TAK MATSUMOTO GROUP (Zepp Fukuoka, 2 Οκτωβρίου, Zepp Osaka Bayside 7 Οκτωβρίου, 2024)

0
97
Matsumoto












Matsumoto

Γνωρίζω καλά πως λίγοι έχουν εντρυφίσει στο φαινόμενο TMG. Το εγχείρημα του κιθαρίστα Tak Matsumoto, ακριβώς πριν 20 χρόνια κυκλοφόρησε έναν εκπληκτικό δίσκο, με φανταστικά τραγούδια που γεφυρώνουν Ανατολή και Δύση, σε πολλά επίπεδα. Το Αμερικάνικο μελωδικό hard rock των 80s με την κιθαριστική J-pop των B’Z, με μια μοντέρνα αισθητική που άφησε ιστορία, ως μια από τις καλύτερες δισκογραφικές δουλειές της τρέχουσας χιλιετίας. Η πρόσκληση του Ιάπωνα κιθαρίστα σε δυo από τους αγαπημένους του Αμερικάνους μουσικούς, τον συνθέτη, τραγουδιστή και μπασίστα των NIGHT RANGER, Jack Blades, αλλά και τον τραγουδιστή των MR. BIG, Eric Martin, να τον πλαισιώσουν, ήταν “match made in Heaven” που λένε και στο χωριό μου.

Δεν είναι υπερβολή να δηλώσω, πως το “TMG I” αγγίζει την τελειότητα για τα δικά μου γούστα, ενώ το ότι δεν είχα καταφέρει να παρευρεθώ σε μια από τις ελάχιστες ζωντανές εμφανίσεις που έκαναν το καλοκαίρι του 2004 – οι οποίες μετουσιώθηκαν στο “Dodging the bullet” DVD – μου είχαν αφήσει απωθημένο. Πόσο μάλλον, αφού δεν υπήρχε καμιά δραστηριότητα από το στρατόπεδό τους έκτοτε.

Όταν ο Σάκης Νίκας μου εκμυστηρεύτηκε πώς φέτος θα επανέρχονταν δισκογραφικά, καταλαβαίνετε πόσο περίμενα την ευκαιρία να τους δω ζωντανά, αφού κανείς δεν γνωρίζει αν στο μέλλον θα ξαναϋπάρξει τέτοια δυνατότητα. Το αν το δεύτερο δισκογραφικό άλμπουμ του TAK MATSUMOTO GROUP αγγίζει το μεγαλείο του πρώτου, το αφήνω σε εσάς, αφού σύντομα θα κυκλοφορήσει και στην Ευρώπη, ενώ ψηφιακά πιστεύω πως όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα το έχετε ήδη ακούσει. Για μένα η Ιαπωνική περιοδεία, μπορεί να είχε λιγότερες εμφανίσεις από το 2004 (όπως ισχύει για όλους του καλλιτέχνες πλέον), όμως ήταν το μουσικό γεγονός της χρονιάς. Το κερασάκι της τούρτας, ήταν η συμμετοχή του Matt Sorum (THE CULT, GUNS N’ ROSES, VELVET REVOLVER) στα τύμπανα, στον δίσκο και στην περιοδεία, έχοντας άλλον έναν rock star να συμπληρώνει την τετράδα.

Να προσθέσω πως εδώ στην Ιαπωνία, υπήρξε αρκετά δυναμική προώθηση, αφού το όνομα του Tak Matsumoto είναι τεράστιο, οπότε έγιναν διάφορα events, από τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εμφανίσεις, διαγωνισμοί, ειδικές εκδόσεις, ενώ ακόμα και το Tower Records αφιέρωσε δύο εβδομάδες στην κυκλοφορία του δίσκου στα τέλη Σεπτεμβρίου (η κυκλοφορία ήταν στις 18). Σχεδόν σε κάθε μεγάλη πόλη της Ιαπωνίας, υπάρχει ένας συναυλιακός χώρος που ανήκει στην αλυσίδα των Zepp και το TAK MATSUMOTO GROUP έπαιξε στους περισσότερους από αυτούς. Στις 2 Οκτωβρίου τους πέτυχα στη Φουκουόκα, την μεγαλύτερη πόλη του νησιού Κιούσιου, ενώ στις 7 Οκτωβρίου, βρέθηκα στην Οσάκα. Δυο πόλεις με αρκετές διαφορές, η πρώτη φημίζεται για τις επισιτιστικές της επιλογές, την νυχτερινή της ζωή και την υπέροχη φύση που την περιβάλλει. Η Οσάκα, ως δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, είναι γεμάτη από ουρανοξύστες, με την τεράστια ΕΧΡΟ 2025 να έρχεται ως ορόσημο για την οικονομία της. Ακουμπώντας τα 9 εκατομμύρια κατοίκων (διπλάσια από την Φουκουόκα), είναι μια υπερσύγχρονη και πεντακάθαρη μεγαλούπολη, ίσως το νοτιότερο φρούριο της σκληρής μουσικής στην Ιαπωνία.

