, όπου ο Henri θεωρεί το “Illuminati” καλύτερο του “The world ablaze”. Χαίρομαι που δεν αναφέρει κάποιο από τα προηγούμενα άλμπουμ τους, γιατί η σύγκριση θα χανόταν από τα αποδυτήρια. Με μία πρώτη ακρόαση, το “Illuminati’ έχει πιο ωραίο ήχο, καθαρό μεν, αλλά λίγο πιο «βρώμικο» από το τελείως αποστειρωμένο “The world ablaze”. Κάποια κομμάτια είναι πραγματικά υπέροχα, όπως το σχεδόν συμφωνικό σε ένα σημείο ομότιτλο κομμάτι που ανοίγει το δίσκο όμορφα, στακάτα και ατμοσφαιρικά, ενώ και το σχετικό βίντεο κλιπ ήταν ωραίο και δείχνει ότι η μπάντα το πάει αλλού. Φυσικά, η μεγάλη δύναμη της μπάντας είναι οι ταχύτητες, έτσι το χρυσό δίδυμο στη μέση του δίσκου, των “Spirit of Beelzebub” και “Satan spawn”, προσφέρει 7 λεπτά υψηλής αδρεναλίνης, με το πολυβόλο που κάθεται στο σκαμνάκι των τυμπάνων, Michiel Van Der Plicht, να απασφαλίζει και κάθε διπλομποτιά του να μοιάζει με μαχητικό που εξαπολύει βόμβες που θα αφανίσουν άμαχο πληθυσμό. Αρκετά ευδιάκριτο γενικότερα και το μπάσο του Jeroen Pomper, ο οποίος κλείνει 6 χρόνια στη μπάντα, ενώ ο νέος κιθαρίστας τους, Dave Meester, προστέθηκε στο συγκρότημα αφού ο δίσκος ήταν έτοιμος και όλες τις κιθάρες ανέλαβε, όπως αναμενόταν, ο ίδιος ο Henri Sattler, με πλήρη επιτυχία.
Το “Illuminati” έχει πολύ ατμόσφαιρα μέσα του, πράγμα όχι απαραίτητα κακό. Όπως απαραίτητα κακό δεν είναι ότι έχει και πολύ μελωδία, αφού κάθε δίσκος των GOD DETHRONED την έχει εξάλλου και μάλιστα μπορούν να είναι υπερήφανοι ότι χρησιμοποιούσαν τις όποιες μελωδίες τους τρομερά και χωρίς να ακούγονται τυρένιοι. Κακό είναι όμως, ότι το “Illuminati”, μετά τους δύο προαναφερθέντες δυναμίτες, κάνει μεγάλη κοιλιά μέχρι το τέλος. Το “Gabriel”, είναι ένα ωραίο ρυθμικό κομμάτι, το οποίο όμως χάνεται στη λήθη της καταστροφή που προκάλεσαν τα δύο προηγούμενα τραγούδια. Το “Eye of Horus”, πάει να ξεκινήσει φιλόδοξα με χορωδιακά φωνητικά, τα οποία τσοντάρουν ύπουλα (και εύστοχα) και στη μέση του κομματιού (στο background), αλλά το κομμάτι θα ήταν πολύ καλό για τους (τωρινούς ειδικά) DIMMU BORGIR και όχι για τους GOD DETHRONED. Η κατάσταση δε, δε βελτιώνεται αισθητά στο τελικό κομμάτι, “Blood moon eclipse”, το οποίο τελειώνει το δίσκο λίγο πιο γρήγορα, αλλά δε μπορεί να πάρει τον ακροατή με το μέρος του, παρά την τελευταία ομοβροντία του Van Der Plicht. Σαν ακροατής και δη φανατικός οπαδός τους (μην έχετε αμφιβολία για αυτό), ένιωσα λίγο άδειος και με ερωτηματικά μετά τις ακροάσεις του δίσκου. Δυστυχώς, έφτασα στο σημείο να πω ότι προτιμούσα να παραμείνουν διαλυμμένοι…
Τα δύο τελευταία άλμπουμ τους είναι σίγουρα τα δύο πιο αδύναμα της καριέρας τους, κατά την προσωπική μου άποψη και υιοθετούν μία πιο τραγουδιστική λογική και το να μπορέσουν να γράφουν κομμάτια που θα μείνουν στη μνήμη. Δε με πειράζει, ειλικρινά. Όπως δε μπορώ σε καμία περίπτωση να ισχυριστώ ότι το άλμπουμ είναι κακό (κάθε άλλο). Αλλά όπως έγραψα και στην κριτική για το νέο RAGE, «αν θέλετε έτσι να τους ακούτε, με γειά σας με χαρά σας». Προσωπικά τους θέλω πιο ανεβαστικούς, λιγότερο πειραματικούς και ξεκάθαρα ταχύτερους στη μεγαλύτερη διάρκεια ενός άλμπουμ, αν όχι καθόλη τη διάρκειά του. Όπως ανέλυσα και σε ένα φίλο, σε ένα ποδοσφαιρικό ορθόδοξο Ολλανδικό 4-3-3, το “Illuminati” όπως και το “The World ablaze” θα τα τοποθετούσα ως πλάγια μπακ, που δε θα ανέβαιναν τη σέντρα. Τέρμα θα είχα το ντεμπούτο “The christhunt”, λόγω όγκου και άμυνα τα “Into the lungs of hell” και ”The Toxic touch”. Πίσω θα έμπαζα, αλλά με φουλ μπαλάτο κέντρο τα “Passiondale (Paschendaele)” και ”The lair of the white worm” και δεκάρι το “Under the sign of the iron cross”, θα «τάιζα» την επίθεσή μου με εξτρέμ τα “The grand grimoire” και ”Ravenous” και φορ το “Bloody blasphemy” και θα έβαζα περισσότερα από όσα θα έτρωγα. Κύπελλο δε θα σήκωνα ποτέ, αλλά θα ήμουν ρελαντί στους 8 κάθε χρόνο.
Εύχομαι να κερδίσουν μεγαλύτερη ανταπόκριση και εμπορικότητα και να επιστρέψουν με πολύ ταχύτερο υλικό την επόμενη φορά. Ο βαθμός ίσως έπρεπε να είναι μισή μονάδα πάνω, αλλά έβαλα 7 στο RAGE για τους ίδιους λόγους και το ίδιο θα κάνω κι εδώ.
7 / 10
Άγγελος Κατσούρας