A day to remember… 20/4 [AEROSMITH]

0
525












ONOMA ΑΛΜΠΟΥΜ: Get a grip” – AEROSMITH
ETOΣ KYKΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1993
ΕΤΑΙΡΙΑ: Geffen
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Bruce Fairbairn
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Steven Tyler
Κιθάρες – Joe Perry
Κιθάρες – Brad Whitford
Mπάσο – Tom Hamilton
Τύμπανα – Joey Kramer

Οι Aerosmith ήταν ήδη ένα καθιερωμένο συγκρότημα πολύ πριν τα nineties. Με κυκλοφορίες όπως τα “Toys in the attic” και “Rocks”, καθιερώθηκαν ως ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα της δεκαετίας του ‘70 και κέρδισαν μία ολόκληρη γενιά οπαδών, μεταξύ των οποίων και αρκετοί καλλιτέχνες των 80s. Μία διαφορετική δεκαετία, η οποία στην αρχή της δεν ήταν και πολύ καλή με την «μεγαλύτερη rock n’ roll μπάντα της Αμερικής». Το συγκρότημα βρισκόταν σε ελεύθερη πτώση, με μειούμενες πωλήσεις, φτωχή επίδοση στα chart, αραιές εμφανίσεις στα media πλην των ρεπορτάζ που ασχολούνταν με τα ναρκωτικά που έπαιρναν τα μέλη της μπάντας και αποχωρήσεις μελών, όταν άφησαν το συγκρότημα οι κιθαρίστες Joe Perry και Brad Whitford, μέσα σε δύο χρόνια (1979-1981).

Το 1984, ωστόσο, θα ήταν η χρονιά της μεγάλης αντεπίθεσης. Οι Perry και Whitford επανήλθαν στους AEROSMITH πλάι στους Steven Tyler (φωνητικά), Tom Hamilton (μπάσο) και Joey Kramer (ντραμς). Το συγκρότημα υπέγραψε νέα συμφωνία με την ταχέως ανερχόμενη Geffen Records. Παρόλο που η πρώτη τους απόπειρα υπό το νέο καθεστώς, το “Done with mirrors” του 1985, έγινε απλά…χρυσό και έφτασε μέχρι το νο. 36 του Billboard (η χαμηλότερη επίδοση τους στα αμερικανικά charts), μία απρόσμενη επιτυχία του 1986, συγκεκριμένα μία επανεκτέλεση του κλασικού τους hit “Walk this way” (από το “Toys in the attic” του 1975) από το θρυλικό hip-hop σχήμα RUN–D.M.C σε συνεργασία με τους ίδιους τους AEROSMITH, έσπρωξε το συγκρότημα στην ανάσταση, με την βοήθεια και του σχετικού video clip που το MTV τίμησε ιδιαιτέρως. Οι AEROSMITH έγιναν ξανά σχετικοί και το 1987 πέτυχαν αυτό που πριν λίγα χρόνια φάνταζε ακατόρθωτο: την ολική επαναφορά τους με πωλήσεις εκατομμυρίων δίσκων, επιστροφή στις κορυφαίες θέσεις των charts και ένα νέο κοινό που τους μάθαινε μέσα από το MTV. To ένατο άλμπουμ τους “Permanent vacation” έγινε πέντε φορές πλατινένιο και τους χάρισε την επιτυχία εντός και εκτός συνόρων, με έναν ανανεωμένο ήχο που θα υιοθετούσαν για πάνω από μία δεκαετία. Τo επόμενο άλμπουμ τους, “Pump” του 1989 είχε ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία και πλέον οι AEROSMITH μπήκαν ξανά στην αφρόκρεμα της αμερικανικής hard rock σκηνής, πλάι στα νέα συγκροτήματα, για τα οποία είχαν αποτελέσει έμπνευση τα προηγούμενα χρόνια. To “Pump” συνέχισε το σερί των πολυπλατινένιων κυκλοφοριών, πουλώντας 2 εκατομμύρια παραπάνω από το “Permanent vacation” και κατακτώντας το αμερικάνικο νο.5, πηγαίνοντας, ταυτόχρονα στο βρετανικό νο. 3.

