A day to remember… 19/2 [DARK ANGEL]

0
220

 

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Time does not heal” – DARK ANGEL

ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1991

ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Combat Records

ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Terry Date/Scott Givens/DARK ANGEL

ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:

Φωνητικά – Ron Rinehart

Κιθάρες – Eric Meyer

Κιθάρες – Brett Eriksen

Μπάσο – Mike Gonzalez

Drums, ρυθμικές κιθάρες – Gene Hoglan

Πριν δύο χρόνια, ο συνάδελφος Άγγελος Κατσούρας, σας ανέλυσε ενδελεχώς το μεγαλείο του “Leave scars” των θεών του Los Angeles thrash, DARK ANGEL. Παίρνοντας λοιπόν, την ιστορία από εκεί, ας πούμε ότι η λύσσα του, αποτυπώθηκε στο επί σκηνής μακελειό του “Live scars”, που κυκλοφόρησε το 1990. Αποτελεί κιόλας την πρώτη κυκλοφορία, όπου συμμετέχει ο Brett Eriksen (VIKING – οι σεσημασμένοι thrashers, ήδη έχετε σκάσει ένα χαμόγελο που το διαβάζετε. Όσοι επιθυμείτε να νιώσετε, παίρνετε τα “Do or die” και “Man of straw”, όπου τα βρείτε. Με ευχαριστείτε μετά) στη θέση του Jim Durkin. Τον Σεπτέμβριο – Οκτώβριο του 1990, οι DARK ANGEL τον περνούν στα Front Page recorders στην Costa Mesa της California, κάτω από την επίβλεψη του Terry Date. Του ανθρώπου που έκανε ήδη τον χαρακτηριστικό ογκώδη ήχο στους OVERKILL στο “The years of decay” και τον οποίο φυσικά, εξαιτίας αυτού, εμπιστεύτηκαν οι PANTERA στο “Cowboys from hell”. Έτσι, με τα πολλά και με τα λίγα, στις 19 Φεβρουαρίου του 1991, βγαίνει μέσω της Combat Records, η θεματική ούτως ειπείν συνέχεια του “Leave scars” με τίτλο “Time does not heal”.

Ερχόταν με το αυτοκόλλητο που έγραφε: 9 κομμάτια, 67 λεπτά, 246 riffs. Δεν ξέρεις τότε, στα 1991, τι να περιμένεις διαβάζοντας κάτι τέτοιο. Ως είναι φυσικό, γουρλώνεις τα μάτια. Πατάς έπειτα το play. Ακουστικές κιθάρες, τεντωμένο παίξιμο και δομές στα όρια του progressive παρά τη λύσσα και είμαστε ΜΟΛΙΣ στα πρώτα λεπτά του ομωνύμου! Η δε παραγωγή, κολακεύει τα μάλα το υψηλής ποιότητας υλικό, και την άριστη απόδοση των παικτών ξεχωριστά, που αγγίζουν τα όρια των δυνατοτήτων τους. Η λύσσα παραμένει, αλλά δεν είναι απλά για να υπάρχει. Έχει υπόβαθρο, τους ψυχολογικής υφής στίχους, και οι οποίοι εκφράζονται από τον Rinehart με ένα τρόπο απίστευτα δραματικό και πειστικό, σαν ηθοποιός σε αρχαιοελληνική τραγωδία. Ο χρόνος δε γιατρεύει τίποτα, παρά μόνο επουλώνει μερικώς τις πληγές του ανθρώπου, που κακοποιήθηκε, με τον εφιάλτη να γυρίζει, ξανά και ξανά, κάποιες φορές και δυνατότερος από πριν. “Pain’s invention, madness”, ο ύμνος στη παράνοια από τον βαθύ και ανείπωτο ψυχολογικό πόνο, το riff-o-σφαγείο με τα χίλια πρόσωπα, με έμφαση στο αγαπημένο μου σημείο στο διάστημα 4:55 – 5:47 όπου κάθε φορά μου έρχεται να διαλύσω τα πάντα.

