A day to remember… 22/10 [KISS]

0
24
Kiss

Kiss

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Hotter than hell” – KISS
ETOΣ KYKΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1974
ΕΤΑΙΡΙΑ: Casablanca Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ: Kenny Kerner και Richie Wise
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Κιθάρες/Φωνητικά – Paul Stanley
Mπάσο/Φωνητικά – Gene Simmons
Κιθάρες – Ace Frehley
Τύμπανα/Φωνητικά – Peter Criss

Με την κυκλοφορία του πρώτου τους άλμπουμ τον Φεβρουάριο του 1974, οι KISS έκαναν ένα μικρό αλλά καίριο βήμα στην πορεία τους προς την καταξίωση. Παρόλο που τα τραγούδια του ομώνυμου ντεμπούτου τους έδειχναν μία μπάντα που δούλευε, τολμούσε και είχε πολλές δυνατότητες, η πρώτη τους προσπάθεια δεν κατάφερε να πείσει το rock κοινό της εποχής. Ήταν, πάντως, πολύ αποφασισμένοι να κατακτήσουν την επιτυχία και την φήμη, οδηγούμενοι κυρίως από την ασταμάτητη φιλοδοξία του ιδρυτικού διδύμου τους, Paul Stanley (φωνητικά/κιθάρα) και Gene Simmons (μπάσο), συνεπικουρούμενοι από τους δυναμικούς Ace Frehley (κιθάρα) και Peter Criss (ντραμς).

Αφού αποδέχτηκαν πως θα τους έπαιρνε λίγο παραπάνω, έσκυψαν το κεφάλι και συνέχισαν την σκληρή δουλειά, τόσο με διαρκείς συναυλίες σε κάθε γωνιά των ΗΠΑ, όσο και πλήρη εκμετάλλευση του όποιου χρόνου δημοσιότητας είχαν στην διάθεση τους από τα ΜΜΕ της εποχής, παίζοντας πολύ με το οπτικό κομμάτι και το make-up τους. Για περίπου πέντε μήνες έπαιζαν ως support στους Βρετανούς ARGENT, μέλος των οποίων ήταν ο μεγάλος Russ Ballard, ένα όνομα που θα το ακούγαμε για πολλά χρόνια έκτοτε, τόσο σε σχέση με τους KISS όσο και για τα πολύ αγαπημένα κι επιτυχημένα τραγούδια του. Παράλληλα, έπαιξαν με πολλά συγκροτήματα που λίγο-πολύ έκαναν όνομα εκείνη την εποχή όπως ο πολυαγαπημένος Rory Gallagher, οι υπό μετάβαση FLEETWOOD MAC, οι δυναμικοί νεοαφιχθέντες από την Βοστώνη AEROSMITH, οι μυστηριακοί Blue Öyster Cult, οι Σκωτσέζοι NAZARETH και κάποιοι περίεργοι progressive τύποι από το Τορόντο, ονόματι RUSH, μεταξύ άλλων.

Τον Αύγουστο έκαναν ένα διάλειμμα από το συναυλιακό κύκλωμα, προκειμένου να μπουν στο στούντιο για να ηχογραφήσουν το δεύτερο άλμπουμ τους. Η δισκογραφική τους εταιρεία, Casablanca Records, τους πήρε από την Νέα Υόρκη και τους μετέφερε στο ηλιόλουστο Los Angeles, όπου τους περίμεναν οι Kenny Kerner και Richie Wise, που παρέμειναν στην θέση των παραγωγών από το “Kiss”. Για την νέα τους δουλειά, επρόκειτο να χρησιμοποιήσουν το Village Studio, στην δυτική πλευρά της πόλης, έναν πρώην μασονικό ναό, που είχε μετατραπεί πρώτα σε κέντρο διαλογισμού κι έπειτα σε στούντιο ηχογραφήσεων. Από το Village είχαν, προηγουμένως, περάσει και ηχογραφήσει οι STEELY DAN (“Can’t buy a thrill”, “Countdown to Ecstasy”, “Pretzel Logic”) και οι ROLLING STONES (“Goats head soup”). Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι στο ίδιο στούντιο, Μέχρι τα τέλη των 80s, ηχογραφήθηκαν αγαπημένα άλμπουμ όπως τα “Breakfast in America” (SUPERTRAMP), “Out of the cellar” και “Dancing undercover” (RATT), “The final frontier” (Keel), “Trilogy” (Yngwie Malmsteen), “Dream evil” (DIO) και “L.A. Guns” (L.A. GUNS).