Έτσι λοιπόν, η δεκαετία του ’90, που έκλεισε πολλά σπίτια και τελείωσε καριέρες στην αμερικανική hard rock/ heavy metal σκηνή των 80s, βρήκε τους AEROSMITH σε ένα διαφορετικό επίπεδο, φαινομενικά ανεπηρέαστοι ενώ γύρω τους έφευγαν άκλαφτοι πολλοί συνάδελφοι τους, διάσημοι και μη. Όμως οι προκλήσεις δεν είχαν τελειώσει, κάθε άλλο. Μετά από 3 χρόνια χωρίς νέο άλμπουμ, οι AEROSMITH όφειλαν να έρθουν με μία ακόμη δυναμική νέα κυκλοφορία για να παραμείνουν στην κορυφή και να μην ισοπεδωθούν από το grunge που είχε ταπεινώσει πολλούς στην πορεία.

Μετά την επίπονη περιοδεία για το “Pump”, που έληξε τον Οκτώβριο του 1990 στην Αυστραλία, ξεκίνησε η προετοιμασία για το νέο άλμπουμ. Γενικά, ήταν μια συλλογική προσπάθεια όπου εκτός από τα μέλη του συγκροτήματος κινητοποιήθηκαν οι παραγωγοί τους, διάφοροι εξωτερικοί συνεργάτες και η δισκογραφική τους εταιρεία. Το project ταξίδεψε αρκετούς μήνες σε διάφορα στούντιο, συμπεριλαμβανομένων των υπερσύγχρονων (για την εποχή) Little Mountain Sound Studios στο Vancouver και στα A&M Studios του Los Angeles. O κύριος παραγωγός και καθοδηγητής ήταν ο, μακαρίτης πλέον, Bruce Fairbairn. Αποκλείεται να μην έχετε πετύχει την ηχητική του υπογραφή κάπου στα ακούσματά σας, κομματάκι δύσκολο, μιας και ο εξαιρετικός Καναδός παραγωγός είχε επιμεληθεί, εκτός από τα “Permanent vacation” και “Pump” των AEROSMITH, μνημειώδεις κυκλοφορίες όπως τα “Slippery when wet” και “New Jersey” των BON JOVI (ουσιαστικά τα δύο άλμπουμ που τους καθιέρωσαν), και το “The razors edge” των AC/DC, το άλμπουμ του 1990 που τους ανέδειξε ξανά μετά από εννιά χρόνια καλών αλλά και αμφιλεγόμενων κυκλοφοριών. O Fairbairn εργαζόταν κυρίως στα Little Mountain Sound studios, ενώ αργότερα καθιερώθηκε εκεί και ο έτερος τεράστιος Καναδός παραγωγός Bob Rock, ο οποίος είχε ξεκινήσει στο πλευρό του Fairbairn ως μηχανικός ήχου. Σημειώνεται, επίσης, και η σπουδαία συνεισφορά του παραγωγού και μηχανικού ήχου Brendan O’Brien που ανέλαβε την μίξη του δίσκου, συνδυάζοντας ιδανικά τον κλασικό χαρακτήρα των AEROSMITH με έναν μοντέρνο ήχο, ιδανικό για το ραδιόφωνο.

Άλλοι συνεργάτες των AEROSMITH στο νέο τους πόνημα ήταν οι Desmond Child, Jim Vallance, Jack Blades και Tommy Shaw (από τους DAMN YANKEES μεταξύ πολλών άλλων – ο Blades πρώην NIGHT RANGER και ο Shaw – φυσικά – πρώην STYX) και Lenny Kravitz (!), ενώ στην συνθετική ομάδα ανήκαν και οι συνεργάτες των AEROSMITH, ο παραγωγός Mark Hudson, ο συνθέτης και μουσικός Taylor Rhodes και ο κιθαρίστας Richard Supa. Για τον Desmond Child τι να πρωτοπεί κανείς; Κάποια από τα μεγαλύτερα hits όλων των εποχών είναι δικά του, βλέπε “Livin’ on a prayer”, “You give love a bad name”, “Bad medicine” και “Born to be my baby” των BON JOVI, “I was made for lovin’ you” των KISS, “I hate myself for loving you” της Joan Jett, “Poison” του Alice Cooper, “How can we be lovers?” του Michael Bolton… ο κατάλογος είναι μακρύς! Στους AEROSMITH είχε προσφέρει τα “Heart’s done time”, “Dude (Looks like a lady)”, “Angel” για το “Permanent vacation” και τα “F.I.N.E.” και “What it takes” για το “Pump”. Παρομοίως, ο Jim Vallance είχε δώσει στους AEROSMITH τα “Rag Doll” και “Hangman Jury” για το “Permanent vacation” και το μεγάλο hit “The other side” για το “Pump”. O Vallance, που ήταν ο συνθέτης πίσω από τις επιτυχίες των άλμπουμ “Cuts like a knife” και “Reckless” του Bryan Adams, είχε συνεισφέρει σε μεγάλες επιτυχίες πολλών και διάφορων καλλιτεχνών όπως οι Alice Cooper, Ozzy Osbourne, EUROPE, KISS, SCORPIONS, καθώς και των HEART (“What about love”). Τέλος, για τους Blades, Shaw και Kravitz δεν χρειάζονται συστάσεις, οι άνθρωποι είναι γνωστοί από τις προσωπικές τους πορείες όσο και από τις παλιότερες καριέρες τους.

