A Day To Remember… 19/09 [OBITUARY]

0
260












ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Cause of death” – OBITUARY
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1990
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Roadrunner Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Scott Burns & OBITUARY
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – John Tardy
Ρυθμική κιθάρα – Trevor Peres
Lead κιθάρα – James Murphy
Μπάσο – Frank Watkins
Drums – Donald Tardy

Στον απόηχο της τρέλας και σχιζοφρένειας που προκάλεσε στους οπαδικούς κύκλους της εποχής το ντεμπούτο τους “Slowly we rot”, οι OBITUARY δεν έκατσαν να επαναπαυθούν στις δάφνες της απότομης τεράστιας αποδοχής που απέκτησαν. Αντίθετα με σιγή ιχθύος και στρατηγικά μελετημένες κινήσεις, υποχθόνια καταστρωνόταν το πλάνο της επίθεσης για το δεύτερο άλμπουμ τους, για το οποίο είχαν πολύ μεγαλύτερες φιλοδοξίες και το οποίο στο δικό τους σκεπτικό θα ήταν το πραγματικό τους ντεμπούτο. Όχι γιατί το “Slowly we rot” δεν ήταν ήδη ένα φοβερό άλμπουμ, αλλά γιατί αυτή τη φορά θα είχαν τις συνθήκες ηχογράφησης που ήθελαν (έχουμε ήδη αναλύσει σε περυσινό κείμενο τα του “Slowly we rot”, το οποίο μάλιστα ήταν και η πρώτη παραγωγή του μετέπειτα «γκουρού» Scott Burns). Ο αέρας της αλλαγής μπορούσε να γίνει αντιληπτός από το γεγονός ότι ήδη προστέθηκαν δυο νέα μέλη στο συγκρότημα. Κι αν η αποχώρηση του Daniel Tucker έφερε τον Frank Watkins στη θέση του και αυτό δεν έλεγε αρχικά κάτι από μόνο του, η φυγή του Allen West ήταν μεγάλη απώλεια. Όπως μεγάλη ήταν και η προσθήκη του πρόσφατα απολυθέντα από τους DEATH και αιώνιου μεταλλικού γυρολόγου, James Murphy. Στο άκουσμα της εισόδου του στους OBITUARY, οι οπαδοί έπαθαν αμόκ προσμονής.

Και πως όχι άλλωστε, καθώς ο Murphy είχε αφήσει τα διαπιστευτήριά του σαν παίχτης και η φήμη του προηγούνταν της κλάσης του σε κάθε περίπτωση. Δίπλα στον σταθερό πυρήνα των αδερφών Tardy (John στα φωνητικά-ΚΟΛΑΣΗ και Donald στα τύμπανα) και του ρυθμικού κιθαρίστα Trevor Peres, οι δυο νέες προσθήκες συμπλήρωναν το παζλ άψογα και έτσι οι Obies με σοβαρότητα και πλήρη μυστικότητα ετοίμαζαν στον ιερό ναό των Morrisound Studios ένα άλμπουμ που η ιστορία αιώνια θα το προκρίνει στην καλύτερη κάφρικη πεντάδα όλων των εποχών στην ιστορία του είδους. Ο λόγος για το “Cause of death”, το οποίο κυκλοφόρησε στις 19 Σεπτεμβρίου του 1990, μόλις 15 μήνες μετά το “Slowly we rot” και μετά τις θυελλώδεις εμφανίσεις τους για τη συγκεκριμένη περιοδεία, όπου οι Φλοριδιανοί φίλοι μας έγραφαν ήδη ιστορία εξ αρχής κι έκαναν το κοινό που τους παρακολουθούσε να παραληρεί με την πρωτοφανή τους λύσσα και φυσικά την αστείρευτη βαρύτητα τους. Από την εφιαλτική εισαγωγή του “Infected”, μπορούσε εύκολα ο ακροατής να καταλάβει ότι αυτό που έγινε στο “Slowly we rot” δεν έτυχε, αλλά πέτυχε. Στόχο από το χιλιόμετρο με τη μία λοιπόν, με τον ήχο να είναι συντριπτικός και με τις κιθάρες σε πλήρη χημεία να δημιουργούν τείχος δύναμης.

