A Day To Remember… 25/04 [BLACK SABBATH]

0
190


OΝΟΜΑ ALBUM
: ”Heaven and Hell” – BLACK SABBATH

ΕΤΟΣΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1980

ΕΤΑΙΡΙΑ: Vertigo – Warner Bros.

ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Martin Birch

ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ

Φωνητικά – Ronnie James Dio

Κιθάρες – Tony Iommi

Μπάσο – Geezer Butler

Τύμπανα, Κρουστά – Bill Ward

Additional performer:

Πλήκτρα – Geoff Nicholls

Δεν νομίζω ότι χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις για τους BLACK SABBATH. Ως γνωστόν, θεωρούνται από πολλούς, και ίσως όχι άδικα, προπάτορες ή προπομποί του metal, έχοντας αφήσει το στίγμα τους ανεξίτηλο όχι μόνο στο χώρο του σκληρού ήχου αλλά και γενικότερα στην παγκόσμια μουσική σκηνή. Δεν θα αναλωθούμε σε πολλά-πολλά καθώς αυτό που έχει σημασία στο σημερινό μας άρθρο είναι ότι σαν σήμερα, στις 25 Απριλίου του 1980 οι BLACK SABBATH θα αναγεννηθούν με το εκπληκτικό, ιστορικό και ένα από τα κορυφαία, για πολλούς το κορυφαίο, άλμπουμ της μεγάλης καριέρας τους. Ο λόγος φυσικά για το ”Heaven and Hell” που κλείνει σαράντα χρόνια από την κυκλοφορία του.

Το χρονικό της δημιουργίας αυτής της τεράστιας δισκάρας, ξεκινάει έναν χρόνο νωρίτερα, το 1979, όταν πλέον ο Ozzy Osbourne αποφασίζει, μετά το όχι και ιδιαίτερα πετυχημένο ”Never Say Die!”, να αποχωρίσει οριστικά από το σχήμα. Το είχε ξανακάνει προσωρινά και πριν αλλά αυτήν την φορά η απόφαση ήταν οριστική, μολονότι ο πατέρας της μετέπειτα γυναίκας του Sharon, Don Arden που ήταν και ο manager της μπάντας τότε, προσπάθησε να τον μεταπείσει. Εκτός από την φυγή του τραγουδιστή τους όμως οι SABS βρισκόντουσαν γενικά μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, όπως έχει τονιστεί κατά καιρούς από όλα τα τότε μέλη της μπάντας. Χαρακτηριστικά ο ντράμερ τους Bill Ward έχει πει πως ”τα προβλήματα με τον αλκοολισμό και τις καταχρήσεις ήταν τέτοια που καθιστούσαν την μπάντα ως ένα πάρα πολύ τοξικό σχήμα”. Ένα ακόμα πολύ μεγάλο πρόβλημα πέρα από τις καταχρήσεις και το αλκοόλ για τον μπασίστα της μπάντας Geezer Butler, που ήταν και ο συνήθης στιχουργός του σχήματος, ήταν και το πρόβλημα με το γάμο του και το διαζύγιο που είχε να αντιμετωπίσει και λόγω της τεράστιας πίεσης που ένιωθε, αναγκάστηκε να θέσει τον εαυτό του εκτός σχήματος. Αρχικά, πρώτη κίνηση του Iommi ήταν να μιλήσει με έναν πολύ καλό του φίλο, τον τεράστιο μουσικό νου Frank Zappa, με σκοπό να του προτείνει κάποιον για την θέση, εκείνος μη έχοντας κάποιον υπόψη του άμεσα του είπε να χρησιμοποιήσει τον μπασίστα του προσωρινά, κάτι όμως που ο Iommi απέρριψε καθώς ήθελε κάποιο πιο μόνιμο μέλος και όχι έναν session μουσικό. Αντικαταστάτης λοιπόν, μετά από σκέψη του Ronnie James Dio, ο οποίος στο μεταξύ είχε πάρει την θέση του τραγουδιστή των SABBATH κατόπιν πρότασης της Sharon, ορίστηκε αρχικά ο Craig Gruber τέως μπασίστας τον RAINBOW και των ELF, όμως γρήγορα αποχώρησε και την θέση για να παίξει και να γράψει το μπάσο πήρε ο Geoff Nicholls πρώην μέλος των QUARTZ. Όμως ούτε αυτό έγινε, μιας και λίγο πριν ξεκινήσουν οι ηχογραφήσεις ο Geezer Butler αποφάσισε να επιστρέψει στο σχήμα αναλαμβάνοντας το μπάσο, μετατοπίζοντας έτσι τον Nichols στα πλήκτρα.

