ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Thick as a brick” – JETHRO TULL
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1972
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Chrysalis
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ian Anderson, Terry Ellis
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Ian Anderson – φλάουτο, ακουστική κιθάρα, ακορντεόν, φωνητικά
Martin Barre – κιθάρες, λαούτο
John Evan – πλήκτρα, πιάνο, τσέμπαλο
Jeffrey Hammond – μπάσο
Barriemore Barlow – τύμπανα
Σαν σήμερα πριν από πενήντα χρόνια οι πιονιέροι του prog rock JETHRO TULL κυκλοφόρησαν το κατ’ εμέ και πολλούς ακόμα magnum opus τους με τον ειρωνικό τίτλο “thick as a brick” που ελληνιστί θα μεταφράζαμε ως απλά «τούβλο» ή «βλάκας όσο ένα τούβλο». Φυσικά υπάρχει ολόκληρη ιστορία πίσω από τον τίτλο και το μεταμοντέρνο concept του που προκύπτει από το σαρδόνιο και πολιτικώς μη ορθό χιούμορ του Anderson ο οποίος ήταν οπαδός του αναρχικού χιούμορ των Monty Pythons. Πάνω απ’ όλα όμως μιλάμε για ένα άλμπουμ ή μάλλον μια μουσική σουίτα, που βρίσκει τη μπάντα που μας είχε ήδη προσφέρει τα “Aqualung” και “Stand up” στο ζενίθ της και με ένα αποκρυσταλλωμένο όραμα πάνω στη σύζευξη της κλασσικής, ροκ, τζαζ και folk μουσικής. Με το “Thick as a brick”, οι JETHRO TULL έδειξαν το δρόμο σε πολλές μπάντες απ’ όλο τον κόσμο που έψαχναν μια νέα μανιέρα. Πολλοί θα έλεγαν μέχρι τότε πως ο στόχος επετεύχθη με το “Aqualung”, αλλά είναι αν μη τι άλλο το πομπώδες και ρηξικέλευθο “Thick as a brick” που το έκανε. Δικαίως μνημονεύεται συχνά ως ένα από τα τοπ δέκα prog rock άλμπουμ της χρυσής δεκαετίας του 1970 και για μένα είναι σταθερά στα τοπ πέντε πλάι στα πρώτα σπουδαία έργα των GENESIS, KING CRIMSON, YES, PINK FLOYD. Πάμε να δούμε το γιατί και πως.
Το 1972 ο Ian Anderson ήταν μόλις 25 ετών και ο άτιμος είχε ήδη καταφέρει να κερδίσει πολλές διακρίσεις σε πωλήσεις και καλλιτεχνική αναγνώριση. Οι JETHRO TULL το 1970 ήταν μόλις η δεύτερη μπάντα, μετά τους BEATLES, που έπαιξε στο διάσημο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης και τον ίδιο χρόνο έπαιζαν sold out σε αρένες 20.000 ατόμων! Το 1971, το “Aqualung” βρέθηκε στα τοπ άλμπουμ του έτους στο επίσης διάσημο Αμερικάνικο περιοδικό Village voice. Πριν από αυτό, το μόλις δεύτερο άλμπουμ τους “Stand up”, εκείνο με τη θρυλική διασκευή στο “Bourrée” του J.S. Bach, βρέθηκε στο νούμερο ένα των Βρετανικών charts.