Ο ήχος της ρυθμικής του Peres γεμίζει τα ηχεία ενώ κάνοντας την εμφάνιση τους πάνω στα απλά του –στην αρχή- κατεβάσματα, τα σόλο του Murphy προδίδουν την αλλαγή επιπέδου από άποψης παιξίματος. Ο Allen West ήταν ένας πιο ωμός παίχτης, ο Murphy είχε όμως όλο το πακέτο που χρειάζονταν τότε οι OBITUARY για να κάνουν το επόμενο μεγάλο βήμα. Κι ενώ όλα αυτά περνάνε από το μυαλό του οπαδού, έρχεται Α-Υ-Τ-Η η φωνή να ισοπεδώσει τα πάντα. Αυτό το «ουρλιάζω/δεν τραγουδάω» και το «πετάω κραυγές στη σειρά/δεν έχω συγκεκριμένους στίχους» του John Tardy που δεν είχε και δεν θα έχει ποτέ αντίπαλο, παρέλυε τις αισθήσεις και πάγωνε το αίμα. Τρομερή ένταση, απίστευτο πάθος, μοναδική πρωτοτυπία φωνής, η οποία είναι κατ’ εμέ προσωπικά, η χαρακτηριστικότερη όλου του μεταλλικού ήχου και όχι απλά στο death metal. Tα εύσημα ερχόταν πρωτίστως από τον ίδιο τον πιστό συμπαίκτη του εδώ και τέσσερις σχεδόν δεκαετίες, Trevor Peres: «Η φωνή του John μπορεί να με κάνει να αισθάνομαι ότι λιώνω και την ίδια στιγμή παράλληλα να θέλω να βγάλω τα έντερα κάποιου». Απλός, λιτός, ρομαντικός. Είμαστε ακόμα μόλις στο πρώτο κομμάτι εν τω μεταξύ όπου έχουν γίνει αντιληπτά όλα τα παραπάνω, ενώ ο δίσκος περιέχει άλλα 8!

Ή για την ακρίβεια 7 και μια κολοσσιαία διασκευή στο “Circle of the tyrants” των CELTIC FROST, της μέγιστης επιρροής τους σαν συγκρότημα. Ο Donald Tardy σχετικά ανέφερε «είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής μας στο τι υπήρξαν κάποτε οι FROST, καθώς είναι μεγάλη μας επιρροή, παρόλα αυτά γράψαμε κι εμείς υλικό που στέκεται επάξια δίπλα σ’ αυτή τη διασκευή». Και είχε απόλυτο δίκιο, παρά το γεγονός ότι από πολλούς μνημονεύεται αυτή η συγκλονιστική προσπάθεια –ανώτερη ακόμα κι από το πρωτότυπο για τους περισσότερους- ως η χαρακτηριστική στιγμή του δίσκου. Ο Scott Burns εδώ έχει πάρει όλη τη δεδομένη δύναμη των Obies και την έχει μετατρέψει σε μια απίστευτη απειλητική μάζα που νιώθεις ότι έρχεται κατά πάνω σου με διάθεση να μην αφήσει να μείνει τίποτα από αυτό που κάποτε ήσουν. Στα γρήγορα σημεία όπου σκάνε μαζί οι ρυθμικές και κάποια ξεσπάσματα των τυμπάνων, έρχεται ΠΑΝΤΑ ο Tardy άλλοτε με λύσσα κι άλλοτε με δυναμική πειθώ να σε σταυρώσουν ηχητικά. Τρανή απόδειξη το “Body bag” που ακολουθεί το “Infected”, προσωπικά πιστεύω ότι το break στη μέση που πετάει ο John Tardy το κλασικό “YEEEUUUURGH”, είναι το καλύτερο σημείο που ηχογράφησαν ποτέ. Έδειχνε πόσο δολοφονικοί μπορούσαν να γίνουν και πόσο μινιμαλισμό πρόσφεραν ανέκαθεν.

