SAXON – “Hell, fire and damnation” (Silver Lining Music)

0
987
Saxon












Saxon

Παραδοχή “κολλήματος” προς αποφυγή παρεξηγήσεων. Οι SAXON για τον γράφοντα είναι διαχρονικά ο οργανισμός – ταυτόσημο του κλασικού heavy metal και παράδειγμα προς μίμηση για άπαντες. Οι νεότεροι μουσικοί -ανεξαρτήτου ήχου που έχουν επιλέξει να υιοθετήσουν- οφείλουν να προσεγγίσουν το φαινόμενο SAXON προκειμένου να κατανοήσουν πόσο ευεργετικό για την ψυχοσύνθεση τους είναι να συνεχίσουν να κυνηγούν τα όνειρα τους ακόμα κι αν οι οιωνοί δεν είναι με το μέρος τους. Ακόμα κι αν η mainstream βιομηχανία τους θεωρεί “τύποις” ξοφλημένους αλλά και αναχρονιστικούς.

Απλούστατα, οι Βρετανοί, έφαγαν τα μούτρα τους όταν πήραν την απόφαση να καταλαγιάσουν αισθητά την μεταλλική τους υπόσταση, προκειμένου να κυνηγήσουν το όνειρο της εμπορικής καταξίωσης στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Κι έκτοτε οδηγήθηκαν στο προφανές. Ότι ίσως να είναι προτιμότερο να μην προσπαθήσουν να μπουν σε λογική μακριά από την φλεγματικότητα της καταγωγής τους και να πορευθούν στον ολοδικό τους δρόμο. Και ας μην είναι στρωμένος πάντα με ροδοπέταλα. Που ποτέ δεν ήταν. Στην μνήμη -πρωτίστως- των οπαδών, έχουν καταχωρηθεί ως το συνώνυμο της τιμιότητας. Στοιχείο που το έχουν κερδίσει επάξια. Όχι μόνο στον δρόμο με συναυλίες, περιοδείες και ούτω καθ’ εξής αλλά και με τις στουντιακές τους επιδόσεις. Κάτι για το οποίο ελάχιστοι συνάδελφοί τους είναι σε θέση να πράξουν με στοιχειώδη αποτελεσματικότητα σήμερα..

Πάμε τώρα να ξετυλίξουμε το περιεχόμενο του 24ου (respect στο άπειρο) άλμπουμ των SAXON που τους βρίσκει εκ νέου στην αγκαλιά της Silver Lining Music. Αυτό που εντυπωσιάζει μονομιάς είναι το εξώφυλλο του Peter Sallai, το οποίο και αποτυπώνει επιτυχώς το πνεύμα και την αισθητική που διέπει τους Βρετανούς. Εξαιρετική επίσης και η παραγωγή. Δεν περιμέναμε τίποτα λιγότερο από την στιγμή που μαζί με τον Biff έχει “ανακατευτεί” ο Andy Sneap, που είναι υπεύθυνος επίσης για την μίξη αλλά και το mastering.

Ο Brian Tatler των NWOBHM ηρώων DIAMOND HEAD είναι πλέον ο αντικαταστάτης του Paul Quinn και δεν αποτελεί την παραμικρή αμφιβολία πως η παρουσία του στις ζωντανές υποχρεώσεις των SAXON έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα στο δέσιμο με τον έτερο κιθαρίστα Doug Scarratt. Τολμώ να πω, δε, πως στο συγκεκριμένο κομμάτι γινόμαστε μάρτυρες στην διαρκή εκτόξευση εξαιρετικών ριφ και solos που υποβοηθούμενα από τον όγκο που προσδίδει στο υλικό η σύγχρονη προσέγγιση στην παραγωγή, ανεβάζουν αυτόματα την αίσθηση της “μεταλλικότητας”, δίχως φυσικά να κουράζουν ακόμα και τους εραστές του πρωτόλειου, απογυμνωμένου heavy metal ήχου.

Οι λεγόμενοι μεγάλοι της σκληρής μουσικής, οφείλουν να αφουγκράζονται το σήμερα και να μην μένουν προσκολλημένοι στα ανδραγαθήματα του παρελθόντος εάν και εφ’ όσον φυσικά επιθυμούν την βιωσιμότητά τους. Και αν αυτό δεν παρατηρείται στην συντριπτική πλειοψηφία αυτής της “εκλεκτής” κάστας, οι SAXON διέθεταν ανέκαθεν το χάρισμα να κυκλοφορούν ανά τακτά χρονικά διαστήματα δίσκους που άξιζε και αξίζει να καταπιαστούμε μαζί τους. Δεν πλησιάζουν τα παρελθοντικά τους αριστουργήματα αλλά σαφώς και έχουν λόγο ύπαρξης!

