A Day To Remember… 21/06 [POISON]

0
203












OΝΟΜΑ ALBUM: ”Flesh & blood” – POISON

ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1990

ΕΤΑΙΡΙΑ: Enigma – Capitol

ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Bruce Fairbairn – Mike Fraser

ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:

Φωνητικά – Bret Michaels

Κιθάρες, δεύτερα φωνητικά – C.C. DeVille

Μπάσο, δεύτερα φωνητικά – Bobby Dall

Τύμπανα, δεύτερα φωνητικά – Rikki Rockett

Additional performer:

Πλήκτρα, Πιάνο – John Webster

 

Αυτή εδώ η βουτιά στο παρελθόν είναι σίγουρο πως γεννά πολλά συναισθήματα και γυρίζει το μυαλό μου στην τρυφερή περίοδο κατά την οποία προσπαθούσα να βρω μουσικό ενδιαφέρον έχοντας αρχίσει σιγά σιγά να μπαίνω στην εφηβική μου ηλικία. Μολονότι οι Αμερικανοί POISON δεν υπήρξαν ποτέ ανάμεσα στα αγαπημένα μου σχήματα, ούτε με τα χρόνια κινούνταν σε μουσικό μονοπάτι το οποίο βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των ακουσμάτων μου, κατάφεραν τελικά να μου αφήσουν χαραγμένα στην μνήμη κάποια πολύ όμορφα ερεθίσματα, τα οποία, ευτυχώς, διατηρήθηκαν και εκτιμήθηκαν πολύ περισσότερο με το πέρασμα των χρόνων.

 

Τριάντα χρόνια πριν, λοιπόν, οι POISON κυκλοφορούν το 3ο τους κατά σειρά υπέρ-επιτυχημένο στούντιο άλμπουμ ”Flesh & Blood”. Δίσκος ο οποίος θα τους οδηγήσει μάλλον στο απόγειο της δόξας τους, καθώς με τη 2η θέση στο Billboard 200 και τις πάνω από 7,2 εκατομμύρια πωλήσεις παγκοσμίως θα διατηρήσει και θα ανεβάσει το όνομα των POISON ακόμα περισσότερο στο παγκόσμιο hard rock και glam metal στερέωμα. Άλλωστε να μην ξεχνάμε ότι πέρα από τα πιο σκληρά ακούσματα του metal που τότε γεννούσαν είδη και εδραίωναν μεγάλα σχήματα του χώρου, η πιο mainstream πλευρά της σκληρής μουσικής ήταν εξίσου στα πάνω της, με πολύ δυνατά hard rock και glam metal σχήματα να κάνουν κυριολεκτικά πάταγο από εμπορικής αλλά και όχι μόνο πλευράς. Στον συγκεκριμένο δίσκο οι POISON ηχητικά δεν αλλάζουν πολλά, ακολουθούν την ήδη υπέρ-επιτυχημένη συνταγή του εκρηκτικού και δυναμικού hard rock ήχου και τις glam metal πινελιές τους, προσθέτοντας στον μουσικό τους καμβά λίγο περισσότερο blues rock στοιχείο σε σχέση με πριν. Στιχουργικά, όμως, θα δείξουν για πρώτη φορά ένα πιο σοβαρό πρόσωπο, μιας και θα μπουν στη λογική να γράψουν για πιο σκοτεινά και προσωπικά θέματα, όπως η απώλεια αγαπημένων προσώπων, η απογοήτευση από προσωπικές σχέσεις κ.α. Βέβαια δε σοβάρεψαν και εντελώς, είπαμε ότι βρισκόμαστε σε glam περίοδο και φυσικά θα πούμε και για μηχανές, γυναίκες, sex και αλκοόλ. Άλλωστε όταν γράφεις μέσα από μια ομαδική δουλειά 14 συνολικά συνθέσεις μαζί με τα δυο instrumental, μπορείς να καλύψεις θεματικά σχεδόν τα πάντα που σε απασχολούν.

 

