ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Metallica” – METALLICA
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1991
ΕΤΑΙΡΙΑ: Elektra
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Bob Rock, James Hetfield, Lars Ulrich
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Κιθάρες, φωνητικά – James Hetfield
Κιθάρες– Kirk Hammett
Μπάσο – Jason Newsted
Drums – Lars Ulrich
Πως μπορείς να βγάλεις τον καλύτερο δίσκο στην ιστορία της μουσικής και στη συνέχεια να τον διαδεχτείς με το απόλυτα επιτυχημένο μεταλλικό άλμπουμ όλων των εποχών; Προφανώς οι μόνοι που θα μπορούσαν να έχουν την απάντηση πριν καν γίνει η ερώτηση ήταν οι ίδιοι οι METALLICA, οι οποίοι όμως, δεν έδειχναν ικανοί να καταλάβουν τι ακριβώς είχαν πετύχει. Έτσι, κατά την διάρκεια της περιοδείας του “…And justice for all”, παρατηρήθηκε στις αντιδράσεις του κοινού ότι τα κομμάτια δεν λειτουργούσαν ζωντανά (αν και το προφανώς κορυφαίο βιντεοσκοπημένο live όλων των εποχών στο Seattle διαψεύδει και τους ίδιους και όλους τους υπόλοιπους). Σύμφωνα με το συγκρότημα, υπήρχαν οπαδοί οι οποίοι σε φάσεις χασμουριόνταν με το μέγεθος των κομματιών (και κάπου εκεί αμολάς τον Jason Newsted να τους βάλει το τάστο του μπάσου του στο στόμα τους για να ξυπνήσουν μια και καλή), ενώ το ποτήρι ξεχείλισε μια νύχτα όπου σύμφωνα με τον Kirk Hammett, όταν παίχτηκε το ομότιτλο κομμάτι του δίσκου, κάποιος από το συγκρότημα είπε «δεν ξαναπαίζουμε αυτή τη μ@λ@κι@, ποτέ ξανά» (κούνια που σας κούναγε)…. Το κουμπί είχε γυρίσει ήδη για τα καλά και ο πάντα οραματιστής Lars Ulrich είχε ήδη ξεκινήσει να κοιτάει μπροστά για το μέλλον του συγκροτήματος.
Οι METALLICA ήδη γέμιζαν αρένες ή και στάδια σε φεστιβάλ όπου όσο και να θέλουν οι υπόλοιποι να παραδεχτούν το αντίθετο, όλοι αυτούς πήγαιναν να δουν. Όμως είχε έρθει η στιγμή να γίνει το πέρασμα στο επόμενο επίπεδο κι επίσημα και μετά την ολοκλήρωση της Damaged Justice Tour. To συγκρότημα έχοντας κατακτήσει και το Grammy το 1990 στην κατηγορία Best metal performance για το κορυφαίο κομμάτι στην ιστορία της μουσικής (δηλαδή το “One”), αφού το είχαν χάσει σκανδαλωδώς την προηγούμενη χρονιά από τους… JETHRO TULL (εξ ου και το περίφημο αυτοκόλλητο στο “…And justice for all” που έλεγε Grammy award losers), το νέο υλικό άρχισε να παίρνει σχήμα σιγά-σιγά. Στο σπίτι του Lars Ulrich στο Berkeley της California, o James Hetfield του παρουσίασε αρχικά το “Enter sandman”, το οποίο και ήταν το πρώτο κομμάτι που ολοκληρώθηκε για τον δίσκο και το τελευταίο το οποίο έλαβε στίχους. Βρισκόμενοι κάπου στα μέσα του 1990, έχουμε επίσης ολοκληρωμένα τα demo των “The unforgiven”, “Nothing else matters” και “Wherever I may roam”, ενώ 2 μέρες πριν μπουν στο στούντιο One On One στο Los Angeles ώστε να ξεκινήσουν οι ηχογραφήσεις (6/10/1990), ηχογραφήθηκε το demo του “Sad but true” (4/10/1990). Η όλη διαδικασία σύνθεσης κράτησε 2 μήνες.
Αρκετές ιδέες προϋπήρχαν από την περίοδο της Damaged Justice Tour να σημειωθεί. Και κάπου εδώ έρχεται στο προσκήνιο το θέμα του παραγωγού, με το συγκρότημα να έχει εντυπωσιαστεί από τις ικανότητες του παραγωγού Bob Rock, και δη στο δίσκο “Dr. Feelgood” των MOTLEY CRUE το 1989 (κολοσσιαίος ήχος πράγματι), έτσι παίρνουν την μεγάλη απόφαση να τον προσλάβουν να δουλέψει στο δίσκο. Αρχικά βέβαια τον ήθελαν για τη μίξη, με τον γνώριμο Flemming Rasmussen να είναι η πρώτη επιλογή για την παραγωγή, όμως ο ίδιος ο Rock έθεσε βέτο ότι δεν επρόκειτο να κάνει καμία μίξη αν δεν έκανε και την παραγωγή και κάπου εδώ αρχίζει η ιστορία αγάπης και μίσους μεταξύ METALLICA/Bob Rock που θα κρατήσει για πάρα πολλά χρόνια. Δεν ξέρω αν και πόσο(ι) μπορείτε να αναλογιστείτε τι θα πει να βάζουν οι METALLICA νερό στο κρασί τους τότε και να δέχονται την απαίτηση του Bob Rock, αλλά αυτή ήταν η πρώτη από τις πολύ μεγάλες νίκες του παραγωγού εναντίον τους και θα τα εξηγήσουμε όλα αναλυτικότατα στη συνέχεια προς τέρψιν του αρχισυντάκτη μας Σάκη Φράγκου που πεθαίνει για τέτοιες καταστάσεις (ΝΟΤ!). O Lars Ulrich λοιπόν δήλωνε ότι ένιωθαν ότι είχαν τον καλύτερο δίσκο τους και με τη βοήθεια του Bob Rock, μπορούσαν να τον κάνουν πραγματικότητα.
Ο Bob Rock φυσικά δεν θα τους άφηνε ήσυχους και θα άρχιζε τις δικές του προτάσεις οι οποίες κατ’ εμέ ήταν ολόσωστες, αλλά άντε πες το αυτό σε μια μπάντα περφεξιονιστών όπως οι METALLICA που ήταν τέρμα DIY (do it yourself) νοοτροπίας σε τέτοιες καταστάσεις και δεν ήταν και πολύ εύκολοι στη συνεννόηση όσον αφορά το υλικό. Έτσι ξεκίνησε με το να τους τονίσει ότι ήθελε να δουλέψουν σε μορφή συνεργασίας όσον αφορά τις ηχογραφήσεις τους και όχι να ηχογραφήσει ο καθένας τα μέρη του σε διαφορετικές τοποθεσίες. Επίσης τόνισε ότι ήθελε να ηχογραφήσουν τα κομμάτια ζωντανά και να χρησιμοποιήσει αρμονικά φωνητικά ο James Hetfield! Μάλιστα, όσον αφορά τον frontman του συγκροτήματος, ο Rock το τράβηξε ακόμα περισσότερο, λέγοντας του να γράψει καλύτερους στίχους (είπε ο Bob o Rock στον καλύτερο στιχουργό όλου του μεταλλικού γίγνεσθαι, oh boy)!!! Aπογοητευμένος από την αρχική του εμπειρία μαζί τους, αποφάσισε να τους βγάλει το λάδι στην κυριολεξία και εκμεταλλευόμενος το πόσο περφεξιονίστες ήταν, τους έβαλε να ηχογραφήσουν κάθε κομμάτι όσες φορές θα χρειαζόταν ώστε να βγει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο δίσκος ούτε λίγο ούτε πολύ, επαναμιξαρίστηκε τρεις φορές και κόστισε το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό του ενός εκατομμυρίου δολαρίων!
Ήταν τέτοια η διαδικασία της παραγωγής, που οι Ulrich, Hammett και Newsted πήραν διαζύγιο κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων (καλά πήγε αυτό Bob), με τον Hammett να δηλώνει ότι το γεγονός αυτό επηρέασε το παίξιμο τους, καθώς προσπαθούσαν να πάρουν αυτό το συναίσθημα ενοχής κι αποτυχίας και να το μεταφέρουν στη μουσική τους, βγάζοντας κάτι θετικό από αυτήν. Από τη μεριά του, ο ίδιος ο Rock παρότι άλλαξε κατά πολύ την διαδικασία που το συγκρότημα έκανε τα πάντα, γέμισε με τρομερό άγχος και στρες και ο ίδιος και ορκίστηκε ότι δε θα δουλέψει ξανά μαζί τους (κι αυτό πήγε καλά, ε Bob;), πράγμα που όχι μόνο δε συνέβη, αλλά παρέμεινε μαζί τους ως το 2003, όπου και μετά τον «ήχο» του “St. Anger” και με αίτημα υπογεγραμμένο από 1.500 οπαδούς ώστε να απαλλαγεί το συγκρότημα από αυτόν, θεωρώντας οι οπαδοί ότι η επιρροή του στον ήχο τους ήταν πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι έπρεπε, όπως και στη μουσική τους κατεύθυνση, εκδιώχθηκε κακήν κακώς, με τον Rock να αναφέρει ότι το υπογεγραμμένο αίτημα είχε αντίκτυπο μέχρι και στα συναισθήματα των παιδιών του (ή αλλιώς ότι ανεβαίνει κατεβαίνει ή ξανά αλλιώς, ο άνθρωπος που κατάφερε να κάνει την καλύτερη και την χειρότερη παραγωγή στην ιστορία της μουσικής).
Όσον αφορά τον τίτλο του δίσκου, υπήρξαν πάρα πολλές συζητήσεις στο πως θα ονομαστεί, με το αρχικό πλάνο να προκρίνει τον τίτλο “Five” (όντας το 5ο άλμπουμ), ή να πάρει τον τίτλο κάποιου από τα κομμάτια (στην περίπτωση αυτή, άνετα θα μπορούσε να ονομαστεί “Sad but true”, καθώς το ομότιτλο κομμάτι στα 3 προηγούμενα άλμπουμ ήταν το δεύτερο στο tracklist, δεν θα ήταν καθόλου άσχημο σαν τίτλος πάντως ειδικά με όσα ακολούθησαν όλα αυτά τα 30 χρόνια). Τελικά αποφασίστηκε ο δίσκος να πάρει το όνομα του συγκροτήματος καθώς ήθελαν να το κρατήσουν όσο πιο απλό γινόταν. Το κατάμαυρο εξώφυλλο του δίσκου οδήγησε τον Lars Ulrich σε δηλώσεις τύπου «πάρτε ένα άλμπουμ 62’ χωρίς τίτλο και περιτύλιγμα, καθώς αυτό που μετράει είναι μόνο η μουσική» (άδικο είχε;). Το οριακά ορατό λογότυπο τους έχει πλαϊνή κλίση στο πάνω αριστερό μέρος του εξώφυλλου, ενώ κάτω δεξιά δεσπόζει ένα φίδι (συγκεκριμένα κροταλίας) σε αμυντική στάση, με πολλούς να το ερμηνεύουν ότι το συγκρότημα είναι έτοιμο σε θέση άμυνας να υπερασπιστεί όλα του τα συμφέροντα και αν χρειαστεί, να επιτεθεί ενώ οι υπόλοιποι δεν το περιμένουν. Τα οριακά ορατά λογότυπο και φίδι σε μετέπειτα εκδόσεις πάντως έγιναν πιο ευδιάκριτα σε σκούρο γκρίζο χρώμα.