Το συγκρότημα κατέληξε σε 12 τραγούδια που θα κυκλοφορούσαν με το νέο τους άλμπουμ, προγραμματισμένο για το φθινόπωρο του 1992. Δυστυχώς για αυτούς, λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο. Ο guru, μέγας αναστηλωτής συγκροτημάτων, συνεργάτης τους και ο διευθυντής ρεπερτορίου της Geffen, John Kalodner, άκουσε τις ηχογραφήσεις κάπου στις αρχές του 1992 και αποφάσισε ότι δεν υπήρχε η απαιτούμενη ποικιλία και κάποιο ραδιοφωνικό hit. Συγκεκριμένα, τους είπε ότι «αυτά που του έδωσαν ήταν για τα μπάζα, σταματήστε ό,τι κάνετε και ξαναγράψτε τα τραγούδια από την αρχή, αλλιώς θα αφαιρέσω το όνομα μου από τον δίσκο». Έτσι οι AEROSMITH, τσαντισμένοι αλλά αποφασισμένοι, μετακόμισαν στο Vancouver από το Los Angeles και επέστρεψαν στο στούντιο, προκειμένου να γράψουν περισσότερα τραγούδια με τους συνεργάτες τους. Τελικά, γύρισαν με 14 συνθέσεις, πείθοντας την εταιρεία τους ότι αυτό που θα κυκλοφορούσε άξιζε και τον κόπο και τον χρόνο που δαπανήθηκε τα τρία χρόνια που διήρκησε η απουσία τους από την δισκογραφία.

Οι AEROSMITH ονόμασαν το νέο άλμπουμ τους “Get a grip” για να εκφράσουν την ιδέα να πάρει κανείς τον έλεγχο της ζωής και της κατάστασής του. Τα μέλη του συγκροτήματος έδιναν πολλούς προσωπικούς αγώνες και ήθελαν να εκφράσουν τη σημασία του να αντιμετωπίζει κάποιος τα προβλήματά του κατά μέτωπο και να βρίσκει έναν τρόπο να τα ξεπερνάει, αντί να τα αφήνει να λιμνάζουν ή να στρουθοκαμηλίζει. Στο εξώφυλλο του άλμπουμ απεικονίζεται ένας μαστός αγελάδας με τρυπημένη τη μία θηλή, φωτογραφία η οποία λίγο-πολύ σε παροτρύνει να πιάσεις μία «λαβή» (“grip”). Το εξώφυλλο ήταν μία ιδέα του Hugh Syme (πρώην Hipgnosis) και πέρα από το πάντα έξυπνο υπονοούμενο που υποδείκνυε ο συγκεκριμένος, προκάλεσε και αρνητικές αντιδράσεις, όπως από μία ομάδα ακτιβιστών για τα δικαιώματα των ζώων, τους οποίους χρειάστηκε να διαβεβαιώσει το συγκρότημα ότι το piercing ήταν ψηφιακή προσθήκη και όχι πραγματικό. Το design προχώρησε ακόμα παραπέρα, με μία ειδική έκδοση του “Get a grip” να φέρει υφασμάτινη επένδυση, όμοια με δέρμα αγελάδας.

Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που δεν άρεσε στον Kalodner, όμως αν κρίνω από το τελικό αποτέλεσμα, το συνθετικό δίδυμο των Tyler και Perry («Τα Τοξικά Δίδυμα» όπως τους αποκαλούσαν, είναι να μην σου βγει το όνομα!) φαίνεται να είναι σε φόρμα, μαζί με την ομάδα τους και τους διάσημους προσκεκλημένους τους. Η εισαγωγή (“Intro”) είναι μερικά δευτερόλεπτα σαν τα μουσικά θέματα που ανοίγουν τις συναυλίες των συγκροτημάτων, η οποία οδηγεί στο πρώτο τραγούδι του άλμπουμ, το κάπως … tribal “Eat the rich”. Μία απάντηση στην αντίδραση του Kalodner όταν άκουσε το πρωτόλειο άλμπουμ, το “Eat the rich” γράφτηκε από τους Tyler και Perry στο υπόγειο στούντιο του Jim Vallance στο Vancouver το 1992. Ξεκίνησε με τον frontman να παίζει κάτι δικά του στο synthesizer του Vallance και ο Perry, με την συνδρομή του Vallance, έβγαλε το riff της κιθάρας. Αρχικά, ο τραγουδιστής των AEROSMITH αυτοσχεδίαζε, λέγοντας ό,τι να ‘ναι πάνω στην κιθάρα του Perry. Στόχος του “Eat the rich” ήταν να στηλιτεύσει τους πλούσιους, οι οποίοι γενικά τείνουν να πιστεύουν ότι η περιουσία τους, τους δίνει το δικαίωμα να περιφρονούν τους άλλους. Όχι ότι οι AEROSMITH δεν ήταν πλούσιοι όταν κυκλοφόρησε αυτό το τραγούδι, κάθε άλλο. Απλά προέρχονταν από τα λαϊκά στρώματα και είχαν ξεκινήσει αρκετά ταπεινά. Και επειδή δεν ξέχασαν την προέλευση τους, δεν άντεχαν τη συγκαταβατική στάση κάποιων οικονομικά ευκατάστατων. Στο τραγούδι έχουν πάρει μέρος και έξι Πολυνήσιοι μουσικοί, οι οποίοι παίζουν τα τύμπανα της δικής τους μουσικής και αναφέρονται ονομαστικά στα credits του άλμπουμ. Το τραγούδι κυκλοφόρησε ως το δεύτερο single του δίσκου, αλλά δεν κατάφερε κάτι στα σχετικά chart. Η συνεισφορά του Vallance επεκτείνεται και στο επόμενο, ομώνυμο τραγούδι, “Get a grip”.

Το ακόλουθο τραγούδι με τίτλο “Fever” είναι και το μοναδικό τραγούδι του δημιουργικού διδύμου των AEROSMITH στο “Get a grip”, που γράφτηκε χωρίς την συνεισφορά τρίτου μέρους. Έκανε ένα σύντομο πέρασμα από το chart Billboard Mainstream Rock Tracks, ξεκινώντας από το νο. 25 και φτάνοντας μέχρι και 20 θέσεις πιο ψηλά, στο νο. 5. Άλλο ένα τραγούδι για την καλή ζωή, κατά το ευαγγέλιο των «αναγεννημένων» AEROSMITH, κρατώντας τα καλά (π.χ. το σεξ) και απορρίπτοντας τα ναρκωτικά, που σε κάποια φάση είχαν γίνει δεύτερη φύση τους. Αν διαβάσετε τους στίχους, θα καταλάβετε τι αφήνουν πίσω και τι κρατούν!

Ακολουθεί το πρώτο μεγάλο hit (και πρώτο single) του άλμπουμ, το “Livin’ on the edge”, για λογαριασμό του οποίου γυρίστηκε ένα ακόμη δυνατό video clip και με θέμα εμπνευσμένο από τις ταραχές που συγκλόνισαν το Los Angeles (και ολόκληρες τις ΗΠΑ) το 1992, οι οποίες έλαβαν χώρα μετά την αθώωση λευκών αστυνομικών που κατηγορήθηκαν για τον άγριο ξυλοδαρμό του μαύρου, πρώην κατάδικου, Rodney King, όταν αυτός προσπάθησε να διαφύγει από αστυνομικό έλεγχο, οδηγώντας αυτοκίνητο στο οποίο επενέβαιναν και δύο φίλοι του. Το τραγούδι μιλάει για το πώς ο κόσμος είναι ένα τρελό μέρος, αλλά οι άνθρωποι παραμένουν κολλημένοι και αρνούνται να αλλάξουν. Το “Livin’ on the edge” συνυπογράφει ο Mark Hudson, μουσικός και συνθέτης που είχε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες σταδιοδρομίες στη βιομηχανία του θεάματος. Στα 80s, ανέλαβε συνθέσεις και παραγωγή τραγουδιών, ενώ έπαιξε για λίγο και στην τηλεόραση. Με τα πολλά, κατέληξε να γίνει ο επικεφαλής της ορχήστρας στο δημοφιλές τηλεοπτικό show του Arsenio Hall. Ο Hudson είπε για το τραγούδι ότι «όταν το πρωτοέγραψα, σκεφτόμουν μόνο τον John Lennon, γιατί κανένας (μουσικός) δεν είχε μεταφέρει το μήνυμα της ειρήνης και της αγάπης, όπως αυτός».

