A day to remember… 23/3 [MESHUGGAH]

0
196

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Koloss” – MESHUGGAH
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2012
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Nuclear Blast
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: MESHUGGAH
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Jens Kidman — Φωνητικά
Fredrik Thordendal — Lead κιθάρα
Marten Hagström — Ρυθμική κιθάρα
Dick Lövgren — Μπάσο
Tomas Haake — Τύμπανα

Το “ObZen” ήταν και παραμένει ακόμα και σήμερα, 14 χρόνια μετά (γιορτάσαμε πρόσφατα αυτή την επέτειο, στις 7 Μαρτίου) το κρισιμότερο άλμπουμ της δεκαετίας των ‘00s για τους MESHUGGAH, αν όχι όλης τους της καριέρας. Η εξήγηση είναι πολύ απλή και έχει μεγαλύτερη σημασία όταν στη δεκαετία αυτή κυκλοφόρησαν τόσο το “Nothing” (2002 αρχικά και 2006 στη συνέχεια στη remastered/βελτιωμένη έκδοση του όπως την είχαν αρχικά στο μυαλό τους), όσο και το ΕΡ “I” (2004) και το “Catch thirty-three” την επόμενη χρονιά (2005). Οι MESHUGGAH από το να ζητηθούν όλα αυτά τα χρόνια αρχικά από τους ίδιους τους TOOL ως support μπάντα στην Αμερική (εξ ου και η πρώτη βεβιασμένη κυκλοφορία του “Nothing” το 2002) και να γίνουν γνωστότεροι από ποτέ σε ευρύτερο ακροατήριο, έφταναν να κυκλοφορούν τις άλλες δυο προαναφερθείσες δουλειές με τον ντράμερ τους κι εμβληματικό στιχουργό τους Tomas Haake να υποφέρει από πόνους στην πλάτη και να προβαίνει σε πολύ δύσκολη εγχείρηση όπου υπήρχαν πιθανότητες μέχρι και να μην καταφέρει να ανακτήσει την πλήρη κινητικότητα του και τελικά να μην συμμετέχει σε αυτές (και παρόλα αυτά να παίζει και το “I” και το “Catch thirty-three” αυτούσια σε μυστικό gig στη Σουηδία μετά την ανάρρωση του καλύτερα κι από το drum programming).

To “ObZen” ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την αναγνωρισιμότητα τους παγκοσμίως κι έτσι οι κάποτε «δύσκολοι» ακουστικά MESHUGGAH έφταναν να κάνουν το ένα sold out μετά το άλλο ακόμα και στην Αμερική και να γίνονται αντικείμενο του πόθου για κάθε διοργανωτή αλλά και φεστιβάλ. Για να μην το πηγαίνουμε και πολύ μακριά, τους απολαύσαμε δυο φορές στη χώρα μας, το καλοκαίρι του 2008 στο Rock’em all festival όπου η εμφάνιση τους κράτησε πάρα πολύ λίγο αλλά και πάλι ήταν ότι καλύτερο είδαμε σε μια επεισοδιακή νύχτα, ενώ και το 2011 καθαρά από τύχη κι αφού είχαν «κολλήσει» στο Ισραήλ, η Αθήνα αποτέλεσε ενδιάμεσο προορισμό σε μια βραδιά που για ελληνικά πάντα δεδομένα, είχαν κόσμο υπεράνω των προσδοκιών (περίπου 800 άτομα) και φυσικά έδωσαν μια από τις κορυφαίες συναυλίες που έδωσε ποτέ το ελληνικό κοινό. Νωρίτερα, ένα χρόνο πριν, το 2010, είχαν φροντίσει να αποτυπώσουν αυτή την εικόνα που έβγαζαν στο σανίδι με το φοβερό ζωντανό άλμπουμ “Alive”, συνεπώς ήταν ορατό και εκ της οθόνης σε όσους δεν τους είχαν δει, το τι εστί MESHUGGAH και δη live. Όλα αυτά συνετέλεσαν κατά την προσφιλή τους τακτική στο να σκέφτονται δυο και τρεις φορές το αν και πότε θα βγει το επόμενο άλμπουμ.

