ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Butchered at birth” – CANNIBAL CORPSE
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1991
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Metal Blade
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Scott Burns
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Chris Barnes
Κιθάρες – Bob Rusay
Κιθάρες – Jack Owen
Μπάσο – Alex Webster
Drums – Paul Mazurkiewicz
Μετά τη ωστική και οπτική σφαγή του “Eaten back to life” (1990 – σας τα έγραψε ενδελεχώς ο φίλος και συνάδελφος Άγγελος Κατσούρας πέρυσι τον Αύγουστο), οι πολυλατρεμένοι μας Κανίβαλοι, δεν περνούσαν απαρατήρητοι από τα προπονημένα αυτιά στον ακραίο ήχο. Το πρωτόλειο death metal τους, διανθισμένο με έντονη thrash ορμή από SLAYER, KREATOR, DARK ANGEL και SEPULTURA στα πλέον μεστά και επιθετικά τους, είχε ήδη δείξει το δρόμο, αφήνοντας ανοιχτούς λογαριασμούς με τους σβέρκους όσων ξεχαρβάλωσε στα ούτε 36 λεπτά του. Οδηγός, τα βοθροειδή φωνητικά του Chris Barnes, σε συνδυασμό με μια παικτική φινέτσα που έδινε προοπτικές στο νεόκοπο τότε σχήμα από το Buffalo της Νέας Υόρκης. Προοπτικές που έμελλε να πάρουν σάρκα και οστά στη πορεία, αρχής γενομένης από το δίσκο για τον οποίο μιλάμε τώρα.
Με παραγωγό τον Scott Burns για δεύτερη συνεχόμενη φορά στα θρυλικά Morrisound Recordings, οι CANNIBAL CORPSE ηχογραφούν σαν έτοιμοι από καιρό, σαν θαρραλέοι το δεύτερο χτύπημα τους. Από τις 16 Αυγούστου 1990 που βγήκε το “Eaten back to life”, στη πρώτη του μήνα Ιουλίου του 1991, κυκλοφορεί το καταστροφικό, θρυλικό και εν γένει αψεγάδιαστο από κάθε μεριά “Butchered at birth”. Εδώ η βελτίωση είναι εμφανέστατη από το κιθαριστικό (και μετέπειτα τυμπανιστικό) μπάσιμο του κλασσικού “Meat hook sodomy”: τα κοψίματα είναι ακριβείας χειρουργικής, τα θέματα ένα σκαλί κατ’ ελάχιστον πιο απαιτητικά από του προκατόχου του, η φινέτσα των παικτών ξεδιπλώνεται περαιτέρω (ακούστε τα riff-o-κεντήματα στο φινάλε του “Gutted” – τι κατεβάσματα είναι αυτά ρε τσόγλανοι;!), η σαπίλα για κάποιο λόγο γίνεται εντονότερη, με τα φωνητικά του Chris Barnes να βγαίνουν από εκεί που έκανε απόφραξη ο αείμνηστος Κώστας Τσάκωνας! Ο δε Mazurkiewicz, σφυροκοπάει με τρόπο αλλιώτικο, πιο κοντά στη δική του, ούγκανη εκδοχή του blastbeat, ενώ οι δυναμικές στα χτυπήματα της μπότας (βλέπε το καταπληκτικό “Living dissection”) μοιράζουν δωρεάν μαθήματα σε κάθε επίδοξο death metal drummer.
Τα thrash μπασίματα δεν λείπουν από πουθενά, όπως και από το “Under a rotted flesh” το οποίο ανατριχιάζει με το αργόσυρτο riff του ενδιάμεσα στο βρωμόξυλο (που και εκεί, τα ελαφριά γυρίσματα του Mazurkiewicz στα τύμπανα με σκοτώνουν), όπου οι δύο κιθάρες “κεντάνε”. Αυτό λέγεται κλάση κύριοι. Είτε την έχεις, είτε δε την έχεις! Οι ταχύτητες στο “Covered with sores” πέφτουν ελαφρώς στην εισαγωγή, με το υπόλοιπο να μοιράζει θάνατο και πετσοκομμένα πτώματα δεξιά αριστερά, ανάλογα του εξωφύλλου. Και μια και φτάσαμε εκεί: ΠΟΙΟ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΕΝΟ ΑΡΡΩΣΤΑΚΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΞΩΦΥΛΛΟ; Ξέρω, ο Vincent Locke, αλλά και πάλι! Σου λέει “είχαμε το τύπο που έτρωγε τον εαυτό του στο προηγούμενο, ας κάνουμε δύο κανίβαλους πάνω από ένα πτώμα και από πίσω τους ΕΝΑ ΤΟΙΧΟ ΑΠΟ ΝΕΚΡΑ ΜΩΡΑ που κρέμονται από τον ομφάλιο λώρο τους”. Σοκαριστική εικόνα, ίδιον των CANNIBAL CORPSE, που θα παρέμενε έτσι, παρά τα χρόνια. Κλασσικό λατρεμένο κομμάτι επίσης το “Vomit the soul” με γνωστή death metal μούρη να δίνει το παρόν – τον τιτάνα Glen Benton (DEICIDE), και η φάση να γίνεται ολοκαύτωμα κανιβάλων (pun intended). Όσο για το ομώνυμο και το “Rancid amputation”…ΠΩΣ ΤΟΥΣ ΠΕΤΣΟΚΟΨΕΣ ΕΤΣΙ ΤΑ ΣΚΑΜΠΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΚΡΟΤΟΜΕΙΑ ΜΟΥ; Πόση σφαγή μπορεί να αντέξει πια το ανθρώπινο κορμί; Η απάντηση δίνεται στο “Innards decay”, που βάζει το σώμα του ακροατή κατευθείαν στη σακούλα για τα πτώματα, και το στέλνει πεσκέσι στο νεκροτομείο.
