ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “For whose advantage?” – XENTRIX
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1990
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Roadracer
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: John Cuniberti
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Κιθάρα, φωνητικά – Rick Astley
Κιθάρα – Kristian “Stan” Havard
Μπάσο – Paul “Macka” MacKenzie
Drums – Dennis Gasser
Από τις μπάντες που το Βρετανικό thrash έδωσε και ξεχώρισαν αμέσως, πέραν των ONSLAUGHT (για τους οποίους τα είπαμε ΕΔΩ ενδελεχώς), ήταν και οι σπουδαίοι XENTRIX. Μετά το πάταγο του “Shattered existence” (1989) μέσω της θρυλικής Roadracer records τον Σεπτέμβριο του ‘89, οι Βρετανοί, βγήκαν απευθείας στο δρόμο με τους συμπατριώτες τους SABBAT, αλλά ανοίγοντας και για τους Bay Area θεούς TESTAMENT, σε δύο περιοδείες όπου οι κύριοι έκλεψαν τις εντυπώσεις με τον πρωτοφανή δυναμισμό και τσαγανό που επέδειξαν. Μετά από μια διασκευή στο αθάνατο “Ghostbusters” του Ray Parker Jr. με το θεοπάλαβο video clip του, ήταν ώρα για το αμέσως επόμενο βήμα. Οι XENTRIX λοιπόν, στις 21 Αυγούστου 1990, παραδίδουν το δεύτερο άλμπουμ τους, 11 μήνες μετά το ντεμπούτο, στο κόσμο με τον γενικότερο τίτλο “For whose advantage?”, προς τέρψιν των σεσημασμένων thrashers!
Το μπάσιμο του mid-tempo ύμνου “Questions”, μας παρουσιάζει μια μπάντα πιο ώριμη και μεστή, σε σχέση με το ήδη φοβερό και τρομερό ντεμπούτο “Shattered existence” μια χρονιά πριν, γεμίζοντας μας με τα ερωτήματα που όλοι κάποια στιγμή θα θέλαμε να απαντηθούν, στη πορεία της ζωής μας: “Why live, why breathe, Why breed, why die? These questions all tied up inside”. Το “For whose advantage?” αποτελεί και το video clip του δίσκου, με τον αέρα των METALLICA του “…and justice for all” να πλανάται στον αέρα ενισχύοντας την Αμερικάνικη φύση της μπάντας. Συν τοις άλλοις, παραμένει πολιτικοποιημένο, όπως και η επιρροή τους στον εν λόγω δίσκο. Οι επιρροές των TESTAMENT διαφαίνονται στο “The human condition”, περασμένες από τα φωνητικά του Rick Astley, ο οποίος ανταποκρίνεται στο ρόλο του στιβαρού και δυναμικού frontman με απίστευτο ζήλο. Το πιο στακάτο με ελάχιστα ξεσπάσματα “False ideals” στρέφει τα βέλη του στην οργανωμένη θρησκεία και στη θρησκεία εν γένει, χωρίς να κάνει εκπτώσεις.
Η μελαγχολική μελωδία που ανοίγει το “The bitter end” καθώς και το συνοδευτικό Instrumental “New beginnings”, αναδεικνύουν μια άλλη πιο λυρική πλευρά των XENTRIX, με τους στίχους του πρώτου, να πραγματεύονται το άσχημο τέλος μιας σχέσης. Όχι το πιο σύνηθες στιχουργικό θέμα σε thrash δίσκο. Το δε instrumental, ξεκινούσε άνετα μπαλάντα, αν είχαν κατά νου να το αναπτύξουν έτσι. Δεν το έκαναν όμως, το έβαλαν σαν ηρεμία πριν τη καταιγίδα, γιατί απλά μπορούσαν! Και μιλώντας για καταιγίδα, πάρτε ένα “Desperate remedies”, ένα “Kept in the dark” και το κλείσιμο του δίσκου “Black embrace” να στρώσετε χαρακτήρα! Και όπου δε τρέχουμε, ο σβέρκος γυρίζει γύρω – γύρω σαν σε πλυντήριο, μέχρι να γίνει θρύψαλα. Όπως η αρχή του “Kept in the dark” όπου το εισαγωγικό γκρουβάτο riff, διπλώνει το σβέρκο για πλάκα. 40 λεπτά μουσικής που είναι γεμάτα με υπέροχες ιδέες, κοψίματα – δείγματα μεγάλης κλάσης των παικτών, και solos που θα έκαναν πολλούς Αμερικανούς να ζηλέψουν που δε τα συνέλαβαν εκείνοι. Κερασάκι στη τούρτα η πολύ ωραία διασκευή στο “Running white faced city boy” του Ian Gillan, που δείχνει μια μπάντα να τζαμάρει στο στούντιο και να βγάζει προσωπικά γούστα για το φινάλε του πράγματος.
Ένας δίσκος που εξασφάλισε εισιτήριο για περιοδεία με τους SKYCLAD, ενώ άνοιξε τις πόρτες για να παίξουν συναυλίες κάτω από SLAYER και SEPULTURA. To “For whose advantage?” μπορεί να μην έκανε το εμπορικό μπαμ άλλων δίσκων της ίδιας χρονιάς, αλλά κατάφερε σε μια χρονιά με μεγαθήρια του thrash να κοιτάξει στα μάτια πολλούς, πιο διαφημισμένους, πιο μεγάλους εμπορικά, με την αρτιότητα του υλικού που το απάρτιζε. Και αυτό είναι πολύ σπουδαίο παράσημο για τους Βρετανούς 30 χρόνια μετά τη κυκλοφορία του. Οι ίδιοι, θα είχαν πράγματα να μας πουν τόσο στο “Kin” (1992), όσο και στο “Scourge” (1996) με μια πιο μεστή και διαφοροποιημένη λογική. Αλλά αυτά χρειάζονται δικό τους κείμενο. Ως τότε, αναρωτιόμαστε μαζί με τον Rick Astley: FOR WHOSE ADVANTAGE ANYWAY?
Did you know that?
-Η διασκευή στο “Running white faced city boy”, παρότι λογίζεται ως bonus track, υπάρχει και στην έκδοση της κασέτας και στο CD, ενώ μόνο το βινύλιο δεν την συμπεριλαμβάνει.
-Ο Rick Astley θα ήταν τραγουδιστής της μπάντας μέχρι και το επόμενο άλμπουμ της “Kin” (1992), ενώ στο reunion του 2013, παρότι συμμετείχε, 2 χρόνια μετά αποχώρησε οριστικά. Η λύση τότε ήρθε με τον Jay Walsh που ανέλαβε τη θέση, αφήνοντας το κόσμο άναυδο στο “Bury the pain” (2019)
-Η επανέκδοση της Metal Mind το 2006 περιλαμβάνει το “Ghostbusters” και 4 live εκτελέσεις από τη συναυλία τους στις 10 Δεκεμβρίου 1990, που μαρτυρούν την επί σκηνής κλάση τους.
Γιάννης Σαββίδης