Ας αφήσουμε όμως τα γεωπολιτικά κι ας περάσουμε στο μουσικό «ψητό». Τόσο στο Zepp Fukuoka όσο και στο Zepp Osaka Bayside, η σκηνή ήταν ντυμένη με έναν επιβλητικό δράκο, βγαλμένο από τα σχέδια του τελευταίου τους άλμπουμ, τα τύμπανα του Sorum επάνω σε riser, τον Martin στη μέση, με τον Blades στα δεξιά του και τον Matsumoto στα αριστερά του. Τόσο ο ήχος, όσο και ο φωτισμός, ήταν κορυφαίος, κάτι αναμενόμενο, αφού ο Matsumoto έχει στην ομάδα του, το έμπειρο προσωπικό των B’Z, οπότε, ως έμπειροι Ιάπωνες, έχουν απόλυτη προσήλωση στην τελειότητα. Κάθε μέρος, κάθε στιγμή του σόου, ήταν προβαρισμένο και προσεγμένο. Παρατήρησα τις ομοιότητες στις δύο εμφανίσεις που παρακολούθησα και είμαι σίγουρος, πως το ίδιο θα διαπιστώσουμε όλοι, αφού πιστεύω πως θα υπάρξουν κυκλοφορίες από αυτή την περιοδεία. Συγκρίνοντας τις δυο βραδιές, η Οσάκα είχε σίγουρα το πιο θερμό κοινό, ενώ δεν πρέπει να παραλείψουμε, πως είναι η γεννέτηρα του Tak.

Το μεγαλύτερο βάρος έπεσε στο ολοκαίνουργιο “TMG II” και μάλιστα, μου έκανε τεράστια εντύπωση πως τα πρώτα 7 τραγούδια ήταν από αυτό. Εν τέλει έπαιξαν και τα 11 τραγούδια του, κάτι που δεν περίμενα, περισσότερο γιατί ήθελα να ακούσω όσο γίνεται πιο πολλά από το ντεμπούτο, αλλά σίγουρα δεν απογοητεύτηκα σε κανένα σημείο. Τώρα αν με ρωτάτε, αντί για διασκευές από MR. BIG και NIGHT RANGER, θα μπορούσαν να βάλουν μερικά δικά τους ακόμα, ή έστω να παίξουν 2-3 επιπλέον και να πιάσουν τα 100 λεπτά συναυλίας, αλλά αυτό είναι ένα πολύ εγωιστικό σχόλιο από την δική μου πλευρά. Η συνεύρεση τόσων αγαπημένων μουσικών, αποδίδοντας τόσο πειστικά και με τόση ενέργεια, αποτελεί από μόνη της μουσικό όνειρο, κάτι που χρειάστηκε να περάσουν 20 χρόνια, αλλά επιτέλους το πραγματοποίησα.

Εντωμεταξύ, όλοι οι συντελεστές ήταν πολύ χαλαροί. Έκαναν χαβαλέ στα παρασκήνια και γελούσαν ασταμάτητα. Σπάνια πετυχαίνεις τους μουσικούς τόσο χύμα, αλλά βέβαια, για όλους αυτούς, το να περιοδεύουν με τόσες ανέσεις και να παίζουν δυο φορές την εβδομάδα, το έχουν για πλάκα. Ο Matsumoto βέβαια, ως πραγματικός σούπερ σταρ, κουβαλούσε την αύρα του ζωντανού θρύλου, και πάλι καλά που μας αφιέρωσε λίγο χρόνο, εκτός προγράμματος. Ο 63άχρονος πλέον κιθαρίστας, φάνηκε να ευχαριστιέται τον πιο κιθαριστικό χαρακτήρα των TMG, σε κάθε του σόλο και σε κάθε δυνατό ριφ. Όταν, μεταξύ σοβαρού κι αστείου, του ευχήθηκα για ένα “TMG III” γέλασε, φανερώνοντας πως δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο. Οι οπαδοί του, σπάνια έχουν την ευκαιρία να τον δουν να παίζει σε τόσο μικρούς χώρους, αφού με τους B’Z γεμίζει αρένες (μιλάμε τώρα για 49 τραγούδια στο Νούμερο 1 της Ιαπωνίας και περισσότερα από 85 εκατομμύρια αντίτυπα, έτσι;). Αντί για ένα βιρτουόζικο σόλο, προτίμησε να παίξει το “Waltz in blue”, ένα απαλό blues κομμάτι, κάτι που δημιούρησε μια ωραία αντίθεση, με το κοινό να παρακολουθεί μαγεμένο και ακίνητο. Άλλο ένα σημάδι της κιθαριστικής του ευφυΐας, δίχως ίχνος εγωισμού.

Σίγουρα το “Oh Japan (our time is now)” το “Kings for a day” και το “Everything passes away”, από το πρώτο άλμπουμ, ήταν οι πιο έντονες στιγμές, όμως αυτό που με εξέπληξε, ήταν το πόσο καλύτερο ηχούσε το “Eternal flames”. Βλέπετε, στην κανονική εκτέλεση, συμμετέχουν οι BABYMETAL και έχει έναν ήχο ραμμένο στα μέτρα της εγχώριας αγοράς, όμως ζωντανά, μόνο με τον Eric Martin στο μικρόφωνο και τις κιθάρες πιο μπροστά, τα σπάει!! Γενικά η απόδοση της μπάντας, ήταν αρκετά καλή, ακόμα και στα πιο απαιτητικά μέρη (με εξαίρεση το “To be with you”) ενώ το κλείσιμο, με το αυτοβιογραφικό “Guitar hero”, ίσως το πιο σκληρό κομμάτι του “II”, ήταν καταπληκτικό.

Όταν συνειδητοποιείς πως βιώνεις μοναδικές στιγμές, τα συναισθήματα είναι πιο έντονα. Έτσι οι δυο αυτές βραδιές, έδωσαν τεράστια χαρά, σε τόσους πιστούς του Tak Matsumoto και των TMG.

Γιώργος “Kay” Κουκουλάκης
Φωτογραφίες: Emi Matsufuji (Vermillion)

Υ.Γ. Δυστυχώς δεν μας επέτρεψαν να φωτογραφίσουμε τις εμφανίσεις, οπότε οι εικόνες που βλέπετε, είναι από άλλες βραδιές της περιοδείας.

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here