Επρόκειτο για μία εγκατάσταση που διέθετε πλήρη εξοπλισμό, με τον οποίο, ωστόσο, δεν ήταν και πολύ εξοικειωμένοι οι δύο παραγωγοί, που προσπαθούσαν ακόμα να μάθουν να τον λειτουργούν, όταν η μπάντα έφτασε εκεί. O Stanley θυμάται πως προσπαθούσαν να επανορθώσουν τις ανεπάρκειες στον ήχο τους, όπως αυτές διαπιστώθηκαν στο πρώτο άλμπουμ, θέλοντας να ακουστούν πιο κοντά στο live στυλ τους, το οποίο ήταν σαφώς ανώτερο από αυτό που έβγαινε σε περιβάλλον στούντιο. Δυστυχώς, κατάλαβε αργότερα ότι ίσως οι παραγωγοί τους δεν μπορούσαν να πιάσουν το ηχητικό όραμα των KISS. Οι αναποδιές δεν σταμάτησαν εκεί. Η κιθάρα του Stanley κλάπηκε την πρώτη μέρα που πάτησαν το πόδι τους στο L.A. και η Casablanca δεν είχε και πολύ χρόνο να ασχοληθεί με το θέμα, αφού είχε μεγαλύτερα προβλήματα από το όργανο του frontman των KISS, διότι απλά προσπαθούσε να … γλυτώσει την χρεοκοπία, τρέχοντας να καλύψει τις ροές μετρητών της.

Πάντως, σε πείσμα όλων των αντιξοοτήτων εκείνο τον Αύγουστο του 1974, οι KISS κατάφεραν να ηχογραφήσουν δέκα τραγούδια για το επερχόμενο άλμπουμ, κάποια εκ των οποίων θα γίνονταν αναπόσπαστο κομμάτι του live set της μπάντας για τα επόμενα χρόνια. Όπως το εναρκτήριο “Got to choose”, με το πιασάρικο ρεφραίν. Σε σύνθεση κι εκτέλεση του Stanley, το riff είναι εμπνευσμένο από το “Ninety-nine and a half (Won’t do)” του soul τραγουδιστή Wilson Pickett. Το “Parasite” του Ace Frehley, ένα από τα πιο heavy τραγούδια του άλμπουμ, ανεβάζει την ταχύτητα, αλλά καθώς ο κιθαρίστας δεν είχε ακόμη την αυτοπεποίθηση να τραγουδήσει, άφησε τα φωνητικά στον Gene Simmons που απ΄ ότι φαίνεται, απολαμβάνει την ερμηνεία του, για μία σχέση που πήρε την κάτω βόλτα. Ίσως να ταίριαζε και σε συγκροτήματα όπως οι MOTORHEAD ή ίσως κάποια grunge μπάντα, αλλά για την ώρα, μπορείτε να ακούσετε επιπλέον την διασκευή τόσο των ANTHRAX όσο του μεγάλου fan των KISS, Sebastian Bach.

Ακολουθεί η τύπου BEATLES μπαλάντα “Goin’ blind”, ένα τραγούδι που ο Simmons το συνέγραψε με τον Stephen Coronel, παλιό κιθαρίστα των WICKED LESTER, της μπάντας που αποτέλεσε προθάλαμο των KISS. Το τραγούδι πήρε νέα ζωή μετά το Unplugged άλμπουμ τους (1996). Άξιο απορίας είναι πως προέκυψε η ιστορία του τραγουδιού, όπου ένας 25χρονος Simmons κι ένας 23χρονος Coronel γράφουν μία ιστορία για έναν 93χρονο που φλερτάρει με μία 16χρονη, ωστόσο θέλω (ευσεβώς μάλλον) να πιστεύω ότι δεν σχετίζεται με την καταδίκη του δεύτερου, το 2014, για αδικήματα σεξουαλικής φύσης. Σε μία πιο ανάλαφρη νότα πάντως, οι RUSH, ένα αντιδιαμετρικά αντίθετο σχήμα από τους KISS, που έτυχε να περιοδεύσουν μαζί κάποια στιγμή το 1974, είπαν να τρολάρουν λίγο τους πρώτους, κυκλοφορώντας το “I think I’m going bald” στο άλμπουμ τους “Caress of steel” (1975), εν μέρει παρωδώντας το “Goin’ blind”.

Το τραγούδι που βάφτισε το άλμπουμ, το “Hotter than hell”, είναι μουσικά εμπνευσμένο από το μεγάλο hit των FREE, “All right now”, κάπου λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι ο Stanley ήταν μεγάλος fan του θρυλικού αγγλικού συγκροτήματος. Η ιστορία προήλθε από ένα φλερτάκι σε ένα μπαρ από τα πολλά που σύχναζε η μπάντα τις πρώτες μέρες και η αλήθεια είναι ότι ταιριάζει και με τους στίχους του “All right now”! Το “Let Me Go, Rock ‘n’ Roll” του Simmons, που μιλάει για τον νεανικό ενθουσιασμό κι έπεται του ομώνυμου, αποτέλεσε το μοναδικό single του άλμπουμ (με b-side το “Hotter than hell”), που ενώ πήγε άπατο στα charts, έγινε αρκετά δημοφιλές στα live τους. Δεν μπορώ να πω το ίδιο για το “All the way” του ιδίου, το οποίο θα ταίριαζε περισσότερο σε μπάντες όπως οι FOGHAT, παρά στους KISS.

Ευτυχώς ο Simmons μας ξεπληρώνει το ολίσθημα του “All the way” με το φοβερό “Watchin’ you”, κάπως σαν μία γρηγορότερη εκδοχή του “Mississippi queen” των MOUNTAIN. Πρόκειται για ένα από τα highlights του “Hotter than hell”, που ακουγόταν ακόμα καλύτερο live (όπως και πολλά από τα τραγούδια των KISS στα 70s, εδώ που τα λέμε).