Το εξώφυλλο αντλεί την επιρροή του από το “Smell the glove” των SPINAL TAP το 1984 όπου εκεί έχουμε κατάμαυρο εξώφυλλο άνευ λογότυπου και τίτλου, ενώ ο Lars Ulrich τόνιζε στη συνέχεια ότι κύρια επιρροή για το εξώφυλλο ήταν το άλμπουμ “Hello!” των STATUS QUO που κυκλοφόρησε το 1973. Πριν κυκλοφορήσει ο δίσκος, την εμφάνιση του έκανε το αρχικό single “Enter sandman” στις 29 Ιουλίου του 1991, το οποίο έφτασε στο νούμερο 16 του Billboard και μάλιστα έγινε πλατινένιο. Ακολούθησε ως single το “Don’t tread on me” το οποίο έφτασε στο νούμερο 21, ενώ το “The unforgiven” ήταν κι αυτό στο τοπ 40, μάλιστα στην Αυστραλία έφτασε στο τοπ 10! Εντυπωσιακό ήταν το listening party που οργάνωσε το συγκρότημα στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης, στις 3 Αυγούστου του 1991, ελάχιστα πριν κυκλοφορήσει το άλμπουμ, την ημέρα που ο James Hetfield έκλεινε 28 χρόνια ζωής. Υπολογίζεται ότι το παρόν έδωσαν σχεδόν 20.000 οπαδοί και με τον Lars Ulrich αναφερόμενος στο συμβάν να λέει ότι «ο δίσκος έπαιξε στο Madison Square Garden πριν από εμάς». Είναι στιγμή που έχει καταγραφεί στην ιστορία για να αποδείξει την φρενίτιδα για την αναμονή της κυκλοφορίας αυτής και όλος ο κόσμος έφυγε απόλυτα ενθουσιασμένος, ευχόμενοι και στον Hetfield χρόνια πολλά κατ’ ιδίαν μάλιστα.
Ο δίσκος κυκλοφορεί επίσημα στις 12 Αυγούστου του 1991 και σηματοδοτεί την ημερομηνία που θα γραφτεί για πάντα στην ιστορία της μουσικής ως η μέρα του πιο επιτυχημένου (ή μεγαλύτερου αν θέλετε και βάσει αριθμών) μεταλλικού δίσκου και της προφανούς κορυφαίας στιγμής της τελευταίας 30ετίας γενικότερα. Ο δίσκος καρφώνεται άμεσα στο νούμερο 1 του Billboard 200 και παραμένει εκεί για ένα ολόκληρο μήνα, την πρώτη εβδομάδα έχει ήδη πουλήσει 600.000 κόπιες, τη δεύτερη εβδομάδα έχει ήδη γίνει πλατινένιο (σκεφτείτε λίγο για τι εποχές μιλάμε κι ότι μιλάμε πάντα για δίσκο που αφορά το heavy metal) και στρογγυλοκάθεται για ένα μήνα στην κορυφή του Billboard 200. Ενδιάμεσα και με τους οπαδούς σε πλήρη πώρωση αλλά και ευφορία από το τελικό αποτέλεσμα, κυκλοφορούν τα singles των “Nothing else matters” (νούμερο 6 σε Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία) και το “Wherever I may roam” το οποίο φτάνει στο νούμερο 2 των Mainstream Rock Tracks Chart. Tέλος, το “Sad but true” που βγήκε σαν single μέσα στο 1993, μπήκε στα charts για μια μόλις εβδομάδα στο νούμερο 98 του Billboard Hot 100. Kαι κάπου εδώ, ώρα να αρχίσει ο ίλιγγος της παγκόσμιας αποδοχής του, γι’ αυτό λίγη υπομονή:
Πέραν της Αμερικής που προαναφέρθηκε, ο δίσκος θα πάει στο νούμερο 1 σε Αυστραλία, Καναδά, Γερμανία, Νέα Ζηλανδία, Νορβηγία, Ελβετία και Ηνωμένο Βασίλειο. Νούμερο 3 στην Ιαπωνία, νούμερο 4 στην Σουηδία και την Φινλανδία, νούμερο 5 στη Δανία και την Αυστρία, νούμερο 6 στην Ολλανδία, νούμερο 8 στην Ισπανία, νούμερο 22 στην Πορτογαλία, νούμερο 27 στην Ιρλανδία, νούμερο 30 και 76 στο Βέλγιο (δυο διαφορετικά charts Βαλώνων και Φλαμανδών), νούμερο 42 στο Μεξικό, νούμερο 53 στην Γαλλία και νούμερο 66 στην Ιταλία. Πάμε να δούμε και πως μεταφράζονται αυτές οι διακρίσεις βάσει πωλήσεων, καθώς ο δίσκος έγινε μόλις χρυσός στο Μεξικό αλλά και αδαμάντινος στον Καναδά (ω, ναι) και ακολουθούν ξανά ιλιγγιώδεις διακρίσεις παγκοσμίως: 16 φορές πλατινένιο στην Αμερική, 13 φορές πλατινένιο στην Αυστραλία, 10 φορές πλατινένιο στη Νέα Ζηλανδία, 7 φορές πλατινένιο στη Δανία, 5 φορές πλατινένιο στην Αργεντινή, 4 φορές πλατινένιο στη Γερμανία, 3 φορές πλατινένιο σε Νορβηγία και Ελβετία και 2 φορές πλατινένιο σε Αυστρία, Βέλγιο, Φινλανδία, Ολλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο. Σε Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Πολωνία και Σουηδία έγινε απλά πλατινένιο μια φορά. Ντροπής πράγματα. Παραμένει ακόμα το μεγαλύτερο σε πωλήσεις στην Αμερική άλμπουμ της Nielsen SoundScan με πωλήσεις που πλέον πλησιάζουν τα 17.000.000 αντίτυπα με 5,8 εκατομμύρια εξ αυτών να είναι σε κασέτα.
Ποτέ στην ιστορία δεν έχει καταγραφεί πώληση κάτω από 1.000 αντίτυπα ανά εβδομάδα εδώ και 30 χρόνια, ενώ από το 2016 και μετά, ο δίσκος καταγράφει σταθερά ένα μέσο όρο 5.000 αντιτύπων την εβδομάδα! Σε κάτι ακόμα πιο ακατανόητα μεγαλειώδες, τον Δεκέμβριο του 2019 ο δίσκος έγινε μόλις ο τέταρτος της Αμερικάνικης ιστορίας που πέρασε τουλάχιστον 550 εβδομάδες στο Billboard 200 (!!!) μετά το “The dark side of the moon” των PINK FLOYD, το “Legend” των BOB MARLEY AND THE WAILERS και του “Greatest hits” των JOURNEY. Πέρυσι τον Αύγουστο του 2020 το σερί είχε ήδη επεκταθεί στις 580 εβδομάδες και πλέον είναι βέβαιο ότι έχει ξεπεράσει τις 600!!!!! Ας μιλήσουμε όμως και για την θεμελιώδη περιοδεία για τον δίσκο που κράτησε για πάνω από 3 χρόνια και πάνω από 300 εμφανίσεις συνολικά, η οποία ξεκινάει 5 μέρες μετά την κυκλοφορία του δίσκου, όπου οι METALLICA παίζουν στο Monsters Of Rock Tour στο Castle Donington, κάτω μόνο από τους headliners AC/DC. Θα ήταν η τρίτη αλλά όχι τελευταία φορά που θα παίζανε στο συγκεκριμένο φεστιβάλ (μετά το 1985 και το 1987), καθώς έπαιξαν και το 1995 που ήταν και η μοναδική φορά που παίξανε ως headliners.
To πρώτο σκέλος της περιοδείας αυτής τελειώνει στη Μόσχα, στο Tushino Airfield στις 28 Σεπτεμβρίου 1991, όπου το κοινό την ώρα που βγήκαν οι METALLICA υπολογίζεται μεταξύ 1,5 και 2 εκατομμυρίων ανθρώπων. Η πρώτη περιοδεία που επίσημα προωθεί το δίσκο είναι η Wherever We May Roam Tour, όπου φτάνει η χάρη τους μέχρι τη συναυλία φόρο-τιμής στον Freddie Mercury των QUEEN, πέντε σχεδόν μήνες μετά την απώλεια του. Έτσι, στις 20 Απριλίου του 1992, οι METALLICA επιλέγονται να ανοίξουν την τελετή παίζοντας ένα μικρό σετ μόλις τριών κομματιών (“Enter sandman”, “Sad but true”, “Nothing else matters”) και στη συνέχεια ο James Hetfield θα ανέβει πλάϊ στους Brian May/Roger Taylor/John Deacon αλλά και την Αυτού Μεγαλειότητα Tony Iommi, για να παίξουν το “Stone cold crazy”. Φήμες που λένε ότι ο James ένιωσε δέος που δεν περιγράφεται ειδικά πλάι στον θρυλικό μουστάκια, ελέγχονται όχι ως απόλυτα ανακριβείς. Η περιοδεία ήταν επεισοδιακή γενικά, αρκεί να αναφέρουμε ότι σε μια από τις πρώτες συναυλίες της, το πάτωμα της σκηνής κατέρρευσε! Οι βραδιές στις 13 και 14 Ιανουαρίου του 1992 βιντεοσκοπήθηκαν για το μετέπειτα box set “Live shit:Binge & purge”, ενώ γενικότερα ο δίσκος και η περιοδεία βιντεοσκοπήθηκαν στα δυο μέρη της βιντεοκασέτας A Year And A Half In The Life Of Metallica.
Χαρακτηριστικό της περιοδείας είναι ότι σε κάποια φάση έγινε co-headline με τους GUNS’N’ROSES, (η γνωστή και ως Battle of the egos tour), με τα δυο συγκροτήματα σε μεγάλη ένταση και ειδικά μεταξύ James Hetfield και Axl Rose με διάφορα τερτίπια από πλευράς του frontman των GN’R. Το ποτήρι φάνηκε να ξεχειλίζει στις 8 Αυγούστου του 1992 στο Montreal του Καναδά, όπου και καθώς τα σόου των METALLICA περιείχαν πυροτεχνικά γενικότερα, κατά τη διάρκεια της εισαγωγής του “Fade to black”, o Hetfield κατά λάθος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια φλόγα σχεδόν 4 μέτρων η οποία παραλίγο να του στοιχίσει την ίδια τη ζωή. Τη γλύτωσε μόλις με δεύτερου και τρίτου βαθμού εγκαύματα σε πρόσωπο, χέρια και πόδια, με τον Jason Newsted που βρισκόταν δίπλα του να περιγράφει ότι η σάρκα του κόχλαζε σαν του Toxic Avenger! Εξυπακούεται ότι η συναυλία διεκόπη άμεσα και οι GN’R κάνουν το λάθος να φύγουν από τη σκηνή ελάχιστα αφότου ανέβηκαν, με τη δικαιολογία ότι δεν ακουγόντουσαν μεταξύ τους λόγω του προηγούμενου γεγονότος με τον Hetfield και ότι δεν υπήρχε χρόνος να συντονιστούν (ε;) και με τον Axl να επικαλείται πρόβλημα με τη φωνή του (που όντως είχε εν μέσω της περιοδείας) και να γίνεται μετά Ο χαμός.
