ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ – “Mirage” – CAMEL
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ – 1974
ΕΤΑΙΡΙΑ – Deram
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ – David Hitchcock
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ
Andrew Latimer – κιθάρα, φλάουτο, φωνητικά
Peter Bardens – πλήκτρα, φωνητικά
Doug Ferguson – μπάσο
Andrew Ward – τύμπανα
Πίσω στο 1971, δύο χρόνια πριν το πρώτο τους επώνυμο άλμπουμ, ιδρύθηκαν στο Surrey της Αγγλίας οι θρυλικοί CAMEL του κιθαρίστα και φλαουτίστα Andrew Latimer. Έχοντας περιοδεύσει εκτενώς πριν καν κυκλοφορήσουν το ντεμπούτο τους, κατάφεραν να χτίσουν τη φήμη τους την ίδια περίοδο που οι GENESIS, ELP, KING CRIMSON και YES είχαν αρχίσει να απλώνουν τη σκιά τους που αναπόφευκτα θα κάλυπτε μικρότερες μπάντες όπως τους CAMEL. Τον Αύγουστο του 1972 υπέγραψαν στην MCA και το επώνυμο τους ντεμπούτο κυκλοφόρησε το 1973. Όπως συμβαίνει συχνά βέβαια, το άλμπουμ δεν επέφερε αρκετά κέρδη και έτσι η εταιρία τους άφησε, γεγονός που τους ώθησε προς την Deram, θυγατρική της Decca. Έμειναν υπό τη στέγη της για τα επόμενα δέκα χρόνια. Και έτσι, το 1974 οι CAMEL κυκλοφόρησαν το, ομολογουμένως, πιο αγαπητό άλμπουμ τους, γνωστό και για το θρυλικό του εξώφυλλο, το “Mirage”.
Εδώ συναντάμε το κλασσικό από κάθε άποψη line-up της πρώτης περιόδου με το άψογο δίδυμο των Latimer και Peter Bardens σε κιθάρα και πλήκτρα αντίστοιχα, δίδυμο που, κατ’ εμέ, θα μπορούσε να είχε το ίδιο αντίκτυπο όσο εκείνο των Blackmore/Lord αν οι CAMEL είχαν μεγαλύτερη αναγνώριση. Στα τύμπανα βρίσκουμε την ήσυχη δύναμη που ακούει στο όνομα Andrew Ward και, στο μπάσο, το άλλο του μισό, τον Doug Ferguson. Τα φωνητικά τα είχε αναλάβει κυρίως ο Latimer, με μια σημαντική προσφορά επίσης από τον Bardens. Ωστόσο, οι CAMEL ήταν γενικά μια instrumental μπάντα μιας και τα άλμπουμ τους περιέχουν πολλές instrumental συνθέσεις ενώ τα τραγούδια τους περιέχουν σύντομα περάσματα με στίχους. Αυτό μπορεί και να ήταν εξαιτίας της επιλογής κύριου τραγουδιστή, μιας και ο Latimer δεν ήταν ιδιαίτερα τυχερός στο κομμάτι αυτό.
Αν και η φωνή του είχε μια ζεστή χροιά που ταιριάζει στα απαλά σημεία, δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο εύρος ούτε ιδιαίτερη ερμηνευτική δεινότητα, ειδικά όπως συναντάμε στις τεράστιες μπάντες του χώρου που άρχισαν να ανθίζουν την ίδια περίοδο στην Αγγλία. Ο ίδιος είναι πολύ πράος και ταπεινόφρων, κάτι που φαίνεται στη μουσική των CAMEL που δεν ήταν τόσο δυνατή ή εντυπωσιακή όσο των YES για παράδειγμα. Οι CAMEL ήταν και παραμένουν μια ήσυχη δύναμη και ένα από τα πιο κρυφά χαρτιά της βρετανικής prog rock σκηνής. Το παίξιμο του επίσης, ενώ είναι τόσο μοναδικά μελωδικό, καλόγουστο και εκλεπτυσμένο, δεν έχει στόχο να γυρίσει κεφάλια και να κατεβάσει σαγόνια όπως, για παράδειγμα, εκείνο του Robert Fripp. Και παρόλα αυτά, τα πρώτα τους άλμπουμ, της χρυσής περιόδου, και ειδικά το “Mirage” δεν έχουν ΤΙΠΟΤΑ να ζηλέψουν από εκείνα των μεγαθηρίων.
Το άλμπουμ γράφτηκε στα ξακουστά Island, Decca και Air στούντιο υπό την εποπτεία του τεράστιου David Hitchcock που είχε δουλέψει με μπάντες όπως CARAVAN και GENESIS και ο οποίος ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τον ήχο της βρετανικής prog σκηνής στα 70s. Με το καλημέρα, υπόσχεται πολλά με το εκρηκτικό “Freefall” το οποίο ανοίγει με όλα όσα συσχετίζουμε με το ορθόδοξο 70s prog rock: άψογη συνεργασία μεταξύ κιθάρας και πλήκτρων, εναλλαγές στο ρυθμό, κιθαριστικά σόλο και ένα rhythm section γεμάτο νεύρο και παλμό. Αν δεν ήταν αναχρονιστικό, θα έλεγα πως εδώ συναντάμε μια από τις πρώτες εκλάμψεις του progressive metal αφού το κομμάτι είναι πραγματικά ένας ορυμαγδός. Από άποψη tracklisting, τα πέντε τραγούδια του δίσκου είναι τοποθετημένα όπως αρμόζει, με ένα δυνατό εισαγωγικό και ένα κλασσικό prog έπος για το κλείσιμο, το περιπετειώδες και εκρηκτικό “Lady fantasy”.