Η δε έλευση του Μεγάλου Κοντού Ronnie James Dio στο σχήμα στην θέση του τραγουδιστή θα φέρει στην μπάντα τον αέρα της ανανέωσης που τόσο είχε ανάγκη εκείνη την στιγμή. Βγάζοντας τους αρχικά από το δημιουργικό αδιέξοδο που είχαν περιέλθει όπως φανέρωναν και οι δυο τελευταίες δουλειές τους που είχαν προηγηθεί, θα επιτρέψει στους SABS να επανακαθορίσουν τον ηχητικό τους προσανατολισμό, ανακαλύπτοντας καινούργιους δημιουργικούς ορίζοντες. Σε μια στιγμή που η ποιότητα της μουσικής τους είχε αρχίσει να βαλτώνει και να φθίνει επικίνδυνα, ο Dio έρχεται ως από μηχανής θεός, αναλαμβάνει συνθετικά καθήκοντα μαζί με τον βασικό συνθέτη και πατέρα των riffs Tony Iommi και δίνει μιαν άλλη κατεύθυνση στον ήχο των SABBATH, φέρνοντας την δική του αντίληψη και οπτική γωνία στην σύνθεση και την δομή των κομματιών. Αυτή περιλαμβάνει μια ξεκάθαρα πιο heavy νοοτροπία, μεγαλύτερη έμφαση στην ατμόσφαιρα και στις εναλλαγές μέσα στα κομμάτια αλλά και γενικά μια δομή βασισμένη σε υψηλότερες ταχύτητες σε σχέση με το παρελθόν. Εδώ να προσθέσουμε πως, μολονότι οι συνθέσεις χρεώνονται σε όλα τα μέλη της μπάντας, στην πραγματικότητα οι Dio και Iommi είναι αυτοί που έγραψαν κατά κύριο λόγο την μουσική του δίσκου καθώς ο Ward επί της ουσίας έχει προσφέρει σε δυο τρία κομμάτια, ενώ ο Butler τελικώς, όπως έχει ειπωθεί, πιστώνεται την συμμετοχή μόνο στο εκπληκτικό ”Neon nights” που ήταν και το τελευταίο κομμάτι που γράφτηκε για τον δίσκο.