Σημεία που επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά και ξανά για πλήρη αφομοίωση, αλλά αυτή τη φορά πρωταρχικός σκοπός δεν είναι η έκπληξη που ένιωθε κάποιος στο “Slowly we rot”, αλλά η καθιέρωση/εδραίωση του ονόματος τους. Και σε αυτό περίτρανα συμβάλλει και ο Murphy, όπου με μαγικό άγγιγμα μπαίνει ΠΑΝΤΑ στην κατάλληλη στιγμή και προσφέρει τα ασύλληπτα ανεβοκατεβάσματα στο τάστο του. Αν ο John Tardy έχει την χαρακτηριστικότερη φωνή του μεταλλικού ήχου όπως γράφτηκε πιο πάνω, τότε ο James Murphy έχει τον χαρακτηριστικότερο κιθαριστικό ήχο αντίστοιχα, δεν υπάρχει περίπτωση να τον ακούσεις και να μην τον καταλάβεις, ειδικά σε αυτά τα «σόλο α λα ανοιχτή βεντάλια» που επιχειρεί. Γενικώς η απόδοση του συγκροτήματος είναι παροιμιώδης και πριν την προαναφερθείσα διασκευή, η πρώτη πλευρά του δίσκου περιλάμβανε ΚΑΙ το “Chopped in half”, ένα τσιμεντόλιθο στο στήθος όποιου το ακούει για πρώτη φορά και που από τότε μέχρι σήμερα, παρέμεινε βασικό κομμάτι του σετ τους (κι ας παίζουν πλέον μόνο το 1ο λεπτό του, αρκεί και περισσεύει γιατί… θα δείτε πιο κάτω). Η δεύτερη πλευρά αντίστοιχα ξεκινάει με άλλο βασικό μέρος των συναυλιών τους, που δίνει ανάσες στο συγκρότημα όταν παίζεται και ειδικά στον John Tardy που πάντα τα δίνει όλα επί σκηνής.
Ο λόγος για το ημι-ορχηστρικό (;) “Dying”, το οποίο απλά περιέχει το δίστιχο “We’re dying for our souls to learn, we’re dying for our souls to burn”. Εκεί η καταστροφική ενέργεια, μανία, δύναμη -πάρτε το όπως θέλετε τέλος πάντων- των OBITUARY χτυπάει κορυφή, ριφφ πάνω στο ριφφ πάνω στο σκάσιμο των τυμπάνων πάνω στην επανάληψη και στο τέλος πάνω από όλα ο John Tardy με ένα απλό δίστιχο να κάνει πάλι το κομμάτι δικό του. Το “Find the arise” όμως που ακολουθεί ύπουλα (μεγάλο συν ότι τα κομμάτια είναι σχεδόν κολλημένα μεταξύ τους), αποτελούσε ένα όμορφα κρυμμένο μυστικό από τις ημέρες των demo τους, εδώ πλέον σε πλήρη βελτίωση και νέα κολασμένη εκτέλεση, έρχεται σαν τυφώνας να μην αφήσει τίποτα όρθιο (ότι είχε μείνει πιο πριν τουλάχιστον) και με τη μπάντα σε φρενήρη ρυθμό, με τον λιονταρομάλλη τραγουδιστή να καταπίνει βράχια και να φτύνει βουνά πάνω σου και το τέλος του να φέρνει το πλήρες μεγαλείο του ομότιτλου κομματιού, στο οποίο Λ-Α-Μ-Π-Ε-Ι ο James Murphy με το ξεκίνημα, σε ένα απίστευτο σόλο που λειτουργεί ως ηρεμία μέσα στην καταιγίδα του δίσκου. Βέβαια η ηρεμία αυτή δε θα κρατήσει για πολύ καθώς το κομμάτι εξελίσσεται με απίστευτη δομή κι εσύ ψάχνεις πάλι να δεις τι συνέβη.