Οι οπαδοί κατάλαβαν την βλακεία των GN’R για ηρωική έξοδο μετά και απ’ ότι συνέβη στους METALLICA, και έτσι αφού έκαναν το χώρο καλοκαιρινό, τα επεισόδια επεκτάθηκαν σε όλη την πόλη του Montreal, με την τοπική αστυνομία με το ζόρι να μπορεί τελικά να κατευνάσει τα πλήθη στο τέλος. Να σημειωθεί ότι η περιοδεία περιείχε και τους υπέροχους FAITH NO MORE ως το support συγκρότημα και γενικά οι METALLICA θεωρούν μεγάλο λάθος την όλη ιδέα, άσχετα αν η περιοδεία τους βρήκε με κερδισμένες τις εντυπώσεις σε κάθε τομέα μη συναυλιακό, όπου εκεί δεν τέθηκε ποτέ θέμα, μια και με συνοπτικές διαδικασίες «έσβηναν» τους αγαπημένους κατά τ’ άλλα GUNS N’ ROSES κάθε βραδιά. Η περιοδεία πήρε ξανά τα πάνω τις στις 25 Αυγούστου στο Phoenix, με τα καθήκοντα της ρυθμικής κιθάρας να αναλαμβάνει ο roadie/guitar tech και τότε κιθαρίστας των METAL CHURCH, John Marshall, με τον Hetfield να εμφανίζεται μπαταρισμένος στα χέρια πλήρως ανήμπορος να παίξει κιθάρα, αλλά ανέλαβε κανονικά τα φωνητικά. Ατρόμητος και τζέντλεμαν! Αρχικό πλάνο ήταν τις κιθάρες να αναλάβει ο κιθαρίστας των SEPULTURA, Andreas Kisser, αλλά επιλέχθηκε τελικά ο Marshall που είχε βοηθήσει το συγκρότημα ξανά όταν ο James έσπασε το χέρι του στην περιοδεία του “Master of puppets” κάνοντας skateboard.
Το Φεβρουάριο και Μάρτιο του 1993, τα σόου στην Πόλη του Μεξικού ηχογραφήθηκαν και αποτέλεσαν το ακουστικό κομμάτι του πακέτου “Live shit:Binge & Purge” που προαναφέραμε. Η όλη συσκευασία που κυκλοφόρησε το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, περιείχε τρία CD, τρεις βιντεοκασέτες και διάφορα άλλα καλούδια, ενώ από το 2002 και μετά, αντί των βιντεοκασετών προστέθηκαν δυο DVD σε μια πολύ πιο «μαζεμένη» συσκευασία. Και το λέμε αυτό διότι η αρχική συσκευασία του πακέτου ήταν σαν βαλιτσάκι το οποίο έμοιαζε ακριβώς με το κουτί μεταφοράς εξοπλισμού των περιοδειών του συγκροτήματος. Επίσης περιείχε ένα αντίγραφο του πάσου για το snakepit, έναν χώρο στη μέση της διαμαντένιας σε σχήμα σκηνής του συγκροτήματος κατά την περιοδεία του συγκροτήματος, όπου οι τυχεροί οπαδοί στέκονταν ακριβώς ενδιάμεσα του συγκροτήματος, με τους πιο πιστούς και φανατικούς να κερδίζουν τα ανάλογα πάσα τις περισσότερες φορές. Να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια των συγκεκριμένων συναυλιών στην Πόλη του Μεξικού, το συγκρότημα συνάντησε για πρώτη φορά τον τωρινό τους μπασίστα, Robert Trujillo, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν μπασίστας των SUICIDAL TENDENCIES. H τελική περιοδεία για το δίσκο που ονομάστηκε Shit Hits The Sheds Tour, είχε και μια εμφάνιση στο Woodstock ’94, μετά τους NINE INCH NAILS και πριν τους headliners της δεύτερης μέρας (13/8/1994, ακριβώς 3 χρόνια και μια μέρα μετά την κυκλοφορία του δίσκου) AEROSMITH!
Το κοινό εκείνου του τριημέρου συνολικά υπολογίζεται ότι έφτασε ως και τους 550.000 θεατές, με τους METALLICA σίγουρα να παίζουν σε ένα κοινό 350.000 ατόμων (με τους NINE INCH NAILS να έχουν αποδεδειγμένα το περισσότερο κοινό του φεστιβάλ με τον αριθμό που προαναφέραμε). Μετά και το πέρας της περιοδείας του δίσκου, οι METALLICA υπέβαλαν μήνυση κατά της Elektra Records, όπου και ζητούσαν να τους δοθεί η πλήρης ιδιοκτησία των ηχογραφήσεών τους. Το συγκρότημα επικαλέστηκε ένα άρθρο του Κώδικα Εργαζομένων της California, όπου οι εργαζόμενοι μπορούν να απαλλαγούν από προσωπικές υπηρεσίες προς τον εργοδότη ύστερα από 7 χρόνια. Έχοντας ήδη πουλήσει 40 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως ως εκείνη τη στιγμή συνολικά, είχαν ήδη συμπληρώσει μια δεκαετία στην εταιρεία αλλά υπό τους όρους του αρχικού συμβολαίου του 1984, που τους απέδιδε μόλις 14% των δικαιωμάτων (λέγοντας μόλις και μιλώντας για το μεγαθήριο που ήταν τότε οι METALLICA, αναλογιστείτε πόσο τραγικά μικρότερο ποσοστό διεκδικούσαν και ακόμα διεκδικούν οι περισσότερες μπάντες εκεί έξω). Ο λόγος της μήνυσης ήταν η άρνηση της εταιρείας και ειδικά του Robert Morgado να τους δώσει νέο δισκογραφικό συμβόλαιο μετά το αντίστοιχο που είχαν από τον Bob Krasnow, ο οποίος μετέπειτα παραιτήθηκε από την εταιρεία. Η Elektra με τη σειρά της απάντησε με μήνυση κατά του ίδιου του συγκροτήματος!
Εν τέλει, τον Δεκέμβριο του 1994, ο υπεύθυνος της Warner Music Group στην Αμερική, Doug Morris, πρόσφερε στους METALLICA μια αρκετά πιο προσοδοφόρα συμφωνία σε αντάλλαγμα του να αποσύρουν οι METALLICA την μήνυση. Μάλιστα, η νέα συμφωνία ήταν κατά πολύ πιο «γενναιόδωρη» από την παλιότερη συμφωνία του Krasnow. Τον Ιανουάριο του 1995, οι δυο πλευρές ήρθαν σε τελική συμφωνία. Όσο για την απήχηση του δίσκου στο κοινό, αυτό είναι κάτι που όντας τυχερός να το ζήσω στη χώρα μας –όπου με έκπληξη δεν παρατηρώ ούτε μια αναφορά για χρυσό δίσκο ή κάτι παρεμφερές, πράγμα παράξενο αν αναλογιστούμε ότι ΟΛΟΙ όσοι ήξερα και ΟΛΟΙ όσοι ήξεραν αυτοί που ήξερα κ.ο.κ. είχαν αγοράσει το δίσκο- ήταν κάτι το άμεσα και ευρέως αποδεκτό από την συντριπτική πλειοψηφία των οπαδών. Εξήραν όλοι το θάρρος τους να γράψουν πιο μικρά σε διάρκεια κομμάτια και να παίξουν απλό και απογυμνωμένο HEAVY METAL (με όλα τα γράμματα κεφαλαία), ενώ εδώ κάπου πρέπει να αναφέρω το αναμφισβήτητο γεγονός ότι όταν ο ένας στους εκατό προσπαθούσε να τσινίσει με ατάκες «δεν παίζουν thrash» ή «γίνανε εμπορικοί» και τα συναφή, έτρωγε ΞΥΛΟ! Και πολύ μάλιστα. Για να καταλάβετε ότι οι τότε μεταλλάδες δεν ανεχόντουσαν βλακείες.
Τι εστί όμως “Metallica” 30 χρόνια μετά άραγε;
“SOMETHING’S WRONG, SHUT THE LIGHT, HEAVY THOUGHTS TONIGHT, AND THEY AREN’T OF SNOW WHITE”…
To “Enter sandman” όπως αναφέραμε πιο πάνω, είναι το πρώτο κομμάτι που ηχογραφήθηκε για το δίσκο αλλά και το τελευταίο για το οποίο τέλειωσαν οι στίχοι. Στο υπόγειο του σπιτιού του Lars Ulrich, όπου ο James Hetfield του παρουσίασε μια κασέτα με riffs που είχαν προκύψει ως αρχικές ιδέες για τον δίσκο, προκρίθηκε το βασικό riff αυτού του κομματιού δια χειρός Kirk Hammett! O Hammett μάλιστα εμπνεύστηκε το συγκεκριμένο riff περίπου στις 2-3 τα ξημερώματα μιας βραδιάς που άκουσε το “Louder than love” των SOUNDGARDEN! Η κασέτα με το riff δόθηκε στον Hetfield από τον Hammett κατά την περιοδεία του 1990 για το “…And justice for all” την εποχή που τους METALLICA συνόδευαν οι DIO, BONHAM και WARRIOR SOUL! Κι εδώ έρχεται η «σύγκρουση» του Hetfield με τον Bob Rock, ο οποίος διαβάζοντας τους αρχικούς στίχους του κομματιού, τους απορρίπτει ασυζητητί (με τον Lars Ulrich να σιγοντάρει) και να του λέει με τον τρόπο του ότι «το κομμάτι είναι καλό, αλλά οι στίχοι μπορούν να γίνουν τέλειοι αν προσπαθήσεις λίγο παραπάνω». Ο Hetfield έγινε έξαλλος καθώς κανείς δεν είχε αμφισβητήσει ποτέ τους στίχους του (ΠΟΙΟΣ ΝΑ ΣΥΓΚΡΙΘΕΙ ΜΑΖΙ ΣΟΥ ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟ ΣΤΙΧΟΥΡΓΙΚΟ ΚΟΜΜΑΤΙ;). Επειδή όμως το κομμάτι αναφερόταν στο ευαίσθητο θέμα του Συνδρόμου Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου (Αμερικανιστί crib death), κάποιοι στίχοι άλλαξαν, με κυριότερη την αλλαγή του περίφημου “We’re off to never neverland” το οποίο αντικατέστησε το υπάρχον σημείο που έλεγε “Disrupt the perfect family”, με τον James επηρεασμένο εκείνη την εποχή από τους FEAR και ειδικά το “We destroy the family” (να σημειωθεί εδώ ότι ακόμα πιο πωρωμένος με τους FEAR ήταν και παραμένει ο Dave Mustaine, δηλαδή ο έτερος ασύγκριτος ρυθμικός κιθαρίστας της μεταλλικής ιστορίας). Το κομμάτι ξεκινάει ακουστικά με έντονη στη συνέχεια την επιρροή του Lars σε αυτό. Αποτελεί μέγιστο παράδειγμα του πως ο Bob Rock ήθελε αυτή τη φορά να αλλάξουν τα πράγματα και να μην ακολουθεί ο Lars τον James, αλλά όλοι να παίζουν πάνω στα θέματα του Lars. Φυσικά και θα αναφέρουμε και το γεγονός μιας διαμάχης που έχει ξεκινήσει από διάφορους αλλόθρησκους και αναφέρει ότι ο Hammett «έκλεψε» το βασικό riff από το “Tapping into the emotional void” των συμπαθέστατων και άκρως ποιοτικών Καλιφορνέζων crossover thrashers EXCEL, από το δίσκο τους “The joke’s on you” το 1989 (κάθε σοβαρός οπαδός METALLICA έχει ήδη σε τεράστια εκτίμηση αυτό το άλμπουμ, αν όχι, δεν είσαι σοβαρός, ή δεν είσαι οπαδός METALLICA, απλά και σταράτα).