Τα 4 από τα 5 singles του δίσκου θα γράψουν πραγματικά ιστορία και θα κλέψουν την παράσταση, τόσο για τη συνθετική τους αξία όσο και λόγω της τεράστιας εμπορικής επιτυχίας τους. Καθώς κέρδισαν με το σπαθί τους ανελέητο airplay και στα ραδιόφωνα όλου του κόσμου αλλά και στο κραταιό τότε MTV μέσω τον βιντεοκλίπ τους. Τα singles αυτά ήταν τα ”Unskinny Bop”, ”Ride the wind” και οι μπαλαντάρες ”Something to believe in”, ”Life goes on”. Μεταξύ μας, προφανέστατα και εγώ όπως και πολλοί άλλοι, είχα λιώσει τα συγκεκριμένα κομμάτια και χάρηκα ιδιαίτερα που διαπίστωσα πόσο πολύ καλά τα θυμάμαι ακόμα και σήμερα, καθώς τα ξανάκουσα μετά από πολλά χρόνια. Το 5ο sinlge, που δεν κατάφερε να φτάσει στα επίπεδα των υπολοίπων καθώς είχε και κάποια θεματάκια με την προβολή του video clip του, ήταν το ομώνυμο (Flesh & Blood) Sacrifice, που όμως μπορεί να μπει στα πολύ καλά κομμάτια του δίσκου μαζί με τα ”Valley of lost souls”, ”Come hell or high water”, ”Ball and chain” και ”Life goes tragedy”, ενώ καλό και διαφορετικό μπορεί να πει κανείς πως είναι και το αμιγώς rock ‘n’ roll – άδικο ”Poor boy blues”.

Αν κάτι μπορεί να φανεί αρνητικό, κατά τη γνώμη μου, στον δίσκο είναι το ότι τα 14 είναι πολλά κομμάτια για ένα άλμπουμ ακόμη και αν 2 από αυτά είναι instrumental, οπότε νομίζω ότι κάπου χάνεται η συνοχή. Όμως όλα αντισταθμίζονται από την στιγμή που τα περισσότερα κομμάτια είναι υψηλού επιπέδου. Όσον αφορά τώρα την απόδοση της μπάντας, οι POISON ως ομάδα την δεδομένη στιγμή είναι μια καλοκουρδισμένη μηχανή. Το rhythm section, που αποτελείται από τον μπασίστα Bobby Dall και τον ντράμερ Rikki Rockett είναι ακριβώς αυτό που πρέπει. Ο Brett Michaels, πριν αρχίσει τα sex tapes με την Pamela Andersson αλλά και τις προσπάθειες να γίνει ηθοποιός και τηλεπερσόνα, ήταν και τραγουδιστής. Μάλιστα, όπως αποδεικνύεται και εδώ, πολύ καλός σε γενικές γραμμές, αρκούντως τσαχπίνης αλλά και μορφονιός όπως ακριβώς χρειαζόταν ένα σχήμα σαν τους POISON. Όμως, κατά την άποψη μου, αν κάποιος κλέβει πραγματικά την παράσταση αυτός είναι σίγουρα ο κιθαρίστας τους C.C. DeVille, σε εντυπωσιάζει σε κάθε του lick και σε καθηλώνει σε κάθε σολάρισμα του, βγάζει ένταση, πάθος, τσαχπινιά σε κάθε του σχεδόν χτύπημα στην εξάχορδη. Θα τολμούσα δε να πω πως με βάση την παιχτική αξία που έχει επιδείξει κυρίως μέσα από τους POISON αλλά και από κάποιες συμμετοχές αλλού, μάλλον με τα χρόνια έχει αδικήσει τον εαυτό του, τόσο λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπισε με την κοκαΐνη όσο και με την ανάλωση του σε ανάδειξη επιτυχημένης, ομολογουμένως, τηλεπερσόνας στην Αμερικανική TV.

 

Η παραγωγή των πολύπειρων Καναδών Bruce Fairbairn και Mike Fraser είναι επίσης ένα πολύ δυνατό στοιχείο του δίσκου, όντας εξαιρετική και πεντακάθαρη, ενώ σημαντικός, όπως έχει ειπωθεί από τα μέλη του γκρουπ, ήταν και ο ρόλος τους ως συμβουλάτορες.

 

Κλείνοντας σιγά σιγά να πούμε πως η τεράστια επιτυχία του ”Flesh & blood” από τη μία οδήγησε και ανήγαγε τους POISON σε ένα από τα κορυφαία hard σχήματα της γενιάς τους, από την άλλην, όμως, οδήγησε μετά από μια διετή συναυλιακή πορεία και στα πρώτα ζόρια τους, καθώς το πιο δυνατό χαρτί τους, ο C.C. DeVille, θα αποχωρήσει. Στην θέση του θα βρεθεί ένα παιδί θαύμα εκείνης της περιόδου και ένας εκπληκτικός κιθαρίστας πλέον σήμερα ο Richie Kotzen αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία για άλλη στιγμή. Αν λοιπόν έχετε ανοιχτά αυτιά και όρεξη για πιο τσαχπίνικα, ανάλαφρα, καλοκαιρινά ακούσματα με υπέροχες κιθαριστικές μελωδίες και solos δώστε μια αυτιά στο ”Flesh & blood”. Θα περάσετε σίγουρα πολύ καλά μαζί του.