Το “Livin’ on the edge”, κέρδισε το βραβείο Grammy  (Best Rock Performance By A Duo Or Group With Vocal) το 1993, το δεύτερο Grammy για τους AEROSMITH μετά το “Janie’s Got A Gun” το 1991.Το video clip δείχνει βανδαλισμούς, κλοπές αυτοκινήτων, επικίνδυνη οδήγηση, σεξ χωρίς προστασία, σχολική βία, καθηγητές-τραβεστί, έναν γυμνό Steven Tyler με το μισό του σώμα βαμμένο μαύρο να κρύβει τα … απολύτως απαραίτητα (και άλλες έξαλλες αμφιέσεις) και τον κιθαρίστα Joe Perry να παίζει κιθάρα με ένα εμπορευματικό τρένο να τον πλησιάζει. Η σκηνή του τρένου γυρίστηκε στην γέφυρα όπου γυρίστηκε η διάσημη σκηνή στην ταινία “Stand by me”. Στο video clip συμμετέχει και ο ηθοποιός Edward Furlong, o πιτσιρικάς από τον «Εξολοθρευτή 2: Μέρα Κρίσης», ο ίδιος που είχε εμφανιστεί και στο “You could be mine” των GUNS N’ ROSES, δύο χρόνια νωρίτερα. Η πορεία του ως single, με b-sides τα “Don’t stop” ή “Can’t stop messin’” (ανάλογα την έκδοση), το έφερε  στο νο. 18 του γενικού US Billboard Hot 100 και στο νο.1 του US Mainstream Rock chart.

Στο “Flesh” έχουμε την πρώτη συνθετική συνεισφορά του Desmond Child, που προσωπικά δεν θα την χαρακτήριζα και ό,τι πιο εμπνευσμένο μας έχει χαρίσει, ενώ το επόμενο “Walk on down” είναι προσωπική υπόθεση του Joe Perry, συνθετικά και φωνητικά. Ο Perry είχε να ακουστεί στα φωνητικά τραγουδιού των AEROSMITH από το “Draw the line” (1977) και το τραγούδι “Bright light fright”.

Το “Shut up and dance” είναι η συνεισφορά των Jack Blades και Tommy Shaw, οι οποίοι προερχόμενοι από τους NIGHT RANGER και τους STYX είχαν συνεργαστεί στο supergroup DAMN YANKEES, από το 1989 μέχρι το 1994 από εκεί ως SHAW BLADES έως και το 1996. To 1993 πρόσφεραν το “Shut up and dance” στους AEROSMITH, οι οποίοι, πέρα από την συμπερίληψη του στο άλμπουμ, το κυκλοφόρησαν ως single στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου έφτασε μέχρι το νο. 24, καθώς και στην ταινία “ Wayne’s world 2”.