Φτάνουμε λοιπόν στο 2012, με τον τίτλο του έβδομου δίσκου τους να ανακοινώνεται και να κάνει τους ανήξερους Έλληνες να σκάνε στο γέλιο, καθότι ονομάστηκε “Koloss”. Ελληνιστί ΚΟΛΟΣΣ (στο δεύτερο όμικρον ο τονισμός), δηλαδή η σουηδική ερμηνεία της λέξης Colossus ή Κολοσσός. Και όχι ΚΩΛΟΣ φυσικά όπως διάφοροι έσπευσαν να αστειευτούν. Ως δείγμα παραπομπής στον τίτλο του δίσκου, το πρώτο του δείγμα ήταν το εναρκτήριο κομμάτι “I am colossus”, ένα πολύ αργόσυρτο κομμάτι το οποίο δέσποζε κιόλας για το άκρως TOOL αισθητικής άρρωστο βίντεο κλιπ του. Λίγα είχαν αλλάξει στην τεχνοτροπία των MESHUGGAH στα 4 χρόνια μετά από το “ObZen”, η βαρύτητα και ο άκρως ξεχωριστός ήχος τους πάντως ήταν ακόμα εκεί. Μην ξεχνάμε ότι εξαιτίας τους δημιουργήθηκε κοτζάμ νέο είδος, το λεγόμενο djent, όπου βέβαια όλοι όσοι επιδόθηκαν σε αυτό κατά καιρούς να μας χαρίζουν κλαυσίγελους άνευ προηγουμένου, έτοιμοι να κερδίσουν κομμάτι από την πίτα που οι MESHUGGAH τελικά γεύτηκαν ολομόναχοι, καθώς και η διαφορά ποιότητας ήταν τεράστια αλλά και αυτή η ξεχωριστή αισθητική ήταν κάτι που μόνο οι αγαπητοί Σουηδοί μπόρεσαν να βγάλουν (μετά από 15 σχεδόν χρόνια φαγούρας, μπορώ να πω ότι το πρώτο άλμπουμ των PERIPHERY και το αντίστοιχο πρώτο των TESSERACT ήταν όντως σπουδαία, ως εκεί).

Το “Koloss” είχε πάρα πολλά κοινά στοιχεία με το “ObZen”, ήταν όμως παράλληλα και το πιο καθαρά «μεταλλικό» άλμπουμ που είχαν (κι έχουν) κάνει από το ντεμπούτο τους (“Contradictions collapse, 1991) κι έπειτα. Κι αυτό γιατί οι ρυθμοί ποικίλουν και δεν διστάζουν να ανεβάσουν τις ταχύτητες που για χρόνια είχαν ξεχάσει στα κορυφαία “The demon’s name is surveillance” και το άκρως thrashy “The hurt that finds you first”. Οι επιλογές των κομματιών που επέλεξαν να γυρίσουν σε βίντεο μπορούν να χαρακτηριστούν και ως παράξενες, αν όχι ρισκαδόρικες, καθώς δεύτερη επιλογή ήταν το “Break those bones whose sinews gave it motion” (τι τίτλος!), το οποίο είναι και το μεγαλύτερο και πλέον «δύσπεπτο» κομμάτι του δίσκου, ενώ το fan favorite “Demiurge” έγινε το τρίτο βίντεο και μάλλον αποτελεί αυτή τη στιγμή το δεύτερο πιο γνωστό τους κομμάτι στις νεότερες τουλάχιστον γενιές (μετά το “Bleed” από το “ObZen” προφανώς), καθώς ούτε λίγο ούτε πολύ, έχει φτάσει τις 10,417,081 προβολές στο YouTube!!!  Όχι ότι στιγμές σαν τα “Marrow” και “Swarm” πηγαίνουν πίσω, με το κορυφαίο ορχηστρικό “The last vigil” που κλείνει το δίσκο, να είναι ιδανικό στο τελικό αποτύπωμα που αφήνει το τελικό αποτέλεσμα, ένα αποτέλεσμα που και πάλι έγινε πολύ άμεσα αποδεκτό και αγαπητό.

Θα ήθελα να σταθώ λίγο παραπάνω ωστόσο στο υπνωτικό “Behind the sun”, του οποίου τη μουσική έγραψε ο τραγουδιστής Jens Kidman, ένα τρομερά ξεχωριστό κομμάτι στην ιστορία τους που όμοιο του δεν έχουν ξαναγράψει και έκανε πάρα πολλούς οπαδούς να εξάρουν την έμπνευση του ασκεπή βροντόφωνου της καρδιάς μας, με την πεποίθηση να είναι ότι έπρεπε πιο συχνά να συμμετάσχει στη συνθετική διαδικασία. Εξαιρουμένων των “The hurt that finds you first” και “Demiurge”, τα οποία έγραψε εξ ολοκλήρου (στίχοι/μουσική) ο κιθαρίστας Marten Hagström, όλοι οι στίχοι ανήκουν ως συνήθως στον Tomas Haake, ενώ συνθετικά ο Hagström έχει αναλάβει τη μερίδα του λέοντος σε σχέση με τον συνήθη ύποπτο και έτερο κιθαρίστα Fredrik Thordendal, καθώς έγραψε μόνος του 4 κομμάτια έναντι μόλις ενός του Thordendal και άλλα 4 έγραψαν μαζί (στα 3 συμμετείχε κι ο Haake). Το “Koloss” που δεν ήταν το ίδιο «εύκολο» στην πρώτη ακρόαση όπως το “ObZen” (οκ μεταξύ μας, @@ εύκολο ήταν κι αυτό αλλά καταλάβατε, μιλάμε πάντα σε δεδομένα MESHUGGAH), αλλά έκανε τη μπάντα να κερδίσει ακόμα μεγαλύτερο κοινό, καθώς ο κόσμος που σιγά-σιγά μπορούσε πλέον (έστω με καθυστέρηση δεκαετιών) να καταλάβει τι πρέσβευαν, ερχόταν στο πλευρό τους, αναγνωρίζοντας πάνω απ’ όλα τη διαφορετικότητά τους και το ασυμβίβαστο του ήχου τους.