30 χρόνια μετά, τα 36 και κάτι λεπτά του “Butchered at birth”, αποτελούν φωτεινό φάρο για το πως ανέκαθεν θα έπρεπε να παίζεται το gore παρακλάδι του death metal, και ένα τέλειο δείγμα του πως πρέπει γενικά να ακούγεται το είδος. Και αποτέλεσε σημαντικότατο βήμα για την περαιτέρω εξέλιξη της μπάντας, που γι αυτό βγήκαν στο δρόμο, παίζοντας μαζί με DEATH, NAPALM DEATH, PESTILENCE και DISMEMBER μεταξύ άλλων (μανούλα μου κατακαημένη…). Ένας δίσκος που περήφανα έσπρωξε τα όρια της ακρότητας. Και να σκεφτείτε, πως δεν θα σταματούσαν εκεί, ΚΑΙ ΠΑΛΙ! Βλέπετε, το επόμενο χτύπημα έμελλε, να είναι δολοφονικότερο του δολοφονικού σαν αποτέλεσμα, δείχνοντας πως η μπάντα αυτή δεν έχει ταβάνι ούτε στην ακρότητα, ούτε στην έμπνευση. Ένας δίσκος που έσπρωξε τα όρια της ακρότητας. Υπομονή μέχρι το Σεπτέμβρη του χρόνου και θα τα ξαναπούμε.
Did you know that?
-Το άλμπουμ αυτό, κυκλοφόρησε στην λεγόμενη “butcher paper” έκδοση. Έκδοση, η οποία έχει το δίσκο κυριολεκτικά τυλιγμένο σε χαρτί χασάπικου, με σφραγίδα σαν αυτές που βάζουν στα ζώα με το λογότυπο και το τίτλο, και την επιπλέον σφραγίδα “Metal Blade choice cuts” (αυτά μου αρέσουν!). Η έκδοση αυτή έχει τιμή εκκίνησης στο discogs τη στιγμή που γράφονται τούτες οι γραμμές 125 ευρώ. Οπότε, όσοι θέλατε, ή θέλετε να το αποκτήσετε, ετοιμαστείτε να βάλετε βαθιά το χέρι στη τσέπη! Οι υπόλοιποι, ή προτιμήστε την απλή, ή την σειρά digipak επανεκδόσεων του 2002 που βγήκαν τα 3 πρώτα, με bonus live κομμάτι – video το “Covered with sores” στο έλεος του George “Corpsegrinder” Fisher!
-Το εξώφυλλο λογοκρίθηκε με κόκκινο slipcase να καλύπτει το αυθεντικό εξώφυλλο, με το λογότυπο και το τίτλο του δίσκου. Περί λογοκρισίας, το “Butchered at birth”, ανήκει στα 3 άλμπουμ των CANNIBAL CORPSE (μαζί με το “Eaten back to life”, και το “Tomb of the mutilated”) που απαγορεύτηκαν στη Γερμανία ως και το 2006, όταν και αποσύρθηκε η απαγόρευση. Αυτό ενδεχομένως να το γνωρίζετε. Αυτό που ίσως δε γνωρίζατε, είναι πως το πρώτο live άλμπουμ της μπάντας “Live cannibalism” (2000), εξαιτίας αυτής της απαγόρευσης, στη Γερμανική του έκδοση, παραλείπει τα κομμάτια του σετ που προέρχονταν από τις τρεις πρώτες μνημειώδεις κυκλοφορίες των Κανίβαλων. Προκειμένου να χρυσώσει το χάπι η Metal Blade, συμπεριέλαβε τις διασκευές σε SACRIFICE (“Sacrifice”), και POSSESSED (“Confessions”), που κυκλοφόρησαν και σε ξεχωριστό 7” single.
-Εκλεκτός καλεσμένος ήταν και στο “Eaten back to life” (“Mangled”, “A skull full of maggots”), ο πολύς Glen Benton (DEICIDE). Την ίδια χρονιά, επίσης, θα συμμετάσχει και στο “Death shall rise” (FOR OUR DEMISE) των Βρετανών θεών CANCER, συγκεκριμένα στο κομμάτι “Hung, drawn and quartered”), και τη προηγούμενη (όπως έχουμε πει στο σχετικό κείμενο), στο “Unfit earth” των NAPALM DEATH από το “Harmony corruption” (1990) παρέα με τον John Tardy των OBITUARY.
-Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ντοκουμέντο από τις ηχογραφήσεις του “Butchered at birth” που υπάρχει στην εκπληκτική και άκρως χορταστική κασετίνα για τα 20 πρώτα χρόνια της μπάντας “Centuries of torment – the first 20 years”.
-Οι CANNIBAL CORPSE είναι από τις απειροελάχιστες μπάντες που δεν άλλαξαν ποτέ άνθρωπο που τους κάνει τα εξώφυλλα. Έτσι, ο προαναφερθείς Vincent Locke, έχει επιμεληθεί κάθε οπτική δουλειά τους, μέχρι και σήμερα! Ομάδα που κερδίζει, δε αλλάζει!
Γιάννης Σαββίδης