
ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Moving target” – ROYAL HUNT
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1995
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Kick Music (Europe) / Teichiku Records (Japan) / Rondel Records (USA)
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: André Andersen
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – D.C. Cooper
Πλήκτρα – André Andersen
Κιθάρες – Jacob Kjaer / André Andersen
Μπάσο – Steen Mogensen
Drums – Kenneth Olsen
Η περίπτωση των ROYAL HUNT είναι άξια μελέτης. Ο André Andersen είχε το θράσος να παίξει Metal με σημείο βαρύτητας τα πλήκτρα στις αρχές των 90s, δημιουργώντας έναν ήχο όπου μέχρι και σήμερα καταφέρνει να ηχεί μοναδικός. Το “Moving target” του 1995 συνεισέφερε στον μέγιστο βαθμό ώστε να γίνει αυτή η μπάντα σπουδαία, αφού πρόκειται για μία εξαιρετική δουλειά μελωδικού Metal η οποία κατατάσσεται εύκολα στους ελίτ του είδους της. Παντρεύει πολλά είδη, όπως το Progressive, το Neoclassical, το AOR και το Hard Rock, ενώ έχει εμπλουτιστεί με στοιχεία τα οποία συναντάμε πολύ σπάνια στη βαριά μουσική, λόγου χάρη τα backing vocals με τα γυναικεία φωνητικά που χρησιμοποιούνται με έναν άκρως trademark τρόπο.
Οι Δανοί δεν ήταν ποτέ συγκρότημα του οποίου την ταυτότητα χαρακτήριζαν οι τραγουδιστές, άλλωστε έχουν περάσει 4 φωνές από αυτούς, αλλά με τον D.C. Cooper μπορούμε να πούμε πως χτύπησαν φλέβα χρυσού! Δεν είναι τυχαίο πως με αυτόν κυκλοφόρησαν τις καλύτερές τους δουλειές (“Moving target” και “Paradox”), οπότε η ένταξή του κρίνεται εκ των υστέρων ως μία άκρως επιτυχημένη κίνηση. Μάλιστα ο συγκεκριμένος δίσκος είναι και η παρθενική εμφάνιση του τραγουδιστή στην Metal δισκογραφία, οπότε δεν θα μπορούσε να κάνει καλύτερη εκκίνηση καριέρας. Με τις ικανότητές του, απογείωσε τις συνθέσεις του André σε άλλο επίπεδο. Και τι συνθέσεις έτσι;
Το tracklist είναι φανταστικό, με το ποδαρικό να γίνεται με μία από τις κορυφαίες στιγμές του συγκροτήματος, το “Last goodbye”. Μπροστά του η αλήθεια είναι πως τα υπόλοιπα τραγούδια θα έπρεπε να ωχριούν, αλλά είναι όλα τόσο πλούσια σε ωραίες μελωδίες, που οι συγκρίσεις πάνε αμέσως περίπατο. Στα 42 λεπτά μουσικής, δεν υπάρχουν γρήγορα beats ή έντονα ξεσπάσματα πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, με το Groove να κυριεύει τα πάντα. Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα από το “Step by step”, κομμάτια σαν αυτό σπάνε το φράγμα του είδους και των περιορισμών κερδίζοντας τον άκρως κολακευτικό χαρακτηρισμό της “εκπληκτικής μουσικής”, τελεία! Παρεμπιπτόντως, μετά από αυτό ακολουθεί το instrumental “Autograph”, το οποιο εν αντιθέσει με το τι συμβαίνει στην πλειοψηφία τέτοιων τραγουδιών, όχι απλά δεν είναι βαρετό ή περιττό, αλλά κερδίζει επάξια τον τίτλο του highlight! Δεν χρειάζεται να αναφερθώ ονομαστικά σε όλο το δίσκο, αρκεί να πω πως δεν υπάρχει filler ούτε για πλάκα, ενώ δεν υπάρχει σύνθεση της οποίας τις μελωδίες δεν θα ήθελαν να έχουν σκαρφιστεί καλλιτέχνες ανεξαρτήτως ιδιώματος.

Το μεγάλο παράδοξο του “Moving target” είναι πως ενώ στιχουργικά αλλά και ηχητικά κρύβει μία μελαγχολία και μαυρίλα, καταφέρνει να ακούγεται για κάποιο λόγο ελπιδοφόρο και φωτεινό. Ακούγοντας μόνο τη μουσική του “1348”, δεν θα πήγαινε ποτέ το μυαλό κανενός πως η θεματολογία αφορά τη Μαύρη Πανώλη, παρόλα αυτά το ακούς και λες τι όμορφο τραγούδι! Ακραίο έτσι; Πάμε και σε ένα ωραίο trivia τώρα! Στο εξώφυλλο βλέπουμε κατεστραμμένα κτίρια της Κοπεγχάγης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945. Ο André βρήκε αυτήν ακριβώς τη φωτογραφία στα πράγματα του εκλιπόντος πατέρα του και του τράβηξε την προσοχή. Την κράτησε αυτούσια, πρόσθεσε απλά τον κόκκινο στόχο, και έτσι εμπνεύστηκε ο τίτλος του δίσκου. Είναι απίστευτο τι ιστορίες και προσωπικές λεπτομέρειες κρύβονται πίσω από μουσικές ακούμε τόσα χρόνια!
Κλείνουμε λοιπόν το κείμενο ενός άλμπουμ που έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με τα κύρια γνωρίσματα του Heavy Metal. Είναι όμως ένα άλμπουμ που χτίζει καριέρες και αποτελεί το πρώτο breakthrough για τους ROYAL HUNT, που τους άνοιξε την πόρτα σε αρκετές αγορές με πρώτη και καλύτερη την Ιαπωνία. Στην τελική, η πραγματική έννοια του προοδευτικού δεν είναι να σπάνε τα καλούπια και οι περιορισμοί; Εάν υπάρχουν ψυχές εκεί έξω που δεν έχουν ακούσει το “Moving target”, προτείνεται με κλειστά μάτια και ανοιχτό μυαλό, ως ένας από τους πιο όμορφους μη επιθετικούς δίσκους που ζουν κάτω από τη σκεπή του Metal.
Παύλος Παυλάκης















