ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Shades of a Blue Orphanage” – THIN LIZZY
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1972
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Decca
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Nick Tauber
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Phil Lynott – Φωνητικά, μπάσο, κιθάρα
Brian Downey – Τύμπανα
Eric Bell – Κιθάρες
Στο παρελθόν, αναρωτιόμουν αν πρέπει να διαχωρίζουμε τις δημιουργικές περιόδους ενός καλλιτέχνη, ή να κάνουμε μια συνολική εκτίμηση του έργου του, στον τελικό μας απολογισμό. Με κάπως διαφορετικά λόγια, αν μπορούμε να συγκρίνουμε δίσκους που δημιουργήθηκαν υπό διαφορετικές συνθήκες, σε διαφορετικές περιόδους και με οδηγό διαφορετικά γούστα, προτιμήσεις, ως και οράματα. Πλέον την απάντηση, μετά από τόσα χρόνια, την έχω λάβει, αλλά ο τότε προβληματισμός μου παραμένει, για πολύ κόσμο, σημείο αναφοράς και εφαλτήριο αέναων συζητήσεων, οι οποίες καταλήγουν κυρίως σε διαφωνίες και… όμορφους «καυγάδες». Και οι THIN LIZZY ήταν και παραμένουν από αυτούς που προσφέρουν απλόχερα τη δική τους αφορμή για τέτοιου είδους αναλύσεις επί αναλύσεων, αν ακούσεις το σύνολο της δισκογραφίας τους, από την πρώτη νότα του “The friendly ranger at Clontarf Castle” μέχρι την τελευταία του “Heart attack”.
Δεν είναι από κάποιο τερτίπι της μοίρας ή κάποια συγκυριακή περίπτωση το ότι η παρέα του Phil Lynott λατρεύεται κυρίως από το “Nightlife” και μετά, έστω κι αν το “Vagabonds of the Western World” είναι το καλύτερο δείγμα της πρώτης της περιόδου, με υπέροχα τραγούδια, προεξάρχοντος εννοείται του αιώνιου “Whiskey in the jar”. Το «αποτύπωμά» της από εκείνη την στιγμή και μετά, τεράστιο, με ειδικό βάρος που ζηλεύουν ουκ ολίγοι, και μνημονεύουν ακόμη περισσότεροι. Εδώ όμως θα ασχοληθούμε με την προαναφερθείσα πρώτη περίοδο και θα πάμε πενήντα χρόνια πίσω, στην δεύτερη δισκογραφική προσπάθειά της. Πριν ακόμη ο Lynott σοκαριστεί από το “Argus” των WISHBONE ASH, που θα τον μεταμόρφωνε σε «Μαύρο Πάνθηρα» και θα ήταν η αιτία που θα άνθιζε το «Μαύρο Ρόδο» του ιρλανδικού hard rock. Πριν ακόμη δημιουργηθεί ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια στο “double axe attack” βιβλίο και ο Johnny από “joker and a very heavy smoker” γίνει… αλεπού.
Όλοι σχεδόν έχουν το “Shades of a Blue Orphanage” ως το κατώτερο THIN LIZZY album. Θα συμφωνήσω, οι συνθέσεις εξάλλου δε με αφήνουν, όσο και να ήθελα, να ισχυριστώ το αντίθετο. Κι όμως, ακόμη και σε τούτον τον αδυν… όχι. Δε θα τον πω αδύναμο. Θα τον πω… διαφορετικό. Ακόμη λοιπόν και σε τούτον τον διαφορετικό δίσκο, υπάρχουν στιγμές που σε κερδίζουν. Ξέρω πως η διαφορά μεταξύ του funky “The rise and dear demise of the funky nomadic tribes” και του επικού “Emerald” σου ακούγεται χαώδης, αλλά δεν είναι τόσο. Τα γεφυρώνει το παίξιμο του τεράστιου και αδικημένου όσο λίγοι, Brian Downey. Ξέρω πως το κέλτικο hard rock πάντα θα είναι πιο θελτικό στα αυτιά των «σκληρών», από τις ψυχεδελικές και rockabilly νότες. Όμως ο ύμνος αγάπης προς τη γιαγιά Sarah δεν είναι ξέμακρος από τις μετέπειτα συναισθηματικές εξάρσεις του Ψηλού. Το “Call the police”, το καημένο, μια κιθάρα ακόμη αναζητούσε, από τότε. Και το ομώνυμο τραγούδι, κρύβει πολλά περισσότερα απ’ όσα με την πρώτη ακρόαση ανακαλύπτεις.
Λίγη φαντασία θέλει, και καλή πίστη. Αν τα διαθέτεις, θα δεις πως τα δύο από τα τρία «κούτσικα» του εξωφύλλου, μεγάλωσαν και ποζάρουν με “badass” ύφος στο εξώφυλλο, όποιο από τα δύο, του “Fighting”. Εντάξει, εντάξει! Κυρίως σε αυτό της ευρωπαϊκής έκδοσης. Και εγώ, μακαρίζω την ώρα και την στιγμή που ο ξανθομάλλης Eric των SHADES OF BLUE, συνάντησε τους Phil και Brian των ORPHANAGE. Άλλωστε, όλα είναι “true blue, Irish blue.”
Δημήτρης Τσέλλος