Το 1971 λοιπόν και αφού έχει κυκλοφορήσει το “Aqualung”, ο ομολογουμένως πιο γνωστός δίσκος των TULL, ο Anderson βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να εξηγεί στον κόσμο πως δεν είναι ένας concept δίσκος όπως η πλειοψηφία του Τύπου θεώρησε. Η ιδέα ήταν πως επρόκειτο για έναν βαθύ στοχασμό πάνω στο διαχωρισμό του θείου από το θρησκευτικό δόγμα και την υποκρισία της Εκκλησίας και «άσε μας ρε φίλε τώρα» θα έλεγε ο Anderson που απευχόταν την μπουρζουά τέχνη και την επιτηδευμένη δήθεν φιλοσοφία των αστών φίλων της μουσικής και ειδικά του prog rock κόσμου. Ο ίδιος θα εκφραστεί αμέσως και πολύ ξεκάθαρα πάνω στο θέμα λέγοντας πως ουσιαστικά τέσσερα κομμάτια στο “Aqualung” σχετίζονται με το γενικότερο θέμα και ειδικά με την καθολική και συντηρητική του ανατροφή. Η πλειοψηφία των κομματιών ωστόσο δεν σχετίζεται με κανένα τρόπο. Επιπλέον, όπως έχει επανειλημμένως δηλώσει, έβρισκε παραφουσκωμένο τον κόσμο και το Εγώ των prog rock μουσικών που αρέσκονταν σε βαθυστόχαστα concept, ειδικά των EMERSON LAKE & PALMER που φημιζόντουσαν για τις φανφάρες και τις πομπώδεις τους συναυλίες όπως και μια μουσική που ήθελε ντε και καλά να φανεί «υψηλή». Δεν του καθόταν ποτέ καλά το γεγονός πως τύπος και οπαδοί ταξινομούσαν τους TULL στην ίδια σειρά με τους ELP, μπάντα που, στα μάτια του Anderson, ήταν αντιπροσωπευτική ενός βρετανικού ελιτισμού που είχε αρχίσει να βρωμάει. Ως οπαδός των Monty Pythons και όντας ένα αναρχικό και επαναστατικό πνεύμα, ο Anderson μισούσε τον βρετανικό μεσοαστικό ελιτισμό και οτιδήποτε θεωρείτο «υψηλή τέχνη». Παρόλα αυτά, τότε και σήμερα, ακόμα και τα πιο blues/rock άλμπουμ των πρώιμων JETHRO TULL τοποθετούνται πλησίον εκείνων των ELP (μεταξύ μας, ρε φίλε Ian, όταν κάνεις μια τζαζ/ροκ διασκευή στον J.S. Bach, ε ναι θα σε βάλουμε σ’ αυτή τη κατηγορία).
Τι γυρνάει και λέει λοιπόν ο παμπόνηρος με το μειλίχιο χιούμορ; Θα κάνω ακριβώς αυτό… αλλά θα σας το τρίψω στη μούρη! Θα γράψω το απόλυτο prog concept άλμπουμ και θα το παρακάνω κιόλας. Μιλάμε δηλαδή για ένα τύπου inside joke που θα γίνει κοινός τόπος από το 1984 και μετά με το αυτοαναφορικό χιούμορ της ταινίας “This is Spinal Tap”. Και εγένετο “Thick as a brick”, το πέμπτο άλμπουμ των JETHRO TULL, ένα όντως δαιδαλώδες prog concept άλμπουμ που παράλληλα λειτουργεί και ως παρωδία του είδους. Ο δίσκος είναι ουσιαστικά ένα ενιαίο κομμάτι 43 λεπτών κομμένο σε δύο μέρη που καλύπτουν έκαστος τις δύο πλευρές του βινυλίου και ακολουθεί τη δομή μιας σουίτας. Δεν το λες και λαϊκή μουσική (το πιάσατε το αστείο λοιπόν;). Και εννοείται φυσικά πως οι TULL τα κατάφεραν καθώς κριτικοί βάπτισαν το “Thick as a brick” ως τον πρώτο prog δίσκο της μπάντας και ένα επικό άλμπουμ στα χνάρια του θρυλικού ”Tommy” ενώ πολλοί ήταν και κείνοι που έπεσαν στη παγίδα της φάρσας και πίστεψαν πως το αγόρι στο εξώφυλλο όντως έγραψε τα ποιήματα στα οποία βασίζεται το άλμπουμ και πως το εν λόγω αγόρι, με τον όνομα Gerald Bostock, όντως υπάρχει. Στην περιοδεία που ακολούθησε, έπαιξαν ολόκληρη τη σουίτα και έβαλαν σφήνα διάφορα χιουμοριστικά ιντερλούδια/φάρσες μπροστά σ’ ένα ανυποψίαστο κοινό (στις ΗΠΑ ο κόσμος δεν το έπιασε καθόλου το αστείο και γελούσε σε άκυρα μέρη).