Ο Peter Criss, πάντως, που δεν μασούσε στα φωνητικά εν αντιθέσει με τον Ace, τραγουδάει στο συμπαθητικό R & B “Mainline” του Paul Stanley, ο οποίος με την σειρά του εδώ λοξοκοιτάει τους FACES και τους STONES. Ο Stanley δείχνει την ικανότητα του να γράφει και στο “Comin’ home” που γυαλίζει με ένα glam rock βερνίκι. Για το τέλος, ο Frehley βγάζει έναν τελευταίο άσσο στο μανίκι, με ένα ακόμη δυνατό groove στο “Strange ways”, που μάλιστα φορτώνει έξτρα μαγκιά αφού κι εδώ τραγουδά ο Peter Criss. Ίσως εδώ να είχαμε και το πρόωρο τέλος της κλασικής σύνθεσης των KISS, αφού ο ντράμερ ήθελε να προσθέσει ένα μεγαλεπήβολο σόλο του στο τριών και κάτι λεπτών τραγούδι, με τους Stanley και Simmons να του το απαγορεύουν ρητά. Αντίθετα, ο Frehley έχει την δυνατότητα να μας δώσει ένα από τα καλύτερα παιξίματα του στο άλμπουμ.

Οι KISS κατάφεραν να γράψουν και να ηχογραφήσουν το “Hotter than hell” μέσα σε σχετικά σύντομα χρονικό διάστημα και να ξαναβγούν άμεσα σε περιοδεία, η οποία έτρεξε για ακόμη ένα μήνα, μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου. Αλλά η παραγωγή του άλμπουμ βγήκε ανεπαρκής, με αδύναμες τις κιθάρες και τα ντραμς, μίλια μακριά από αυτό που η μπάντα επιθυμούσε. Κάτι που τους έκανε να αφήσουν τους Kerner και Wise και να στραφούν αλλού για τις μελλοντικές προσπάθειες τους. Τουλάχιστον το εξώφυλλο, δημιουργία του καλλιτέχνη John Van Hamersveld είχε να πει κάτι, εκμεταλλευόμενο την θεατρικότητα των KISS και βασισμένο στο ιαπωνικό manga. Ο Hamersveld είχε επιμεληθεί εξώφυλλα των ROLLING STONES (“Exile on Main St.”) και των Jefferson Airplane (“Crown of Creation”).

Όταν τελικά κυκλοφόρησε το “Hotter than hell”, πριν 50 χρόνια, οι ελπίδες της μπάντας για εμπορική επιτυχία διαψεύστηκαν για δεύτερη φορά μέσα σε 8 μόλις μήνες. Όχι μόνο λόγω παραγωγής ή εξαιτίας του περιεχομένου, αλλά κυρίως λόγω της όλης διαχείρισης από την Casablanca, η οποία πλέον δεν μπορούσε να εκμεταλλευτεί το δίκτυο του πρώην διανομέα της και δισκογραφικού κολοσσού Warner Bros, ενώ δεν ήταν ούτε σε θέση να προμοτάρει ανεξάρτητα το άλμπουμ και το single. Η μπάντα έκανε απλά την δουλειά της, βγαίνοντας σε περιοδεία και παίζοντας με όλων των λογιών τα συγκροτήματα, όπως τους T-REX, τους GOLDEN EARRING, τους UFO, τους WISHBONE ASH, τους ZZ TOP, τους FOGHAT, τους REO SPEEDWAGON, τους RUSH, τους CAMEL και τους BLACK OAK ARKANSAS. Απλά έπρεπε να συνεχίζουν να παίζουν για να μείνουν στην επιφάνεια και να ακουστούν, διότι το “Hotter than hell” υποχώρησε ακόμα περισσότερο στα αμερικανικά charts σε σύγκριση με το πρώτο τους άλμπουμ, ακριβώς στο νο. 100.

Στην Ιαπωνία, πάλι, ίσως λόγω του εξωφύλλου, το άλμπουμ είχε μία αξιοπρεπή πορεία, φτάνοντας μέχρι το νο. 46. Η Casablanca τους απέσυρε άρον-άρον από τις συναυλίες μετά από μόλις 4 μήνες περιπλανήσεων στην επικράτεια των ΗΠΑ για να ηχογραφήσουν ένα νέο άλμπουμ. Όπως και με το ντεμπούτο τους, θα έπρεπε να περάσουν μερικά χρόνια για να δικαιωθεί το άλμπουμ και να γίνει χρυσό, ξεπερνώντας τα 500 χιλιάδες αντίτυπα σε πωλήσεις το 1977, αφού τότε είχαν ήδη κάνει το μεγάλο μπαμ με τα θρυλικά “Alive!” και “Destroyer”. O δρόμος μετά το “Hotter than hell” θα πολλά σκαμπανεβάσματα αλλά θα αποδεικνυόταν ότι ο προορισμός θα αντάμειβε τους KISS και με το παραπάνω, μάλιστα.

Κώστας Τσιρανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here