Στο δε επόμενο κομμάτι “Act of contrition” ο κύριος στιχουργός και αποκλειστικός υπεύθυνος της κατακόρυφης ανόδου του Σκοτεινού Αγγέλου από το ‘86 ως εκείνο το σημείο, έχει ένα εισαγωγικό μέρος όπου είναι μόνος του, δείχνοντας τη κλάση του. Η ταχύτητα έπεσε, η φωνάρα που λέγεται Rinehart ξεδιπλώνεται και μαζί του συμπαντικές αλήθειες περί των ανθρώπινων συναισθημάτων: “emotions are easily spent, twisted and forever bent, when fixations are not returned, the lines are so quickly obscured”. Μια ωδή στην χειριστική, κακοποιητική και βαθιά άρρωστη φύση του έρωτα ο οποίος όσο όμορφος μπορεί να γίνει, άλλο τόσο μπορεί να γίνει επικίνδυνος άμα δεν είσαι σε θέση να διαχειριστείς αυτά που νιώθεις. Ελαφρύ σπάσιμο θεματολογικά, σε ένα από τα πιο λυσσασμένα κομμάτια του δίσκου. “The new priesthood” και τα στιχουργικά βέλη στρέφονται εναντίον της αυθεντίας της επιστήμης, και πως αυτή, πολλές φορές παίρνει τη θέση της θρησκείας. Ένας βαθύς προβληματισμός εν έτει 1991 για το πως πηγαίνουμε από το “πίστευε και μη ερεύνα” της θρησκείας, στην νέα θρησκεία του ”πίστευε γιατί αποδείχθηκε”.

Επιστροφή με δύο κομμάτια – εννιάλεπτα έπη, στο κεντρικό θέμα του δίσκου. Πρώτο κομμάτι το “Psychosexuality”. Με το βαρύ σαν αμόνι, ανατολίτικο riff του και την καμπάνα να δημιουργεί την ατμόσφαιρα, βοηθούμενη από το βάθος της παραγωγής. Στακάτο, mid-tempo στη μεγαλύτερη διάρκεια του (από το 5ο λεπτό και μετά βέβαια, επιταχύνει στα όρια που θυμόμαστε τους DARK ANGEL), ένα κομμάτι που όταν δεν διαλύει τους σβέρκους που το ακούνε, δημιουργεί μια ωμή και αρρωστημένη εικόνα στο μυαλό του ακροατή. Ο πρωταγωνιστής, ένας τύπος μαζοχιστικών τάσεων, που περιφέρεται ανάμεσα σε σεξουαλικά διεστραμμένες υπάρξεις, σε έναν υπόκοσμο εφάμιλλο αυτού που βρήκε ο Nicholas Cage στη ταινία “8 mm”. Snuff films, ανήλικο πορνό, εμπόριο λευκής σαρκός…μια αρρωστημένη πλευρά των δρόμων, μια ψυχολογικού επιπέδου ανάλυση όσων λαμβάνουν χώρα, μέσα από τα μάτια ενός άμεσα εμπλεκομένου.


Συσχετιζόμενο, απλά πιο συγκεκριμένο, και συνάμα το προσωπικό αγαπημένο του γράφοντος, το δεύτερο εννιάλεπτο του δίσκου. Το “An ancient inherited shame”. Ένα δριμύ κατηγορώ κατά του βιασμού και όσων έχουν διαπράξει αυτό το έγκλημα, μέσα από τα μάτια ενός θύματος που βλέπει όλα τα συναισθήματα να περνάνε μπροστά από τα μάτια του: την απορία για τη αναλγησία του βιαστή (“you need to crush me with your lividity, does it make you feel more like a man;”), τον σωματικό και ψυχικό πόνο που διαιωνίζεται μέσα από τους εφιάλτες, την θέληση για τερματισμό της ζωής της και τέλος, την βαθιά επιθυμία για εκδίκηση και φόνο του δράστη. Ανατριχιαστικό κομμάτι, που σημειωτέον είχε χρησιμοποιηθεί σε φεμινιστική καμπάνια, ενισχύοντας έτσι, το κοινωνικά ευαίσθητο πρόσωπο του thrash metal στο κόσμο. Άμεση στιχουργική του συνέχεια, σε πιο γενικό βεβαίως πλαίσιο, το λυσσασμένο “Trauma and catharsis”, καταπιανόμενο με την έννοια του ψυχολογικού τραύματος και της εν τέλει κάθαρσης του πρωταγωνιστή του κομματιού. Μαζί με αυτή, βεβαίως, έχουμε και κάθαρση των αλάτων του σβέρκου, τα οποία εξαϋλώνονται εντός των 8,5 σχεδόν λεπτών που αυτό διαρκεί.