Όταν ο Anderson προσέγγισε τα υπόλοιπα μέλη σχετικά με το (αντί)concept και την μουσική φόρμα που ήθελε να ακολουθήσουν, αρχικά δίστασαν, αλλά ο Anderson ήταν όχι μόνο ο ηγέτης αλλά και αρκετά αυταρχικός. Ωστόσο, πολύ γρήγορα όλοι ήταν 100% σύμφωνοι και εργάστηκαν επιμελώς και με καλή διάθεση (αν μη τι άλλο το line-up του 1972 ήταν το καλύτερο και ιδανικότερο). Το φθινόπωρο του 1972 άρχισαν οι πρόβες και η σύνθεση στο κινητό στούντιο των ROLLING STONES στο Ανατολικό Λονδίνο και τον Δεκέμβριο οι TULL μπήκαν στα Morgan studios του Δυτικού Λονδίνου για να ηχογραφήσουν τον πέμπτο δίσκο τους, διαδικασία που κράτησε μόλις δύο μέρες με αρκετά μέρη να γράφονται με μία μόνο λήψη.
Στο εξώφυλλο και οπισθόφυλλο βρίσκει κανείς ένα σωρό αναφορές στους στίχους μέσα από τα διάφορα ψεύτικα άρθρα και μαρτυρίες που, όπως προανέφερα, βασίζονται σ’ ένα ποίημα γραμμένο εξ ολοκλήρου από τον Ian Anderson που περιέχει κάποιες αυτοβιογραφικές αναφορές στα παιδικά του χρόνια. Το εξώφυλλο λοιπόν φιλοξενεί το εξώφυλλο (εξώφυλλο μέσα σε εξώφυλλο – το πιάσατε;) μιας ανύπαρκτης εφημερίδας που ονομάστηκε The St. Cleve chronicle & Linwall advertiser και που σχεδιάστηκε με τη βοήθεια του Roy Eldridge, ενός επόπτη από τη δισκογραφική Chrysalis, ο οποίος είχε πρότερη εμπειρία ως δημοσιογράφος. Οι μαρτυρίες δημοσιογράφων στο εξώφυλλο είναι βασικά ιστορίες που σκαρφίστηκαν όλα τα μέλη της μπάντας, ενώ για τις φωτογραφίες πόζαραν κόσμος από τη δισκογραφική, το crew και ακόμα και οι φιλενάδες τους. Η φάρσα τώρα είναι όχι μόνο πιο ξεκάθαρη αλλά ομολογουμένως έξυπνη και ενδεικτική της δημοτικότητας των Monty Pythons στα 70s.