Το τελειωτικό δίδυμο βάζει τα πράγματα στη θέση τους, με το πιο mid-tempo “Memories remain” να προετοιμάζει το έδαφος έτσι ώστε να έρθει η τελική επίθεση με το “Turned inside out”. Εδώ δε χωράνε οπαδικά. ΠΡΕΠΕΙ να γίνει ειδική αναφορά σε αυτό το θεάρεστο (ε;) κλείσιμο και αυτό το ριφφ-ανεμοστρόβιλο (ναι Φράγκο, το ριφφ-ανεμοστρόβιλο, το διάβασα στο βλέμμα σου το «το ποιο;», μην ανησυχείς, απλά εμπέδωσέ το, ΑΚΑΦΡΕ! Σ.σ. Φράγκου: πες το ντε, τώρα κατάλαβα τι εννοείς. Ούγκανε της καρδιάς μας!!!) που παρασύρει τα πάντα στο διάβα του και το κοινό σε ολική καταστροφή των χώρων που παιζόταν, ΠΑΝΤΑ καπάκι με το “Chopped in half” (κατάλαβες τώρα γιατί παίζανε μόνο το 1ο λεπτό του;), και ΠΑΝΤΑ με αντιδράσεις που ευτυχώς έχουν αποτυπωθεί σε βιντεάκια της εποχής για να μπορεί να πιστέψει ο καθένας τι συνέβαινε όπου έπαιζαν (υπάρχει ένα πολύ χαρακτηριστικό βίντεο σε ζωντανή εκτέλεση στο Marquee του Λονδίνου, όπου αν καταφέρετε και μετρήσετε τα stage diving είστε ήρωες, στα πρώτα 100 πάντα σταματάω). Σε λιγότερο από 45’, το “Cause of death” αποτύπωνε όλο το συναίσθημα της εποχής ότι το death metal γενικότερα ήταν το next big thing του μεταλλικού ήχου γενικότερα και φυσικά το αποτέλεσμα του χαιρετήθηκε με πρωτοφανή αποδοχή, η οποία άμεσα ξεπέρασε κι αυτή του “Slowly we rot” και στους ήδη υπάρχοντες αλλόφρονες, πρόσθεσε χιλιάδες άρρωστων οπαδών στο πλευρό τους.

«Με το δίσκο αυτό φτάσαμε στην κορυφή της ακρότητάς μας» ανέφερε τότε ο Donald Tardy, ενώ αντίστοιχα όταν γινόταν λόγος για τους “METALLICA του death metal” τότε λόγω της αποδοχής και υπεροχής τους (απίστευτος χαρακτηρισμός για να καταλάβετε τι γκελ κάνανε), και το αν μπορούν να μπουν στα μεγάλα σαλόνια των συγκροτημάτων και να έχουν μεγαλύτερη αποδοχή γενικότερα, ο Trevor Peres έβαζε τα πράγματα στη θέση τους: «Το να συγκρίνεις εμάς με τις thrash μπάντες είναι σαν να συγκρίνεις τους LED ZEPPELIN με τους PINK FLOYD. Οι LED ZEPPELIN ήταν το κλασικό ροκ όπως το αγαπήσαμε, ενώ οι PINK FLOYD ήταν πιο ακραίοι στη σκέψη και την εκτέλεση. Αυτή είναι η δική μας διαφορά με μπάντες όπως οι SLAYER για παράδειγμα». Δεν υπήρχε όμως ιδιαίτερος καιρός για απόλαυση του διαφαινόμενου θριάμβου, καθώς οι OBITUARY αποτέλεσαν μέρος του ίσως ιστορικότερου ακραίου πακέτου που πέρασε ποτέ. Μαζί με τους εταιρικούς τους ομόσταυλους  SEPULTURA και SADUS, οι OBITUARY έβγαιναν στην μέση κάθε εμφάνισης και πρόσφεραν στο κοινό στιγμές αξέχαστης αδρεναλίνης και τα αντίστοιχα ΚΑΤ σε κάθε περιοχή γέμιζαν με νέους επισκέπτες (εδώ όσο αστείο κι αν φαίνεται, είναι αλήθεια δυστυχώς, πάρα πολλοί τραυματίες καταγράφηκαν στη συγκεκριμένη περιοδεία).

