A day to remember… 29/11 [MOTORHEAD]

0
508












ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Bastards” – MOTORHEAD
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1993
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: ZYX Music
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Howard Benson
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά/Μπάσο – Ian Fraser “Lemmy” Kilmister
Κιθάρες – Philip Anthony “Zööm” Campbell/Michael Richard “Würzel” Burston
Drums – Micael Kiriakos Delaoglou (Mikkey Dee)

Οι MOTORHEAD το 1993 ήταν ένα άκρως αναγνωρίσιμο συγκρότημα και είχε ήδη έναν πολύ φανατικό πυρήνα οπαδών ανά τον κόσμο. Έχοντας albums που το καθένα είχε την δική του υπόσταση στο χρόνο, «έπρεπε» να συνεχίσει έτσι ώστε να διατηρήσει τα σκήπτρα του. Ειδικά όταν την προηγούμενη χρονιά το σχετικά αδύναμο συνθετικά “March of die”, ίσως ανησύχησε κάποιους οπαδούς για την τότε μετέπειτα εξέλιξη της πορείας τους.

Το group όμως, απ’ ότι φάνηκε είχε άλλη άποψη. Εκείνη την χρονιά, είδε το φως της δημοσιότητας, ένα από τα καλύτερα και πιο αντιπροσωπευτικά albums της δισκογραφίας του. Το “Bastards”, «έβαλε πολλές καρδιές στην θέση τους» και απέδειξε περίτρανα, ότι η όποια επιτυχία των προηγούμενων ετών τυχαία δεν είχε έρθει, με μουσικούς των οποίων η δεινή έμπνευση και το περίσσιο ταλέντο σύνθεσης, δημιουργούσε αριστουργήματα. Το εναρκτήριο “On your feet or on your knees”, αλλά και το υπόλοιπο album, ειδικά στο πρώτο μισό του, απλά διέλυσε κάθε σύννεφο δυσπιστίας, στο πως θα ηχούσε η τότε καινούργια δουλειά. Το συγκρότημα είχε επανέλθει συνθετικά και ηχητικά σε αυτό που το ανέδειξε και αγάπησε ο κόσμος, με τραγούδια που πήραν επάξια την σκυτάλη από το “1916”.

Για ένα ακόμη δίσκο, ο οπαδός θα άκουγε τραγούδια σκληρού rock’n’roll με ηχητικά ψήγματα στοιχείων και άλλων ιδιωμάτων όπως το hard rock και το heavy metal, βασισμένα σε ένα ή δυο χαρακτηριστικά ριφ, χωρίς κάποια ηχητική πολυπλοκότητα ή αλλαγή ρυθμού. Οι συνθέσεις που υπήρχαν στο album, ήταν ως επί το πλείστων σε up tempo ρυθμούς, αποδομένες σε τέτοιο ηχητικό μοτίβο, το οποίο για άλλη μια δουλειά, δεν γινόταν να σε αφήσει ακίνητο. Παρόλο που είχαν προσθέσει, ελάχιστες, λίγο πιο μοντέρνες «ηχητικές πινελιές, «βαραίνοντας» σε σημεία ελαφρώς τον ήχο τους, η κάθε ακρόαση ήταν άκρως ευχάριστη. Ο κυριότερος λόγος, ήταν το ατού του album: Τα ίδια τα τραγούδια. Οι MOTORHEAD, ξέροντας τον σωστό τρόπο, βασίστηκαν στο στυλ δόμησης των προηγούμενων πιο πρόσφατων δουλειών τους, κυρίως, με συνθέσεις που κάθε μια ποίκιλλε σε ταχύτητα, είτε όντας midtempo ή έχοντας (πιο) γρήγορα σημεία. Για μια ακόμα δουλειά στο δίσκο εμπεριέχονταν και πιο μπαλαντοειδή τραγούδια, βάση αποτελέσματος όμως, ήταν άξια να υπάρχουν στο δίσκο, δίχως να επηρεάζουν το τελικό ηχητικό προϊόν.

Κάθε ένα έσφυζε από τρομερή ενέργεια, έχοντας άκρως «ανεβαστική» διάθεση σε κάθε στιγμή. Μετά από το σύντομο διάλειμμα του “March or die”, ο έντονος δυναμισμός και ο παρελθοντικά υπάρχων ηχητικός τσαμπουκάς στις συνθέσεις, με τα χαρακτηριστικά, «κολλητικά» κιθαριστικά ριφ και refrain, ήταν πάλι και πάλι παρόντες. Οι MOTORHEAD έγραψαν τραγούδια που μπορεί να μην είχαν την τόσο μεγάλη αίγλη και αναγνωρισιμότητα των πρώτων ετών της καριέρας τους, ήταν όμως ηχητικά δείγματα ενός συγκροτήματος που ήξερε πως να δημιουργεί συνθέσεις που να μένουν ανεξίτηλες στο χρόνο. Τα “Burner”, “Death or glory”, “I am the sword”, “Born to raise hell”, “Don’t let daddy kiss me”, “Bad woman”, “Liar”, “We bring the shake”, “Devils”, κυρίως, σίγουρα αφήσαν το δικό τους στίγμα στην δισκογραφία του συγκροτήματος.
Οι MOTORHEAD, με την κυκλοφορία του “Bastards”, απλά συνέχισαν την ήδη επιτυχημένη συνταγή σύνθεσης και απόδοσης τραγουδιών που είχαν τα προηγούμενα χρόνια. Στο album, τίμησαν στο έπακρο την ηχητική ταυτότητα που είχαν δημιουργήσει, εμπλούτισαν την μουσική κληρονομιά που αφήσαν στις μετέπειτα γενιές, χαρίζοντας στο κοινό άλλη μια δουλειά η οποία όσα χρόνια και αν περάσουν, ακούγεται με την ίδια θέρμη, όντας το ίδιο «φρέσκια».