Αισίως, το άλμπουμ φτάνει στο “Cryin’”, την πρώτη από τις μπαλάντες που απαρτίζουν την σχετική τριλογία του “Get a grip”. Οι Tyler και Perry, με την βοήθεια του Taylor Rhodes, γράφουν μία σχεδόν … country μπαλάντα, διαμορφωμένη, όμως, στο στυλ των AEROSMITH. Μιλάει για μια σχέση που φαινόταν εξαιρετική στην αρχή (και ποια δεν φαίνεται;) αλλά στη συνέχεια χειροτερεύει δραματικά. Άλλοι μίλησαν για αλληγορία τα περί σχέσης, υπονοώντας την σχέση του Steven Tyler με τα ναρκωτικά. Γεγονός είναι πάντως ότι γράφτηκε μετά την απόρριψη της πρώιμης δουλειάς των AEROSMITH στο άλμπουμ, από την Geffen και τoν Kalodner, σε μία μόλις μέρα. Ο Rhodes είχε συνυπογράψει την επιτυχία της Celine Dion, “Where does my heart beat now”, ενώ είχε και μία πιο heavy προϊστορία, έχοντας διατελέσει συνθέτης και παραγωγός στους KIX. Αυτό ήταν το πρώτο video clip των AEROSMITH στο οποίο συμμετείχε η 16χρονη (!) τότε ηθοποιός Alicia Silverstone, γεγονός που αποτέλεσε εφαλτήριο στην καριέρα της, αν και είχε συναντηθεί με το συγκρότημα μόνο μία φορά. Στο video clip εμφανίζεται και ο άγνωστος τότε Josh Holloway, ο Sawyer της τηλεοπτικής σειράς “Lost” καθώς και ο ηθοποιός Stephen Dorff, γνωστός από την συμμετοχή του σε πολλές τηλεοπτικές σειρές αλλά και στον κινηματογράφο. Έκανε τόσο μεγάλη επιτυχία, που έγινε το πιο περιζήτητο video clip στο MTV κατά το 1993, χαρίζοντας στους AEROSMITH βραβεία στα Video Music Awards του καναλιού. Ως single, το “Cryin’” έφτασε στο νο. 12 στο αμερικανικό Billboard Hot 100, όπου έγινε χρυσό, ενώ έγινε και μεγάλο hit στην Ευρώπη.

Μετά το “Gotta love it”, την δεύτερη συνεργασία του Hudson με τους AEROSMITH στο “Get a grip”, έρχεται η δεύτερη μεγάλη μπαλάντα του άλμπουμ, το “Crazy”, με την υπογραφή του Desmond Child, που κυκλοφόρησε και ως το τελευταίο single του, πάνω από έναν χρόνο μετά την κυκλοφορία του δίσκου. Το τραγούδι μιλάει για – τι άλλο;- κάποιον που τον παρατάει η κοπέλα του. Οι Tyler, Perry και Child έγραψαν το “Crazy” στα τέλη της δεκαετίας του ’80 περίπου την ίδια εποχή που έγραψαν και το “Angel”, το οποίο και τελικά μπήκε στο  “Permanent vacation”. Επειδή τα τραγούδια θεωρήθηκαν παρόμοια, το “Crazy” εμφανίστηκε στο “Get a grip”, χρόνια αργότερα. To 1995, το τραγούδι κέρδισε το τρίτο Grammy για τους AEROSMITH, πάλι για την κατηγορία “Best Rock Performance by A Duo or Group with Vocal”. Το video clip, ένα από τα δημοφιλέστερα στο MTV για το 1994, περιλαμβάνει την τρίτη εμφάνιση της Alicia Silverstone σε video της μπάντας, αλλά, ακόμα σημαντικότερο, σηματοδοτεί την έναρξη της καριέρας της Liv Tyler, κόρης του Steve, επίσης 16 χρονών εκείνη την εποχή. Το δίπολο ξανθό (Sliverstone)-μελαχρινό (Tyler), οι οποίες υποδύονται μαθήτριες που κάνουν κοπάνα και επιδίδονται σε διάφορες αθώες … σκανδαλιές, είχε εξάψει την φαντασία όλων των νεαρών fans των AEROSMITH και όχι μόνο! Οι κοπελιές πλαισιώνονται από το μοντέλο Dean Kelly και τον ηθοποιό Jason London, σε μία σύντομη εμφάνιση προς το τέλος. Το single μπήκε πανεύκολα στο αμερικάνικο top-20, φτάνοντας στο νο. 17.