“I’M YOUR TRUTH, TELLING LIES, I’M YOUR REASONED ALIBIS, I’M INSIDE, OPEN YOUR EYES, I’M YOU”…
To “Sad but true” αποτελεί το δίχως άλλο βαρύτερο κομμάτι του δίσκου, αν όχι όλης της καριέρας των METALLICA. Ένα κομμάτι για το οποίο ο Bob Rock επέμεινε σφοδρά να κουρδίσουν χαμηλότερα, με το συγκρότημα να παίζει πάντα σε Ε τονισμό και το “Sad but true” να παίζεται σε D τονισμό. Το αποτέλεσμα της παρότρυνσης του παραγωγού τους, εντυπωσίασε τους METALLICA σε τέτοιο βαθμό, που θεωρούν σωτήρια την παρέμβαση του και το κομμάτι έτσι έγινε πραγματικό τέρας (συγνώμη, ΤΕΡΑΣ)! Δεν ξέρω αν και πόσοι μετά την φοβερή του αρχή έχετε μετρήσει «1, 2, 3» ή αντίστροφα «3, 2, 1» μέχρι να ξαναμπούν τα τύμπανα του Lars ύστερα από την κλασική παύση, αλλά όταν αυτό συμβαίνει και μπαίνει ΤΟ riff από πλευράς James, είναι βέβαιο ότι σε κάθε ακρόαση του, ο άξονας της Γης γέρνει λίγο περισσότερο προς το εκάστοτε σημείο που μεταδίδεται το κομμάτι! Ένα αργόσυρτο και θεόβαρυ κομμάτι το οποίο δεν θύμιζε σε τίποτα –όπως και όλος ο δίσκος γενικότερα- το παρελθόν του συγκροτήματος, αλλά αντίθετα έδειχνε ένα νέο προσωπείο τους και πρόκρινε όσο περισσότερο γινόταν την κλασικομεταλλική τους πλευρά που πάντα υπέβοσκε στο υλικό τους, άσχετα αν προκρινόταν η thrash πλευρά τους. Φυσικά και τα φωνητικά του James έχουν βελτιωθεί όσο ποτέ στο δίσκο, ενώ το κομμάτι αποπνέει και την ερμηνευτική σιγουριά του απόλυτου frontman όλων των εποχών με το άκρως πειθήνιο κι εν μέρει σαρκαστικό κομμάτι της ερμηνείας του. Δεν ξέρω κατά πόσο μπορείτε να λάβετε υπ’ όψιν το παρακάτω στοιχείο, αλλά όσοι γνωρίζετε τον Kerry King και τις απόψεις του καλά, ξέρετε πόσο αγαπάει να μισεί αυτό το άλμπουμ γενικότερα. Ο αγαπητός καράφλας όμως, ουδέποτε υπήρξε φειδωλός στο να εκφράσει τον σεβασμό και τη λατρεία του για το συγκεκριμένο κομμάτι, το οποίο είναι και το μόνο δείγμα του δίσκου που θεωρεί ότι ανήκει σε πραγματικό METALLICA δίσκο και μάλιστα δεν έχει διστάσει να πει ότι ευχόταν να το είχε γράψει ο ίδιος. Τα συμπεράσματα δικά σας (ότι είσαι τόσο κουλός που δεν θα το σκεφτόσουν να το γράψεις ποτέ το προσπερνάμε, απλά και μόνο επειδή ανήκεις στο μοναδικό αντίπαλο δέος που είχαν ποτέ οι METALLICA, θες τις μπάτσες σου αλλά συγχωρείσαι λόγω πρότερου άκρως ανέντιμου βίου). Το κομμάτι περιγράφει άψογα την «πάλη» που λαμβάνει χώρο μεταξύ του πρωταγωνιστή και του άλλου του εαυτού, ο οποίος είναι αυτός που «μιλάει» στο κομμάτι, και φυσικά ο άλλος του εαυτός είναι ο ίδιος ο εθισμός που νιώθει και δεν τον αφήνει σε ησυχία, αντίθετα τον έχει κυριεύσει πλήρως σε βαθμό να υποκαθιστά την προσωπικότητα του. Δεν διευκρινίστηκε ποτέ αν και τι είδους εθισμός είναι αυτός, άλλοι μιλάνε για ναρκωτικά, αλλά γνωρίζοντας το συγκρότημα και τις προσωπικές μάχες που έδωσε ο ίδιος ο James, οι περισσότεροι εικάζουν ότι πρόκειται για εθισμό στο αλκοόλ.
“POINT THE FINGER, SLOW TO UNDERSTAND, ARROGANCE AND IGNORANCE GO HAND IN HAND”…
Το “Holier than thou” είναι το μικρότερο κομμάτι του δίσκου και ένα από τα μικρότερα γενικά σε διάρκεια στην ιστορία του συγκροτήματος (που όλοι ξέρουμε ότι μικρή διάρκεια και METALLICA δεν συμβάδισαν και πολλές φορές σε 40 χρόνια ύπαρξης). Το κομμάτι αυτό είναι μια από τις δυο thrashy στιγμές του δίσκου και από τα πολύ αγαπημένα κομμάτια ακόμα και όσων εγκατέλειψαν μετά το καράβι της λατρείας που είχαν για το συγκρότημα. Ο Bob Rock επέμενε πάρα πολύ στο να αποτελέσει το πρώτο single για τον δίσκο, λόγω της δυναμικής που έβγαζε (και προφανώς και λόγω της διάρκειας του). Το συγκρότημα όπως κατέστη προφανές, απέρριψε αυτή την προοπτική, ενώ δεν συμπεριλήφθηκε ποτέ ως επιλογή για οποιοδήποτε μελλοντικό single. Μάλιστα, αρκετά χρόνια μετά και την εκδίωξη του παραγωγού στη μετά “St. Anger” περίοδο, έτυχε να συναντηθούν με τον Lars Ulrich, o οποίος πρέπει να του το είχε τόσο φυλαγμένο για δεκαετίες, που το πρώτο πράγμα που του είπε ήταν «To “Holier than thou” για πρώτο single τότε; Σοβαρά τώρα;” (Αυτό στο χωριό μου το λένε εγχείρηση χωρίς αναισθητικό, σφάξιμο με το γάντι, γονατιά στα αχαμνά, στο χωριό του Lars στην Κοπεγχάγη πρέπει να λέγεται ευγενής άμιλλα ή σαβουάρ βιβρ Σκανδιναβικής προέλευσης. Και θερμοκρασίας. Μπρρρ…). Το κομμάτι ωστόσο είναι μεγάλη ένεση αδρεναλίνης σε έναν κυρίως mid-tempo προς αργό δίσκο και δεν είναι λίγοι οι οπαδοί που επιθυμούν να γίνει κάποτε ξανά μέρος των ζωντανών εμφανίσεων τους (αυτό έχει τόση πιθανότητα όση να αναστηθεί ο Cliff Burton, μη σας πω ότι είναι πιο πιθανό να δούμε μια μέρα τον συγχωρεμένο μπροστά μας παρά να παιχτεί το κομμάτι). Κορυφαία ερμηνεία και πάλι από τον James, σε ένα κομμάτι το οποίο τα «χώνει» βαριά (και βαθιά) σε όσους δεν έχουν ζωή αλλά ασχολούνται με τις ζωές των άλλων (αυτή η μάστιγα) και ειδικά εξαπολύει πολλά πυρά προς Χριστιανούς που με κάθε αθέμιτο και θεμιτό μέσο προσπαθούν να προσηλυτίσουν κόσμο στις τάξεις τους. Το κομμάτι σε πάει καροτσάκι μέχρι τέλους, με το headbanging άκρατο και το συγκρότημα να δείχνει ότι παρά την συνολική και ολική αλλαγή πλεύσης υλικού, το «είχε» ακόμα να παίζει γρήγορα και στην τσίτα. Το θεωρώ μέχρι σήμερα ένα από τα πιο αδικημένα κομμάτια της ιστορίας τους, τόσο από τους ίδιους, όσο κι από τους οπαδούς. Να σημειωθεί ότι έχει διασκευαστεί από τους TESTAMENT (έτσι κι έτσι), όσο κι από τους «δικούς μας» NIGHTRAGE (αρκετά τίμιο) μέσα στα χρόνια.
“A VOW UNTO HIS OWN, THAT NEVER FROM THIS DAY, HIS WILL THEY’LL TAKE AWAY”…
Μπορώ να γράψω αρκετά βαρύγδουπα πράγματα για το “The unforgiven” που ακόμα κι αν κάποιοι διαφωνείτε, θα καταλάβετε γιατί και πόσο δίκιο έχω. Αλλά αυτό δεν είναι το θέμα μας. Θα μπορούσα να το τελειώσω απλά λέγοντας «η μεγαλύτερη στιγμή των τελευταίων 30 ετών» αλλά και πάλι δεν θα απέδιδα πλήρη δικαιοσύνη σε αυτό το κομμάτι-οργασμό του τι εστί μουσική γενικότερα. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και το γεγονός ότι αυτή τη φορά, οι METALLICA γράφουν όχι μια, αλλά δυο μπαλάντες για το δίσκο. Και όχι power ballads τύπου “Fade to black”, “Welcome home (Sanitarium)” και “One” (έτσι αντιμετωπίστηκαν τα συγκεκριμένα κομμάτια όταν κυκλοφόρησαν). Το γεγονός ότι το “The unforgiven” βρίσκεται στην γνώριμη 4η θέση του tracklist όπως όλα τα προαναφερθέντα δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Προορισμένο για single εν τη γενέσει του, αποτελεί το πέρασμα του Hetfield στο επόμενο επίπεδο ως τραγουδιστή. Να σημειωθεί ότι ποτέ –ούτε ο ίδιος, και κυρίως ούτε οι οπαδοί των METALLICA- νοιάστηκαν για το αν και πόσο καλός τραγουδιστής ήταν, προφανώς επειδή η μπάντα ΔΕΝ χρειαζόταν μια απαραίτητα ΚΑΛΗ φωνή όπως και όσο κάποιες άλλες μπάντες. Το τονίζω γιατί έχω ακούσει τόσα χρόνια που και τα μαλλιά μου έχουν πέσει επισήμως και δεν έχω τι να τραβήξω, αλλά και γιατί έχει ισοπεδωθεί κάθε προσπάθεια προόδου που δεδομένα έκανε ο ίδιος έκτοτε. Ο James ο οποίος πήγε στα ίσα στον Bob Rock και του είπε «θέλω να τραγουδήσω κανονικά, τι πρέπει να κάνω;», είχε ως παράδειγμα σε αυτό που ήθελε να κάνει τον… Chris Isaak και δη την ερμηνεία του στο “Wicked game”. O Rock του εξήγησε ότι απλά πρέπει να είναι ο εαυτός του και ότι θα βρεθεί ο κατάλληλος ήχος, ο οποίος θα αναδείξει τη φωνή του και δεν θα χρειαστεί κι ο ίδιος να υπερβάλλει. Έτσι και έγινε και όσο περνούσε ο καιρός και ο Hetfield δοκίμαζε τρόπους να το τραγουδήσει, αποκτούσε μεγαλύτερη σιγουριά και τελικά το κομμάτι που δόξασε όσο λίγα το όνομα των METALLICA, πήρε την μορφή που αγαπήσαμε όλοι (ΟΛΟΙ ξαναλέω). Στιχουργικά μιλάμε για ένα πλήρη κύκλο της ζωής, από την γέννηση ως τον θάνατο και με κεντρικό θέμα το πώς μεγαλώνει ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε ένα περιβάλλον που δεν τον ευνοεί καθόλου, ορκίζεται ότι ποτέ δε θα χάσει την θέληση του, τα χρόνια περνούν με τον ίδιο να βλέπει τη ζωή να περνάει μπροστά από τα μάτια του χωρίς να κάνει αυτό που πραγματικά θέλει και στο τέλος έχει γεράσει, έχοντας χάσει την «μάχη» που πολεμούσε στη διάρκεια της ζωής του, μην έχοντας κουράγιο για περισσότερα, ενώ έχει φτάσει στο σημείο που δεν νοιάζεται καν για την τροπή των πραγμάτων και υπομονετικά περιμένει την ώρα του για το μεγάλο ταξίδι χωρίς γυρισμό. Μέχρι σήμερα δεν έχω αποφασίσει αν το βίντεο που γυρίστηκε για το κομμάτι είναι καταπληκτικότερο του ίδιου του κομματιού, αλλά μπορώ να σας πω με μεγάλη συγκίνηση ότι την μέρα που πέτυχα –κατά λάθος- την πρώτη του μετάδοση στο MTV, έκλαψα από συγκίνηση και δέος όσο λίγες φορές (και επειδή ήταν και περασμένη ώρα, εκτός από γονείς κι αδερφή, πρέπει να ξύπνησα και όλη την πολυκατοικία, αν όχι το οικοδομικό τετράγωνο). Αίσθημα πληρότητας που δεν περιγράφεται με λέξεις και κείμενα χαλαρά ένα από τα 10 (ή λιγότερα;) καλύτερα κομμάτια που έχω ακούσει στη ζωή μου.