10 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το “Koloss” έχει διατηρηθεί πολύ ψηλά στις συνειδήσεις οπαδών αλλά και ουδέτερων, αποτελεί το δίχως άλλο ένα από τα πολύ κορυφαία άλμπουμ του 2012 συνολικά (τοπ 10 της χρονιάς για τον υποφαινόμενο σίγουρα) και εδραίωσε τους MESHUGGAH σε δημοτικότητα, διατήρηση έμπνευσης αλλά και στο συναυλιακό μέτωπο, με το 2012 σαν χρονιά να είναι μέσα στις τοπ της δραστηριότητας τους με 66 συναυλίες (όσες και το 1995) και μόνο κάτω από το 2008 (ρεκόρ με 92 συναυλίες μέσα στη χρονιά) και το 2002 (με 79 συναυλίες αντίστοιχα). Όχι κι άσχημα για μια μπάντα που στο σανίδι σκοτώνει αλλά δεν έχει και ιδιαίτερη πρεμούρα να παίζει ζωντανά για να αποδείξει κάτι και που πολλάκις αποδείχθηκε «αναγκαίο κακό» για την προώθηση δίσκων, εξάλλου η νοοτροπία τους στο πως χειρίζονται τα ενδότερα τους αποτελεί πάντα αντικείμενο συζήτησης και παραδείγματος προς μίμηση για άλλες μπάντες εκεί έξω. Το γεγονός ότι προ πανδημίας ακόμα, δεν έχουν παίξει ξανά από το 2019 και μετά μαρτυράει τα παραπάνω. Για πολλούς το “Koloss” αποτελεί το τελευταίο τους κορυφαίο άλμπουμ, σίγουρα καλύτερο του αξιόλογου διαδόχου “The violent sleep of reason” και σιγουρότερα του επερχόμενου “Immutable” το οποίο προσωπικά βρήκα απογοητευτικό της τεράστιας καριέρας τους.

Did you know that:

-O Tomas Haake δήλωσε σε συνέντευξη της εποχής: «Όπως πάντα, προσπαθούμε με κάθε δίσκο να πηγαίνουμε σε λίγο διαφορετικότερη κατεύθυνση, και με το “Koloss” πραγματικά νιώθουμε ότι «καρφώσαμε» το μονοπάτι στο οποίο κινηθήκαμε. Οργανική ακρότητα και γκρούβα συμπυκνωμένα σε μια φροντίδα 54 λεπτών μεταλλικότητας , την οποία είναι καλό να αποφύγουν οι ελαφροί την καρδίαν». Εντυπωσιακός το λιγότερο!

-Ο δίσκος κυκλοφόρησε στις 23 Μαρτίου στη Γερμανία και 3 μέρες μετά (26/3) στην υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ την επόμενη μέρα (27/3) κυκλοφόρησε και στην Αμερική. Πέρα από την κανονική έκδοση, βγήκε ως digipack (CD/DVD), διπλό καφέ βινύλιο και την εντυπωσιακή mailorder edition boxed set με ένα «μαγικό κύβο» στα πρότυπα του κύβου του Rubik που σχηματιζόταν το εξώφυλλο.

-Την πρώτη εβδομάδα της κυκλοφορίας του στην Αμερική, ο δίσκος πούλησε 18.342 αντίτυπα (!), σκαρφαλώνοντας στο νούμερο 17 των charts, ρεκόρ και για το συγκρότημα αλλά και για τη Nuclear Blast γενικότερα, ενώ έφτασε και νούμερο 24 στον Καναδά. Μερικές ακόμα «κατακτήσεις» του “Koloss” περιλάμβαναν πλασάρισμα και στις εξής χώρες (σε παρένθεση η θέση στα charts): Φινλανδία (7), Σουηδία (12), Αυστραλία (36), Ελβετία (39), Γερμανία (48), Αυστρία (48), Σκωτία (78), Ιαπωνία (88), Βέλγιο (89, charts Φλάνδρας), Αγγλία (93) και Γαλλία (120).

Άγγελος Κατσούρας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here