O εξαιρετικά δημοφιλής Lenny Kravitz βοήθησε τους AEROSMITH με το “Line up”, όπου κάνει και δεύτερα φωνητικά! Και κάπου εδώ, το “Get a grip” τελειώνει, ουσιαστικά, με το “Amazing”, την τρίτη μπαλάντα της τριλογίας, με τον Don Henley (πρώην Eagles αλλά και με πλούσια solo καριέρα) σε δεύτερα φωνητικά. Το “Amazing” περιγράφει την πορεία των AEROSMITH σε πολλά επίπεδα, άμεσα και έμμεσα. Από την ανάκαμψη μετά την πτώση, τις αναφορές στο “Permanent vacation” έως ακόμα και το logo με τα φτερά. Ο Tyler έγραψε το “Amazing” με τον Richie Supa, ο οποίος συνεργάστηκε με το συγκρότημα στα τέλη της δεκαετίας του ’70, γράφοντας από κοινού το “Chip away the stone”, το single του “Live bootleg” (1978). Ο Supa, τακτικός ναρκομανής, έκανε φυλακή μία τριετία περίπου και αφού βγήκε, πήγε να συναντήσει τον Tyler με μπόλικη … κοκαΐνη κρυμμένη στο παλτό του. Έξαλλος ο Tyler, o οποίος είχε καθαρίσει τότε, τον έδιωξε, λέγοντας του να επιστρέψει όταν καθαρίσει κι αυτός από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά για έναν χρόνο. Έτσι κι έγινε. Το καλοκαίρι του 1991 o Tyler συνάντησε πάλι τον νηφάλιο, αυτή την φορά, Supa, και μαζί έγραψαν ένα από τα πρώτα τραγούδια για το “Get a grip”, που εξελίχθηκε στο “Amazing”. Αυτό ήταν το δεύτερο από τα τρία βίντεο των AEROSMITH με πρωταγωνίστρια την Alicia Silverstone και τον Jason London, πρωταγωνιστή της ταινίας “Dazed and confused”, που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με το “Get a grip” και με πλοκή εξελισσόμενη στις ΗΠΑ την δεκαετία του ’70, όπου φυσικά γινόντουσαν αναφορές και στους AEROSMITH. To single του “Amazing” έφτασε στο νο. 24 στο αμερικανικό Billboard Hot 100, στο νο. 3 του Billboard Album Rock Tracks chart, και στο νο. 9 του Billboard Mainstream Top 40. Καθώς το τραγούδι τελειώνει, ένα ραδιόφωνο συντονίζεται σε μια ηχογράφηση του “Who threw the whisky in the well” με τον Tyler να λέει, «Κάπως έτσι από όλους εμάς στους AEROSMITH, σε όλους εσάς εκεί έξω, όπου κι αν βρίσκεστε, να θυμάστε: το φως στο τέλος του τούνελ μπορεί να είστε εσείς. Καληνύχτα». Και έρχεται το τελευταίο ορχηστρικό κομμάτι “Boogie Man”, ένας κιθαριστικός μονόλογος του Joe Perry, μόνο με την συνοδεία του Tom Hamilton στο μπάσο, που κάλλιστα θα μπορούσε να ακούγεται ως μουσικό θέμα στην σειρά “Twin Peaks”, για να κλείσει ατμοσφαιρικά το ενδέκατο στούντιο άλμπουμ των AEROSMITH. Σε κάποιες εκδόσεις υπάρχει και το τραγούδι “Can’t Stop Messin’”, που έπαιξε και ως b-side όπως προαναφέρθηκε.

Η επιτυχία του “Get a grip” ξεπέρασε κάθε προσδοκία, όταν κυκλοφόρησε πριν από 30 χρόνια ακριβώς, την 20η Απρίλιου 1993. Το άλμπουμ έγινε το πρώτο νο.1 του συγκροτήματος στις ΗΠΑ, όταν πριν μία δεκαετία όλοι ανεξαιρέτως, εκτός από ένα πιστό πυρήνα οπαδών, τους θεωρούσαν ξεγραμμένους, μία υποσημείωση στην Αμερικάνικη rock n’ roll Ιστορία. Μέχρι σήμερα έχει γίνει πολλές φορές πλατινένιο στις ΗΠΑ, πουλώντας πάνω από επτά εκατομμύρια αντίτυπα, περίπου ίσα με το “Pump” και πίσω από το “Toys in the attic” (που έχει πουλήσει πλέον των 10 εκατομμύριων), ενώ παγκοσμίως έχει ξεπεράσει τα 20 εκατομμύρια αντίτυπα σε πωλήσεις, καθιστώντας το πιο επιτυχημένο άλμπουμ τους διεθνώς. Προσθέστε εδώ και τα Grammy, τα MTV Video Music Awards και όλες τις άλλες διακρίσεις (κάτι People’s Choice Awards, American Music Awards, Billboard Awards) και θα συνειδητοποιήσετε (αν δεν το έχετε κάνει ήδη) ότι το “Get a grip” είναι ένα από τα πιο πετυχημένα rock άλμπουμ των 90s. Σε ακόμη μία πρωτιά, τον Ιούνιο του 1994, οι AEROSMITH έγιναν οι πρώτοι καλλιτέχνες που κυκλοφόρησαν αποκλειστικά ψηφιακά τραγούδι τους, το “Head first” (είχε κυκλοφορήσει ως b-side στο single του “Eat the rich”), σε μορφή WAV, μεγέθους 4 ΜΒ, προς τους συνδρομητές της πλατφόρμας CompuServe, με 10.000 downloads μέσα σε λίγες μέρες, αν και με τις τότε ταχύτητες αυτό το κατέβασμα θα διαρκούσε περίπου μία ώρα!