Εκτός όμως από την σημαντικότατη συμβολή του στην σύνθεση, ο Dio αναλαμβάνει πλήρως και το στιχουργικό κομμάτι του δίσκου, κι έτσι το αλληγορικό και, σε φάσεις, ποιητικό ύφος των γεμάτων φαντασία στίχων του σηματοδοτούν μια ακόμα αλλαγή σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Όπως, λοιπόν, εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, όταν μιλάμε για το ”Heaven and Hell”, μιλάμε απλά για ένα μνημειώδες, ιστορικό και αριστουργηματικό δίσκο που δεν  δύναται να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο στα σχεδόν 40 λεπτά της διάρκειας του. Σε οκτώ μόλις συνθέσεις υπέρ-κλασικών, πολυαγαπημένων και χιλιοτραγουδισμένων κομματιών κρύβεται όλη η μαγεία αυτού του εκπληκτικού δίσκου: ”Heaven and Hell”, ”Neon nights”, ”Children of the sea”, ”Lady evil”, ”Die young”, ”Lonely is the word”, ”Wishing well” και ”Walk away” συνθέτουν αυτό το αριστούργημα. Για την δημιουργία αυτού του υπέροχου δίσκου, παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες, όλα τα μέλη των SABBATH έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους. Ο πατέρας των riffs Tony Iommi δίνει πραγματικά μια υπέροχη κιθαριστική παράσταση, που συγκαταλέγεται σίγουρα στις καλύτερες που έχει δώσει ποτέ στην πολύ μεγάλη καριέρα του, τα riffs του είναι άκρως εθιστικά και κολλητικά και τα solos του είναι απλά μαγευτικά. Ο Geezer Butler, παρότι επανήλθε στην μπάντα σχεδόν την τελευταία στιγμή, κάνει με το μπάσο του αυτό που πρέπει, το χαμηλοκουρδίζει και παίρνει με τις μπασογραμμές του, όποτε πρέπει, θέση δίπλα στα riffs του Iommi, ενώ δημιουργεί ένα φανταστικό wall of sound μαζί με τον ντράμερ Bill Ward. Ο Ward από την πλευρά του μολονότι όπως θα διαβάσετε παρακάτω στα did you know, ήταν ο πιο ‘εκτός κλίματος’ μέσα στην μπάντα, καταφέρνει, ακόμα και αν δεν θυμάται καν την διαδικασία της ηχογράφησης, να σταθεί εξαιρετικά πίσω από το kit, δίνοντας με το δυναμικό του παίξιμο τον όγκο που απαιτούν οι συνθέσεις από το rhythm section. Ο Geoff Nicholls, που, όπως είπαμε, ανέλαβε τελικά τα πλήκτρα, ντύνει υπέροχα και προσφέρει και αυτός από την πλευρά του σημαντικά στην μαγευτική και αιθέρια ατμόσφαιρα του δίσκου. Τίποτα όμως δεν θα ήταν το ίδιο, νομίζω, αν πίσω από το μικρόφωνο δεν βρισκόταν αυτός ο εκπληκτικός τραγουδιστής και σπουδαίος καλλιτέχνης, ο Ronnie James Dio με τις ασύλληπτες και εκπληκτικές ερμηνείες του να σαγηνεύει και να μαγεύει σε κάθε του λέξη τον ακροατή. Όντας παθιασμένος, αιθέριος, θεατρικός, δυναμικός, ο Μεγάλος Κοντός καταφέρνει με την φωνάρα του να αφήσει για μια ακόμη φορά ανεξίτηλο το σημάδι του στην ιστορία του heavy metal και γενικότερα της μουσικής.

Η παραγωγή του ‘πολύ’ και μάλλον περιττών συστάσεων θρύλου Martin Birch, είναι τόσο εξαιρετική που ακόμη και μετά από σαράντα χρόνια τα πάντα ακούγονται σαν να ηχογραφήθηκαν σήμερα. Κλείνοντας να πούμε πως το ”Heaven and Hell” δεν είναι μόνο ένα άλμπουμ από τα αρτιότερα στην ιστορία των BLACK SABBATH και όχι μόνο, δεν είναι μόνο ένας δίσκος που έφερε μια ακόμη εμπορική επιτυχία στην μπάντα καθώς έφτασε μέχρι την 9η θέση των Βρετανικών charts αλλά και μέχρι την 28η της Αμερικής, αλλά είναι ένας δίσκος  που με τον αναγεννημένο και φρέσκο ήχο του κατάφερε να αποτρέψει την δεδομένη στιγμή το ενδεχόμενο διάλυσης του Βρετανικού σχήματος και να τους δώσει την δυνατότητα να διατηρήσουν την θέση και τα κεκτημένα τους ανάμεσα στα μεγαθήρια του heavy metal. Περισσότερα λόγια νομίζω δεν χρειάζονται. Kαλή ακρόαση σε όλους και, μέρες που είναι και καραντίνας-ευκαιρίας δοθείσης, γυρίστε τον χρόνο σαράντα χρόνια πίσω και κάντε αυτό το ταξίδι μαζί με τους SABS:

”Sing me a song, you’re a singer

Do me a wrong, you’re a bringer of evil

The Devil is never a maker

The less that you give, you’re a taker

So it’s on and on and on, it’s Heaven and Hell, oh well”

Did you know that:

– Υπάρχουν επίσημα μουσικά video των ”Neon Nights” και ”Die Young”, τα οποία είναι, όμως, ζωντανές βιντεοσκοπήσεις από συναυλίες, με τα κομμάτια να έχουν περαστεί από επάνω.

– Η μπασογραμμή του ”Heaven and Hell” γράφτηκε από τον Geoff Nicholls.