“AND WITH DUST IN THROAT I CRAVE, ONLY KNOWLEDGE WILL I SAVE, TO THE GAME YOU STAY A SLAVE”…
Η Ανατολίτικη κλίμακα στην αρχή του “Wherever I may roam”, μάλλον προσυπέγραψε εκ των προτέρων την μοίρα αυτού του κομματιού. Δεν θα γινόταν με τέτοια αρχή να μην… σπείρει όλεθρο, αλλά υπάρχει μια αναντίρρητη αλήθεια που πονάει πολλούς όσον αφορά το κομμάτι. Έτσι λοιπόν, με απόλυτη συναίσθηση και αντικειμενικότητα (η οποία είναι μεγάλο μου ατού και καμάρι όλα αυτά τα χρόνια ασχέτως προτιμήσεων), έχω να εκφράσω ότι έχω ακούσει χτυπήματα τυμπάνων γρήγορα, δολοφονικά, ευφάνταστα, εκτός συναγωνισμού και περιγραφής, ΑΛΛΑ…! ΚΑΝΕΙΣ, ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΧΤΥΠΗΣΕΙ ΔΥΝΑΤΟΤΕΡΑ ΑΠ’ΟΤΙ Ο LARS ΣΤΟ ΜΠΑΣΙΜΟ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΙΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ. ΚΑΝΕΙΣ! ΠΟΤΈ! ΠΟΥΘΕΝΑ! Τώρα αν στο σημείο που περιγράφω δεν έχετε νιώσει ποτέ ότι θα ξεκολλήσουν οι τοίχοι γύρω σας, ότι θα σπάσουν τα τύμπανα των αυτιών ή ότι απλά όπως πάρα πολλοί που γνώρισα μέσα στα χρόνια, θέλετε κι εσείς να πάρετε μπαγκέτες και να κάνετε το ίδιο, μάλλον βλέπουμε διαφορετικά –και πολύ μάλιστα- μερικά πράγματα που αφορούν τη μουσική γενικά και τους METALLICA γενικά! Προσοχή για να μην παρεξηγηθώ. Δεν θα υποστηρίξω ποτέ ότι ο Lars ήταν και παραμένει πρότυπο ντράμερ (άσχετα που ΟΛΟΙ της γενιάς μου ΑΥΤΟΝ είχαν ως κινητήρια δύναμη για να ξεκινήσουν να κάνουν air-drumming, εκτός αν ήσασταν τόσο μάγκες και παίχτουρες που ξεκινήσατε με τον Lombardo, τον οποίο καλά-καλά δεν προλαβαίνατε στα ηχεία σας, αν ναι, πάω πάσο), αλλά όταν μιλάμε για ΔΥΝΑΜΗ χτυπήματος που έμεινε στην ιστορία, εννοούμε αυτό το κομμάτι. Ένα κομμάτι που επιλέχθηκε επίσης ως μετέπειτα single και που μιλάει για τη ζωή στο δρόμο όσο γλαφυρά και περιγραφικά γίνεται. Τεράστιο κομμάτι για συναυλιακά δρώμενα, μέχρι και σήμερα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σετ του συγκροτήματος (και πολύ καλά κάνει) και αναδεικνύει και αυτό κατά πολύ την βαρύτητα του άλμπουμ συνολικά. Από τα πιο «τραγουδιστά» κομμάτια τους και με τον Hetfield πάλι να έχει βρει την κατάλληλη φωνητική μελωδία, η οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή θα ήταν προϊόν φαντασίας και του ίδιου αλλά και των οπαδών. Απίστευτο το πόσο ωρίμασε στα 3 χρόνια μετά το “…And justice for all” και σε όχι πολύ μεγάλη ηλικία (μόλις 28 τότε)!
“LOVE IT OR LEAVE IT, SHE WITH THE DEADLY BITE, QUICK IS THE BLUE TONGUE, FORKED AS THE LIGHTNING STRIKE”…
To “Don’t tread on me” θεωρήθηκε από πολλούς ως ένα «αφελές» κομμάτι, και παραλίγο να δημιουργήσει και πρόβλημα στους METALLICA. Όσοι ζήσατε έντονα τα γεγονότα εκείνης της εποχής, θα θυμάστε πολύ καλά τις εξελίξεις του πολέμου μεταξύ Ιράκ-Κουβέϊτ στον περίφημο πόλεμο του Περσικού Κόλπου. Το κομμάτι αυτό θεωρήθηκε ότι προκρίνει τις εχθροπραξίες και μάλιστα αρκετοί στρατιωτικοί δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν και για ανόρθωση ηθικού των στρατιωτών (κάτι που έγινε και με το “War ensemble” των SLAYER). Στο κομμάτι αυτό οφείλεται και η χρήση του κροταλία στο εξώφυλλο του δίσκου. Το φίδι που στέκεται σε στάση άμυνας είναι ίδιο με αυτό που υπάρχει στην περιβόητη σημαία Gadsden! O Christopher Gadsden (1724-1805) ήταν ο πολιτικός –και μετέπειτα στρατηγός- που τη σχεδίασε και την χρησιμοποίησε το 1775 κατά τη διάρκεια της Αμερικάνικης επανάστασης. Το μότο “Don’t tread on me” εμφανίζεται πάντα στην κίτρινης απόχρωσης σημαία κάτω ακριβώς από το κουλουριασμένο φίδι, με την σημαία να χρησιμοποιείται ακόμα από χιλιάδες Αμερικάνους ως σύμβολο ελευθερίας και ανεξαρτησίας ή που τονίζει τις Αμερικάνικες ένοπλες δυνάμεις. Πολύ ρυθμικό κομμάτι το οποίο ΠΡΟΦΑΝΩΣ σατιρίζει τον πατριωτισμό και τις τακτικές πολέμου του Αμερικάνικου έθνους. Να το τονίσουμε με κεφαλαία διότι πάρα πολλοί ξέχασαν γρήγορα το μότο και τους στίχους όλων των προηγούμενων δίσκων και δη του προκατόχου “…And justice for all”. Δεν γίνεται να γράφεις αντιπολεμικό κομμάτι και καπάκι να γράφεις κομμάτι που προκρίνει μια πολεμοχαρή λογική. Ο James επανειλημμένα δήλωσε μέσα στις δεκαετίες ότι το κομμάτι δεν έχει καμία πολιτική χροιά (γνωστό το ΠΟΣΟ μισεί να μιλάει για πολιτική, αλλά επίσης έχει δηλώσει ότι αν είχε την ευκαιρία, θα το προσέγγιζε διαφορετικά ώστε να μην υπάρχουν παρερμηνείες για το οτιδήποτε. Από την άλλη βέβαια, όσο κι αν θεωρήθηκε ότι προμοτάρει πολεμικές τακτικές και πατριωτισμό γενικότερα, κάποιοι έπιασαν το αληθινό νόημα ότι στέκεται υπέρ της απόλυτης ελευθερίας σε οποιαδήποτε μορφή μπορεί να υπάρχει. Γι’ αυτό και ο κροταλίας είναι σε θέση άμυνας στο εξώφυλλο, σε φάση «προστατεύω τα ιδανικά μου, τα πιστεύω μου, την περιοχή μου/χώρα μου και δεν πρόκειται να σε πειράξω αν δε με πειράξεις πρώτος, αν όμως αποφασίσεις να το κάνεις, επιεικώς την… στρούμφισες»!
“TOO QUICK TO CRITICIZE, OBLIGATION TO SURVIVE, WE HUNGER TO BE ALIVE”…
To “Through the never” ανοίγει την δεύτερη πλευρά του δίσκου και αποτελεί την άλλη thrashy στιγμή του δίσκου, πλάι στο “Holier than thou”. Ένα κομμάτι που στα αρχικά στάδια της περιοδείας παιζόταν και αποτελούσε μέγιστο fan favorite αλλά επίσης έχει εκλείψει εδώ και χρόνια από το σετ τους (με δειλές εμφανίσεις εδώ κι εκεί τα τελευταία χρόνια ευτυχώς). Στιχουργικά θεωρώ ότι αποτελεί μια από τις πλέον εύστοχες, ώριμες και ευδιάκριτες στιγμές της ιστορίας τους, καθώς με πάρα πολύ απλό τρόπο καταρρίπτει διάφορα φιλοσοφικά ερωτήματα τύπου «τι είμαστε, που πάμε, τι κάνουμε» κτλ. Χρησιμοποιώντας την ατελή έννοια όρων όπως ο χρόνος αλλά και το διάστημα, ο Hetfield τονίζει δίχως αμφιβολία ότι ναι μεν το ανθρώπινο είδος είναι περίεργο από φύση και αν μπορούσε και είχε την δυνατότητα, θα αντλούσε όλη την πιθανή γνώση που υπάρχει εκεί έξω για το οτιδήποτε, αλλά είναι τόσο μεγάλη και απόλυτη η έννοια των όρων που ψάχνουμε να μάθουμε που στο τέλος, είμαστε απλά μια μικρή κουκίδα στον γαλαξία που στο τέλος παλεύουμε για την επιβίωση μας, όσο κι αν θέλουμε να αποδείξουμε στους εαυτούς μας αν και πόσο ζωντανοί είμαστε και θέλουμε να νιώσουμε. Έτσι στο τέλος στριφογυρνάμε γύρω από όλα τα παραπάνω ως αρχή και τέλος των αναζητήσεών μας και καταλήγουμε στο πουθενά, καθώς όλη αυτή η θέληση για έρευνα και περισσότερη γνώση, οδηγεί σε άτοπο, καθώς ποτέ δε θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε όλα όσα θέλουμε. Κοινώς πάντα θα είμαστε ένα πάρα πολύ μικρό μέρος του σύμπαντος που θέλουμε να γνωρίσουμε σε άπταιστο βαθμό, ενώ και ο χρόνος σας έννοια δεν μας ευνοεί στην αναζήτηση αυτή, εξ ου και στίχοι τύπου “Obligation to survive, we hunger to be alive” ή το άκρως περιγραφικό “Limitations of human understanding” που δείχνει και το πόσο μικροί είμαστε σε όλο αυτό το χαώδες σύνολο του οποίου αποτελούμε το ένα/+άπειρο. Σας τα εξηγούν ωραία; Μάθετε μπαλίτσα από τους άρχοντες.