Ακολούθησε περιοδεία που κράτησε το συγκρότημα στον δρόμο περίπου 18 μήνες, η μεγαλύτερη περιοδεία τους μέχρι τότε, με περίπου 240 εμφανίσεις. Το 1994 εμφανίστηκαν, επίσης, σε μεγάλα φεστιβάλ, τόσο στο (καταστροφικό, όπως αποδείχτηκε) “Woodstock ’94”, όσο και για πρώτη φορά στο θρυλικό (και ένα από τα τελευταία μεγάλα της σειράς) “Monsters of Rock” στο Castle Donington της Αγγλίας. Συγκροτήματα που έπαιξαν ως support στην περιοδεία ήταν, μεταξύ άλλων, οι Megadeth,  οι Therapy?, οι Extreme, οι Mr. Big καθώς και ο Robert Plant (!) στην Αργεντινή! Οι MEGADETH σύντομα έθεσαν εαυτούς εκτός περιοδείας, όταν ο Mustaine, γνωστός για την ιδιοσυγκρασία του, μίλησε περιφρονητικά για τους AEROSMITH, λέγοντας ότι «όλοι ξέρουν ότι εμείς έπρεπε να είμαστε οι headliners, όμως δεν μας νοιάζει μιας και είναι η τελευταία αναλαμπή των AEROSMITH». Μάλλον ήθελε να φύγει και οι AEROSMITH του έκαναν το χατίρι απαντώντας του μέσω του Steven Tyler: «Dave, άσε μας να σε βοηθήσουμε, από που ακριβώς μπήκες μέσα;»

Δυστυχώς, πριν το σόου στην Κόστα Ρίκα, ένας οπαδός σκοτώθηκε με το που άνοιξαν οι πύλες του γηπέδου. Το συγκρότημα δεν είχε ιδέα ότι είχε συμβεί αυτό και έπαιξαν κανονικά, όμως καθώς έγινε γνωστό, έστειλαν ένα μήνυμα συγγνώμης μέσω των τοπικών καναλιών, απευθυνόμενο στην οικογένεια και στους φίλους του άτυχου νέου.

Προς το τέλος της περιοδείας, κυκλοφόρησε και η ιστορική για την γενιά μου συλλογή “The Big Ones”, με δύο νέα τραγούδια και την Geffen να κεφαλαιοποιεί στο έπακρο την επιτυχία του “Get a grip”. Εν μέσω της grunge καταιγίδας, οι AEROSMITH φαινόντουσαν άτρωτοι και ασταμάτητοι. Βέβαια, για πολλούς, το “Get a grip” ήταν ένα rock’n’roll άλμπουμ για ανθρώπους που δεν τους άρεσε πραγματικά το rock’n’roll. Ήταν σαν να είχε παγιωθεί μία εμπορική φόρμουλα από τα “Permanent Vacation” και “Pump”, περισσότερο φιλική προς την μέση αμερικανική οικογένεια, μακριά από το κοφτερό, αλήτικο rock της μπάντας στα 70s. Όπως και να ‘χει πάντως, το “Get a grip” είναι η εμπορική κορύφωση των αναγεννημένων AEROSMITH και σε αντίθεση με ό,τι προφήτευσε ο Mustaine, το συγκρότημα είχε ακόμα μερικές κορυφές να κατακτήσει, μέχρι να παραδώσει πνεύμα.

Κώστας Τσιρανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here