Η συναυλιακή δυναμική των OBITUARY όχι απλά μπορούσε να τους κρατάει στον αφρό δίπλα στους αδερφικούς τους φίλους SEPULTURA (τους τότε SEPULTURA, οι οποίοι κι αυτοί με τη σειρά τους ξεκίνησαν την περιοδεία ακριβώς την επόμενη μέρα ολοκλήρωσης του “Arise” και σκοτωμένοι στην κούραση από την διαδικασία ηχογράφησης, να τα μαθαίνει ο κόσμος αυτά για να βλέπει τι θυσίες έκαναν τότε οι μπάντες), ενώ και οι SADUS με τη σειρά τους δεν πήγαιναν καθόλου πίσω, γνώρισα άνθρωπο που είδε το πακέτο κάποτε, μιλούσε με χαρά μικρού παιδιού και το περιέγραφε λες κι έζησε για 3 ώρες τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Φυσικά αφού ολοκληρώθηκε η περιοδεία, τα καμάρια της Florida έλαβαν υψηλές θέσεις και στα φεστιβάλ της εποχής, με αποκορύφωμα να λογίζεται η εμφάνιση τους στο Dynamo στην Ολλανδία, όπου παρότι μαρτυρίες αναφέρουν ότι ο ήχος τους εκείνη τη μέρα δεν ήταν και σούπερ ιδανικός, εκμηδένισαν με την παρουσία τους μπάντες όπως οι EXTREME, ARMORED SAINT, PRIMUS, ενώ κέρδισαν και την άτυπη σύγκριση με τους «ομοϊδεάτες» MORBID ANGEL που εμφανίστηκαν εκείνη τη μέρα, με τον κόσμο που θυμάται  το συγκεκριμένο φεστιβάλ ομόφωνα να τους έχει ως πρώτη αναφορά για το ποιοι ήταν οι καλύτεροι όλων και ποιοι άφησαν το στίγμα τους.

Οι OBITUARY άθελα τους πήγαν να μπλέξουν και σε ενδοεταιρική κόντρα στη Roadrunner, καθώς το εξώφυλλο του “Cause of death” (ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ) ονόματι “Lovecraft’s nightmare”, προοριζόταν για να κοσμήσει το “Beneath the remains” των SEPULTURA. O Monte Conner της Roadrunner τους πρότεινε ένα άλλο εξώφυλλο του καλλιτέχνη (“Nightmare in red”) και κράτησε το συγκεκριμένο εξώφυλλο για τους OBITUARY. Στην κυριολεξία ποιος είδε τους SEPULTURA τότε και δεν τους φοβήθηκε, ειδικά τον Igor Cavalera που όρμηξε σαν μαινόμενος ταύρος κατά πάνω του και τελικά συγκρατήθηκε για να μην έχουμε χειρότερα. Ο Igor μάλιστα ετοιμαζόταν να κάνει όλο το εξώφυλλο τατουάζ στην πλάτη και μαθαίνοντας την «προδοσία» του Conner εξερράγη, ενώ οι SEPULTURA απειλώντας να φύγουν από την εταιρεία –πράγμα το οποίο δεν έγινε λόγω συμβολαίων- έλαβαν μετέπειτα άλλου είδους προνόμια και μεταχείριση από τη Roadrunner σε προσπάθεια να σπάσει ο πάγος. Ο Igor πάντως για να τιμήσει και την αδερφική τους φιλία με τους OBITUARY, έχει μεγάλο μέρος του εξώφυλλου πάνω του σε τατουάζ τηρώντας εν μέρει την επιθυμία του. Οι σχέσεις των δυο συγκροτημάτων πάντως δεν πέρασαν ποτέ κρίση, αντίθετα παραμένουν από τις πλέον χαρακτηριστικές μέχρι σήμερα. Οι OBITUARY ήταν κάτι παραπάνω από απλή σύμπτωση τότε. Ήταν εφιάλτης και ανελέητη πειθώ…

ΗΤΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ!

Αιώνιες ευχαριστίες σε ένα από τα κορυφαία άλμπουμ όλων των εποχών. Άκου 30!

Υ.Γ.: Το δεύτερο μέρος του εξώφυλλου (Lovecraft’s nightmare B) χρησιμοποιήθηκε από τους DEMOLITION HAMMER στο ηγεμονικό “Epidemic of violence”. Βρείτε εικόνα που τα δυο συνδέονται μεταξύ τους, θα πάθετε πλάκα!

Για τον Frank Watkins (1968-2015) που μας άφησε νωρίς!

Άγγελος Κατσούρας