ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: ” Icon” – PARADISE LOST
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1993
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Music for Nations
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Simon Efemey
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Nick Holmes – φωνητικά
Matt Archer – τύμπανα
Stephen Edmondson – μπάσο
Gregor Mackintosh – κιθάρες
Aaron Aedy – κιθάρες
Κάποια συγκροτήματα, έχουν τέτοιο άστρο από πάνω τους, που από τα πρώτα τους βήματα, φαίνεται ότι δεν θα βρουν εύκολα ταβάνι και η πορεία τους, θα είναι γεμάτη στιγμές μεγαλείου. Όταν στα 18 σου χρόνια (κατά μέσο όρο ηλικίας των μελών του συγκροτήματος) έχεις κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ ορισμό του doom/death metal, όταν στα 20 σου χρόνια, έχει γεννήσει ένα είδος, αυτό του gothic metal με το θεόρατο άλμπουμ σου “Gothic”, τότε, τι μπορεί να συμβεί στα 22 σου;
28 Σεπτεμβρίου του 1993 και οι νεαροί PARADISE LOST, κυκλοφορούν την τέταρτη ολοκληρωμένη τους δουλειά. Μετά το εξαιρετικό “Shades of God” που έδειχνε σαφέστατα την νέα μουσική κατεύθυνση του σχήματος (το οποίο βέβαια ποτέ δεν σταμάτησε, ακόμα και σήμερα να εξελίσσεται σε κάθε άλμπουμ), ήρθε η στιγμή για το σχήμα να απολαύσει μια ευρύτερη αναγνώριση από το κοινό, χαρίζοντας μας το μοναδικό “Icon”.
Είναι το τελευταίο άλμπουμ, στο οποίο η σύνθεση του συγκροτήματος παραμένει σταθερή από γενέσεως του και το τελευταίο άλμπουμ, στο οποίο συμμετέχει ο αρχικός τους drummer, Matt Archer. Από τότε και στο εξής, η μόνη αλλαγή στη σύνθεση των LOST, συμβαίνει μόνο στη θέση πίσω από τα τύμπανα. Τα φωνητικά του Nick Holmes, είναι ακόμα πιο μαλακά σε σχέση με το προηγούμενο άλμπουμ, βγάζοντας ακόμα περισσότερο συναίσθημα όμως, χωρίς να είναι απόλυτα καθαρά. Έχουν ένα μοναδικό γρέζι, το οποίο αντικατοπτρίζει απόλυτα την μελαγχολία της μουσικής, τον πόνο της κιθάρας του Mackintosh, η οποία κεντάει, κλαίει, μεγαλοφυώς παρασύρει σε ατραπούς σκοτεινούς, γεμάτους σκέψεις.
Η εμβληματική, μεγαλοπρεπής εισαγωγή του “Embers fire”, του εναρκτήριου άσματος αυτού του σπουδαίου άλμπουμ, είναι ίσως αρκετή για να τραβήξει την προσοχή και του πιο απαιτητικού ακροατή και να την κρατήσει αδιάκοπη, μέχρι το τέλος αυτού του μουσικού μνημείου.
Στο “Icon”, δεν υπάρχουν fillers, δεν υπάρχουν κομμάτια που θα τα προσπεράσει κανείς. Θα το βάλει να παίζει από την αρχή και θα κυλήσει μέχρι το τέλος, αργά, επίπονα και επίμονα. Ένας πόνος γλυκός, μαγικός. Ένας ψυχικός πόνος, που εκφράζεται μέσα από απίστευτης έμπνευσης και εκτέλεσης μελωδίες.
“Remembrance”, “Joys of the emptiness”, “Widow”.
“True belief” (Θεέ μου), “Dying freedom”, “Colossal rains”.
Το απίστευτου κάλλους “Christendom”, με τα μοναδικά γυναικεία φωνητικά της Denise Bernard να συνοδεύουν και να συνοδεύονται από τον Holmes… το κλείσιμο του δίσκου, με τον doom, ατμοσφαιρικό και instrumental ύμνο “Deus misereatur”.
Όλα αυτά, είναι όμως απλές λέξεις στο χαρτί ή σε μία οθόνη. Πολλές φορές, οι λέξεις δεν αρκούν να περιγράψουν κάτι, όση προσπάθεια και να καταβάλει να αποδώσει το μεγαλείο μιας δημιουργίας ο εκάστοτε γράφων. Το “Icon”, είναι μια τέτοια περίπτωση. Κλασσικό από την δημιουργία του, φρέσκο και μοναδικό μέχρι και σήμερα, αιώνιο στα χρόνια που θα έρθουν.
Ο διάδοχος του, το “Draconian times”, από πολλούς θεωρείται το καλύτερο (ίσως) άλμπουμ των Βρετανών υμνητών της μελαγχολίας. Το “Icon” όμως… το “Icon” είναι πιο αυθεντικό. Πιο αυθόρμητο. Πιο θεμελιώδες, για μια ολόκληρη μουσική σχολή.
“Poison”, “Weeping words”, “Shallow seasons”, “Forging sympathy”.
Ξανά και ξανά και ξανά και ποτέ μα ποτέ, δεν θα είναι αρκετές οι φορές, που αυτό το εκπληκτικό σύνολο δεκατριών συνθέσεων θα γίνει βαρετό, θα ακουστεί παρωχημένο ή λιγότερο εντυπωσιακό από την πρώτη ακρόαση. Εκείνη που για τον γράφοντα, στην μέση εφηβεία του, στιγμάτισε για πάντα τον τρόπο που θα άκουγε ποτέ ξανά μουσική. Άραγε πόσοι από τους αναγνώστες αυτών των λίγων γραμμών, δεν έχουν νιώσει ακριβώς το ίδιο; Πόσοι στο μέλλον δεν θα το νιώσουν με την δική τους σειρά; Αυτή η διαχρονικότητα, αυτή η μοναδική ατμόσφαιρα, αυτά τα μοναδικά συναισθήματα, δεν θα αφήσουν το “Icon” να γεράσει ποτέ. Θα είναι πάντα ένα άλμπουμ, το οποίο θα καθορίζει όνειρα, ήχους, αναμνήσεις.
Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των τριάντα χρόνων από την κυκλοφορία του, οι PARADISE LOST, αποφάσισαν να το επανηχογραφήσουν και να το κυκλοφορήσουν ξανά. Με άγνωστο ακόμα το αποτέλεσμα, ίσως κάποια πράγματα πρέπει να μένουν όπως είναι, ανεξάρτητα από τους λόγους που οδήγησαν το συγκρότημα σε μια τέτοια κίνηση.
Παράλληλα όμως, θα έχουμε την ευκαιρία να το απολαύσουμε ζωντανά στην ολότητά του, στην νέα περιοδεία που θα ξεκινήσει η μπάντα και ευτυχώς, θα περάσει και από την χώρα μας. Μέχρι τότε, μόνο ένα πράγμα μπορεί να πει κανείς, στεκόμενος ταπεινά μπροστά σε αυτόν τον ογκόλιθο. Hail to the Shadowkings…
Φανούρης Εξηνταβελόνης