Όσο για τη μουσική, η μπάντα ξεπέρασε τον εαυτό της, τις προσδοκίες ενός κοινού και κριτικών που νόμισαν πως το πρώτο prog concept άλμπουμ των TULL ήταν το “Aqualung”. Με το “Thick as a brick” έστριψαν το volume στο έντεκα, για να χρησιμοποιήσω τη διάλεκτο του “Spinal tap”. Δεν είναι όμως φάρσα καθόλου αφού πραγματικά το τερμάτισαν, όπως όντως σχεδίαζε ο Anderson. Την πρώτη πλευρά ανοίγει το ακουστικό μέρος που θα γίνει και το μοναδικό single που θα βρεθεί αργότερα στις best of συλλογές. Εκεί όμως που στην single εκδοχή γίνεται ένα fade out, στο άλμπουμ σκάει απότομα η κιθάρα του τεράστιου Martin Barre (λείπεις απίστευτα) και ξεκινάει ένα δυναμικό και επικό σκέλος που γράφτηκε σε 12/8 (αυτό που λέμε odd time signature, δηλαδή βούτυρο στο ψωμί κάθε prog οπαδού) πράγμα που σίγουρα κανένας δεν περίμενε μέχρι τότε. Η progressive νοοτροπία, όσο και αν φαινόταν ελιτίστικη και δήθεν στο μυαλό του Ian Anderson, ήταν κάτι που κατείχε άψογα και που χαρίζει απλόχερα όσο και με μέτρο, διότι η σουίτα του “Thick as a brick” είναι ο ορισμός του τέλειου και ισορροπημένου, χωρίς φανφάρες αλλά και αρκετά εξωγήινη ώστε να κατεβάσει απανταχού σαγόνια, όπως και συνέβη. Ενώ πολλοί ήταν εκείνοι που δεν έπιασαν με τη πρώτη το inside joke, πολλοί ήταν εκείνοι που υποκλίθηκαν και υποκλίνονται πενήντα χρόνια μετά στο αδιαμφισβήτητο μεγαλείο των JETHRO TULL στο έτος 1972.
Did you know that:
- Μια από τις ιστορίες στο εξώφυλλο/εφημερίδα, αφορά έναν Derek Smalls. Αυτό θα είναι και το όνομα του μπασίστα της πλασματικής μπάντας SPINAL TAP στην ομώνυμη ταινία/ντοκιμαντέρ. Μάλιστα, ο εν λόγω μπασίστας καπνίζει στη ταινία μια Peterson πίπα την οποία κάπνιζε συνέχεια ο Ian Anderson. Παρόλα αυτά, ο ηθοποιός που τον υποδύεται, ερωτηθείς από το ίδιο τον Anderson, ισχυρίστηκε πως δεν άκουσε ποτέ του το “Thick as a brick”.
- Το πρώτο μέρος της σουίτας, η τρίλεπτη ακουστική εισαγωγή, πρωταγωνιστεί σ’ ένα επεισόδιο των Simpsons στο οποίο διώχνουν τη Lisa Simpson από τη σκηνή ενός διαγωνισμού επίδειξης ταλέντου και στη θέση της βγαίνει ο χαρακτήρα του Ralph ντυμένος μεσαιωνικός βάρδος για να τραγουδήσει το πρώτο μέρος του “Thick as a brick”.
- Το άλμπουμ κυκλοφόρησε σε μια πλέον δυσεύρετη εκδοχή 16-σέλιδης εφημερίδας, το όνειρο του συλλέκτη.
- Στη ταινία ορόσημο για τη γενιά μου, το “Almost famous” του Cameron Crowe, ο μικρός ροκάς εν τη γενέσει/πρωταγωνιστής και κριτικός μουσικής που έχει αναλάβει να γράψει για το περιοδικό Rolling stone πάνω στη μπάντα STILLWATER, περνάει σε κάποια φάση από έναν τοπικό σταθμό όπου είναι καλεσμένος ο κατά πολλούς σπουδαιότερος ροκ δημοσιογράφος και κριτικός Lester Bangs, υποδυόμενο εδώ από τον αδικοχαμένο Philip Seymour Hoffman. Ο Bangs ακούγεται να επαινεί το εγκώμιο των GUESS WHO, IGGY POP και των THE BOX TOPS οι οποίοι, όπως λέει ο ίδιος, «καταφέρνουν σε μόλις 1.50 λεπτό με το χιτάκι τους The letter” αυτό που οι JETHRO TULL αδυνατούν να κάνουν σε 15 λεπτά». Βγάζει τότε το “Thick as a brick” του ρίχνει μια ματιά, το αποκαλεί φλύαρο και το πετάει σαν ένα φρίσμπι! Αποστολή εξετελέσθη.
Φίλιππος Φίλης