– Όσον αφορά το μπάσο, υπάρχει μια κατά πολύ αβάσιμη φήμη κατά την οποία το μπάσο στον δίσκο αυτόν παίχτηκε από τον Craig Gruber (πρώην ELF και RAINBOW) κι όχι τον Geezer. Ο Craig έκανε σύντομα δοκιμαστικά την περίοδο παραίτησης του Geezer, αλλά δεν έγινε ποτέ επίσημα μέλος. Σε μια συνέντευξη το 1996 ο Iommi δήλωσε ότι ο Craig Gruber συμμετείχε «μόνο για λίγο». Ο Gruber έχει δηλώσει ότι η συμμετοχή του ήταν μάλλον ουσιαστική και ότι είχε συμμετάσχει στη σύνθεση των περισσοτέρων συνθέσεων του ”Heaven and Hell” κι ότι ήταν αυτός που έπαιξε το μπάσο στον δίσκο κι όχι ο Geezer. Παρόλο που δεν αναφέρεται για τη συνεισφορά του, ο Gruber λέει ότι, παρόλα αυτά, αυτός και το συγκρότημα κατέληξαν σε «έναν κατάλληλο οικονομικό διακανονισμό». O Iommi παραδέχτηκε στην αυτοβιογραφία του το 2011 ότι ο Gruber είχε όντως ηχογραφήσει όλα τα μέρη του μπάσου στο ”Heaven and Hell”, αλλά ο Butler τα επανα-ηχογράφησε όταν επέστρεψε, χωρίς να ακούσει ποτέ τις ηχογραφήσεις του Gruber.

– Οι BLACK SABBATH  είχαν μια μακρά ιστορία φαρσών με θύμα τον ντράμερ Ward, συνήθεια που συνεχίστηκε και κατά την ηχογράφηση του ”Heaven and Hell”. Κατά τη διάρκεια μιας μέρας στο στούντιο που κυλούσε μάλλον πολύ αργά, ο Iommi περιέλουσε τον Ward με ένα διάλυμα, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι τεχνικοί του στούντιο για να καθαρίζουν τις κεφαλές των μαγνητοφώνων, και μετά έβαλε φωτιά. Το διάλυμα ήταν πολύ πιο εύφλεκτο από ό,τι περίμενε, με αποτέλεσμα ο Ward να υποστεί εγκαύματα τρίτου βαθμού και να έχει ως και σήμερα ουλές στο πόδι του από το περιστατικό αυτό.

– Ο Ward έχει δηλώσει ότι, εξαιτίας του αλκοολισμού του, δεν έχει καμία ανάμνηση της περιόδου ηχογράφησης του δίσκου. Η συμπεριφορά του είχε γίνει αλλοπρόσαλλη. Στην περιοδεία του ”Heaven and Hell” ο Ward άρχισε να υπαγορεύει μετά από κάθε συναυλία μακροσκελή και ασυνάρτητα δελτία τύπου στους αντιπροσώπους των δημοσίων σχέσεων του συγκροτήματος, συμβουλεύοντας τους να τα «τηλεγραφήσουν στα ειδησεογραφικά πρακτορεία αμέσως». Τα προσωπικά θέματα του Ward, τα οποία αφορούσαν και τον θάνατο και των δυο γονιών του, θα τον ανάγκαζαν σύντομα να εγκαταλείψει το συγκρότημα. Στις 18 Αυγούστου το 1980, μετά από μια συναυλία στο Μινεάπολις, ο Ward εγκατέλειψε το συγκρότημα. Ο Geezer Butler δήλωσε ότι μετά τη συναυλία ο Ward μπήκε μέσα μεθυσμένος, μιλώντας για πράγματα όπου «θα μπορούσε κάλλιστα να είναι Αρειανός». Ο Ward έγινε έξαλλος κι αποφάσισε να μαζέψει τα πράγματά του, να ανέβει σε ένα λεωφορείο και να φύγει. Ο Dio θυμόταν να απαντά στο τηλέφωνο στο δωμάτιο του ξενοδοχείου ένα πρωί στα μέσα της περιοδείας για να ακούσει τον Ward να του λέει « Την κάνω, λοιπόν, Ron», στο οποίο ο Dio απάντησε « Αυτό είναι καλό Bill, πού πας;» «Όχι, την κάνω, φίλε. Είμαι στο αεροδρόμιο τώρα», δείχνοντας ότι δεν μπορούσε να ολοκληρώσει την περιοδεία.