Άλλο ένα κομμάτι, εκτός γενικού στιχουργικού θέματος, είναι το πιο στακάτο “Sensory deprivation” με το υπέροχο εισαγωγικό του riff, το οποίο από ότι περιγράφουν οι στίχοι, πραγματεύεται την ζωή ενός ανθρώπου μέσα από ένα είδους άσυλο. Μέσα σε αυτό ακούμε τους προβληματισμούς του για το άμα και πως θα βγει στη κοινωνία, από αυτούς που τον θεωρούν επικίνδυνο, και αν θα ζήσει να δει αυτή τη μέρα. Ο δίσκος, καταλήγει, με το “A subtle induction”, τον ύμνο του παιδιού που ενώ τα είχε όλα στη ζωή του ως γόνος πλουσίων, καταλήγει καταρρακωμένος λόγω διαλυμένου σπιτικού. Το μικρότερο σε διάρκεια κομμάτι του δίσκου, και φυσικά επειδή μιλάμε για DARK ANGEL, παρά τη παραπλανητική του γκρουβάτη εισαγωγή 53 δευτερολέπτων, καταλήγει σε έναν ανεμοστρόβιλο για τα λοιπά 4 λεπτά και 18 δευτερόλεπτα, κλείνοντας το μάτι πονηρά στη δυάδα “Darkness descends”/”Leaves scars”.

30 χρόνια έχουν περάσει, και ακόμα το “Time does not heal” ακούγεται τόσο βαθύ και ουσιώδες, που τα 67 λεπτά του, περνάνε νεράκι ενώ προσπαθείς να ακολουθήσεις αυτό το κυκεώνα συναισθημάτων, riffs, ερμηνειών και εν γένει συνθέσεων. Δυστυχώς, λίγο πριν η μπάντα μπει στο στούντιο για το πέμπτο της άλμπουμ “Atrocity exhibition” το ‘92, o Ron Rinehart έφυγε, για άγνωστους λόγους, και λόγω απογοήτευσης, η μπάντα διαλύθηκε (ο Hoglan είπε συγκεκριμένα “δεν ήξερα άμα είχα το κουράγιο να ψάχνω για άλλους 6 μήνες τραγουδιστή”, και ποιος τον αδικεί;). To πλήρωμα του χρόνου, έφερε ξανά τους DARK ANGEL μαζί, μια το 2002, με ένα σοβαρό ατύχημα του Rinehart να τους κόβει τη φόρα το 2005 (ήταν να έρθουν και από τα μέρη μας τότε, και οι γιατροί του είπαν “αν θες να ξαναπερπατήσεις, μη ξανατραγουδήσεις”). Μια δεκαετία μετά, ωστόσο, ο Σκοτεινός Άγγελος ξύπνησε από το λήθαργο. Έτσι, από το 2013 και έπειτα, σπέρνει ξανά τον όλεθρο στις συναυλίες του, με τον κύριο Rinehart, υγιή και ακμαίο, σε διαδικασία ετοιμασίας δίσκου. Μένει να δούμε, τι θα μας βγει και αυτό. Μέχρι τότε, υπάρχει το τελευταίο ηχογράφημα των DARK ANGEL, ένα απαστράπτον διαμάντι του Αμερικάνικου thrash, και δη, της πλέον προοδευτικής πλευράς του. Όσοι το εκτιμάτε, το έχετε κορώνα στο κεφάλι σας. Όσοι πάλι όχι, ποτέ δεν είναι αργά να κάνετε ένα δώρο στον εαυτό σας.

Did you know that?

-Όπως και οι προκάτοχοί του, βγήκε σε μια σειρά επανακυκλοφοριών το 2008, στην περίφημη “The black box edition” που είναι ένα king size digipak 16 σελίδων booklet, το οποίο και έρχεται μέσα σε slipcase. Χαρακτηριστικό τους, είναι ότι είναι όλο μαύρο με το εκάστοτε εξώφυλλο ασπρόμαυρο και bonus καλούδια για να συμπληρώσουν το πακέτο. Στη περίπτωση του “Time does not heal” τα bonus κομμάτια ήταν οι live εκτελέσεις του “The promise of agony” και η διασκευή του “I don’t care about you” των underground Αμερικανών hardcore ηρώων FEAR. Αμφότερα, απαντώνται στο live “Live scars”. Αν το όνομα FEAR σας λέει κάτι, είναι επειδή και οι MEGADETH τους τίμησαν με διασκευή στο “Foreign policy” στον τελευταίο τους δίσκο, “Dystopia”.

-Το “Act of contrition” είχε κυκλοφορήσει ξεχωριστά σαν promo single από την Combat Records. Όσοι συλλέκτες θέλετε στη κατοχή σας κάτι τέτοιο….καλή τύχη σας εύχομαι, καθώς η τιμή του φτάνει τα 40 ευρώ και είναι άκρως δυσεύρετο!

Γιάννης Σαββίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here