ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Beyond sanctorum” – THERION
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1992
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Active
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Christofer Johnsson/Peter Hansson
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Κιθάρες, φωνητικά, μπάσο – Christofer Johnsson
Κιθάρες, μπάσο, πλήκτρα – Peter Hansson
Drums – Oskar Forss
Ξέρετε, θυμάμαι το αντίστοιχο κείμενο για το “Shadows of the past” των SENTENCED ξεκινώντας να γράφω αυτές τις γραμμές. Γιατί αυτό; Επειδή και σε αυτή τη περίπτωση, όσοι έμαθαν τους Σουηδούς πρωτοπόρους THERION, από την μετέπειτα συμφωνική/οπερατική πορεία τους, θα δυσκολευτούν να “χωνέψουν” τα πρώτα τους πονήματα στο πιο ακραίο ήχο. Αλλά μην ανησυχείτε, γι’ αυτό είμαστε εμείς εδώ! Σκοπός, τέτοιων κειμένων, είναι να ρίξει φως στα άκρως σημαντικά πρώτα βήματα αυτών των συγκροτημάτων, και να τα ζυγίσει γι’ αυτό που πραγματικά είναι για το είδος τους, χωρίς να τα παραγκωνίζουμε επειδή τα συγκροτήματα αυτά, καθιερώθηκαν με άλλο ύφος στη πορεία. Οι THERION λοιπόν, για εκείνους που αγνοούν αυτή τη περίοδο, είχαν ξεκινήσει στα 1988 με τα demos “Paroxysmal holocaust” (1989), “Beyond the darkest veils of inner wickedness” (1989) και το EP “Time shall tell” (1990). Το ύφος τους, όπως αυτό χτίστηκε και έγινε γνωστό, τον Φεβρουάριο του ‘91 στο καταστροφικό ντεμπούτο “Of darkness”, ενώ είχε ρίζες στο νεογνό τότε Σουηδικό death metal, είχε διαφορετικό κιθαριστικό τόνο, είχε διανθιστεί με κάποια ελαφρά πλήκτρα, περισσότερα blastbeats και κοψίματα Αμερικάνικης σχολής, διαφοροποιώντας έτσι τη μπάντα από τις υπόλοιπες της σκηνής.
Την ίδια χρονιά, το Δεκέμβριο, ο ηγέτης της μπάντας Christofer Johnsson θα κυκλοφορήσει το death/grind έπος “For the security” με τους CARBONIZED, με μέλη τους Lars Rosenberg στο μπάσο και τον Piotr Wawrzeniuk στα τύμπανα (θα τους δούμε σε μετέπειτα δουλειές της μπάντας, τον πρώτο στο “Theli”, τον δεύτερο στο “Symphony masses: ho drakon ho megas”). Αυτό δεν τον εμπόδισε, βεβαίως, να δουλέψει πάνω στο διάδοχο του “Of darkness”, έχοντας υπογράψει στην Active Records. Επειδή ο μπασίστας της μπάντας Erik Gustafsson έπρεπε να μετακομίσει στις Η.Π.Α., o Johnsson, αναγκάστηκε να ηχογραφήσει και τα μέρη του μπάσου, εκτός από τα φωνητικά και τις κιθάρες. Ο Oskar Forss παραμένει drummer της μπάντας κι επιπλέον μέρη μπάσου πιστώνονται στον κιθαρίστα Peter Hansson, αγκαζέ με πλήκτρα. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1992, βγαίνει στην αγορά το δεύτερο άλμπουμ των THERION, “Beyond sanctorum”. Ένας δίσκος – αλλαγή επιπέδου για το συγκρότημα. Τα πολιτικά στιχουργικά θέματα του “Of darkness” αντικαταστάθηκαν με αποκρυφιστικούς στίχους (σαφώς και με αναφορές στη μυθολογία H.P. Lovecraft), μαρτυρώντας μια μπάντα, που δεν ήθελε να αναλωθεί σε αυτό (ή να συγκριθεί με μπάντες που κακά τα ψέματα το έκαναν καλύτερα), αλλά ήθελε να χαράξει δικό της μονοπάτι.