 

Did you know that:

– Το ”Unskinny Bop” είχε τεράστια επιτυχία και ήταν το δεύτερο πιο επιτυχημένο single στην ιστορία της μπάντας μετά την υπέροχη μπαλάντα τους ”Every rose has it’s thorn”. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως μπήκε 3ο στο U.S. Billboard hot 100, U.S. 5o στο Billboard Hot Mainstream Rock Track, 3ο στα Κανδέζικα charts, 15o στα UK single charts.

– Η επιτυχία του δίσκου ήταν εκπληκτική με νούμερα και θέσεις που πολύ καλλιτέχνες θα ζήλευαν και όχι άδικα. Πέρα από την 2η θέση του Billboard 200 και τις 7,2 και πλέον εκατομμύρια πωλήσεις του έχει καταφέρει να γίνει 4 φορές πλατινένιο σε μια εποχή που αυτό και προφανώς είχε τεράστια σημασία.

– Η έκφραση του refrain ”Unskinny Bop” που είναι και ο τίτλος του κομματιού δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Όπως έχει δηλώσει και C.C. DeVille η έκφραση μπήκε απλά στις πρόβες για να ακούγεται κάτι που να ταιριάζει φωνητικά με την μουσική καθώς δεν ήταν έτοιμοι όλοι οι στίχοι του κομματιού ακόμα από τον Bret Michaels. Τελικά παρέμεινε κατόπιν παρότρυνσης του παραγωγού Bruce Fairbain, καθώς παρότι ήξερε πως η φράση δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, την έβρισκε εκπληκτικά ταιριαστή και τέλεια για την ολοκλήρωση του refrain. Μάλλον, από ότι αποδείχθηκε τελικά, δεν είχε άδικο.

– Οι στίχοι του ”Something to believe in” αναφέρονται στην απώλεια του καλύτερου φίλου και security guard της μπάντας James Kimo Maano. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του video, εν αγνοία του Michaels, ο σκηνοθέτης πρόβαλε σε μια οθόνη υλικό με τον James Kimo Maano, με στοχεύοντας στο να προκαλέσει τη συναισθηματική αντίδραση του Bret. Ήταν τόσο πετυχημένη κίνηση αφού ο Michaels έχασε την αυτοσυγκράτησή του και έπρεπε να φύγει από το set για αρκετές ώρες. Στην τελική μορφή του video, κατά τη διάρκεια της δεύτερης στροφής, φαίνεται η προσπάθεια του Michaels να συγκρατήσει τα δάκρυά του καθώς σταματά στιγμιαία να τραγουδά.

– Ο C.C. DeVille έφερε αρχικά το κομμάτι ”Life goes on” και μετά οι Rikki και Bobby προσέθεσαν τα δικά τους μαγικά. Οι στίχοι γράφτηκαν αφότου μια κοπέλα του C.C. σκοτώθηκε από πυροβολισμό πάνω σε έναν καβγά σε ένα bar στο Palm Springs. Πιθανόν αυτός να είναι κι ο λόγος που το σόλο είναι τόσο αψεγάδιαστο και συναισθηματικό. Το κομμάτι, που μιλάει για την προσπάθεια να βρεθεί το φως στην άκρη του τούνελ, είναι από τα αγαπημένα των οπαδών κυρίως εξαιτίας του solo.

– Το video του ”(Flesh & blood)Sacrifice απαγορεύτηκε στο MTV εξαιτίας της τολμηρής του φύσης, αλλά επανεμφανίστηκε αργότερα στη δεύτερη συλλογή video που κυκλοφόρησε η μπάντα με τίτλο ‘Flesh, Blood & Videotape’.

– Το εξώφυλλο του δίσκου δείχνει το λογότυπο των Poison και τον τίτλο του άλμπουμ ως τατουάζ στο χέρι του Rikki Rockett. Αρχικά το εξώφυλλο επρόκειτο να έχει μια ελαφρώς διαφορετική εκδοχή του τατουάζ, όταν αυτό είχε μόλις ‘χτυπηθεί’ και το δέρμα ήταν κόκκινο κι ερεθισμένο, με μελάνι ή αίμα να στάζει, αλλά τελικά προτιμήθηκε η εκδοχή του καθαρού πλέον τατουάζ. Το αρχικό εξώφυλλο κυκλοφόρησε στην πρώτη Ιαπωνική κόπια του άλμπουμ, αλλά αντικαταστάθηκε στις επόμενες. Το marketing του δίσκου αντικατόπτριζε το τέλος των πιο ακραίων στοιχείων της glam εικόνας των POISON, όπως το υπερβολικό μακιγιάζ και τα κρεπαρισμένα (κοριτσίστικα) μαλλιά, και την υιοθέτηση ενός look κοντά σε αυτό των GUNS N’ ROSES.

 

Παναγιώτης ”The Unknown Force” Γιώτας

 0  0 googleplus0  0