– Πέρα από τα προσωπικά του ζητήματα, ο Ward δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένος με την κατεύθυνση που ακολουθούσαν δημιουργικά οι SABBATH. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του: «Το ”Heaven and Hell” δεν ήταν για εμένα σημείο αναφοράς. Ήταν η αρχή ενός νέου συγκροτήματος, για το οποίο δεν είχα ιδέα σε ποιο συγκρότημα ήμουν… Ήταν σχεδόν σαν να μπορούσε ο Ron να σκεφτεί στίχους που φαίνονταν ότι ταίριαζαν στη δική του ιδέα για το πώς όφειλαν να είναι οι BLACK SABBATH, κι εγώ είχα την αίσθηση μιας ‘μη πραγματικότητας’ στους στίχους. Το αγαπημένο μου κομμάτι στο Heaven and Hell ήταν ένα blues κομμάτι που κάναμε, το ”Lonely is the Word”-και αυτό έμοιαζε να είναι αληθινό… Αλλά κομμάτια όπως το ”Lady Evil”, έμοιαζαν σχεδόν σα να είχαν στίχους του συρμού…”Lonely is the Word”, αυτό το κομμάτι σίγουρα μου άρεσε να το παίζω. Και το ”Children of the Sea” μου άρεσε να το παίζω κι αυτό. Πίστευα ότι ο Ronnie ήταν πολύ καλός τραγουδιστής. …Ήταν όμως αφόρητο να ανεβαίνω στη σκηνή χωρίς τον Ozzy. Και έπινα 24 ώρες την ημέρα, ο αλκοολισμός μου είχε επιταχυνθεί».

– Ο Αμερικανός ντράμερ Vinny Appice πήρε άμεσα τη θέση του Ward. Το υλικό του ”Heaven and Hell” είναι το μοναδικό υλικό των SABBATH που ηχογραφήθηκε κατά τη Dio εποχή του στο οποίο δε συμμετέχει ο Appice στα τύμπανα.

– Το ”Heaven and Hell” ηχογραφήθηκε στα criteria Studios στο Μαϊάμι (στα οποία το συγκρότημα είχε ηχογραφήσει και το ”Technical Ecstasy”) και στο Studio Ferber στο Παρίσι. Ο Dio πρότεινε στο συγκρότημα να προσλάβουν τον παραγωγό Martin Birch, με τον οποίον είχε συνεργαστεί ως μέλος των RAINBOW τη δεκαετία του 1970. O Birch ήταν ο πρώτος εξωτερικός παραγωγός από τότε που το συγκρότημα χώρισε τους δρόμους του με τον Rodger Bain μετά το Master of Reality του 1971, με τον Iommi να αναλαμβάνει κατά κύριο λόγο την παραγωγή των albums από το σημείο εκείνο και μετά. Ο Iommi δήλωσε ότι το συγκρότημα αισθανόταν ότι δημιουργούσε κάτι ιδιαίτερο με το ”Heaven and Hell”. Στα απομνημονεύματά του έγραψε ότι «Ο Ozzy συνήθιζε να τραγουδά με το riff. Απλά ακούστε το “Iron Man” και θα καταλάβετε τι λέω: η γραμμή της φωνητικής μελωδίας αντιγράφει τη μελωδία της μουσικής. Δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα με αυτό, αλλά στον Ronnie άρεσε να τραγουδά δια μέσου του riff αντί μαζί του, και να βρίσκει μια μελωδία που ήταν διαφορετική από αυτήν της μουσικής, κάτι το οποίο μουσικά ανοίγει πολλές περισσότερες πόρτες. Δε θέλω να φανεί ότι ρίχνω τον Ozzy, αλλά η προσέγγιση του Ronnie μου άνοιγε νέους δρόμους σκέψης…».