Μουσικά δε, τα κοψίματα και κόντρα κοψίματα, μαρτυρούν άλλη τεχνική κλάση, ήδη από τα πέντε πρώτα λεπτά που διαρκεί το “Future consciousness”, με αλλαγές που άλλοι θα χρησιμοποιούσαν για να γεμίσουν έναν ολόκληρο δίσκο. Το κάργα CELTIC FROST μπάσιμο του “Pandemonic outbreak” στα όρια της “γκρούβας” για τότε δεδομένα, δημιουργώντας μια άλλου τύπου ατμόσφαιρα, σε πιο ισοπεδωτικό mid-tempo ύφος, στα πρότυπα του Σουηδικού ήχου που γνωρίζουμε. Στο δε “Cthulhu” όταν μαρσάρει, οι επιρροές από VOIVOD εποχής “Killing technology”/”Dimension hatross” γίνονται εμφανείς σε ένα από τα πλέον τεχνικά και περιπετειώδη κομμάτια του δίσκου, αγκαζέ με το αμέσως επόμενο. Στο “Symphony of the dead” μάλιστα, έχουμε μια πιο μελωδική/ατμοσφαιρική πτυχή της μπάντας, σε πολύ πρώιμη μορφή: καθαρά αρπίσματα, γυναικεία φωνητικά (από την κυρία Anna Granqvist) και καθαρά αντρικά φωνητικά (από τον Fredrik Lundqvist), πλήκτρα να δίνουν ατμόσφαιρα από αυτή που θα εμφανιζόταν αργότερα με αυτή τη μορφή κατά κόρον στο metal και φυσικά να στοιχειώνουν το κομμάτι σαν φαντάσματα, ακόμα και όταν αυτό ανεβάζει ταχύτητες. Το ομώνυμο 2,5 λεπτών σφηνάκι, αργόσυρτο με ελαφρά ξεσπάσματα, σαν ιντερλούδιο ανάμεσα στα πιο μεγάλα κομμάτια.
Και στο “Enter the depths of eternal darkness”, βγαίνουν ελαφρώς Αμερικάνικες επιρροές στην επιφάνεια, συγκεκριμένα το γκρουβάτο, γουστόζικο, αλλά πάντα ανελέητο σφυροκόπημα των AUTOPSY. Καταπληκτικά τύμπανα, εκκινούν το πιο σφαγιαστικό κομμάτι του δίσκου “Illusions of life” που για 3 λεπτά και 20 δευτερόλεπτα, παρά το mid-tempo μέρος του, δεν στερείται ισοπεδωτικού ύφους. Απεναντίας, δεν παίρνει αιχμαλώτους! Και κάπως έτσι, φτάνουμε στο “The way”, ένα εντεκάλεπτο έπος, που είναι σαν να συνοψίζει όλες τις αρετές τούτου εδώ του δίσκου. Αργή αλλά σταθερή mid-tempo ανάπτυξη του κομματιού, με τα πλήκτρα να προσθέτουν στην ατμόσφαιρά του, με τον ακροατή να νιώθει κάτι μεγαλύτερο από εκείνον να έρχεται κατά πάνω του. Τα ξεσπάσματά του είναι πιο έτοιμα από ποτέ, σαν κτήνος που του έβγαλες επιτέλους τις αλυσίδες. Αυτό ωστόσο, δεν αφαιρεί από τη περιπετειώδη φύση του κομματιού, που μέχρι και ανατολίτικες μελωδίες ακούμε μέσα. Θυμίζω, έχουμε 1992 και τα 11λεπτα κομμάτια με πάμπολλες αλλαγές, είναι τολμηρή (στα όρια του ριψοκίνδυνου) κίνηση στο death metal. Θα μπορούσε να πει κανείς, πως κάτι τέτοια κομμάτια, έδωσαν θάρρος στον Dan Swano να τολμήσει με τη σειρά του 4 χρόνια μετά να γράψει το αριστουργηματικό “Crimson” με τους EDGE OF SANITY. Αλλά πάλι, αυτό θα ήταν απλή εικασία του γράφοντος.