“TRUST I SEEK AND I FIND IN YOU, EVERY DAY FOR US SOMETHING NEW, OPEN MIND FOR A DIFFERENT VIEW”…
Θα το πω απλά, λιτά κι απέριττα όσο γίνεται με όλη την καλή διάθεση και σε κάθε περίπτωση χωρίς τίποτα προσωπικό προς οποιονδήποτε ενδέχεται να θιχτεί. Ελλείψει αυτού του κομματιού, η συντριπτική πλειοψηφία εκεί έξω, δεν θα ήξερε αν και πως δίνεται ένα φιλί, δεν θα μάθαινε ποτέ πως δυο σώματα μπορούν να γίνουν ένα ως αποκορύφωμα της απόλυτης ερωτικής έλξης, τι θα πει αγάπη, πάθος, έρωτας και γενικά δεν θα ήξερε πως μπορεί να εκφράσει πολλά και όμορφα συναισθήματα που δυστυχώς όσο περνούν τα χρόνια, τείνουν να εκλείψουν ως έννοιες και πράξεις. Ναι, το “Nothing else matters” είναι ένα ερωτικό κομμάτι (ω, του εγκλήματος, έτσι;) το οποίο μάλιστα δεν επρόκειτο ποτέ να κυκλοφορήσει, καθώς ο James Hetfield κρατούσε σαν επτασφράγιστο μυστικό και την ύπαρξη του κομματιού γνώριζε μόνο η τότε κοπέλα του, Kristin Martinez, για την οποία γράφτηκε κιόλας, ως αποτέλεσμα της μη συχνής επαφής τους λόγω και των ατελείωτων περιοδειών και γενικά υποχρεώσεων του συγκροτήματος. Έτσι ο James εξέφρασε μέσω του κομματιού πόσο του έλειπε η παρουσία της (παρένθεση, δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΕΝΑΣ φανατικός που να μην εύχεται να είχε κρατήσει αυτή η σχέση, δεδομένου του πόσο αρνητικά θεωρούν ΟΛΟΙ ότι τον έχει επηρεάσει προς το χειρότερο και προς πολλά και διάφορα η νυν γυναίκα του, Francesca Tomasi). Ο Lars Ulrich πίεσε πολύ τον Hetfield να το ηχογραφήσουν, λέγοντας του ότι είναι «ζόρικο» κομμάτι κι ότι έπρεπε να βγάλει μια τόσο προσωπική πλευρά του προς τα έξω. Και πάλι με την συμβολή του Bob Rock, ο Hetfield κατάφερε να παραδώσει μια φοβερή και εσωτερική ερμηνεία, ενώ όλες οι κιθάρες του κομματιού (ΚΑΙ το σόλο) είναι παιγμένα από τον ίδιο. Είναι από τα ελάχιστα κομμάτια στα οποία δεν συμμετείχε ποτέ ο Kirk Hammett, παρότι εμφανίζεται στο βίντεο με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας (με πλάνα κυρίως παρμένα από την βιντεοκασέτα A Year And A Half In The Life Of Metallica). Nα σημειωθεί ότι από ένα σημείο και μετά, το κομμάτι (που είχε ασύλληπτο air play από το MTV) σταμάτησε να παίζεται την μέρα και σε ώρες αιχμής, καθώς υπήρχαν σκηνές όπου απεικονίζοντας γυμνά μοντέλα από το Playboy, ενώ ατραξιόν στο βίντεο θεωρείται το σημείο όπου ο Lars πετάει βελάκια σε έναν στόχο που πάνω του έχει την φωτογραφία του Kip Winger των WINGER (αγαπάμε τον Kip σε κάθε περίπτωση, ο Lars μάλλον όχι και τόσο). Προ δεκαημέρου μάλιστα, βιώσαμε την ιστορικής σημασίας στιγμή όπου το βίντεο έφτασε τις ΕΝΑ ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ! Που να υπήρχε YouTube από το ’91, θα ήταν στο πολύ χαλαρό το πρώτο σε προβολές βίντεο γενικότερα. Νομίζω ότι έχοντας το βήμα και με τόσες λέξεις που έχω γράψει ως τώρα, δεν θα πειράξει κανέναν αν πω ότι μπορείτε να πάρετε τον αριθμό των προβολών και να τον βάλετε ο κάθε αντιρρησίας στο σημείο όπου εκτελείτε την καθημερινή σας ανάγκη (και δε γίνομαι πιο περιγραφικός γιατί έχω υποσχεθεί –και τηρώ παραδόξως ενώ ΔΕΝ θέλω- στον Φράγκο ότι και προκλητικός να είμαι, θα το κάνω ευγενικά, έχω ξεπεράσει τον εαυτό μου, αν μπορούσα και δεν ήταν τέρμα αυτάρεσκο, θα είχα αυτοχειροκροτηθεί αυτή τη στιγμή). Βέβαια το έχω υποσχεθεί με Ελληνικά δεδομένα, οπότε… ONE FUCKING BILLION VIEWS UP YOUR ASSES! PUSSIES!
“I HUNT, THEREFORE I AM, HARVEST THE LAND, TAKING OF THE FALLEN LAMB”…
Επίσης ένα από τα πολύ ΒΑΡΙΑ χαρτιά του δίσκου, το “Of wolf and man” είναι ένα από τα πλέον απέριττα κομμάτια της ιστορίας του συγκροτήματος. Ένα απλό αλλά τόσο ουσιώδες riff στην αρχή, το οδηγεί μέχρι τέλους και με την ερμηνεία του James εδώ αρκετά πολυδιάστατη, ως και θεατρική θα μπορούσα να πω. Η προφανής ερμηνεία είναι ότι πρόκειται για έναν λυκάνθρωπο και τα στάδια που περνάει κατά τη διάρκεια της «αλλαγής» του, με τις αισθήσεις να οξύνονται σε υπερθετικό βαθμό, τον φόβο που προκαλεί στους γύρω του όντας απειλητικός και φαινομενικά ανίκητος και γενικά ένα αίσθημα ελευθερίας και μεγαλοσύνης που ζει στην κατάσταση αυτή, κάνοντας τον ακροατή να βιώνει την πεποίθηση ότι δεν είναι μια μορφή κατάρας όπως την έχουμε συνηθίσει, αλλά μια αναβάθμιση του εαυτού του. Ο ίδιος ο Hetfield, έχει εξηγήσει ότι το κομμάτι μιλάει για το ζώο που κρύβεται μέσα μας, σε κάθε άνθρωπο και λειτουργεί διαφορετικά η εκδοχή αυτή για τον καθένα μας. Στην ουσία αναφέρεται στα πρωτόγονα ένστικτα μας και τις απόκρυφες επιθυμίες μας, που αναντίρρητα υπάρχουν σε όλους μας και ο λύκος που αναφέρεται εδώ ως κυρίαρχο ζώο, είναι απλά μια αλληγορική μεταφορά με την οποία θέλει να εκφραστεί στιχουργικά. Το κομμάτι είναι πραγματικό banger, έχει έρθει, φύγει, επιστρέψει και αποχωρήσει αντίστοιχα πάρα πολλές φορές στο σετ τους, αλλά είναι από τα φαινομενικά αουτσάϊντερ κομμάτια του δίσκου που έχει λάβει καλύτερη μεταχείριση σε σχέση με άλλα θεωρητικά καλύτερα ή πιο ευρέως αποδεκτά κομμάτια του συνόλου. Οι οπαδοί φυσικά και το λατρεύουν λόγω της ωμότητας του και λόγω του ότι πιστεύουν ότι ελάχιστες φορές οι METALLICA ακούστηκαν τόσο διάφανα βαρείς όσο εδώ. Ποιος μπορεί να τους αδικήσει στην τελική;
“TRUST YOU GAVE, A CHILD TO SAVE, LEFT YOU COLD AND HIM IN GRAVE”…
ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟΣ ΚΟΜΜΑΤΟΣ! Ξεφεύγω λίγο από την μετριοπάθεια με την οποία προσπαθώ (μάταια σε σημεία) να αντιμετωπίσω κάθε κομμάτι, μόνο και μόνο για να αποδώσω την αξία που πρέπει στο συγκεκριμένο. Το “The God that failed” έχει μια από τις πιο ψαρωτικές αρχές και γενικά εξελίξεις κομματιών των METALLICA το δίχως άλλο. Κατ’ αρχάς το ξεκίνημα με το μπάσο του Jason Newsted είναι τέρψη των αυτιών. Μια προσωπική δικαίωση για το Newkid που τόσο εμφανές και κρυφό γείωμα άλλων ειδών έφαγε αφού μπήκε στη μπάντα και ειδικά στο “…And Justice For All”, όπου το μπάσο του ακούγεται τόσο όσο καθαρή όραση μπορεί να έχει ο τιτάνας Stevie Wonder. Τα riff βαριά σαν αμόνι, έρχονται και το κάνουν ακόμα πιο εθιστικό και με το φλέγμα του James στον τρόπο που τραγουδάει, καταλαβαίνει κανείς πόσο εσωτερικά έψαξε μέσα του για του στίχους του δίσκου γενικότερα, και του κομματιού αυτού ειδικότερα. Δεν είναι και κανένα καλά κρυμμένο κρατικό μυστικό, ότι το κομμάτι καταφέρεται ευθέως κατά της Christian Science λογικής, την οποία είχαν στο έπακρο οι γονείς του και μάλιστα ακόμα και όταν η μητέρα του, Cynthia Hetfield, αργοπέθαινε από καρκίνο. Το γεγονός της άρνησης να δεχτεί ιατρική περίθαλψη και χάπια που θα την βοηθούσαν κατά τη διάρκεια της ασθένειας της, έχει αφήσει ισχυρά κατάλοιπα μέσα στην ψυχή του James, ο οποίος έχοντας ήδη κατακεραυνώσει τους γονείς του στο “Dyers eve” που κλείνει το “…And justice for all” για τον τρόπο με τον οποίο μεγάλωσε, δεν διστάζει εδώ να ρίχνει αλάτι σε μια πληγή που όλοι ξέρουν ότι παραμένει ανοιχτή, όσο καλά κι αν προσπαθεί να το επουλώσει και να μην αναφέρεται σε αυτό. Ελάτε λίγο σε μια αντίστοιχη θέση και φανταστείτε κάποιον που αγαπάτε πολύ ή σημαίνει πολλά για εσάς και αρνείται οποιαδήποτε βοήθεια στο να θεραπευτεί, δε θα νιώθατε ενοχές ακόμα κι αν πρακτικά δε φταίγατε, που δεν πιέσατε την κατάσταση προς μια συγκεκριμένη έκβαση; Συνοψίστε όλα τα παραπάνω και βάλτε την εξίσωση να συμβαίνει αυτό ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΑΣ, τον άνθρωπο δηλαδή που σας γέννησε, που σας μεγάλωσε και που αποτελεί κακά τα ψέματα την φιγούρα που σας δημιουργεί τις περισσότερες παραστάσεις στη ζωή σας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Θεωρώ ότι ήθελε ξεχωριστό μεγαλείο ψυχής και αυταπάρνηση να καταπιαστεί με το συγκεκριμένο θέμα, όπου δεν ήταν η τελευταία φορά, καθώς μετέπειτα ο θάνατος της μητέρας του αναφέρθηκε και στο “Until it sleeps”. A και σε περίπτωση που κάποιοι δεν το θυμάστε, το συμβάν έγινε το 1979, δηλαδή όταν ο James ήταν μόλις 16!