Did you know that:   

– Το album είναι το μοναδικό που κυκλοφόρησαν οι MOTORHEAD με αυτή την εταιρία.

– Το album είναι το πρώτο που συμμετέχει ο drummer Mikkey Dee σαν μόνιμο μέλος, αφού στην προηγούμενη δουλειά (“March or die”) ήταν καλεσμένος.

– Τα “Bastards” και “Sacrifice” (η επόμενη studio δουλειά του group) είναι τα μόνα που έχουν την τετράδα Kilmister/Campbell/Burston/ Dee στο line up.

– Το album είναι το πρώτο στην δισκογραφία του group που δεν περίεχε τραγούδι με τον τίτλο του δίσκου.

– Το “Born to raise hell” o Lemmy το έγραψε για τους SKEW SISKIN αρχικά. Το 1994 κυκλοφόρησε σαν single για την ταινία “Airheads”, στην οποία ο Lemmy κάνει μια μικρή εμφάνιση. Στο τραγούδι εκτός του ιδίου, συμμετέχουν και οι Ice-T (BODY COUNT, SOLO) Whitfield Crane (UGLY KID JOE). Το single περιέχει ένα radio edit του τραγουδιού, την αυθεντική εκτέλεση από το δίσκο, και μια hip hop/rap διασκευή των Dust Brothers στο τραγούδι. Το single κυκλοφόρησε σε ειδική έκδοση 12″ picture βινυλίου. Το 2016 οι PHIL CAMPBELL & THE BASTARD SONS, μαζί με τον Dee Snider (TWISTED SISTER), έπαιξαν το τραγούδι στο Bloodstock Open Air, προς τιμήν του Lemmy. Ένα μικρό μέρος του αυθεντικού τραγουδιού ακούγεται στην ταινία “Fighting with my family” το 2019.

– Το “Don’t let daddy kiss me”, τραγούδι που αναφέρεται στην παιδική σεξουαλική κακοποίηση, ο Lemmy αρχικά το είχε δώσει στις Lita Ford και Joan Jett, μεταξύ άλλων μουσικών αφού όπως είχε δήλωσε ο ίδιος «Σκέφτηκα ότι ένα κορίτσι έπρεπε να το τραγουδήσει, αλλά κάνεις δεν το ανέλαβε».

– Ο Joe Petagno, δημιουργός του Snaggletooth, το logo των MOTORHEAD, σε μια σπάνια συνέντευξη του στο bonus DVD του “Inferno”, αναφέρει ότι αρχικά το album ήταν να ονομαστεί “Devils”. Είχε ήδη σχεδιάσει ένα εξώφυλλο για να αντικατοπτρίζει αυτόν τον τίτλο όταν άλλαξε. Για το περιεχόμενο του εξωφύλλου είχε την εξής οπτική: «Το εξώφυλλο του “Bastards” ήταν η απάντηση μου στο “March or die”, ένα εξώφυλλο που με εκνεύρισε πολύ αφού ήταν ότι χειρότερο είχα δει στη ζωή μου! Σκέφτηκα, οκ ήθελαν κάτι αντίστοιχο, οπότε ας το κάνω σωστά. Το έστειλα στο Motörheadbangers (το επίσημο fan club του group στην Αγγλία), στον Alan Burridge (ιδιοκτήτη του club), και του άρεσε τόσο που το έβαλε στο εξώφυλλο του περιοδικού που κυκλοφορούσε για τα μέλη, τότε. Όταν το είδε και ο Lemmy, το ήθελε, οπότε το “Devils” έγινε “Bastards”.»

– Το περιοδικό Ultimate Classic Rock, χαρακτήρισε το “Bastards”, ένα από τα καλύτερα albums του group.

– Ο τίτλος του δίσκου θα ονομάτιζε μια μπύρα που κυκλοφόρησε το 2012.

– Ένα από τα memorabilia αντικείμενα που έχουν κυκλοφορήσει για τον δίσκο είναι και μια νταλίκα μοντελισμού.

– Το album είναι το δεύτερο σε κατάταξη με τις περισσότερες εκδόσεις από το 1991 και μέχρι και την τελευταία δισκογραφική τους δουλειά.

Θοδωρής Μηνιάτης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here