A day to remember… 17/10 [BATHORY]

0
371
Bathory




















Bathory

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Octagon” – BATHORY
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1995
ΕΤΑΙΡΙΑ: Black Mark Production
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Quorthon
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Κιθάρα, Φωνητικά –  Quorthon
Μπάσο – Kothaar
Τύμπανα – Vvornth

Το ημερολόγιο δείχνει 1995. Ο Quorthon έχει ήδη προλάβει να φέρει τα πάνω κάτω στον ακραίο ήχο. Δίσκοι όπως το χαοτικό ομώνυμο, το απόκοσμο “The Return……” και το μανιασμένο “Under the Sign of the Black Mark” αποτέλεσαν κομμάτι του πρώτου κύματος του black metal και συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση του ήχου. Το τεράστιο, μα και συνάμα μεταβατικό “Blood Fire Death”, καθώς και τα επικά και επιβλητικά “Hammerheart” και “Twilight of the Gods”, έδωσαν πνοή σε αυτό που αργότερα θα ονομαστεί Viking metal, ενώ ταυτόχρονα σφράγισαν την υπερδημιουργική πρώτη περίοδο του Quorthon.

Μπορεί ο κύκλος αυτών των έξι δίσκων να είχε αλλάξει εν πολλοίς το extreme metal, όμως στο κλείσιμό του ο ψηλός Σουηδός βρέθηκε μπροστά σε ένα δημιουργικό κενό. Το δήλωνε άλλωστε ευθαρσώς σε συνεντεύξεις της εποχής πως είχε «αδειάσει» και ξεμείνει από ιδέες. Το ίδιο το δημιούργημα που τόσο μαεστρικά έχτισε και απέκτησε τη δική του μυθική υπόσταση, ήταν αυτό που τελικά προκάλεσε πίεση και κούραση στον κατά κόσμο Thomas Börje Forsberg.

Λίγο μετά την κυκλοφορία του “Twilight of the Gods”, τα “Jubileum Vol. I” (1992) και “Vol. II” (1993) σηματοδότησαν τον εορτασμό της πρώτης δεκαετίας των BATHORY, όμως ο Quorthon ήδη στρέφει το βλέμμα του αλλού. Στα προσωπικά του άλμπουμ, “Album” και “Purity of Essence”, φλερτάρει με τον ήχο του Seattle, ενσωματώνοντας rock και alternative στοιχεία και επιδιώκοντας μια προσωρινή απομάκρυνση από τη βαριά μουσική κληρονομιά των BATHORY.

Φυσικό ήταν, μιας και μιλάμε για έναν τρομερά ανήσυχο καλλιτέχνη, να νιώσει ξανά την ανάγκη να εκφραστεί μέσα από πιο ακραίες και πρωτόγονες φόρμες μουσικής. Κάπως έτσι, το 1994 φτάνουμε στο –ίσως υποτιμημένο– “Requiem”, και έναν χρόνο μετά στο “Octagon”, του οποίου την επέτειο γιορτάζουμε.

Εδώ ο Quorthon αφήνει πίσω του οτιδήποτε είχε κάνει μουσικά τα προηγούμενα χρόνια. Βουτά στα ‘80s και κινείται σε retro thrash μονοπάτια, θυμίζοντας τις πρώτες του επιρροές από εκείνη τη δεκαετία. Το αποτέλεσμα, ωστόσο, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση “επιστροφή στις ρίζες”. Αντίθετα, στήνεται ένα διαφορετικό σκηνικό, με συνθέσεις που πάσχουν σε έμπνευση και στερούνται της συνοχής που μας είχε συνηθίσει ο Σουηδός. Ο ήχος ωμός μεν, αλλά απρόσεκτος, το μπάσο εξαφανισμένο και τα drums ντυμένα με έναν σχεδόν εκνευριστικό ήχο.

Αναμφίβολα το “Octagon” δεν μπορεί να θεωρηθεί μια από τις καλές στιγμές του Quorthon. Τον παρουσιάζει σε μια φάση καλλιτεχνικής ξηρασίας και αμηχανίας. Ο ίδιος είχε δηλώσει κάποτε πως εκείνη την περίοδο «χρειαζόταν να αφήσει τα πάντα πίσω του». Έτσι, το “Octagon” ακούγεται περισσότερο σαν εκτόνωση παρά σαν δημιουργία, στοχεύοντας περισσότερο στην ελευθερία του δημιουργού του παρά στην αρτιότητα.

Η ουσιαστική του αξία βρίσκεται αλλού. Κατά κάποιον τρόπο αποτέλεσε τον καταλύτη που οδήγησε τον Quorthon, ύστερα από μια εξαετή αποχή, στο “Destroyer of Worlds”. Εκεί ο Σουηδός πειραματίστηκε, συνδυάζοντας το thrash με το επικό του παρελθόν, ένα βήμα που έφερε ξανά σε καλλιτεχνική ισορροπία και άνοιξε τον δρόμο για τα αριστουργήματα “Nordland I” και “Nordland II”.

Θανάσης Μπόγρης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here