Στη μέση όμως δεν συναντάμε τίποτα fillers αλλά, απεναντίας, τρία κομμάτια που βαστάνε το βάρος των δύο πυλώνων: Το υπέροχο instrumental “Supertwister” στο οποίο ξεχωρίζει το φλάουτο του Latimer που σε τίποτα δεν θυμίζει το παίξιμο του Peter Gabriel και ούτε κείνο του άρχοντα του φλάουτου, Ian Anderson. Όπως είπα και νωρίτερα, οι CAMEL ήταν ένα πολύ ξεχωριστό συγκρότημα με ολοδικό του μουσικό στίγμα που ωστόσο αναγνωρίζεται μόνο από μέλη της «στοάς». Παρομοίως, το άλλο instrumental, “Earthrise”, είναι πιο απαλό και με πρωταγωνιστή τα αιθέρια πλήκτρα που σκιαγραφούν βροχερά και ήσυχα αγγλικά τοπία. Ανάμεσα στα δύο instrumental συναντάμε το πρώτο έπος του δίσκου, “The white rider” που φτάνει στα εννιά λεπτά. Στιχουργικά, το κομμάτι μιλάει για τη μεταμόρφωση του μάγου Γκάνταλφ από γκρίζο σε λευκό όπως διαβάζουμε στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Εννοείται φυσικά πως ο J.R.R. Tolkien επηρέασε πολλές βρετανικές prog μπάντες αφού στο έργο του βρίσκουμε πολλά φολκλόρ στοιχεία της αγγλικής κουλτούρας που ήταν αγαπητά σε μπάντες της σκηνής. Μουσικά, και πάλι, παρατηρούμε μια τέλεια σύμπνοια μεταξύ κιθάρας και πλήκτρων, μπάσου και ντραμς με πολλά απαλά και εκρηκτικά σημεία αλλά ποτέ με φανφάρες και τις υπερβολές των YES του “Relayer” και “Tales from topographic oceans”. Οι CAMEL μια χαρά έπαιζαν μπάλα σαν αστέρες και βιρτουόζοι αλλά δεν το είχαν ποτέ σαν αυτοσκοπό. Αν είστε οπαδός, τότε ξέρετε περί τίνος μιλάω. Αν όχι, τότε πάρτε το χρόνο σας για να εκτιμήσετε το κατά CAMEL prog rock.
Το άλλο για το οποίο πρέπει να γίνει λόγος, είναι το εξώφυλλο του “Mirage” που ακόμα και σήμερα, πενήντα χρόνια μετά, παραξενεύει. Πρόκειται φυσικά για τη γνωστή ζωγραφιά της επώνυμης μάρκας τσιγάρων αλλά κάπως θολή εδώ μιας και ο τίτλος του δίσκου είναι όντως «οπτασία». Όπως ήταν αναμενόμενο, το αμερικάνικο παράρτημα της εταιρίας απείλησε με νομικές κυρώσεις, γεγονός που ώθησε τη μπάντα να υιοθετήσει ένα εναλλακτικό εξώφυλλο και λογότυπο με μια καμήλα – δράκο πάνω στο φεγγάρι (εννοείται πως είναι κειμήλιο για συλλέκτες). Στην Ευρώπη όμως, η εταιρία είδε μια μοναδική ευκαιρία για να διαφημιστεί και να αυξήσει πωλήσεις. Σκέφτηκαν συγκεκριμένα να μοιράσουν πακέτα μαζί με το δίσκο και ζήτησαν επίσης από το συγκρότημα να μετονομάσουν κάποια τραγούδια σε απευθείας αναφορές στα τσιγάρα. Έφτασαν μάλιστα σε σημείο να προτείνουν στο συγκρότημα να μοιράσουν τσιγάρα από τη σκηνή κατά τη διάρκεια συναυλιών και να κρεμάσουν πανό με το λογότυπο της εταιρίας πάνω από τους ενισχυτές! Ενώ το συγκρότημα έβλεπε όλη αυτή τη κίνηση με δυσπιστία (ο Bardens πρότεινε τίτλους όπως «είκοσι ράβδους καρκίνου»), το management των CAMEL υπέγραψε μια συμφωνία με την εταιρία που προέβλεπε την πώληση πακέτων τσιγάρων με το tracklisting του “Mirage”.
Η πρόσληψη του “Mirage” από τον μουσικό ήταν πολύ θετική, κάτι που δεν μεταφράστηκε τόσο σε πωλήσεις. Θα βαφτιζόταν το 1974 σε δίσκο του μήνα από το περιοδικό “Beat” και, σαράντα χρόνια μετά, το 2014, το περιοδικό Prog θα το τοποθετούσε στη θέση 51 στα τοπ 200 prog άλμπουμ. Για την ιστορία, θα ξαναπώ πως μιλάμε για μια μπάντα και ένα magnum opus που ούτε στο ράφι έμειναν αλλά ούτε στο πάνθεον μπήκε, με τους CAMEL να παραμένουν μια σπουδαία μπάντα αλλά, συχνά, για «ψαγμένους» οπαδούς όπως τον Steven Wilson και τον Mikael Akerfeldt που δηλώνουν, και είναι, βαθύτατα επηρεασμένοι.
Φίλιππος Φίλης