“MY FRIEND BEFORE YOUR VOICE IS GONE, ONE MAN’S FUN IS ANOTHER’S HELL”…
Στην μοναδική συνεισφορά του Jason Newsted στο δίσκο, βρίσκουμε το αγαπημένο κομμάτι όσων δεν τους αρέσει ο δίσκος ή και το συγκρότημα γενικά (κάτι κατάρες του Mumm-Ra αν ακούσατε μην δίνετε σημασία, κάτι δικά μου είναι, απλά σημειωτέον είμαι φαρμακόγλωσσος του κερατά). Το “My friend of misery” για το οποίο ο λόγος, προοριζόταν αρχικά να είναι ένα απόλυτα ορχηστρικό κομμάτι, κατά την προσφιλή ως τότε τακτική των METALLICA, όπου και σε κάθε ένα από τα τέσσερα ως τότε άλμπουμ τους, υπήρχε το εκάστοτε instrumental που τσάκιζε κόκκαλα και συνειδήσεις (το να αναφέρω ποια ήταν θεωρείται Ύβρις και μόνο στη σκέψη, δε φαντάζομαι να θέλετε ειδική ανάλυση). Εκπληκτική και εδώ η μπασογραμμή στην αρχή, με τον Bob Rock να κάνει ότι μπορεί γενικότερα για να επιβάλλει τον σωστό ήχο για τον Newsted, ο οποίος καθόρισε κατά πολύ την βαρύτητα του δίσκου. Πάντα σε διάφορα βίντεο της εποχής, όταν ερχόταν η ώρα του κάθε μέλους να κάνει το σόλο του, στη σειρά του Jason υπήρχε μια ιδιαίτερη αγάπη μεταξύ του κοινού προς αυτόν η οποία κρατάει μέχρι σήμερα και κάθε απόδοση του αρχικού σημείου του κομματιού ήταν συγκίνηση. Το άκρως μελωδικό μα και αιχμηρό ταυτόχρονα riff έδενε απόλυτα με το μπάσο και οι εσωτερικότατοι στίχοι το κάνανε ίσως το πιο προσωπικό κομμάτι στον δίσκο. Φαντάσου τον εαυτό σου σε μια φάση που θέλεις να ουρλιάξεις για όσα σε κατατρέχουν, νιώθοντας το βάρος του κόσμου στους ώμους σου, αλλά η φωνή σου δεν βγαίνει για Χ λόγους που δεν μπορείς να κατανοήσεις. Το μόνο «ευχάριστο» της όλης υπόθεσης είναι ότι υπάρχει δίπλα σου κάποιος άλλος στην ίδια θέση με σένα που μπορεί και το κάνει, έτσι οι φωνές σας ενώνονται ακόμα κι αν η δική σου δεν ακούγεται (“Remember, misery loves company”, ατάκα που σκοτώνει) και ναι μεν δεν βρίσκεται άκρη, αλλά δεν υποφέρεις μόνος σου. Γενικότερα προκρίνεται μια άκρως πικρή οπτική του πως είναι ο κόσμος μας από την μεριά του πρωταγωνιστή, με κάθε προσπάθεια έκφρασης να πέφτει στο κενό και στην πεποίθηση πως ότι κι αν πεις, θα χαθεί στη λήθη των συμφερόντων και της λογικής του παραλόγου, επιλέγεις τη σιωπή, κι όταν έρχεται η ώρα να μην τα κρατήσεις άλλο μέσα σου, δεν μπορείς να το κάνεις γιατί η πίεση είναι τεράστια και τα κουράγια σου έχουν στερέψει.
“ADVANTAGES ARE TAKEN, NOT HANDED OUT, WHILE YOU STRUGGLE INSIDE YOUR HELL”…
Το κλείσιμο του δίσκου έρχεται με up-tempo τρόπο, όχι τόσο thrashy όσο τα “Holier than thou”/”Through the never”, αλλά με τρόπο ιδανικό για μια τελική όμορφη γεύση του δίσκου ύστερα από μια ώρα και κάτι συγκινήσεων. Το κομμάτι έχει λάβει άκρως θετικά σχόλια για το γεγονός ότι στη μικρή του διάρκεια (δεύτερο μικρότερο κομμάτι του δίσκου), καταφέρνει να συμπυκνώσει άψογα όλα τα στοιχεία των τότε METALLICA (δύναμη, βαρύτητα, καθαρότητα ήχου και επαγγελματισμός, όλα σε ένα) και φυσικά για το υπέροχο σόλο του Kirk Hammett, το οποίο μαζί με το αντίστοιχο του “The unforgiven”, θεωρούνται στα κορυφαία που έχει παίξει ποτέ (δίκαια αν μετράει η ταπεινή μου γνώμη που διαβάζετε τόση ώρα). Το κομμάτι έχει να κάνει με μια σχετικά διαταραγμένη προσωπικότητα που παλεύει μέσα της με τους εσωτερικούς της δαίμονες ώστε να μην τρελαθεί/χάσει τη μπάλα γενικά, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που κάνουν σύνδεση του στιχουργικού περιεχομένου του με το “The frayed ends of sanity” από το “…And justice for all”. Άλλοι θεωρούν ότι πρόκειται για μια ευθεία επίθεση στις μάζες γενικότερα και σε όσους είναι άβουλοι χωρίς το θάρρος της γνώμης, τρώγοντας αμάσητα ότι τους πασάρουν τα μεγάλα «κεφάλια» (τι μου θυμίζει, μα τι μου θυμίζει…) και γενικά ένας φαύλος κύκλος στον οποίο όχι απλά δεν υπάρχει λύση, αλλά αντίθετα το κεφάλι σου και το λίγο μυαλό που σου έχει μείνει, γίνονται ένας απόλυτος πολτός που σε λίγο θα αφήσουν μια ανάμνηση αυτού που ήσουν κάποτε και θα μετατραπείς κι εσύ σε κάτι που δεν έχεις ούτε ιδέα τι είναι και φυσικά πως μπορείς να ξεφύγεις από όλο αυτό που εν μέρει δημιούργησες ο ίδιος, χωρίς καν να πιεστείς.
Και τώρα που αναλύσαμε πλήρως τι έγινε πριν το δίσκο, κατά τη διάρκεια του και όσον αφορά τα κομμάτια, ας δούμε τι συνέβη μέσα στα 30 αυτά χρόνια από την κυκλοφορία του και γιατί θεωρείται το πλέον κομβικό μεταλλικό άλμπουμ όλων των εποχών. Προφανώς ξεκινάμε από το γεγονός της ραγδαίας αύξησης της δημοτικότητας τους. Ναι, όπως αναφέραμε στην αρχή γέμιζαν ήδη αρένες και στάδια, αλλά πλέον η κατάσταση ξέφευγε κατά πολύ. Οι απαιτήσεις των οπαδών αλλά και αμοιβές των ίδιων αυξήθηκαν άμεσα, το συναυλιακό κομμάτι έγινε σόου τεραστίων διαστάσεων που μόνο οι πολύ μεγάλες ροκ μπάντες της ιστορίας μπορούσαν να προσφέρουν. Ξαφνικά οι METALLICA έμπαιναν κι επίσημα σε συζητήσεις δίπλα σε ονόματα που και τους επηρέασαν αλλά και που οι ίδιοι θαύμαζαν. Ήταν ολοφάνερο ότι μιλούσαμε για μια συνολικά μεταλλική μπάντα και δεν ήταν πλέον οι δημιουργοί, θεμελιωτές κι απόλυτοι μονάρχες του thrash. Όχι, είχαν γίνει πολλά παραπάνω από αυτό, καθώς πλέον δεν στεκόταν σε συγκεκριμένα μουσικά σύνορα, ενώ δεν τους όριζε πλέον και η ανέκαθεν μεγάλη διάρκεια που είχαν τα περισσότερα κομμάτια τους. Ναι, ο Lars Ulrich ειδικά αποσκοπούσε δεόντως στο να κάνουν το μεγάλο μπαμ, αλλά από το να το πεις μέχρι να το κάνεις, υπάρχουν πολλά χιλιόμετρα δρόμου μπροστά σου.
Οι METALLICA μέσα από την απλότητά τους για πρώτη φορά στην καριέρα τους, χωρίς ωστόσο να είναι απλοϊκοί (τεράστια η διαφορά η οποία δυστυχώς δεν είναι και πολύ ευνόητη, γι’ αυτό και το αναφέρω), κατάφεραν να εισέλθουν στα μεγάλα σαλόνια. Να είναι περιζήτητοι από παντού, φεστιβάλ, τύπο, μουσικούς φορείς κάθε είδους και να μπουν στην κυριολεξία σε κάθε σπίτι, το οποίο πριν είχε τις πόρτες του ερμητικά κλειστά όχι μόνο γι’ αυτούς, αλλά και τον μεταλλικό ήχο γενικότερα. Διάολε, μέχρι και η μάνα μου που πάντα άκουγε το όνομα METALLICA και δεν είχε ιδέα αν έχει κάποια διαφορά με ομάδα ποδοσφαίρου, είχε μάθει σε μια εβδομάδα απ’ έξω τα κομμάτια του δίσκου και σιγοτραγουδούσε με τον δικό της τρόπο (να-να-να, μη θέλετε και πολλά), ενώ μου ζητούσε μια ζωή να βάζω το “The unforgiven” στο repeat (οκ μετά έμαθε κι άλλα μετέπειτα, μη βαράτε), ενώ μέχρι και οι γείτονες όταν έβαζα το δίσκο τέρμα δεν διαμαρτυρόντουσαν (το ίδιο έγινε μετέπειτα και με τα 2 “Use your illusion” των GUNS N’ ROSES, για να δείτε τι σημαίνει ωραία παιδικά χρόνια). Ήταν πραγματικά μια από τις στιγμές που όλα συνωμοτούν υπέρ σου λες κι έχουν έρθει σε τέλεια αρμονία και το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να το εκμεταλλευτείς.
Προφανώς οι METALLICA το εκμεταλλεύτηκαν και κακά τα ψέματα, το εκμεταλλεύονται ακόμα, 30 χρόνια μετά. Είναι η στιγμή που από ατίθασα αγόρια γίνονται ώριμοι άντρες άθελα τους και παρότι αυτό μελλοντικά είχε αντίκτυπο στη νοοτροπία τους σαν μπάντα γενικότερα (επιμένω σφοδρά ότι όσο και αν αγαπάμε μια μπάντα, όταν έρχεται η στιγμή που ωριμάζει, χάνεται κάτι από την παλιά μαγεία και ξέρουμε νομοτελειακά ότι τίποτα πια δε θα είναι το ίδιο και δεν μπορώ να σκεφτώ κάποια ιδιαίτερη θετική εξέλιξη εκ του μακρώθεν, τουλάχιστον με τα πολύ αγαπημένα μου συγκροτήματα), πλέον το μαγαζί άρχισε να λειτουργεί με επαγγελματικούς προσανατολισμούς χωρίς να αφήνει τίποτα στην τύχη και έγινε ξεκάθαρα αυτό που ονομάζουμε μαγαζί-γωνία. Μαγαζί-γωνία παίζοντας heavy metal παρακαλώ, όσο δεν είχε γίνει ποτέ κανείς ως εκείνη τη στιγμή κι όσο δε θα γίνει ποτέ κανείς μελλοντικά ότι κι αν συμβεί (που μακάρι δηλαδή, αλλά όλοι ξέρουμε ότι αποκλείεται). Φανταστείτε έναν οργανισμό που παλεύει σε DIY λογική, σιγά-σιγά αρχίζει να αποκτάει ένα φανατικό (τον φανατικότερο για την ακρίβεια) πυρήνα οπαδών, στη συνέχεια με κάθε του βήμα εδραιώνεται όλο και περισσότερο, και σε σύντομο σχετικά διάστημα (8 χρόνια μετά το ντεμπούτο, στο 5ο άλμπουμ), έρχεται η απόλυτη αναγνώριση και καταξίωση.