– Τα αρχικά sessions αυτού που έμελλε να γίνει το ”Heaven and Hell” ξεκίνησαν με τον Ozzy μετά το τέλος της περιοδείας του ”Never say Die!”. Το συγκρότημα πήγε στο Los Angeles για μια περίοδο 11 μηνών για να ηχογραφήσει το νέο δίσκο, μια διαδικασία που χαρακτηρίστηκε από τον Iommi ως μια «εξαιρετικά απογοητευτική, ατελείωτη διαδικασία». Ο Ozzy έχει δηλώσει ότι είχε μπουχτίσει με τον πειραματισμό των προηγούμενων albums ”Technical Ecstasy” και ”Never Say Die!”, καθώς προτιμούσε τον παλαιότερο και βαρύτερο ήχο του συγκροτήματος. Στα απομνημονεύματά του ο Iommi αποκάλυψε ότι έχει μια κασέτα με τον Ozzy να τραγουδά μια πρώιμη εκδοχή αυτού που θα γινόταν το ”Children of the Sea”, με διαφορετικούς στίχους κι εντελώς διαφορετική μελωδία στη φωνή.

– Τον Dio σύστησε στον Iommi το 1979 η Sharon Arden, η οποία θα παντρευόταν αργότερα τον Ozzy. Αρχικά οι Dio κι Iommi συζήτησαν τον σχηματισμό ενός νέου συγκροτήματος κι όχι τη συνέχιση των BLACK SABBATH. Οι δυο τους συναντήθηκαν τυχαία έναν χρόνο μετά στο The Rainbow, στο Los Angeles. Ήταν κι οι δυο σε παρόμοια κατάσταση αφού ο Dio έψαχνε project κι ο Iommi ήθελε τραγουδιστή. Ο Dio θυμάται: «Πρέπει να ήταν μοιραίο, μιας και συνδεθήκαμε τόσο άμεσα». Κράτησαν την επαφή μέσω τηλεφώνου, μέχρι που ο Dio πήγε στο σπίτι του Iommi στο Los Angeles για ένα χαλαρό, αναγνωριστικό session. Την πρώτη εκείνη μέρα το ντουέτο ολοκλήρωσε το ”Children of the Sea”, κομμάτι που ο Iommi είχε εγκαταλείψει πριν φύγει ο Ozzy.

– Οι BLACK SABBATH περιόδευσαν σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες με τους BLUE ÖYSTER CULT κατά τη διάρκεια του 1980 στην ”Black and Blue” περιοδεία. Η συναυλία στο Nassau Coliseum, Uniondale, New York βιντεοσκοπήθηκε και κυκλοφόρησε με τον τίτλο ”Black and Blue”. Στις 26 Ιουλίου το 1980 το συγκρότημα έπαιξε μπροστά σε 75.000 οπαδούς σε μια sold-out συναυλία στο Los Angeles Memorial Coliseum μαζί με τους JOURNEY, CHEAP TRICK και MOLLY HATCHET. Την επόμενη ημέρα οι SABBATH εμφανίστηκαν στο Day on the Green στο Oakland Coliseum.

– Ενώ ήταν σε περιοδεία, η πρώην εταιρία τους στην Αγγλία κυκλοφόρησε έναν live δίσκο με τον τίτλο ”Live at Last”, από ηχογράφηση μιας συναυλία τους προ επταετίας. Το συγκρότημα δεν ερωτήθηκε για την κυκλοφορία αυτήν. Ο δίσκος έφτασε το νούμερο 5 στα βρετανικά charts και είχε ως αποτέλεσμα την επανακυκλοφορία του ”Paranoid” ως single, το οποίο κι έφτασε στο top 20.

– Το εξώφυλλο του δίσκου είναι από έναν πίνακα του Lynn Curlee με τίτλο ”Smoking Angels”, εμπνευσμένο από μια φωτογραφία του 1928 στην οποία απεικονίζονται γυναίκες ντυμένες ως άγγελοι να καπνίζουν στα παρασκήνια κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος μιας κολεγιακής παράστασης. Στον Curlee ανατέθηκε από την Sandy Pearlman, μάνατζερ και των δυο συγκροτημάτων, να φιλοτεχνήσει το εξώφυλλο ενός δίσκου των BLUE OYSTER CULT. Η απεικόνιση του συγκροτήματος στο οπισθόφυλλο του ”Heaven and Hell” έγινε από τον καλλιτέχνη Harry Carmean.

Παναγιώτης ”The Unknown Force” Γιώτας