Τίτλους τέλους, ρίχνει το 2λεπτο αργόσυρτο και ατμοσφαιρικό “Paths” όπου τοποθετείται πάλι το φωνητικό ντουέτο του “Symphony for the dead”, για την έξτρα διάσταση ατμόσφαιρας και μελωδίας που χρειάζεται αυτός ο δίσκος. Επίσης, σοφότατα, κλείνουν την εκάστοτε “πλευρά” του δίσκου (με όρους βινυλίου), σαν επίλογοι σε διαφορετικά κεφάλαια αν θέλετε. Και κάπως έτσι, ο δίσκος τελειώνει. Και ναι, λέω δίσκος, γιατί στην έκδοση του CD έχουμε άλλο ένα κομμάτι για να ακούσουμε. Το “Tyrants of the damned”, που με το γκρουβάτο μπάσιμο του, και την ισοπεδωτική του φύση, μας ρίχνει τη τελική μπουνιά για νοκ άουτ! Ο δίσκος εν τέλει θα πάει πολύ καλά, με τη μπάντα να παίζει τις πρώτες της συναυλίες στην Ολλανδία και στο Βέλγιο με τους εξαιρετικούς PYOGENESIS (όταν ακόμα ήταν σοβαρό death/doom συγκρότημα οι Γερμανοί), ανοίγοντας μεγάλες πόρτες για το μέλλον.
30 χρόνια μετά, το “Beyond sanctorum” έχει λάβει τη θέση στην ιστορία που του αρμόζει. Αναλαμβάνει αφενός μεν, να κλείσει άτυπα την αμιγώς death metal περίοδο των THERION. Από εδώ και πέρα, πολλοί πιουρίστες deathsters θα σταματήσουν να ασχολούνται κιόλας με το συγκρότημα, μια και θα αρχίσει να απομακρύνεται από αυτό τον ήχο. Αφετέρου, αυτό το άλμπουμ πρώτο θα ανοίξει τη πόρτα για τις επόμενες μεγάλες στιγμές των σπουδαίων Σουηδών μέσω των πειραμάτων που λαμβάνουν χώρα εδώ μέσα. Πειράματα, τα οποία μαρτυρούσαν ότι αυτοί οι τύποι, ήταν φτιαγμένοι για άλλα, ακόμα μεγαλύτερα πράγματα.
Did you know that?
-Τελευταίο άλμπουμ τόσο για τον drummer Oskar Forss, o οποίος έγινε πατέρας για δεύτερη φορά, όσο και για τον Peter Hansson, που έφυγε από τη μπάντα για μουσικούς λόγους αλλά και για λόγους υγείας. Κάτι που μαρτυρά και το τέλος εποχής που προαναφέραμε.
-Το εξώφυλλο φιλοτέχνησε ο μάστορας του είδους Kristian “Necrolord” Wahlin, και το οποίο σε μεταγενέστερες επανεκδόσεις ΔΥΣΤΥΧΕΣΤΑΤΑ, αντικαταστάθηκε από το μονόχρωμο, μαύρο με το μεταγενέστερο λογότυπο. Σίγουρα το γυαλιστερό λογότυπο ήταν όμορφη προσθήκη, αλλά το αυθεντικό είχε άλλη γοητεία. Ωστόσο, είχαν bonus demo εκτελέσεις και αγκαζέ με το προκάτοχο και διάδοχο αυτού, αποτέλεσαν το περιποιημένο box set “The early chapters of revelation”, που βγήκε από τη Nuclear Blast το 2000.
-Όχι μια, όχι δύο, αλλά τρεις εταιρείες θα αλλάξουν οι THERION, μέχρι να βρουν το ‘96 για το “Theli” στέγη στην μεγάλη Nuclear Blast, μέχρι και τις μέρες μας. Συγκεκριμένα, Deaf (“Of darkness”), Active (“Beyond sanctorum”) και Megarock (“Symphony masses: ho drakon ho megas”, “Lepaca kliffoth”)
Γιάννης Σαββίδης