Βάλτε λοιπόν ξανά κάτω τα δεδομένα και πάρτε την μπάντα των τεσσάρων πρώτων δίσκων με κομμάτια που στην καλύτερη διαρκούσαν μόλις 5’ και έφταναν τα 10’ σχεδόν, χωρίς την παραμικρή έκθεση σε τηλεόραση και ραδιόφωνο κι όμως να θεωρούνται και να είναι ότι καλύτερο υπάρχει στο χώρο τους, σε όλο το σύνολο αυτού, ένα βήμα μπροστά από όλους που προσπαθούσαν μελλοντικά να τους κοπιάρουν. Μοιραία λοιπόν, όταν αρχίζει να σε παίζει το ραδιόφωνο, όταν αρχίζεις και γυρνάς βίντεο (τα οποία σημειωτέον μισείς και στα τρία πρώτα θεμελιώδη άλμπουμ δεν έχεις γυρίσει κανένα και πρέπει να χάσεις τον μπασίστα σου και να αναγεννηθείς από τις στάχτες σου για να γυρίσεις το πρώτο εν έτει 1988) και όταν περισσότεροι άνθρωποι έρχονται σε επαφή μαζί σου, ψάχνουν το παρελθόν σου και ανακαλύπτουν ότι ο δίσκος που έβγαλες δεν είναι προϊόν παρθενογένεσης αλλά προϋπήρχες με εξίσου σημαντικές/συγκλονιστικές στιγμές ή και ανώτερες για πολλούς, ε τότε κάτι πήγε λίγο πιο σωστά αυτή τη φορά και έκατσαν εξάρες στη ζαριά σου και όχι μόνο πήρες όλα τα λεφτά του μεριδίου από την πίτα που σου αναλογούσε, αλλά προσέφερες και μέρος της αναγνώρισης σου άθελα σου σε όσους ξεκίνησαν μαζί σου ή σε ακολούθησαν στην πορεία.
Για τα Αμερικάνικα δεδομένα ειδικά, μιλάμε για το πρώτο άλμπουμ του είδους με το οποίο ήρθε σε επαφή μια ολόκληρη γενιά οπαδών. Δεκάδες αν όχι εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων στη χώρα μάθανε τι θα πει heavy metal μέσα από αυτόν τον δίσκο, ο οποίος λες και ήταν γραφτό, αποτέλεσε το ιδανικό καλωσόρισμα όλων αυτών των επιδερμικών ή και άσχετων με την έννοια του heavy metal ανθρώπων και έτσι άνοιξαν οι πόρτες της μουσικής μας όπως προαναφέραμε ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα σημεία, όχι μόνο της Αμερικάνικης επιφάνειας αλλά και όλης της υφηλίου. Ο δίσκος με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο κατέστησε σαφές ότι δεν είναι ντροπή να ακούς heavy metal και ότι ήταν μια μουσική που ήδη υπήρχε δυο ολόκληρες δεκαετίες, ενώ με την έλευση του δίσκου καθαυτού, εξασφαλιζόταν εν πολλοίς και ένα λαμπρό μεταλλικό μέλλον. Σκεφτείτε τώρα πάλι ξανά τι εστί 1991 σαν χρονιά, τι δίσκοι έχουν βγει από μεγαθήρια mainstream αποδοχής όπως οι GUNS N’ROSES, NIRVANA, PEARL JAM, SOUNDGARDEN, πως με την επιτυχία των METALLICA αρκετοί έμαθαν τους SKID ROW, τους PANTERA, τους SEPULTURA, τους SLAYER, πόσα είδη μπόρεσαν να αναπαραχθούν άφοβα με την ασφάλεια του πέπλου που τους προστάτευε πλέον μέσω αυτού του δίσκου και κατανοείτε τη σημασία της κυκλοφορίας του ακόμα παραπάνω.
Οι METALLICA πέτυχαν αυτό που δεν είχαν καταφέρει παιδικοί τους ήρωες και κύριες επιρροές τους όπως οι BLACK SABBATH, JUDAS PRIEST, MOTORHEAD, SAXON, IRON MAIDEN, με το να καταφέρουν να ενώσουν ακόμα περισσότερο τους οπαδούς κάτω από ένα κοινό ηχητικό τοπίο κι ένα σκοπό που δεν ήταν άλλος από την διαιώνιση της μουσικής μας. Στην αυγή των 90s, με 3 χρόνια δισκογραφικής απουσίας, με την ακατανόητα επίπονη απώλεια του μοναδικού ανθρώπου στο συγκρότημα που ήξερε από μουσική θεωρία και ήταν ο πλήρως καταρτισμένος παίκτης όλων στο πρόσωπο του Cliff Burton(φανταστείτε την προσεχή Μπαρτσελόνα δίχως τον Μέσι μιας και είναι επίκαιρο τελευταία), χωρίς την παραμικρή υποστήριξη από πουθενά πέρα από τις δικές τους ικανότητες, κι όμως έστρεψαν τις πιθανότητες απόλυτα υπέρ τους και από επίμονους και υπομονετικούς παίχτες που περίμεναν την στιγμή τους για να γράψουν ιστορία, έγιναν οι απόλυτοι ρυθμιστές όλων των μελλοντικών εξελίξεων στο μεταλλικό ήχο και έβαλαν στήθος μπροστά για όλη την έννοια του METAL (με κεφαλαία γιατί έχουμε μάθει να σκοτωνόμαστε ενώ ανήκουμε όλοι σε κάτι κοινά αποδεκτό και αγαπητό), με πολλές μπάντες να παίρνουν ασύλληπτα μεγάλο κίνητρο και να σκέφτονται ότι «αφού το έκαναν αυτοί, μπορούμε να το κάνουμε κι εμείς».
Προφανώς το σκεπτικό των περισσοτέρων ήταν και το σωστό, το αποτέλεσμα βέβαια σε καμία περίπτωση δεν τους δικαίωσε, καθώς δεν ξαναβγήκε άλμπουμ ανάλογης αξίας και επιρροής, μουσικά και εξωμουσικά. Ήταν και η απόδειξη ότι μερικά πράγματα συμβαίνουν μόνο μια φορά και ότι η ιστορία σε περιμένει να την γράψεις με τους δικούς σου όρους αν είσαι αρκετά ικανός, άφοβος και με άγνοια κινδύνου. Πάντα φυσικά εγείρεται το ερώτημα τι θα γινόταν χωρίς την παρουσία αυτού του δίσκου, στον μεταλλικό ήχο γενικότερα και προφανώς στην δική τους καριέρα ειδικότερα. Με τα αν δεν κάνουμε δουλειά, αλλά επειδή είμαι βέβαιος ότι πάρα πολλοί το έχουν σκεφτεί με οποιαδήποτε θετική και αρνητική εκδοχή, είναι βέβαιο και το ότι οι ίδιοι οι METALLICA δε θα γίνονταν ΤΟΣΟ τεράστιοι, αλλά και η μουσική μας δεν θα είχε την εξέλιξη που είχε και πολλά πράγματα θα είχαν γίνει με τρομερά διαφορετικούς (αρνητικούς προφανώς) όρους προς την πλευρά των συγκροτημάτων. Συνεχίζω προφανώς να επιμένω ότι τίποτα δε θα στερούσε τον θρόνο των καλύτερων όλων των εποχών από το συγκρότημα, ακόμα κι αν ο δίσκος πουλούσε αισθητά λιγότερα αντίτυπα (ας πούμε ότι έφτανε μέχρι τα 5.000.000 αντίτυπα το πολύ), η αξία του σαν δημιούργημα δεν καθορίζεται σε καμία περίπτωση από την ευρεία αποδοχή του.
12 κομμάτια, 62μιση λεπτά τελειότητας όσο λίγες φορές, δίσκος που έχει μαρτυρηθεί ότι έπαιζε ακόμα και στα πιο άσχετα πιθανά σημεία από την αρχή ως το τέλος γιατί απλά δεν μπορείς να πηδήξεις κομμάτι. Χωρίς τίτλο πρακτικά, με ένα εξώφυλλο αντιτουριστικό που δεν φαίνεται καν καλά το λογότυπο τους για να ξέρεις με ποιους έχεις να κάνεις, με στίχους εσωτερικούς που δεν είναι και η χαρά της ζωής, αλλά αντίθετα σου δημιουργούν ερωτήματα, προβληματισμούς και διάφορα άλλα. Όχι πλέον thrash, άρα εν μέρει καταδικασμένοι να χάσουν πιστούς οπαδούς νομοτελειακά. Κι όμως όχι απλά αυτό δεν γίνεται, αλλά ο σεβασμός μεγαλώνει, έρχονται ακόμα περισσότερα εκατομμύρια οπαδών στο πλάϊ σου και στο μεταλλικό ήχο γενικά, με την ευθύνη ότι κουβαλάνε όλους τους συνοδοιπόρους τους μαζί ώστε να μπορέσουν να διεκδικήσουν κι αυτοί ότι μπορούν. Με συναυλίες που διαρκούσαν τρεις ώρες επί σχεδόν 3μιση χρόνια και με το αίσθημα της μεγαλοσύνης πολλές φορές να τους ξεπερνάει, τόσο που στο τέλος της περιοδείας αυτής, «κάηκαν» τόσο πολύ και δεν ήθελαν με τίποτα να επαναλάβουν κάτι παρόμοιο (δεν θα μπορούσαν κιόλας πιστεύω) και να αναζητήσουν πλέον άλλες λογικές που δεν θα ήταν αυστηρά μεταλλικές και να συγκεντρώνουν τα πυρά ακόμα και των πιο πιστών οπαδών και άσπονδων εχθρών τους.
Ναι, οι METALLICA ποτέ πια δε θα ήταν οι ίδιοι μετά από αυτό το άλμπουμ και το ήξεραν και οι ίδιοι, το ήξερα κι εγώ, κι εσύ που διάβασες όλο το κείμενο ως εδώ και όλοι όσοι το άκουσαν κι έβλεπαν μπροστά. Πλέον τα πρωτεία έπαιρνε η συντήρηση του μεγάλου ονόματος τους, πλέον η μουσική και το ίματζ θα έμπαιναν σε δεύτερη μοίρα σε πολλές περιπτώσεις, πλέον οι αποφάσεις θα παίρνονταν με γνώμονα το συμφέρον της μπάντας και όχι την ικανοποίηση των οπαδών και γενικά άλλαξαν πολλά που δυσαρέστησαν πολλούς αλλά που εκ των υστέρων, αποδείχθηκαν άκρως βιώσιμα για το μέλλον τους και που βρισκόμενοι όλοι κοντά στα 60 τους πλέον, έχουν το κίνητρο να παίζουν ακόμα, όταν κι όποτε θέλουν, με τους όρους που θέλουν, αν το θέλουν και γενικά έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση που η μουσική βιομηχανία δεν μπορεί πλέον να βάλει σε στεγανά, αλλά που οι METALLICA αν και όποτε θέλουν κι επιθυμούν, την κάνουν ότι θέλουν. Αναλογιζόμενοι όλα τα παραπάνω, σκεφτείτε το μέλλον των METALLICA χωρίς αυτό το δημιούργημα. Το “Metallica”, το μαύρο άλμπουμ όπως οι περισσότεροι το αποκαλούν μέχρι σήμερα, το άλμπουμ του φιδιού όπως πάρα πολλοί άλλοι ανέφεραν εκείνη την εποχή…
30 χρόνια πέρασαν αλλά στην καρδιά μου δεν άλλαξε τίποτα από την πρώτη στιγμή. Ακόμα περιμένω το άλμπουμ που θα βγει για να το ξεπεράσει και να θέσει νέες εξελίξεις στο μεταλλικό ήχο, ακόμα περιμένω να πάρω μια ανάλογη χαρά και ακόμα επιμένω ενώ ξέρω ότι δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα από όλα τα παραπάνω. Πως μπορείς να κλείσεις 30 χρόνια βιωμάτων σε ένα κείμενο;
Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΔΙΣΚΟΣ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ 30 ΕΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΥ ΚΑΝΕΝΑΣ (Κ-Α-Ν-Ε-Ν-Α-Σ) ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΔΕΝ ΘΑ ΑΚΟΥΣΤΕΙ ΣΑΝ ΑΥΤΟΝ, ΣΕ ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΕΙΔΟΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ._
Άγγελος Κατσούρας
Πάντα ο φανμποισμός ήταν μέρος της μεταλλικής μας ζωής αλλά αυτό είναι ένα πραγματικά κακό κείμενο.