Η πρώτη ακρόαση -σε πολύ γενικές γραμμές- με άφησε με ανάμεικτα συναισθήματα. Ένα ελαφρύ μούδιασμα το “ένιωσα”… Παρατηρείται μια έντονη διάθεση εμπλουτισμού του ήχου από διάφορες περιόδους του σχήματος, από την μελωδικότητα του “Solid ball of rock” (πρωτίστως), στην πιο “χύμα” προσέγγιση του “Dogs of war” (δευτερευόντως), που σίγουρα δεν διεκδικούν δάφνες δημοφιλίας ανάμεσα στις τάξεις των οπαδών τους. Γενναία επιλογή. Και ρισκαδόρικη.

Οι κιθάρες είναι αυτές που κατέχουν αδιαμφισβήτητα τα ηνία και αναλαμβάνουν να διατηρήσουν σε υψηλό επίπεδο το ενδιαφέρον μας για το “HFAD”. Και η παθιασμένη ερμηνεία του παντοτινού ηγέτη Biff Byford. Τα πάντα όμως κρίνονται από την ποιότητα των συνθέσεων. Η ύπαρξη πλουραλισμού είναι οπωσδήποτε στοιχείο έκπληξης μετά από τόσα χρόνια αλλά παράλληλα προσυπογράφει πως ο οργανισμός είναι ζωντανός, “ψάχνεται”, λαμβάνει τα μηνύματα της εποχής, αφουγκράζεται και βρίσκεται μονίμως σε διαδικασία επανεξέτασης. Τους βγάζω το καπέλο. Ειλικρινά. Απαιτεί ιδιαίτερο ψυχισμό για ανθρώπους που έχουν συνηθίσει σε έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης να μπουν σε mood επανεξέτασης καταστάσεων, εικόνων, ήχων. Οι SAXON το πράττουν με τον δικό τους τρόπο. Και φροντίζουν με περίσσια επιμέλεια, ότι βρίσκει την πόρτα της εξόδου από το studio να καλύπτει τα περισσότερα από τα “θέλω” του fan base τους. Πάνω απ’ όλα, όμως, τα δικά τους.

Το ομώνυμο single που ανέλαβε να λειτουργήσει ως προπομπός του νέου άλμπουμ, δεν θα έλεγα ότι με “κόλλησε” στον τοίχο. Τυπικό -εξυπακούεται αξιόλογο- SAXON κομμάτι, έντονα ρυθμικό και πιασάρικο. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν επίσης τα “Pirates of the airwaves” και “1066”. Όμορφα δομημένες συνθέσεις, καλοπαιγμένες αλλά δίχως το στοιχείο εκείνο που θα τις ξεχωρίσει από τις υπόλοιπες. Τίποτα που να προμηνύει αυτό που θα επακολουθήσει μετά.

Αναφορικά με τις mid tempο στιγμές, σταχυολογούμε τα απολαυστικά “Madame Guillotine” και “Witches of Salem” ενώ ο πιο in your face τρόπος σκέψης βρίσκει διέξοδο στα “Fire and steel” και “Super charger”. Αυξάνεται σημαντικά το ενδιαφέρον μας… Εκεί, όμως, που οι Βρετανοί απογειώνονται και η ποιότητα ξεχειλίζει αβίαστα είναι στα  “There’s something in Roswell” και “Kubla Khan and the merchant of Venice” όπου γινόμαστε μάρτυρες μιας σπάνιας συνθετικής έμπνευσης. Ο στακάτος, επιβλητικός, βαρύς κι ασήκωτος χαρακτήρας του πρώτου, σε συνδυασμό με την “Cut out the disease” (βλ.  την δισκάρα “Unleash the beast”) συλλογιστική που σε κολλάει στον τοίχο, δίνει την θέση του σε έναν χείμαρρο βρετανικού ατσαλιού και μια ξεκάθαρη “Take no prisoners” αισθητική στο “Kubla…”, χαρίζοντας μας ένα ακόμα απτό δείγμα της σύγχρονης τραγουδοποιίας των κουιντέτου.

Η αλήθεια είναι πως τα επαναλαμβανόμενα ακούσματα βρήκαν τον στόχο τους και η παραδοχή πως το “HFAD” αποτελεί έναν ακόμα πολύ επιτυχημένο κρίκο στην αλυσίδα των κυκλοφοριών τους ήρθε αβίαστα και πολύ πιο εύκολα απ’ ότι αρχικά ανέμενα! Ζωντανοί, φρέσκοι, ενθουσιώδεις λες και πρόκειται για πρωτάρηδες, οι SAXON του 2024 δίνουν για πολλοστή φορά το φιλί της ζωής στον καταταλαιπωρημένο κλασικομεταλλικό ήχο! Η μηχανή μονίμως αναμμένη, η διάθεση στο maximum και ο αειθαλής Biff με τους συνοδοιπόρους του παράγουν απαράμιλλης ποιότητας και αξιοζήλευτης αισθητικής heavy metal! Τι άλλο να ζητήσει κανείς;

8 / 10

Γρηγόρης Μπαξεβανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here